Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
13.6°C19.0°C
3 BF 65%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
14.6°C17.2°C
2 BF 81%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
18 °C
17.0°C19.8°C
1 BF 78%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
17 °C
16.1°C17.7°C
0 BF 78%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
15 °C
12.9°C14.9°C
2 BF 94%
Lockdown / Μαγαζιά χωρίς πελάτες γεμάτα απελπισία
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Lockdown / Μαγαζιά χωρίς πελάτες γεμάτα απελπισία

ΑΓΟΡΑ

Μία εβδομάδα μετά το άνοιγμα του λιανεμπορίου, οι κινήσεις στην αγορά μοιάζουν με εκείνες ασθενή που πέρασε ένα μακρύ διάστημα στη νάρκωση. Είναι μικρές κι υποβασταζόμενες. Τελούν υπό ζαλάδα, σταματούν μετά από λίγο, για να συνεχιστεί η προσπάθεια αργότερα. Ο στόχος δεν είναι άλλος από την επιστροφή στην κανονικότητα. Εκείνη που ζούσε ο ασθενής πριν μπει στο χειρουργείο, όταν τα βήματα γίνονταν αβίαστα και τα πόδια του δεν σέρνονταν κάθε φορά το ένα λίγο πιο μπροστά απ’ το άλλο.

Η διαφορά, ωστόσο, είναι ότι στην αγορά τα μαγαζιά που ασθμαίνουν από την πολύμηνη παύση λειτουργίας δεν έχουν κανέναν να τα στηρίξει. Η κυβέρνηση έχει κάνει πολύ λίγα, οι πελάτες είναι πολύ λιγότεροι σε σχέση με το Covid free παρελθόν και οι απώλειες σε τζίρο για τη μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρήσεων φτάνουν από πέρυσι που ξεκίνησε η πανδημία στο 70% και 80%, όπως μας είπαν μ' έναν βαριααναστεναγμό οι ιδιοκτήτες.

«Ο κόσμος φοβάται»

Ξεκινώντας από τα χαμηλά πατώματα της Ερμού, στο ύψος του Θησείου, συναντήσαμε μαγαζάτορες σε απόγνωση. Περνώντας απ' έξω, ο μοναδικός άνθρωπος που βλέπεις να βρίσκεται σ’ ένα κατάστημα με ρούχα είναι ο άνθρωπος πίσω από το ταμείο. Εκεί όπου κάποτε ακούγονταν οι ήχοι από τις κρεμάστρες και τις μπλούζες που ξεδιάλεγε ο κόσμος, πλέον στέκονται τα πάντα άθικτα κι ατσαλάκωτα. «Είναι χειρότερα από τη προηγούμενη φορά που ανοίξαμε» μας λέει η πωλήτρια. Προσπαθώντας να εξηγήσει την υποτονική έως ανύπαρκτη κίνηση, αποδίδει την απουσία του κόσμου στον φόβο μη κολλήσει τον ιό.

Μια κάποια κανονικότητα φαίνεται να ξαναζεί, αντίθετα, ένα μαγαζί με second hand ρούχα και vintage αντικείμενα, λίγα μέτρα παραπέρα. Η υπάλληλος που στέκεται στην είσοδο όση ώρα μας μιλά στρέφει το βλέμμα της κάθε τόσο προς τα μέσα, κοιτάζοντας μήπως χρειαστεί βοήθεια κάποιος πελάτης. Εκείνο που η ίδια παρατηρεί αρνητικά είναι ότι δεν έχουν εξηγηθεί στους όποιους τουρίστες κυκλοφορούν οι τρόποι με τους οποίους γίνεται η αγορά.

«Σήμερα δεν έχω πουλήσει τίποτα»

Περνώντας από το στενάκι της Πανδρόσου, ένα από τα πεζοδρομημένα στενά της αγοράς στο Μοναστηράκι που τα οριοθετούν αντικριστά το ένα από τ' άλλο μικρά - μικρά μαγαζάκια, οι πωλητές στέκονται στην άκρη της πόρτας με σταυρωμένα τα χέρια και περιμένουν. Μια υπάλληλος σε κατάστημα με σανδάλια μας λέει ότι κάθεται στην ίδια θέση, με τον ίδιο τρόπο, από την προηγούμενη άνοιξη. «Όλη μας η πελατεία είναι ο τουρισμός. Σήμερα δεν έχω πουλήσει τίποτα». Την ίδια φράση θα την ξανακούσουμε κι αργότερα. Όπως και μία που είθισται να ζητούν ως χάρη για το καλό του συνόλου οι κυβερνώντες, αντεστραμμένη σε ερώτημα: «Ώς πότε θα βάζουμε πλάτη;».

Ένας άλλος πωλητής δουλεύει στον ίδιο δρόμο δώδεκα χρόνια. Ποτέ δεν θυμάται να κάνει γύρους με τα χέρια πίσω περπατώντας μπροστά από το κατάστημα. Δεν υπήρχε ο χώρος και ο χρόνος. Ο κόσμος που περνάει σήμερα είναι ελάχιστος, περαστικός και συχνά αδιάφορος για τη βιτρίνα. Αυτή όμως η συνήθεια που απέκτησε μέσα στην πανδημία ο πωλητής είναι το λιγότερο. «Την περίοδο που ήμουν αναστολή έπαιρνα αυτά τα 534 ευρώ. Αλήθεια, τι να πρωτοκαλύψεις; Μένω μόνος, αλλά πληρώνω ενοίκιο 300 ευρώ». Σημειωτέον, στο κέντρο ένα διαμέρισμα με ενοίκιο 300 ευρώ στην καλύτερη των περιπτώσεων να βρίσκεται στον πρώτο όροφο πολυκατοικίας του 1960.

«Κέντρο είναι ο τουρισμός»

Στα επάνω ράφια της Ερμού, στο κομμάτι του δρόμου απ’ όπου βλέπουμε τα πλάνα με τον συνωστισμό στις τηλεοράσεις, το βλέμμα συναντάει από μακριά και με ευκολία το γλυπτό της οδού Νίκης. Την «Αναδυόμενη» του Δημήτρη Αρμακόλα, που έχει πάνω της τα σημάδια της φθοράς που έφερε η αδιαφορία από παλιότερες κρίσεις. Σε αντίθεση, πάλι, με τους παλιούς καιρούς, οι πωλητές ανοίγουν κάποια κουτιά με εμπορεύματα όχι τόσο για να τα διαθέσουν όσο για να «σκοτώσουν τον χρόνο τους».

«Κέντρο είναι ο τουρισμός» λέει η υπεύθυνη καταστήματος με τσάντες, ρολόγια και κοσμήματα. Για να μας μιλήσει, χρειάστηκε πρώτα να ξεκλειδώσει μια αυτόματα συρόμενη πόρτα και ν’ απελευθερώσει μία από τις ελάχιστες πελάτισσες. Αυτή η αγωνία για το κλείδωμα - ξεκλείδωμα οφείλεται αφενός στα υψηλά πρόστιμα για παραβίαση των μέτρων, αφετέρου στην αυξημένη αστυνομική παρουσία στον μεγάλο εμπορικό δρόμο, η οποία μάλλον επιβαρύνει περαιτέρω τη ψυχολογία στον κλάδο.

«Να είναι η τελευταία φορά που κλείσαμε»

Η Ερμού, βέβαια, δεν είναι μόνο τα μαγαζιά με τις μεγάλες βιτρίνες. Είναι κι οι πλανόδιοι πωλητές. Όπως μια γυναίκα που πουλά καλαμπόκια και κάστανα. «Για τη δουλειά, μου είπε ένας φίλος πριν έξι χρόνια. Μου φάνηκε καλή ιδέα να έχω ένα σταθερό μεροκάματο, έστω και μικρό». Οι πελάτες της είναι συνήθως τουρίστες και περαστικοί. Οι τουρίστες δεν υφίστανται, στην ουσία. Κι οι περαστικοί δεν σταματούν εύκολα τις καθημερινές. Η πελατεία της έχει συρρικνωθεί δραματικά, καθώς οι 20 και πλέον πελάτες που είχε τη μέρα έχουν γίνει πλέον 6-7. Τα κάστανα και τα καλαμπόκια μένουν να κρυώνουν.

«Να ‘ναι η τελευταία φορά που κλείσαμε», λέει ιδιοκτήτρια καταστήματος που πουλάει τσάντες και παπούτσια στη γειτονική οδό Νίκης. Λέει ότι είναι καλύτερα από την προηγούμενη φορά που άνοιξαν, αλλά δουλεύει, όπως τονίζει, με συγκεκριμένους πελάτες. Τα προϊόντα της αφορούν γνωστές ακριβές μάρκες και δύσκολα θα μπει ένας μέσος περαστικός να αγοράσει. Ακόμη κι έτσι πάντως, οι απώλειες σε σχέση με την περίοδο πριν από την πανδημία ανέρχονται σχεδόν στα μισά του τζίρου.

ΑΓΟΡΑ

«Δεν βλέπεις άνθρωπο να κυκλοφορεί με τσάντα»

Κάποια ρολά από καταστήματα δεν ανέβηκαν ποτέ. Η οδός Θεμιστοκλέους, που συνδέει την Ομόνοια με τα Εξάρχεια και κάποτε γνώριζε μεγάλες πιένες, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. «Είμαι 40 χρόνια σε αυτή τη γωνία (σ.σ.: Νικηταρά η άλλη οδός). Δεν έχω δει ποτέ να συμβαίνει παρόμοια κρίση» μας λέει ένας ιδιοκτήτης παπουτσάδικου. «Σήμερα δεν έχει μπει στο μαγαζί, κυριολεκτικά, ούτε άνθρωπος. Στην ουσία έρχεσαι επειδή βαριέσαι να κάθεσαι σπίτι», προσθέτει και μας διαβεβαιώνει ότι η εικόνα είναι η ίδια ακριβώς και στους υπόλοιπους δρόμους της περιοχής.

Απέναντι και λίγα μέτρα πιο μακριά η πραγματικότητα τον επιβεβαιώνει. Πάνω στα τζάμια μιας πάλε ποτέ κραταιάς αλυσίδας με αθλητικά είδη έχει μείνει μόνο η επιγραφή της. Εργάζονταν τουλάχιστον 6 εργαζόμενοι. «Πήγαινε και γύρω να δεις. Στη Στοά Φέξη, στη Γλάδστωνος, στη Στουρνάρη. Τα μισά και παραπάνω μαγαζιά είναι με λουκέτο».

Άρα ποια θα είναι η Αθήνα μετά τον κορωνοϊό;  Όπως ανέφερε μιλώντας στον ρ/σ Στο Κόκκινο ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, το 50% των μικρών καταστημάτων που βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας δεν άνοιξαν ποτέ την περασμένη Δευτέρα. Σημείωσε ακόμη πως με τα σημερινά δεδομένα, αν δεν παρθούν μέτρα στήριξης, θα ξεπεράσουμε τα 200.000 λουκέτα, επισημαίνοντας πως πολλές επιχειρήσεις του λιανεμπορίου έχουν αδιάθετα εμπορεύματα και εκκρεμείς λογαριασμούς.

«Στο τέλος θα φάμε τα σεντόνια»

«Μια κουβέντα είναι, πάμε χάλια» μας λέει ένας ακόμη μικροεπιχειρηματίας της Θεμιστοκλέους για να συνοψίσει την κατάσταση. Διαθέτει κατάστημα στο ύψος της Σόλωνος με χειροποίητες δημιουργίες, οι οποίες ταιριάζουν με τον χαρακτήρα των Εξαρχείων και προσελκύουν πολύ νεανικό κοινό.  Όμως, ό,τι ισχύει για τους τουρίστες και τα καταστήματα της Ερμού το ίδιο ισχύει και για τα μαγαζιά των λεγόμενων εναλλακτικών περιοχών, τα οποία ζουν κι αναπνέουν από τις καφετέριες και τα μπαρ.

Η στήριξη, όπως συμπληρώνει, είναι ανεπαρκής. «Μας έδωσαν τις επιστρεπτέες χωρίς να προβλέπουν πώς θα καταφέρουμε να τις επιστρέψουμε. Χωρίς να προβλέψουν ότι, ενώ είμαστε κλειστοί, συνεχίζουν να υπάρχουν πάγια έξοδα, όπως το ρεύμα και το ΤΕΒΕ. Μετά μας λένε ότι θα τα καλύψουμε με τα χρήματα από τις επιστρεπτέες. Με τα προσωπικά έξοδα πώς θα τα βγάλουμε πέρα; Στο τέλος θα φάμε τα σεντόνια».

«Χρωστάω τέσσερα ενοίκια»

Για ρωτήστε και τον Γιάννη όμως, που έχει μαγαζί με ανδρικά ρούχα στην Πατησίων, κοντά στην πλατεία Κάνιγγος. «Χρωστάω τέσσερα ενοίκια στον ιδιοκτήτη του σπιτιού μου για να μην λείψει τίποτα από το ψυγείο».  Όχι για εκείνον, όπως εξηγεί, αλλά για το μικρό του παιδί. Η απόφαση της κυβέρνησης να κλείσει τα καταστήματα τον Φεβρουάριο ήταν κατά τον ίδιο καταστροφική. «Όλο το χειμερινό εμπόρευμα το στοκάραμε και είμαστε υποχρεωμένοι βέβαια να το πληρώσουμε».

Το αποτέλεσμα τον δικαιώνει. Η κίνηση όχι μόνο μέσα, αλλά και έξω από το μαγαζί είναι απογοητευτική. «Δεν βλέπεις άνθρωπο να κυκλοφορεί με τσάντα από ψώνια». Το διαρκές «άνοιξε - κλείσε» προκαλεί και μία επιπλέον επίπτωση. «Ο κόσμος δεν βρίσκει το νόημα ν’ αγοράσει. Σου λέει ‘τι να τα κάνω τα ρούχα αν είναι να με ξανακλείσουν μέσα’. Τα μπαρ είναι κλειστά, εκδηλώσεις δεν γίνονται, σου λέει ‘πού θα τα φορέσω’».

Θεωρεί αντίθετα πως υπήρχε τρόπος να συμβιώσουν η υγεία με την επιχειρηματικότητα. «Στο δικό μας μαγαζί πριν από τον κορωνοϊό έρχονταν 7, 8, άντε 10 πελάτες τη μέρα και προφανώς διαφορετικές ώρες. Δεν θα υπήρχε συνωστισμός».

Με αφετηρία το μακρινό 1976 ο Γιάννης πιστεύει ότι το μαγαζί του θα καταφέρει να βγει ζωντανό και από αυτή την κρίση.  Ίσως αυτός να ήταν και ο λόγος που υπήρξε ο μοναδικός που δεν αρνήθηκε να μοιραστεί τ’ όνομά του. Κι ο μοναδικός που δέχτηκε να βγει μια φωτογραφία δίπλα στα γεμάτα του ράφια. Κάποια στιγμή τα διπλωμένα ρούχα θα βρουν και πάλι τον δρόμο τους.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL