Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
16.2°C18.7°C
3 BF 66%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
13.6°C18.5°C
1 BF 81%
ΠΑΤΡΑ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
16.0°C17.7°C
0 BF 79%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
17 °C
16.6°C19.3°C
2 BF 82%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
14 °C
13.9°C16.2°C
0 BF 94%
Βιβλιοπαρουσίαση / Μια φιλία και μια εποχή
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Βιβλιοπαρουσίαση / Μια φιλία και μια εποχή

1338936baskozos-1024x684.jpg

Έπειτα από τρεις συλλογές διηγημάτων, ο Γιάννης Ν. Μπασκόζος ανοίγεται σε μεγαλύτερη φόρμα γράφοντας τη νουβέλα «Η μπαλάντα των ανίδεων και καλών». Την ιστορία μιας φιλίας, μιας ροκ μπάντας στο Παγκράτι, μιας ολόκληρης μεταιχμιακής εποχής. Ο τίτλος είναι ένας στίχος του Κωστή Παλαμά, ο οποίος ενέπνευσε τον Μανώλη Καλομοίρη, που τιτλοφόρησε τη 2η συμφωνία του «Συμφωνία των ανίδεων και των καλών ανθρώπων». Με τη σειρά του χρησιμοποιεί τον στίχο ο Μπασκόζος, καθώς αυτός απηχεί με μεγάλη ακρίβεια την ψυχοσύνθεση των ηρώων του. Μια παρέα παιδιών που μόλις τελείωσαν το εξατάξιο Γυμνάσιο, που ζουν μια ζωή η οποία μοιάζει όλη με διακοπές, καθώς κάνουν δουλειές του ποδαριού, γυρίζουν στα στέκια του Παγκρατίου -όλα τα σημεία ορόσημα της περιοχής ζωντανεύουν μέσα στις σελίδες του Μπασκόζου-, αγαπάνε τον φραπέ του Λέντζου, το παγωτό του Pastry Family, το θεατράκι του Άλσους, τον ηλεκτρικό ήχο του Σαββόπουλου, αγαπάνε τα κορίτσια, τις συναυλίες και, κυρίως, αγαπάνε τη μουσική.

Μια παρέα παιδιών που πορεύεται προς το μέλλον δίχως να έχει κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό της, δίχως στόχους, δίχως ιδιοτέλεια, δίχως περισυλλογή, δίχως σπουδές και ωδεία: «Γιατί τι το χρειαζόσουν άραγε το ωδείο για να παίξεις το “Satisfaction”; Αν το ένιωθες, το ’παιζες». Το μόνο που έχει είναι η ορμή της νεότητας. Ένα αέναο βέβαιο μυθικό παρόν δηλαδή. «Ήμουν ο σιωπηλός φίλος τους. Συνέπασχα, ένιωθα τις εσωτερικές δονήσεις τους, ήμουν η σκιά τους».

Ο Μπασκόζος, μέσω της πρωτοπρόσωπης αφήγησης του αμέτοχου αφηγητή/παρατηρητή -στον αντίποδα του «αφερέγγυου» αφηγητή-, ο οποίος αφουγκράζεται την παρέα δίχως να παρεμβαίνει, καταφέρνει να σκιαγραφήσει, επιλέγοντας τους χαμηλούς τόνους και τη γλυκόπικρη διάθεση, τους εσωτερικούς κραδασμούς, τις επιθυμίες, τις εντάσεις, τις αντιφάσεις μιας ανομοιογενούς ομάδας παιδιών και τον καθένα χωριστά. Αλλά επίσης και την εποχή που δεν είναι άλλη από τις τελευταίες στιγμές της Χούντας. Λίγο πριν από το Πολυτεχνείο, κατά τη διάρκεια της εξέγερσης, τον πρώτο καιρό της Μεταπολίτευσης και -με ένα άλμα στον χρόνο- μέχρι το καλοκαίρι του ’81. Και το κάνει με μαεστρία. Διότι η εποχή είναι παρούσα -πώς θα μπορούσε αλλιώς;-, αλλά δεν πρωταγωνιστεί.

Αφήνει ευδιάκριτο στίγμα, αλλά δεν είναι αυτό το κυρίαρχο. Γιατί ούτε αυτή ούτε καμιά άλλη εποχή μπορούν να τα βάλουν με τη νεότητα. Η νεότητα βάλλεται μόνο από τον εαυτό της. Η νεότητα αδιαφορεί για το μέλλον, όμως εκείνο, ετοιμοπόλεμο, βρίσκει πάντα τον δρόμο, ματαιώνει όνειρα και ανατρέπει πορείες σε αυτή την, κατ’ ουσίαν, ιστορία ενηλικίωσης. Κάποιοι αντέχουν περισσότερο από άλλους. Κάποιοι βάζουν τις προσωπικές φιλοδοξίες πάνω από τις συλλογικές κι έτσι διαλύεται ο συνδετικός ιστός που κρατάει ενωμένη την παρέα. Συνήθως αυτοί είναι και οι πιο ταλαντούχοι, εξού και δεν χωράνε μέσα στο στενό, περιορισμένο πλαίσιο της συντροφιάς. Άλλοι κοιμούνται αγκαλιά με την ουτοπία και είναι αυτοί που χάνονται πρώτοι. Ακριβώς όπως ο Κώστας, ο επίδοξος μάνατζερ των Athens Pistols. Τέσσερα μέλη είχε το συγκρότημα κι άλλους δεκαπέντε κολλητούς. Και στο κέντρο ο οραματιστής πεισματάρης Κώστας. Πάνω του εστιάζεται το βλέμμα του ενήλικου πλέον αφηγητή. Τη δική του προδιαγεγραμμένη πορεία προς το τέλος παρακολουθεί. Πορεία που σηματοδοτεί και το τέλος μιας ολόκληρης εποχής.

Το μοίρασμα προκηρύξεων εναντίον της Χούντας χαρακτηρίζεται ως «μεγάλη ώρα». «Στην ατμόσφαιρα υπήρχε κάτι ακαθόριστο - έξαψη, ενθουσιασμός, λύτρωση από κάτι χωρίς όνομα που μας πίεζε. Δώσαμε ραντεβού την επομένη στις δώδεκα το πρωί στο Πολυτεχνείο». Και ύστερα από λίγους μήνες όλα γίνονται πιο εύκολα. «Ξαφνικά, όλα αυτά που ήταν απαγορευμένα -να βγαίνεις στους δρόμους και να φωνάζεις τα πολιτικά σου πιστεύω, να τραγουδάς ό,τι απαγορευμένο υπήρχε, να γυρνοβολάς μέχρι το ξημέρωμα στην πλατεία Συντάγματος και να μην σε σταματάει κανείς να σου ζητήσει ταυτότητα- μπορούσαν να γίνουν». Τα πάντα μπορούσαν να γίνουν πλέον. Εκτός από το να σταματήσει η διαβρωτική ροή του χρόνου. Αυτός είναι πάντα ο μεγάλος αήττητος εχθρός.

Ο Μπασκόζος εστιάζει στη μοναδική μεγαλειώδη στιγμιαία έξαρση της νεότητας. Και το κάνει με έναν τρόπο ανάλαφρο, δίνοντας τόνο καταγραφής στην αφήγηση, δίχως μελοδραματισμούς, εξάρσεις και μεγαλοστομίες. Και είναι ακριβώς αυτός ο τόνος που αφήνει μια αίσθηση τρυφερότητας για όλα τα οριστικά χαμένα. Ο αφηγητής θυμάται. Η νοσταλγία δεν ποτίζει τις σκέψεις του. Οι θύμησες όμως, ναι, είναι εκεί, διεκδικούν την ύπαρξή τους, αναδύονται μέσα από τις λεπτομέρειες που συγκρατεί η μνήμη. Γιατί θέλει να τις συγκρατήσει. Λόγος λιτός, μεστός και συγχρόνως πλούσιος. Αφήγηση γοητευτική, που σε κάνει κομμάτι της.

Info

Μπαλάντα

Γιάννης Ν. Μπασκόζος, «Η μπαλάντα των ανίδεων και καλών»

Εκδόσεις Μεταίχμιο

Σελίδες: 168

Τιμή: 9,99 ευρώ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL