Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
20 °C
18.9°C21.3°C
3 BF 46%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
19.1°C22.1°C
2 BF 53%
ΠΑΤΡΑ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
19.4°C22.0°C
4 BF 51%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αραιές νεφώσεις
19 °C
18.3°C20.4°C
4 BF 73%
ΛΑΡΙΣΑ
Αραιές νεφώσεις
17 °C
16.9°C18.0°C
0 BF 72%
Η "Γκισμόντα" του Μούχα / Πώς μια χριστουγεννιάτικη αργία άλλαξε την Ιστορία της Τέχνης
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η "Γκισμόντα" του Μούχα / Πώς μια χριστουγεννιάτικη αργία άλλαξε την Ιστορία της Τέχνης

"Μήδεια": Ακόμη ένα έργο του Μούχα για τη Σάρα Μπερνάρ

Του ΘΑΝΟΥ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ

26 Δεκεμβρίου 1894: Η γιορτή του Αγίου Στεφάνου αποτελεί αργία για πολλούς εργαζόμενους σε καθολική και προτεσταντική Ευρώπη, αφού συμπίπτει με την επομένη των Χριστουγέννων. Η ημέρα αυτή είχε καθορισθεί αργία ήδη πριν το 1663 στην Αγγλία, καθώς όσοι εργαζόμενοι απασχολούνταν την ημέρα των Χριστουγέννων στις γιορτές και συνάξεις της αριστοκρατίας (μάγειροι, κηπουροί, κ.λπ.) έπαιρναν την επομένη άδεια να συναντήσουν τους συγγενείς τους. Όπως επιβάλλουν δε τα ήθη της Μπελ Επόκ (ήδη διανύουμε το 23ο έτος της συμβατικής μέτρησης της εποχής που ορίζεται μεταξύ της λήξης του Γαλλοπρωσικού Πολέμου το 1871 και της έναρξης του «Μεγάλου Πολέμου» το 1914, κατά την οποία οι Ευρωπαίοι αστοί απολάμβαναν τα αγαθά που έφερε στην καθημερινότητά τους η ειρήνη), οι καλλιτέχνες του Παρισιού, πρωτεύουσας της Μπελ Επόκ, βρίσκονται σε διακοπές σε ένα εορταστικό κλίμα, το οποίο όμως σκιάζεται από την υπόθεση Ντρέιφους, του αξιωματικού ο οποίος δέκα ημέρες αργότερα θα καθαιρεθεί έπειτα από μια σκανδαλώδη δίκη για προδοσία. Δεν λείπουν όμως και οι τελειομανείς επαγγελματίες στον χώρο τής τέχνης που ακόμη και τέτοιες μέρες εργάζονται. Θα ήταν μάταιο να βρει κάποιος από αυτούς τους τελειομανείς έναν συνεργάτη από τον ευρύτερο καλλιτεχνικό χώρο να εργαστεί μια τέτοια ημέρα έτσι και του τύχαινε μια έκτακτη ανάγκη, εκτός αν αυτός ο κάποιος λέγεται Σάρα Μπερνάρ...

Η 50χρονη τότε «θεϊκή Σάρα» ήταν ήδη διάσημη, είχαν περάσει κιόλας σχεδόν 25 χρόνια από την επιτυχία του «Le Passant», ενώ εδώ και ένα χρόνο «έτρεχε» το Theatre de la Renaissance ως σκηνοθέτης, παραγωγός και σταρ. Ο θρύλος λέει ότι, ανάστατη εκείνη την ημέρα, η Μπερνάρ έψαχνε καλλιτέχνη να δημιουργήσει ένα καινούργιο πόστερ για το έργο που θα ανέβαζε σε λιγότερο από δέκα ημέρες στη νέα του παραγωγή (το ίδιο έργο είχε ανέβει 31 Οκτωβρίου), αφού αυτό που της είχαν ετοιμάσει δεν την ικανοποιούσε. Δεδομένου ότι όλα τα πρώτα ονόματα από χαράκτες, εικονογράφους, σχεδιαστές, ζωγράφους που απασχολούσε ο οίκος με τον οποίον συνεργαζόταν βρίσκονταν σε διακοπές, ζήτησε από αυτόν να της βρουν κάποιον κατάλληλο γι' αυτή τη δουλειά. Ο πρώτος που σκέφθηκε ο ιδιοκτήτης του οίκου (Lemercier's) ήταν ο Άλφονς Μούχα, ένας 34χρονος χαμηλών τόνων, εργατικός και πρόθυμος, πλην άσημος Τσέχος καλλιτέχνης, ο οποίος δύσκολα θα έλεγε «όχι» στην Μπερνάρ, ακόμη και μια τέτοια ημέρα αργίας. Παρά την εξαιρετικά μικρή εμπειρία του, ο Μούχα «άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά» και δέχθηκε.

Η Μπερνάρ ενθουσιάστηκε από τη δουλειά του, μια λιθογραφία για το έργο «Γκισμόντα» που είχε γράψει ο Γάλλος δραματουργός Βικτοριέν Σαρντού, διάσημος και αυτός από τη συγγραφή πριν από επτά χρόνια της «Τόσκα», πάνω στην οποία θα βασιζόταν το 1900 και η ομώνυμη όπερα του Τζιάκομο Πουτσίνι.

Λίγες ημέρες αργότερα, το πρωί της Πρωτοχρονιάς του 1895, το πόστερ με τη μορφή της Σάρα Μπερνάρ που ήταν εμπνευσμένο από βυζαντινά μωσαϊκά ως «Γκισμόντα» (η Γκισμόντα Αλμέριο ήταν στην υπόθεση του έργου, που εξελισσόταν το 1450 στην Αθήνα, η χήρα του Δούκα των Αθηνών, στόχος μηχανορραφίας του βενετσιάνου Φράνκο τόσο η ίδια όσο και ο γιος της Φρανσέσκο και εν τέλει παντρεύθηκε τον γενναίο Αλμέιρο που ήταν και ο εκλεκτός των Αθηναίων) κοσμούσε τους δρόμους του Παρισιού ως διαφημιστική αφίσα για το ανέβασμα του έργου στις 4 Ιανουαρίου. Η ανταπόκριση - αποδοχή ήταν θριαμβευτική για τον Μούχα. Το πόστερ είχε γίνει θέμα συζητήσεων όχι μόνο για την καλλιτεχνική του αξία, αλλά και, κυρίως, για τις καινοτομίες που έφερνε στον σχεδιασμό: τα παστέλ χρώματα, το μακρόστενο σχήμα, η φυσικών διαστάσεων απεικόνιση της ηρωίδας σε στάση αγίας και σε διαστάσεις πόστερ 216 x 74,2, οι γραμμές, το φωτοστέφανο γύρω από το κεφάλι της Μπερνάρ με το όνομά της, η απόδοση της βυζαντινής ενδυμασίας που φορούσε η ηρωίδα στην τελευταία πράξη, όλα όσα συνέθεταν το πόστερ έφερναν μια εικαστική επανάσταση.

Οι συλλέκτες δεν έμειναν με σταυρωμένα χέρια, κάποιοι πλήρωναν τους αφισοκολλητές για ένα πόστερ της «Γκισμόντα» και άλλοι έβγαιναν τη νύχτα με ξυράφια να ξεκολλήσουν τις αφίσες από τους παριζιάνικους τοίχους. Αυτή η συμπεριφορά δεν θα πρέπει να παραξενέψει τους σύγχρονους. Εκείνα τα χρόνια, τέλος 19ου αιώνα, οι διαφημιστικές αφίσες ήταν πρώτης τάξεως ευκαιρία για πολλούς καλλιτέχνες να κάνουν γνωστό το έργο τους στο ευρύ κοινό, όπως υποδηλώνει άλλωστε και ο όρος «Affiche Artistique». Τεοφίλ Στενλέν, Εζέν Γκρασέ, Ανρί Τουλούζ Λοτρέκ, Ζιλ Σερέ, Πιέρ Μπονάρ και άλλοι καλλιτέχνες είχαν αποκτήσει δημοφιλία στο ευρύ κοινό μέσα από τις -κατά βάση διαφημιστικές- αφίσες τους, οι οποίες αποτελούσαν ένα είδος «δωρεάν μουσείου για τους πολλούς». Μάλιστα, η τεράστια ζήτηση που εκδηλωνόταν για τις αφίσες αυτές προκάλεσε το φαινόμενο που έμεινε γνωστό ως «affichomanie». Κάποιες τέτοιες πρωτότυπες αφίσες, ειδικά οι σπανιότερες, κοστίζουν σήμερα μερικές δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.

Με την «Γκισμόντα» ξεκίνησε η συνεργασία των Μπερνάρ και Μούχα, με την πρώτη να του παραχωρεί κατενθουσιασμένη πενταετές συμβόλαιο συνεργασίας. Αυτό το έργο έκανε μέσα σε μια νύχτα διάσημο τον Μούχα, τον οποίο πλέον δεν θα τον συνέδεε μόνο επαγγελματική αλλά και φιλική σχέση με το μεγαλύτερο θεατρικό όνομα της Μπελ Επόκ. Στο πλαίσιο δε της συνεργασίας που υπέγραψαν οι δυο τους, ο Άλφονς Μούχα δεν περιορίστηκε στην «Γκισμόντα», αλλά δημιούργησε και άλλα έξι πόστερς:

«Η Κυρία με τας Καμελίας» («La Dame aux Camélias») το 1896, «Lorenzaccio» το 1896, «La Samaritaine» το 1897, «Médée» το 1898, «La Tosca», το 1898 και «Hamlet» (με την Μπερνάρ στον πρωταγωνιστικό ανδρικό ρόλο) το 1899.

Ένα χρόνο μετά το πόστερ και του «Άμλετ» και αφού είχαν μεσολαβήσει πολλές διαφημιστικές αφίσες, στην Διεθνή Έκθεση του Παρισιού του 1900 θα γινόταν παγκοσμίως διάσημο το λεγόμενο «στιλ Μούχα». Θα έμενε δε γνωστό μαζί με το ανάλογο στυλ και άλλων έργων αξιόλογων καλλιτεχνών και από άλλα είδη τέχνης, από τη διακόσμηση (Μπράντλεϊ, Μπινγκ) μέχρι τη αρχιτεκτονικής (Γκαουντί, Μάκιντος) και την επιπλοποιία (Μπουγκάτι, Βτε Βέλντε) με το όνομα «Αρτ Νουβώ».

Ο Άλφονς Μούχα πέθανε 79 ετών στην Πράγα, στις 14 Ιουλίου 1939, όταν αρρώστησε στη διάρκεια της σύλληψης και ανάκρισής του από την Γκεστάπο μετά την είσοδο των Γερμανών στην Τσεχοσλοβακία.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL