Η εξίσωση των "δύο άκρων", της νεοφασιστικής Χρυσής Αυγής και του ΣΥΡΙΖΑ, από προβεβλημένους δημοσιογράφους - διαμορφωτές της κοινής γνώμης στην Ελλάδα, δείχνει την απίστευτη ελαφρότητα με την οποία προσεγγίζουν σύνθετα θέματα με προφανή πολιτική στόχευση. Επιχειρείται μια απόπειρα εξίσωσης των δύο πολιτικών χώρων, τους οποίος χωρίζει χάσμα βαθύ -τους χωρίζουν δηλαδή βαθιές ιδεολογικές, πολιτικές και ιστορικές αναφορές προκειμένου διά της εξισώσεως με τις νεοφασιστικές αντιλήψεις και βίαιες πρακτικές, όπως αυτή της Χρυσής Αυγής, να πληγεί η αξιοπιστία της άλλης πλευράς, η οποία στην προκειμένη περίπτωση είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Φαντάζεστε τι θα είχε γίνει αν ο Τσώρτσιλ διακατεχόταν από τις ίδιες ιδεοληψίες με τον Κασιμάτη, τον κάθε Κασιμάτη, και δεν συνέπραττε με τους Αμερικανούς και τους Σοβιετικούς, επί Στάλιν μάλιστα, στη συγκρότηση του αντιφασιστικού μετώπου, προκειμένου να πολεμήσουν τον Χίτλερ και τη ναζιστική πανούκλα που αιματοκυλούσε την Ευρώπη, τη "σκοτεινή Ήπειρο" των πολεμικών συγκρούσεων και των αιματηρών συρράξεων με τα εκατομμύρια νεκρούς στα πεδία των μαχών αλλά και τους χιλιάδες αμάχους, που χάθηκαν εξαιτίας της πείνας και των κακουχιών;
Η πρώτη και η μεγαλύτερη όσο και πειστικότερη απάντηση στους υποστηρικτές της λογικής των "δύο άκρων" έρχεται από την ίδια την Ιστορία και μάλιστα από την κορυφαία ίσως στιγμή του 20ού αιώνα: την αντιφασιστική συμμαχία για την απόκρουση της ναζιστικής πανούκλας.
Ο Τσώρτσιλ, που δεν ήταν λιγότερο φιλελεύθερος από τον Κασιμάτη, τον κάθε Κασιμάτη, και την "Καθημερινή", την κάθε "Καθημερινή", όταν βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα της συγκρότησης του μετώπου ενάντια στον φασισμό, δεν είχε προφανώς κανέναν ενδοιασμό. Αμερικανοί, Βρετανοί, Ρώσοι πολέμησαν σκληρά στο πεδίο των μαχών για να μπορεί ο Κασιμάτης, και ο κάθε Κασιμάτης, να παίζει το παίγνιο της ματαιοδοξίας του ευτελίζοντας τα ιδανικά της αντιφασιστικής δημοκρατικής παράδοσης.
Ο Τσώρτσιλ επομένως δεν είχε δίλημμα ανάλογο, με όσους υποστηρίζουν σήμερα τη λογική των "δύο άκρων", παρότι όφειλε να συμμαχήσει όχι με κάποιον ΣΥΡΙΖΑ, που δεν είναι δα και κανένας μπαμπούλας, αλλά με τον ίδιο τον Στάλιν, δηλαδή με ότι πιο σκληρό, αυταρχικό και δογματικό επέδειξε στην ιστορική του πορεία το κομμουνιστικό κίνημα.
Ένα από τα επιχειρήματα, από τα οποία συγκροτείται το έωλο αξιακό οπλοστάσιο των υποστηρικτών της λογικής των δύο άκρων, δεν είναι μόνο ότι αγνοούν τη βαθιά ιστορική διάσταση της σύγκρουσης δύο ριζικά διαφορετικών κοσμοαντιλήψεων, όπως η ιστορική Αριστερά και ο φασισμός. Αγνοούν ή σκοπίμως υποβαθμίζουν ότι το ιστορικό χάσμα είναι σήμερα ακόμη μεγαλύτερο, χαώδες στην πραγματικότητα, ακριβώς επειδή η ιστορική Αριστερά έχει προχωρήσει σε υπερβάσεις, τομές και ρήξεις με τη σταλινική μονολιθικότητα, που ευτέλισε για μια περίοδο τα ουμανιστικά ιδανικά της κοινωνικής χειραφέτησης.
Η ιστορική Αριστερά έχει πάρει επαρκείς αποστάσεις από τη στρατηγική της δυαδικής εξουσίας, του μονολιθικού μονοκομματικού κράτους, τη δικτατορία του προλεταριάτου, που στη πραγματικότητα ήταν δικτατορία της κομματικής νομενκλατούρας επί του προλεταριάτου, και από τη στρατηγική της έντασης που είναι απόρροια της αυταρχικής αντίληψης για την πολιτική. Κι όσο ενισχύει αυτές της πλευρές της στρατηγικής της τόσο βαθύτερο γίνεται το χάσμα που τη χωρίζει από τις νεοφασιστικές ρατσιστικές αντιλήψεις του μίσους για τον ετερόδοξο.
Το δεύτερο θεμελιώδες λάθος των υποστηρικτών των "δύο άκρων" είναι ότι υποβαθμίζουν τις παρενέργειες της οικονομικής κρίσης και της κρίσης αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος, κατά συνέπεια της κρίσης πολιτικής νομιμοποίησης, στην επανεμφάνιση και την ενίσχυση των νεοφασιστικών αντιλήψεων, αλλά και της λογικής του, μίσους που παραμένει, όπως έλεγε ο Μπαλζάκ, η κακία των μικρών ανθρώπων. Η κρίση και η μαζική ανεργία, ως άλλη Λερναία Ύδρα, τροφοδοτεί τη Χρυσή Αυγή και ενισχύει τις αντιλήψεις του μίσους και του αποδιοπομπαίου τράγου για τους ξένους, ιδιαίτερα τους ετερόδοξους.
Ο Λίνκολν έλεγε: "Δίνοντας ελευθερία στους σκλάβους διασφαλίζουμε την ελευθερία των ελεύθερων". Ας το έχουν υπόψη τους όσες δυνάμεις του φιλελεύθερου ή κεντρώου χώρου μετατοπίζονται με περισσή ευκολία σε αυταρχικές πρακτικές νομίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα χτυπήσουν στις νεοφασιστικές αντιλήψεις. Κάθε άλλο: ο περιορισμός των δικαιωμάτων των ξένων, ιδιαίτερα εν μέσω κρίσης όπως σήμερα, αργά η γρήγορα οδηγεί στον περιορισμό και των δικαιωμάτων των Ελλήνων πολιτών.
Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι πρέπει να αφεθεί στην τύχη της και να μην ελεγχθεί η παραβατικότητα που παρατηρείται σε χώρους μεταναστών ακριβώς επειδή συμμορίες Ελλήνων ή ξένων εκμεταλλεύονται τη δυσμενή θέση στην οποία βρίσκονται οι μετανάστες ή τα οιονεί γκέτο που έχουν σχηματιστεί σε ορισμένες περιοχές, με υψηλό συμβολισμό όμως, όπως το κέντρο της Αθήνας.
Ορισμένοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, στην προσπάθειά τους να ξιφουλκήσουν εναντίον της ιστορικής Αριστεράς με στόχο να την ταυτίσουν ή να της προσδώσουν αναλογίες με πρακτικές των νεοναζιστών, ξιφουλκούν ταυτόχρονα και εναντίον της "αναθεματισμένης" μεταπολίτευσης και της γενιάς του Πολυτεχνείου για να υποβαθμίσουν τον έντονο συμβολισμό της.
Νιώθω την υποχρέωση, ως ελάχιστη ευγνωμοσύνη για ό,τι προσέφερε η γενιά αυτή στη δική μου γενιά της μεταπολίτευσης, να θυμίσω μια μικρή αποστροφή από το άρθρο ενός από τους πρωταγωνιστές εκείνης της γενιάς, του Ολύμπιου Δαφέρμου, ο οποίος, αφού αναφέρει ότι βολεύει ορισμένους να λειτουργεί σήμερα η γενιά του Πολυτεχνείου ως αποδιοπομπαίος τράγος για την τραγική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα τονίζει:
"Η γενιά αυτή έζησε το όνειρο. Ένιωσε ότι δημιουργούσε ιστορικά γεγονότα. Βίωσε την επιτυχία του πολίτη - δημιουργού. Επομένως ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να προσαρμοστεί στο μεταπολιτευτικό πολιτικό παζάρι. Οι περισσότεροι από όσους το δοκίμασαν απογοητεύτηκαν και αποχώρησαν"
ΥΓ.: Η απάντηση της ιστορικής Αριστεράς στις προκλήσεις πρέπει να αναζητείται στην εμβάθυνση της δημοκρατικής διαδικασίας, στη μεγάλη κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης, στη διεύρυνση των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων και όχι στην ιδεολογική και πολιτική αναδίπλωση σε "ιερά κειμήλια"...