Live τώρα    
23°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
21.2°C25.2°C
3 BF 50%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
22 °C
20.6°C24.0°C
3 BF 53%
ΠΑΤΡΑ
Σποραδικές νεφώσεις
22 °C
22.1°C24.8°C
2 BF 75%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
22 °C
20.8°C23.0°C
3 BF 70%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
24 °C
22.3°C23.9°C
0 BF 43%
Βιβλιοπαρουσίαση / Ζωή θέλω
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Βιβλιοπαρουσίαση / Ζωή θέλω

Από τις εκδόσεις Άγρα κυκλοφορεί σε επανέκδοση, με εξαιρετικό επίμετρο από τον Παντελή Μπουκάλα, η συλλογή διηγημάτων του Μάριου Χάκκα «Ο μπιντές και άλλες ιστορίες», έργο-τομή της μεταπολεμικής ελληνικής λογοτεχνίας. Έργο που θα έπρεπε να είναι σημείο αναφοράς για κάθε επίδοξο διηγηματογράφο.

Ο Μάριος Χάκκας, ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και διηγηματογράφος, γεννήθηκε το 1931 στη Μακρακώμη Φθιώτιδας αλλά η οικογένειά του μετακόμισε στην Καισαριανή, όπου έζησε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια και που τις αναμνήσεις του από τον τόπο με τα προσφυγικά παραπήγματα και τον δύσκολο βίο θα μεταφέρει αργότερα στα γραπτά του. Όντας βαθιά πολιτικοποιημένος, με διάφορες διώξεις, αλλά πάντα αιρετικός, δίχως να χωρέσει ποτέ μέσα στα στενά όρια της κομματικοποίησης, συμμετέχοντας όμως στην Αυτοδιοίκηση της Καισαριανής, ασχολήθηκε σχετικά αργά με τη λογοτεχνία. Η ποιητική του συλλογή «Όμορφο καλοκαίρι» κυκλοφόρησε το 1965.

Εναν χρόνο μετά κυκλοφόρησε η συλλογή διηγημάτων «Τυφεκιοφόρος του εχθρού», έργο ρεαλιστικό, όπου όμως, κυρίως λόγω του υπαινιγμού, του υπαρξιακού άλγους και του υποδόριου χιούμορ, διαφαίνεται ήδη η πορεία που θα ακολουθήσει στις δύο επόμενες συλλογές. «Ο μπιντές και άλλες ιστορίες» κυκλοφόρησε το 1970 και «Το κοινόβιο» το 1972, λίγες μέρες μετά τον πρόωρο θάνατό του από καρκίνο του νεφρού. Στην ουσία είναι εξαετής η διάρκεια της πεζογραφίας του και τα περισσότερα από τα κείμενά του τα έγραψε με τη σκιά του επικείμενου θανάτου του να τον ακολουθεί. Διαβάζοντάς τον, και λόγω του βιωματικού χαρακτήρα των γραπτών, είναι δύσκολο να αποβάλει κανείς ακριβώς αυτή τη σκέψη της γνώσης του αμετάκλητου πρόωρου θανάτου. Γεγονός που αδικεί ίσως την πρόσληψη της πρόζας του, καθώς το αυτοβιογραφικό στοιχείο στο έργο του αποσκοπεί κυρίως στη μετουσίωση του προσωπικού βιώματος σε έκφραση καλλιτεχνική η οποία ανατέμνει πάντα τη συλλογική εμπειρία. Η αγωνία που διέπει τα γραπτά του δεν είναι προσωπική, είναι αντανάκλαση μιας συλλογικής αγωνίας.

Ο «Μπιντές» θα μπορούσε να θεωρηθεί μία μείξη πρόζας και ποιητικού λόγου. Μικρά, σφιχτοδεμένα, εξαιρετικά πυκνά κείμενα συνειρμικής γραφής. Πρωτοπρόσωπη αφήγηση, παραληρηματικός τόνος, που είναι όμως σοφά αρχιτεκτονημένος και δομημένος με ρυθμό ο οποίος απεκδύεται καθετί ψεύτικο και καθετί περιττό. Αποπνέει ειλικρίνεια η πρόζα του Χάκκα. Λες και ο ασφυκτικός χρόνος -ιδού και πάλι η ανάγνωση της γνώσης του επικείμενου τέλους-, ο χρόνος που δεν θα του χαριστεί, τον ξεγυμνώνει εντελώς από την όποια σύμβαση και έτσι, έκθετο, τον αφήνει να γδάρει τη γυαλιστερή επιφάνεια των πραγμάτων και να φτάσει σε έναν πυρήνα αλήθειας και απόγνωσης. Η γραφή γίνεται αφαιρετική, πικρή, αυτοσαρκαστική, δυστοπική, αποκτά διαστάσεις υπερρεαλιστικές, εναρμονίζεται -είτε από γνώση, είτε αυθόρμητα και ιδιοσυγκρασιακά- με πρωτοποριακές διεθνείς αναζητήσεις της εποχής. Γίνεται επικριτικός απέναντι σε θέματα της Αριστεράς, πράγμα που δεν του συγχωρήθηκε ποτέ. Επικριτικός σε όλες τις παθογένειες, οδηγημένος από έναν φύσει και θέσει αντικομφορμισμό. Γράφει φαινομενικά άναρχα, αιχμηρά. Κείμενα με αρχή, μέση και τέλος, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά, όπως θα έλεγε και ο Γκοντάρ. Κείμενα που ξεκινάνε από μία εμπειρία και «χάνονται» μέσα σε αναμνήσεις, σε όνειρα, σε σκέψεις. Κείμενα όπου το άτομο βρίσκεται σε μια διαρκή σύγκρουση με όλα τα κακώς κείμενα, με όλα όσα δημιουργούν χάσμα ανάμεσα στο οικείο και σε εκείνο που είναι ξένο και καμώνεται το μοντέρνο. Σημασία για τον Χάκκα -αν κάπου βρίσκει σημασία- έχει η εσωτερική ζωή και μόνο, οι επιθυμίες, ο έρωτας, οι λέξεις και όχι όλα εκείνα τα καθημερινά που οδηγούν σε ύπνωση. Γιατί το μάταιο κρύβεται συνεχώς πίσω από τις γραμμές τους. Τα μάταιο που το αντισταθμίζει με το χιούμορ. Με τη γελοιότητα. «Τι μ’ έχει πιάσει και γελοιοποιώ τα πάντα;» λέει, «μπορεί πάλι τα πράγματα να ’ναι σοβαρά και το γελοίο να φωλιάζει μέσα μου».

Και η βάσανος της γραφής. Κυρίαρχη παντού. Σχεδόν πίσω από κάθε αράδα του. Αλλά μιας γραφής συνυφασμένης με τον πόνο, με την υπαρξιακή αγωνία, με το αίμα. «Τώρα που ξέρω πως δεν κερδίζονται οι άνθρωποι ή έστω κι ένα κορίτσι με σκέτες λέξεις, παρά μόνο με αίμα» γράφει. Και λίγες γραμμές μετά: «Δεν θέλω χρόνο. Ζωή θέλω, μ’ όλο που το δεύτερο προϋποθέτει το πρώτο, ζωή να τη σπαταλήσω πίσω από τις φράσεις, ζωή να χτίσω παραγράφους, να οικοδομήσω ένα έργο δίνοντας στο λόγο μια τρίτη διάσταση γιατί τη δεύτερη τη βρήκαν οι άλλοι, την κατάγραψαν οι δάσκαλοι κι εγώ πρέπει να πάω παραπέρα». Πόση αγωνία και πόση ελπίδα κρύβονται μέσα σε αυτό το «να πάω παραπέρα». Και πόση συνομιλία με άλλους ομότεχνους σε αυτόν τον ατελείωτο αγώνα που είναι η λογοτεχνία. Άραγε πού θα έφτανε αυτή την πάλη με τον λόγο αν είχε άπλετο χρόνο; Αν είχε τη ζωή που τόσο λαχταρούσε;

Μάριος Χάκκας, «Ο μπιντές και άλλες ιστορίες»

Εκδόσεις Άγρα

Σελίδες: 192

Τιμή: 12 ευρώ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL