Live τώρα    
16°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
11.2°C17.6°C
1 BF 70%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
14 °C
11.2°C15.5°C
2 BF 59%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
15 °C
11.0°C14.9°C
0 BF 69%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
12 °C
11.8°C12.7°C
3 BF 81%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
11 °C
10.7°C11.3°C
0 BF 66%
Μαρίζα Κωχ στην «Α» / Τραγουδώ για αυτούς που δοκιμάζονται
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Μαρίζα Κωχ στην «Α» / Τραγουδώ για αυτούς που δοκιμάζονται

ΜΑΡΙΖΑ ΚΩΧ
(ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ)

Όποιος ξέρει τη Μαρίζα Κωχ και ανήκει στο φιλικό της περιβάλλον γνωρίζει καλά ότι το σπίτι της, ανοιχτό και φιλόξενο σε ξένους και γνωστούς, έχει πάντα ένα στρωμένο τραπέζι γύρω από το οποίο έχουν κάτσει και έχουν γευτεί τις νοστιμιές που ετοιμάζει απλόχερα και καθημερινά όλοι όσοι την επισκέπτονται. Στο κάλεσμα για τον σημερινό, διαδικτυακό τηλεμαραθώνιο αλληλεγγύης στους εργαζόμενους στον πολιτισμό, στον οποίο και συμμετέχει, στρώνει και πάλι το τραπέζι προσφέροντας με γενναιόδωρο τρόπο τη δική της λειτουργιά, ένα ποίημα μελοποιημένο και τραγουδισμένο από την ίδια με τίτλο «Οι γριές γυναίκες», που θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά μπροστά σε μεγάλο κοινό. Την ιστορία του τραγουδιού, γραμμένο από τον Πολωνό ποιητή και θεατρικό συγγραφέα Ταντέους Ρούζεβιτς και μεταφρασμένο από τον Νίκο Κούνδουρο, αφηγείται η ίδια η Μαρίζα στη συνέντευξή της στην ΑΥΓΗ.

«Η πρώτη πρωινή μου μέριμνα είναι τι θα φάνε τα παιδιά μου και οι μουσικοί μου. Περισυλλογή και έγνοια μου είναι να φτιάξω κάτι για τους δικούς μου ανθρώπους. Κι από κει που έκανα ένα φαγάκι μόνο για μένα, τώρα μπορώ να κάνω για όλους. Τα παιδιά μου δεν μπορούν να έρχονται να τα ταΐζω. Ούτε οι μουσικοί μου.  Έτσι μαγειρεύω, γεμίζω τάπερ, τους ενημερώνω κι έρχονται και παίρνουν το φαγητό από την είσοδο. Αυτό μοιάζει με την παιδική μου ζωή. Γιατί και ως παιδί είχα ένα δισάκι και μέσα τα απαραίτητα. Κι όπου βρισκόμουν καθόμουν και μαγείρευα, για μένα την ίδια κατ’ αρχάς. Επειδή όλο αυτό γίνεται σε απόλυτη μοναξιά στο σπίτι, όπου δεν μπαινοβγαίνει πια κόσμος, μοιάζει πολύ σαν να γυρνώ ξανά πίσω σε εκείνα τα χρόνια που ό,τι έκανα το ζούσα μόνη μου. Γιατί ήμουν περίεργο παιδί και αποκομμένη από τον κόσμο. Ζούσα λίγο σαν αγρίμι ώσπου να βρω περπατησιά. Ζω και πάλι σαν αγρίμι στο κλουβί, που τώρα είναι ένα διαμέρισμα. Γι’ αυτό αναγκάστηκα να κάνω μερικές λειτουργιές. Και να έχω μέσα μου μια λύπη, μια θλίψη για τους ανθρώπους.  Όπως τότε στα παιδικά μου χρόνια είχα για τους ανθρώπους του ιδρύματος απ’ όπου πέρασα κι εγώ. Και τώρα για τους ανθρώπους που δοκιμάζονται στα νοσοκομεία από τον ιό. Στοχάζομαι σαν παιδί, με μια σιωπή και μια προσευχή.  Όπως ένα παιδί δοσμένο στο παιχνίδι του και σε κάτι που του έχει κλέψει την προσοχή. Ως παιδί ήμουν πολύ αφοσιωμένη σε ό,τι έκανα. Αυτό ξαναζώ τώρα, με περισυλλογή και περιέργεια. Για το πού θα οδηγήσει όλο αυτό, με αγωνία και ένα τεράστιο γιατί. Και επειδή υπάρχει αγωνία, η προσευχή είναι ανάγκη».

«Άρχισα να ζω με τον τρόπο που πάντα ήθελα»

Στην ερώτηση με ποιον τρόπο αντιστέκεται στον ζόφο που έχει σκορπίσει η πανδημία και ποιο είναι το δικό της μυστικό για να ξεπερνά τη δυσκολία τής κάθε μέρας, η Μαρίζα Κωχ δεν σκέφτεται πολύ για να απαντήσει: «Δεν έζησα τη ζωή μου ως νοικοκυρά, που ξέρει τι θα κάνει το πρωί, τι θα σιδερώσει το μεσημέρι.  Έζησα μια ρέμπελη ζωή. Τη ρέμπελη ζωή του τραγουδιστή, του μουσικού με τις πρόβες. Σχεδόν ποτέ δεν με είδε σπίτι. Τώρα λοιπόν που το σπίτι με βλέπει, αναγκαστικά τα τινάγματά μου στη φύση φτάνουν το πολύ έως την ταράτσα.  Έτσι αυτόν τον καιρό κάνω μια σπουδή. Κάτι που με χαρακτηρίζει σε όλη μου τη ζωή. Άρχισα να ζω με τον τρόπο που ήθελα πάντα. Η έλλειψη περιπάτου, επικοινωνίας και όλης αυτής της στέρησης με κάνει να απλοποιώ πολύ τη ζωή. Προσπαθώ να μιμηθώ την απλή ζωή που έκανα όταν ήμουν παιδί. Ξαναγυρίζω πίσω να πιάσω το νήμα. Ταξίδεψα πολύ, τραγούδησα πολύ, η εξωστρέφεια έγινε δεύτερη φύση από την οποία δεν ξεκόβει κανείς εύκολα, αλλά τούτο τον καιρό ανακαλύπτω την εσωστρέφεια. Η καραντίνα με έκλεισε στην Αθήνα και μακριά από το χωριό. Εκεί θα έκανα πράγματα όπως όταν ήμουν παιδί. Θα μπορούσα να περπατήσω στα κυκλάμινα και στα κρινάκια με τα οποία έχει γεμίσει η ελληνική ύπαιθρος αυτόν τον καιρό. Τώρα οι βόλτες μου περιορίζονται στο να ανεβαίνω τρία με τέσσερα πατώματα έως την ταράτσα με θέα την Ακρόπολη και τον ουρανό. Μου λείπει η φύση. Και η θάλασσα. Αν δεν κατέβω να δω τη θάλασσα, ακόμα και στο Φάληρο, αλλάζουν χρώμα τα μάτια, ακόμα και τα μαλλιά μου. Κι από ξανθιά γίνομαι καστανή!»

«Ένιωσα υποψήφια στον ιό»

Με περίσσιο θάρρος και χωρίς να κρύβει τα λόγια της, η Μαρίζα Κωχ παραδέχεται πως ένιωσε υποψήφια στον ιό της πανδημίας, αποκαλύπτει το έμφραγμα που πέρασε και ομολογεί πώς ξεμπέρδεψε με τις εκκρεμότητες της ζωής της στέλνοντάς τες στην ανακύκλωση!

«Ήθελα να είμαι ελεύθερη γιατί δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει. Χωρίς φόβο.  Ένιωσα υποψήφια στον ιό. Γιατί έχω περάσει και το έμφραγμα, οπότε είμαι υψηλού κινδύνου. Και δεν ήθελα να αφήσω πράγματα μισοτελειωμένα. Δεν έχω μεγάλες εκκρεμότητες στη ζωή για να κρατιέμαι από πάνω της. Αλλά κάποια στιγμή άνοιξα μια συρταριέρα που φύλαγα ενθύμια και πενήντα χρόνων γραπτά, σημειώσεις, κάρτες από τα ταξίδια, τον κόσμο, στιχάκια κι ό,τι σκάρωνα. Τους έριξα μια ματιά, τα έβαλα σε δυο μεγάλες μαύρες σακούλες και τα έστειλα στην ανακύκλωση. Ωστόσο, από τη συναισθηματική ένταση έπαθα υπερθυρεοειδισμό, άρχισα να χάνω βάρος και μπήκα στο νοσοκομείο.

Τώρα αισθάνομαι ελεύθερη που το έκανα. Αισθάνομαι πάρα πολύ καλά και ολοκληρώνω πράγματα που έχω βάλει μπροστά. Είχα ξεκινήσει να γράφω μουσική πάνω στα ποιήματα της Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ, τα τόσο σύγχρονα, που μιλάνε για τα δύσβατα προβλήματα των ανθρώπων. Για τον έρωτα που στερούμαστε καθώς ζούμε σε μια τελείως αντιρομαντική εποχή και ψηφιακή, digital ζωή.

Παλεύω με την ποιητική της σκέψη που είναι μέσα στην εποχή μας. Χρόνια τη διάβαζα, αλλά δεν ήμουν έτοιμη να την αγγίξω.  Ήρθε η ώρα.

Αυτόν τον καιρό είναι στα σκαριά και το κινηματογραφικό πορτρέτο μου με τίτλο ‘Μαρίζα Κωχ - Fata Morgana’ από τον βραβευμένο κινηματογραφιστή και δημοσιογράφο Αντώνη Μποσκοΐτη, που, μετά τα πορτρέτα της Φλέρυς Νταντωνάκη, του Νίκου Κούνδουρου και της Κατερίνας Γώγου, με επέλεξε ως θέμα του καινούργιου του ντοκιμαντέρ».

Το σενάριο του ντοκιμαντέρ έχει ήδη εγκριθεί στην πρώτη φάση του προγράμματος «Covid για τη στήριξη της εθνικής κινηματογραφίας» και αναμένεται η τελική του έγκριση.

Ο σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος είναι εκείνος που μετέφρασε τις «Γριές γυναίκες» του Ρούζεβιτς. (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ)
Ο Πολωνός ποιητής Ταντέους Ρούζεβιτς που έγραψε τις «Γριές γυναίκες». (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ)

«Οι γριές γυναίκες» του τηλεμαραθώνιου αλληλεγγύης

Η Μαρίζα παραδέχεται πως ζει «αισθαντικά, με την πείρα του ανθρώπου» που κουβαλά. «Δεν είμαι πια παιδί, αν και κλέβω πολλά από την παιδική μου ζωή και τα εφαρμόζω.  Όπως η ελπίδα ότι κάτι θα αλλάξω.  Όπως τα όνειρα που κάνω ακόμα και τώρα».

Αναφερόμενη στον αποψινό διαδικτυακό τηλεμαραθώνιο αλληλεγγύης για τους εργαζόμενους στον πολιτισμό «Δίπλα σου… από μακριά», αποκαλύπτει πως αφιερώνει το τραγούδι «Οι γριές γυναίκες», ποίημα του Πολωνού ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Ταντέους Ρούζεβιτς, μεταφρασμένο από τον Νίκο Κούνδουρο. «Το είχα και σώπαινε μέσα μου. Το έχω τραγουδήσει κάποιες φορές, σε στιγμές πολύ ειδικές. Χωρίς να είναι στο ρεπερτόριό μου. Μου άρεσε γιατί λέει ότι οι γριές γυναίκες είναι το αλάτι της γης. Για τον τηλεμαραθώνιο το τραγούδησα μόνο με κρουστά, μόνο με ένα μπεντίρ.

Και το τραγουδώ για όλους, μικρούς και μεγάλους που δοκιμάζονται σήμερα από τον ιό. Και το αφιερώνω σε όλους, στέλνοντας με όλη μου την καρδιά ευχές για στήριξη, ανάρρωση, συνέχιση, ελπίδα και αγάπη:

Μου αρέσουν οι γριές γυναίκες, οι κακές γυναίκες, οι άσχημες γυναίκες. Είναι το αλάτι της γης. Οι γριές γυναίκες ξυπνάνε την αυγή, αγοράζουν κρέας, μαγειρεύουν, καθαρίζουν, στέκονται στον δρόμο σταυρώνοντας τα χέρια σιωπηλά. Είναι το αλάτι της γης.

Ο άνθρωπος πεθαίνει. Οι γριές γυναίκες πλένουν το κορμί, θάβουν τον νεκρό, φυτεύουνε λουλούδια στους τάφους.

Μου αρέσουν οι γριές γυναίκες, οι κακές γυναίκες, οι άσχημες γυναίκες. Είναι το αλάτι της γης.

Οι γριές γυναίκες είναι καλές γυναίκες, όμορφες γυναίκες. Είναι η μάνα μήτρα. Και το μυστήριο χωρίς μυστήριο, το νερό, το χώμα, είναι το αλάτι της γης. Φλούδες του δέντρου, ξεραμένες πηγές. Ω γριές γυναίκες! Πεθαίνουν οι γριές γυναίκες. Οι αθάνατες!

Τούτη την ώρα οι άνθρωποι κάποιας ηλικίας είναι φοβισμένα πλάσματα. Είμαστε έγκλειστοι κι έχουν φύγει από κοντά μας άνθρωποι που θα ήθελα να παραβρίσκομαι στην αναχώρησή τους.  Όπως η Εύα Κοταμανίδου, μια φίλη μου, ο παππούς μιας ανιψιάς μου. Κάθε μέρα φεύγουν άνθρωποι από τον ιό, από ασθένειες, από γηρατειά. Και δεν μπορούμε να τους αποχαιρετήσουμε. Αυτό είναι μεγάλη στέρηση. Πρέπει να μπορούμε να τιμάμε τα πρόσωπα που έπαιξαν ρόλο στη ζωή μας. Σε όποιο μυστήριο ταφής βρεθώ, μένω πάντα τελευταία και λέω ένα μοιρολόι. Σε όποιον άνθρωπο κι αν βρεθώ, στέκομαι τελευταία κι αφήνω το λουλούδι μου».

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL