Live τώρα    
17°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
14.6°C18.7°C
1 BF 65%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
12.3°C16.7°C
2 BF 55%
ΠΑΤΡΑ
Σποραδικές νεφώσεις
17 °C
13.7°C16.6°C
2 BF 66%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
15 °C
14.4°C16.8°C
2 BF 72%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
12 °C
11.9°C14.5°C
2 BF 71%
Χάγη, 20 Ιουνίου 1643
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Χάγη, 20 Ιουνίου 1643

Κύριε Ντεκάρτ,

Η καλοσύνη σας δεν φαίνεται μόνο από το γεγονός ότι μου υποδείξατε και διορθώσατε τα λάθη του συλλογισμού μου, όπως περίμενα, αλλά επίσης από την προσπάθεια που κάνατε να με παρηγορήσετε γι’ αυτά ώστε η γνώση τους να είναι λιγότερο δυσάρεστη για μένα. Αυτό όμως συνέβη σε βάρος της ορθής σας κρίσης, αφού η προσπάθειά σας να με παρηγορήσετε απαιτούσε ψευδείς επαίνους. Αυτοί οι έπαινοι θα ήταν απαραίτητοι για να ενθαρρύνετε την προσπάθειά μου να τα διορθώσω, εάν η ανατροφή μου σ’ ένα μέρος όπου ο καθιερωμένος τρόπος για να επικοινωνούμε δεν με εξοικείωνε με την ιδέα ότι οι άνθρωποι είναι ανίκανοι να επαινέσουν αληθινά· έτσι δεν μπορούσα παρά να πιστεύω το αντίθετο απ’ ό,τι μου έλεγαν και μ’ αυτό τον τρόπο μπόρεσα να συνειδητοποιήσω τις ατέλειές μου, ώστε το μόνο που επιθυμώ τώρα με πάθος είναι ν’ απαλλαγώ απ’ αυτές.

Αυτό με κάνει να ομολογήσω, χωρίς ντροπή, ότι βρήκα στον εαυτό μου όλες τις αιτίες σφάλματος που αναφέρετε στην επιστολή σας, χωρίς να μπορώ να απαλλαγώ εντελώς απ’ αυτές· ο τρόπος ζωής που είμαι υποχρεωμένη να ακολουθήσω δεν μου αφήνει αρκετό χρόνο στη διάθεσή μου ώστε να αποκτήσω τη συνήθεια να στοχάζομαι σύμφωνα με τους κανόνες σας. Τόσο οι ανάγκες του σπιτιού, τις οποίες δεν μπορώ να αμελήσω, όσο και κάποιες συναντήσεις και κοινωνικές υποχρεώσεις, τις οποίες δεν μπορώ να αποφύγω, βαραίνουν τόσο πολύ το αδύναμο από την ενόχληση και την ανία πνεύμα μου που στο τέλος γίνεται για καιρό άχρηστο για οτιδήποτε άλλο· ελπίζω αυτό να αποτελεί ικανή δικαιολογία για την ανοησία μου να μην μπορώ να κατανοήσω την ιδέα σύμφωνα με την οποία μπορούμε να κρίνουμε με ποιον τρόπο η ψυχή (μη-εκτατή και άυλη) μπορεί να κινήσει το σώμα και την οποία συσχετίσατε με τη βαρύτητα. Επίσης, δεν μπορώ να καταλάβω για ποιον λόγο αυτή η δύναμη (puissance) που έλκει το σώμα προς το κέντρο της γης, την οποία παλαιότερα αποδώσατε λανθασμένα στο σώμα ως ποιότητα, μας πείθει για το γεγονός ότι ένα σώμα μπορεί να κινηθεί από κάτι άυλο περισσότερο από την απόδειξη μιας αντίθετης αλήθειας (την οποία υπόσχεστε στη Φυσική σας) η οποία θα επιβεβαίωνε τη γνώμη μας ότι είναι αδύνατη. Ειδικότερα, από τη στιγμή που αυτή η ιδέα (μην μπορώντας να ισχυριστεί πως έχει την ίδια τελειότητα και την ίδια αντικειμενική πραγματικότητα μ’ αυτήν του Θεού) μπορεί να μας προκαταλάβει λόγω της άγνοιας αυτού που πραγματικά κινεί το σώμα προς το κέντρο και αφού καμία υλική αιτία δεν παρουσιάζεται στις αισθήσεις μας, κάποιος θα μπορούσε τότε να αποδώσει αυτήν τη δύναμη στο αντίθετό της, δηλαδή σε μιαν άυλη αιτία. Ωστόσο, δεν μπόρεσα ποτέ να συλλάβω ένα τέτοιο άυλο πράγμα παρά μόνο σαν άρνηση της ύλης, η οποία δεν μπορεί να σχετιστεί μ’ αυτό.

Παραδέχομαι ότι μου είναι πιο εύκολο να αποδώσω την ύλη και την έκταση στην ψυχή παρά την ικανότητα να κινεί το σώμα και να κινείται απ’ αυτό, από ένα άυλο πράγμα. Επειδή, εάν το πρώτο επιτυγχάνεται μέσα από την επικοινωνία (information), θα ήταν αναγκαίο τα πνεύματα, τα οποία προκαλούν την κίνηση, να είχαν διάνοια, ικανότητα την οποία δεν αποδίδετε σε τίποτα υλικό. Επιπλέον, αν και στους Μεταφυσικούς Στοχασμούς σας δείχνετε την πιθανότητα του δεύτερου, είναι ωστόσο πολύ δύσκολο να κατανοήσουμε πώς η ψυχή, έτσι όπως την περιγράφετε, αφού απέκτησε την ικανότητα και τη συνήθεια να συλλογίζεται ορθά, μπορεί να τα χάσει όλ’ αυτά από μερικούς ατμούς· κι ακόμα, αφού είναι ικανή να υπάρξει χωρίς το σώμα κι αφού δεν έχει τίποτα κοινό μαζί του, πώς είναι δυνατόν να κυριαρχείται τόσο πολύ απ’ αυτό;

Όμως, από τη στιγμή που ξεκινήσατε να με διδάσκετε, συντηρώ αυτά τα συναισθήματα όπως τους φίλους που δεν επιθυμώ να κρατήσω, διαβεβαιώνοντας τον εαυτό μου πως θα μου εξηγήσετε τη φύση μιας άυλης υπόστασης και του τρόπου με τον οποίο επιδρά στις πράξεις και στα πάθη του σώματος το ίδιο καλά όπως και τα υπόλοιπα που θέλατε να με διδάξετε. Σας παρακαλώ επίσης να πιστέψετε ότι δεν υπάρχει κανείς που να έχει μεγαλύτερη συναίσθηση της υποχρέωσης γι’ αυτή σας τη χάρη απ’ αυτήν που έχει εκείνη απέναντί σας, ως

η στοργικότατη φίλη σας,

Έγκμοντ επί του Hoef, 28 Ιουνίου 1643.

Έχω πολύ μεγάλη υποχρέωση απέναντι στην Υψηλότητά σας, διότι, από τη στιγμή που διαπίστωσε ότι, στην προηγούμενη επιστολή, εξήγησα άσχημα τις ιδέες μου σχετικά με την ερώτηση που είχε την ευχαρίστηση να μου θέσει, καταδέχτηκε να έχει την υπομονή, για μια ακόμη φορά, να ακούσει τη γνώμη μου για το ίδιο ζήτημα και να μου δώσει την ευκαιρία να θίξω πράγματα τα οποία παρέλειψα. Τα σημαντικότερα απ’ αυτά μου φαίνεται πως είναι τα εξής: αφού διέκρινα τρία είδη ιδεών ή πρωτογενών εννοιών οι οποίες γίνονται γνωστές με διαφορετικό τρόπο η κάθε μία, χωρίς να χρειάζεται καμιά σύγκριση μεταξύ τους –δηλαδή η έννοια που κατέχουμε για την ψυχή, το σώμα και την ενότητα που υφίσταται μεταξύ τους–, έπρεπε να εξηγήσω τη διαφορά που υφίσταται ανάμεσα σ’ αυτά τα τρία είδη εννοιών και ανάμεσα στις λειτουργίες της ψυχής μέσα από τις οποίες προκύπτουν αυτά τα είδη· επίσης έπρεπε να καταδείξω τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να εξοικειωθούμε εύκολα μ’ αυτές. Στη συνέχεια, έχοντας εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο χρειάστηκε να χρησιμοποιήσω το παράδειγμα της βαρύτητας, να καταδείξω το γεγονός πως, ακόμα κι αν θελήσει κάποιος να συλλάβει την ψυχή ως υλική (δηλαδή, ακριβώς την ενότητά της με το σώμα), δεν θα δεχτεί ποτέ, μετά από κάτι τέτοιο, ότι είναι διακριτή από το σώμα. Πράγμα το οποίο πιστεύω πως είναι ακριβώς ό,τι με διέταξε η Υψηλότητά σας να κάνω εδώ.

Αρχικά, λοιπόν, διακρίνω μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα σ’ αυτά τα τρία είδη εννοιών. Η ψυχή μπορεί να συλληφθεί μόνο από την καθαρή διάνοια (entendement pur)· το σώμα, δηλαδή η έκταση, τα σχήματα και οι κινήσεις μπορούν επίσης να συλληφθούν μόνο από τη διάνοια, αλλά ακόμα καλύτερα μπορούν από τη διάνοια με τη βοήθεια της φαντασίας· τέλος, τα πράγματα που ανήκουν στην ενότητα του σώματος και της ψυχής συλλαμβάνονται συγκεχυμένα μόνο από τη διάνοια, ή ακόμα από τη διάνοια με τη βοήθεια της φαντασίας· ωστόσο γίνονται ξεκάθαρα γνωστά μέσα από τις αισθήσεις. Ως εκ τούτου, αυτοί που δεν φιλοσοφούν ποτέ και που χρησιμοποιούν μόνο τις αισθήσεις τους δεν αμφιβάλλουν καθόλου ότι η ψυχή κινεί το σώμα και ότι το σώμα επιδρά στην ψυχή. Όμως θεωρούν το ένα και το άλλο σαν ένα και μόνο πράγμα, δηλαδή συλλαμβάνουν την ενότητά τους· διότι για να συλληφθεί η ενότητα δύο πραγμάτων πρέπει να θεωρηθούν ένα. Οι μεταφυσικές σκέψεις που εξασκούν την καθαρή διάνοια μας εξοικειώνουν με την έννοια της ψυχής. Επίσης, η σπουδή των μαθηματικών, η οποία εξασκεί κυρίως τη φαντασία σε σχέση με τα σχήματα και τις κινήσεις, μας εξοικειώνει με τη διαδικασία να σχηματίζουμε διακριτές έννοιες για το σώμα. Τέλος, μαθαίνουμε να συλλαμβάνουμε την ενότητα της ψυχής και του σώματος μόνο όταν χρησιμοποιούμε τη ζωή και τις καθημερινές συζητήσεις σαν παράδειγμα, καθώς και όταν απέχουμε από τη μελέτη των πραγμάτων που εξασκούν τη φαντασία μας.

Φοβάμαι σχεδόν πως η Υψηλότητά σας θα πιστέψει ότι δεν μιλάω σοβαρά σ’ αυτό το σημείο. Όμως, αυτό θα ήταν αντίθετο στον σεβασμό που της οφείλω και τον οποίο δεν θα παράβλεπα ποτέ να της αποδώσω. Μπορώ αληθινά να πω ότι ο γενικός κανόνας που ακολουθούσα πάντοτε στις μελέτες μου και αυτός που πιστεύω ότι με ωφέλησε τα μέγιστα ώστε να αποκτήσω κάποια γνώση ήταν το γεγονός ότι ξόδεψα ελάχιστες ώρες τη μέρα στις σκέψεις που απασχολούν τη φαντασία και πολύ λίγες ώρες τον χρόνο σε όσες απασχολούν την καθαρή διάνοια· τον υπόλοιπο καιρό μου τον αφιέρωσα στη χαλάρωση των αισθήσεων και στην ανάπαυλα του πνεύματος. Ακόμα, ανάμεσα στις ασκήσεις για τη φαντασία μετράω όλες τις σοβαρές συζητήσεις και όλα αυτά στα οποία είναι αναγκαίο να δώσουμε προσοχή. Αυτά με έκαναν να απομονωθώ στην εξοχή· επειδή, ακόμα και στην πιο πολυάριθμη πόλη του κόσμου θα μπορούσα να αφιερώνω τον ίδιο αριθμό ωρών για τις μελέτες μου· όμως σε καμία περίπτωση δεν θα ήταν τόσο ωφέλιμες, αφού το πνεύμα μου θα κουραζόταν από τις έγνοιες του καθημερινού βίου. Παίρνω την ελευθερία να γράψω γι’ αυτό στην Υψηλότητά σας, για να της δείξω ότι θαυμάζω πραγματικά το γεγονός πως, ανάμεσα στις φροντίδες και τις έγνοιες που συνοδεύουν πάντοτε όσους έχουν ευγενικό πνεύμα και ευγενική καταγωγή, η ίδια μπόρεσε να καταπιαστεί με τους στοχασμούς που απαιτούνται ώστε να συλλάβουμε πλήρως τη διάκριση που υφίσταται ανάμεσα στην ψυχή και στο σώμα.

Όμως έκρινα πως ήταν αυτοί οι στοχασμοί μάλλον, παρά οι άλλες σκέψεις που χρειάζονται λιγότερη προσοχή, που την έκαναν να βρει σκοτεινά σημεία στην έννοια που έχουμε για την ενότητα της ψυχής και του σώματος· καθώς δεν μου φαίνεται πιθανό το ανθρώπινο πνεύμα να είναι ικανό να συλλάβει ορθά τη διάκριση και την ίδια στιγμή την ενότητα της ψυχής και του σώματος· επειδή κάτι τέτοιο θα ήταν αντιφατικό, αφού θα απαιτούσε να τις συλλάβει σαν ένα μόνο πράγμα και ταυτόχρονα σαν δύο διαφορετικά. Γι’ αυτό το ζήτημα (υποθέτοντας πως η Υψηλότητά σας είχε ακόμα τους λόγους που αποδεικνύουν τη διάκριση της ψυχής και του σώματος διαρκώς παρόντες στον νου της· και μη θέλοντας να την παρακαλέσω να τους αφαιρέσει έτσι ώστε να αποκτήσει την παράσταση της ενότητάς τους όπως την έχει ο οποιοσδήποτε δεν φιλοσόφησε ποτέ· δηλαδή, ότι είναι ένα μόνο πρόσωπο που έχει μαζί ένα σώμα και μια σκέψη, τα οποία είναι τέτοιας φύσης ώστε αυτή η σκέψη να μπορεί να κινεί το σώμα και να αισθάνεται ό,τι του συμβαίνει) επέτρεψα στον εαυτό μου, στην προηγούμενη επιστολή, να χρησιμοποιήσει τη σύγκριση ανάμεσα στη βαρύτητα και στις άλλες ποιότητες για τις οποίες φανταζόμαστε συνήθως πως είναι ενωμένες με κάποια σώματα, όπως και η σκέψη είναι ενωμένη με το δικό μας· ώστε δεν ανησύχησα από το γεγονός πως αυτή η σύγκριση εξαρτιόταν από ποιότητες οι οποίες δεν είναι πραγματικές, ακόμα κι αν φανταζόμαστε το αντίθετο· επειδή πίστεψα πως η Υψηλότητά σας ήταν ήδη απολύτως πεπεισμένη ότι η ψυχή είναι μια διακριτή από το σώμα υπόσταση.

Όμως, από τη στιγμή που η Υψηλότητά σας παρατηρεί ότι είναι πιο εύκολο να αποδώσουμε την ύλη και την έκταση στην ψυχή παρά να της αποδώσουμε την ικανότητα να κινεί ένα σώμα και να κινείται από κάτι άλλο χωρίς η ίδια να έχει ύλη, την παρακαλώ να αισθανθεί ελεύθερα να το πράττει, διότι μ’ αυτό τον τρόπο δεν συλλαμβάνει παρά την ενότητά της με το σώμα. Συνεπώς, αφού θα έχει συλλάβει επαρκώς αυτό το γεγονός και θα έχει αποκτήσει προσωπική πείρα, θα της είναι εύκολο να διακρίνει ότι η ύλη που απέδωσε σ’ αυτήν τη σκέψη δεν είναι η ίδια η σκέψη και ότι η έκταση που ανήκει σ’ αυτήν την ύλη είναι εντελώς διαφορετικής φύσης από την έκταση αυτής της σκέψης· επειδή η πρώτη ορίζεται από έναν συγκεκριμένο τόπο ο οποίος αποκλείει τα υπόλοιπα εκτατά σώματα, ενώ δεν ισχύει το ίδιο για τη δεύτερη περίπτωση. Μ’ αυτό τον τρόπο η Υψηλότητά σας δεν θα αμελήσει να επιστρέψει εύκολα στη γνώση τής διάκρισης ανάμεσα στην ψυχή και στο σώμα, παρ’ ότι συνέλαβε την ενότητά τους.

Τέλος, πιστεύω ότι είναι απολύτως αναγκαίο να έχει κατανοήσει κάποιος, για μια φορά στη ζωή του, ορθά τις αρχές της μεταφυσικής· επειδή αυτές οι αρχές μάς δίνουν τη γνώση του Θεού και της ψυχής μας. Επίσης, πιστεύω πως θα ήταν εξαιρετικά επιβλαβές να απασχολεί τακτικά τη διάνοιά του για να στοχάζεται αυτά τα ζητήματα, επειδή τότε δεν θα μπορεί ν’ αντεπεξέλθει το ίδιο καλά στις λειτουργίες τής φαντασίας και των αισθήσεων. Το καλύτερο θα ήταν να αρκείται στο να συγκρατεί στη μνήμη και στην πίστη του τα συμπεράσματα στα οποία έχει καταλήξει και στη συνέχεια να αφιερώνει τον υπόλοιπο χρόνο του στη μελέτη των σκέψεων πάνω στις οποίες δρα η διάνοια με τη συνδρομή της φαντασίας και των αισθήσεων.

Η απόλυτη αφοσίωση που έχω στην υπηρεσία της Υψηλότητάς σας με κάνει να ελπίζω ότι η ειλικρίνειά μου δεν θα της είναι δυσάρεστη. Επιπλέον, η επιστολή μου θα ήταν μακρύτερη, καθώς θα προσπαθούσα να ρίξω φως οριστικά σ’ όλες τις δυσκολίες που προκύπτουν από το συγκεκριμένο θέμα· όμως, μόλις έλαβα ένα δυσάρεστο νέο από την Ουτρέχτη, όπου ο δικαστής με καλεί να δώσω κατάθεση ώστε να ελέγξει αυτό που έγραψα για έναν από τους υπουργούς τους· και μολονότι πρόκειται για άνθρωπο ο οποίος με συκοφάντησε με άτιμο τρόπο, το μόνο που έγραψα γι’ αυτόν ώστε να υπερασπιστώ τον εαυτό μου ήταν πασίγνωστο σε όλο τον κόσμο· έτσι πρέπει να περιοριστώ και να σταματήσω εδώ, ώστε να βρω τα μέσα για να γλυτώσω, το συντομότερο δυνατόν, απ’ αυτές τις αντιδικίες. Είμαι,

o ταπεινός και πιστός υπηρέτης της Υψηλότητάς σας,

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL