Οι Εlephas tiliensis (Δημήτρης Αγαρτζίδης και Δέσποινα Αναστάσογλου) παρουσιάζουν για πρώτη φορά στη σύγχρονη σκηνή το Θέατρο του Βουνού και το έργο του Γιώργου Κοτζιούλα, του ανθρώπου που ίδρυσε στην Ήπειρο τη Λαϊκή Σκηνή με ηθοποιούς τους ίδιους τους αντάρτες και τις αντάρτισσες της VIII Μεραρχίας του ΕΛΑΣ. «Τα μαγικά βουνά» μιλούν για την ιστορία του αντάρτικου θεάτρου κατά την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης, στο οποίο «θήτευσαν» και πολλοί γνωστοί μετέπειτα ηθοποιοί. Το θέατρο αυτό αποτελούσε μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις όπου άντρες, γυναίκες και παιδιά συμμετείχαν ισότιμα σε ένα κοινωνικό συμβάν. Η σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου μεταμορφώνεται σε μια ορεινή πλαγιά με οργιώδη βλάστηση στο Βουργαρέλι της Πίνδου, εκεί όπου πρωτοπαίχτηκαν τα έργα. Από 1ης Μαρτίου και κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή το έργο θα παρουσιάζεται στην κεντρική σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου. Λίγο πριν από την πρεμιέρα συνομιλήσαμε με τους συντελεστές της παράστασης για το έργο και τη σκηνική αυτή γέννησή του.
Δέσποινα Αναστάσογλου (ηθοποιός, σκηνοθέτρια)
Ψυχική και πνευματική ανακούφιση
Στα «Mαγικά βουνά» βρίσκω μια ανακούφιση ψυχική και πνευματική. Οι αντάρτες και οι αντάρτισσες που πολεμούν παίζοντας θέατρο. Η σύγχρονη Ιστορία διστάζει να κοιτάξει την εποχή αυτή. Οι πληροφορίες είναι μετρημένες. Όμως υπήρξε, όπως οι άνθρωποι και οι ιστορίες τους. Άνθρωποι που έζησαν για λίγο την ουτοπία που έγινε πράξη. Πάλεψαν και πίστεψαν σε ένα καλύτερο αύριο με ελευθερία και ισότητα. Ο άνθρωπος των χωριών, ο ταλαίπωρος και ξεχασμένος γίνεται πολίτης. Ο ρόλος μου είναι μια γυναίκα της Ηπείρου που πρώτη φορά κάποιος την προτρέπει να ανέβει στο δημόσιο βήμα του θεάτρου. Βγαίνει από την κοινωνική κρύπτη στο φως. Παίζει θέατρο και μιλάει για τα δεινά του τόπου, εμψυχώνει και παροτρύνει τους συνανθρώπους και τον εαυτό της να διώξουν τον Έλληνα και τον ξένο φασίστα. Στην παράστασή μας δεν εστιάζουμε στην αποτύπωση συγκεκριμένων ρόλων, αλλά στη μαγεία του θεάτρου και στο αποτύπωμά του στην ιστορική συνθήκη. Έμπνευση είναι οι άνθρωποι: η οικογένεια του φιλολόγου και ποιητή Κώστα Κοτζιούλα, που κατάφερε να διασώσει και να επιμεληθεί το αρχείο του, διωκόμενο για πολλά χρόνια, οι συνεργάτιδες και συνεργάτες μου ηθοποιοί και συντελεστές που πίστεψαν στη σπουδαιότητα του υλικού και προσφέρουν ό,τι καλύτερο διαθέτουν: την πίστη, το μεράκι και την εργατικότητά τους.
Δημήτρης Αγαρτζίδης (ηθοποιός, σκηνοθέτης)
Ενας κόσμος μαγικός
Η παράσταση αυτή είναι και για μένα μια ουτοπία. Η συνάντηση με ένα υλικό που δεν ήξερα ότι υπάρχει και με ένα είδος θεάτρου αγνά λαϊκού και πολιτικού. Τα κείμενα του Γιώργου Κοτζιούλα, τα θεατρικά του, το ημερολόγιό του, οι επιστολές, τα βιβλία του είναι ένας κόσμος μαγικός. Οι μαρτυρίες για τη ζωή των ανταρτών και ανταρτισσών στα βουνά είναι ανατριχιαστικές. Αδύνατον να συλλάβω την κινητήρια δύναμη που κάνει τον άνθρωπο να πολεμά με κάθε κόστος, να αντιμετωπίζει τον πόνο, τον θάνατο, την αδικία. Κι όμως, το έκαναν. Και πίστεψαν τόσο πολύ στη ανάγκη της εκπαίδευσης του λαού που πήγαν να τους μάθουν, ανάμεσα στα άλλα, και το θέατρο. Όχι το θέατρο για τα σαλόνια, αυτό που πληρώνεις για να δεις, αλλά θέατρο δωρεάν για τους πιο παρατημένους και ξεχασμένους από όλους: τους αγρότες και τις αγρότισσες, τους χωριάτες και τις χωριάτισσες, τους ανθρώπους των βουνών, που μέχρι τότε δεν είχαν ούτε καν κοινωνική εκπαίδευση. Ο ρόλος μου είναι ένας αντάρτης της VIII Μεραρχίας του ΕΛΑΣ που γίνεται μέλος της Λαϊκής Σκηνής που ιδρύει ο Γιώργος Κοτζιούλας. Παίρνει μέρος στην περιοδεία που γίνεται στα απόμακρα χωριά της Ηπείρου και ζει στον πυρήνα μιας ιστορικής εποχής, που το όνειρο μοιάζει πραγματικό για λίγο, αλλά και που ανατρέπεται με τη Συμφωνία της Βάρκιζας και διαλύεται στην άχλη του.
Μαρκέλλα Γιαννάτου (ηθοποιός)
Δύναμη μέσα από τις παραστάσεις
Το λιγότερο που μπορεί να συμβεί σε κάποιον όταν έρχεται σε επαφή με αυτό που συνέβαινε τότε εκεί είναι να συγκινηθεί. Σε μια περίοδο πολέμου, φόβου, εξαθλίωσης, ανελευθερίας και πείνας άνθρωποι βρίσκουν τον τρόπο να ενωθούν και να βρουν δύναμη μέσα από το θέατρο. Η Αγνή, που δίνει τη μάχη της μέσα από τις παραστάσεις, χάνει τον αδερφό της, αλλά αποφασίζει να συνεχίσει. Δίνουν ό,τι έχουν και ό,τι δεν έχουν για τον αγώνα. Πέρα από τη λεπτομερή έρευνα, ο τρόπος που δουλεύουν οι Εlephas tiliensis έχει κάτι κοινό με τον τρόπο εκείνων των ανθρώπων που έκαναν θέατρο στα βουνά: την έννοια και την ουσία του αυθορμητισμού, της δράσης και της συμπερίληψης. Πιστεύω ότι τα «Μαγικά βουνά» μπορούν να αγγίξουν όλ@ μας.
Αρης Λάσκος (ηθοποιός)
«Αγώνας για να αλλάξουμε την τύχη μας»
«Αυτός ο αγώνας δεν είναι μόνο για να διώξουμε τον κατακτητή, αλλά για να αλλάξουμε την τύχη μας». Αυτή είναι η φράση -τη βρήκαμε σε ένα ντοκιμαντέρ για την Αντίσταση- που ξεκλείδωσε μέσα μου το γιατί και το πώς αυτού του παράτολμου εγχειρήματος του θεάτρου στα βουνά. Μιας κίνησης γενναίας, όταν -ενώ σοβούσε ακόμα ο Ελληνογερμανικός Πόλεμος- αντάρτες και πολίτες οργανώθηκαν για οκτώ μόλις μήνες (τόσο πρόλαβαν πριν από τη Συμφωνία της Βάρκιζας) σε έναν… θίασο. Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς αυτοί οι άνθρωποι, την ίδια ώρα που έχαναν τους φίλους και τους συγγενείς τους, αντιμετώπισαν ως υπαρξιακό ζήτημα την ανάγκη να υπάρχει τέχνη…
Θα είμαι πάντα ευγνώμων που ο Δημήτρης Αγαρτζίδης και η Δέσποινα Αναστάσογλου με ενέταξαν σ’ αυτή τη δουλειά, που μου αποκάλυψε μια άγνωστη ιστορία και με οδήγησε να «χαθώ» μαζί τους σε μια έρευνα ιστορικών πηγών, αναφορών, συζητήσεις με ιστορικούς, αλλά και τους απογόνους του Γιώργου Κοτζιούλα. Στόχος τους ήταν να ανασυστήσουμε μέσα από τα γραπτά του Κοτζιούλα (ημερολόγια, μονόπρακτα, μυθιστορήματα) αυτό το ονειρικό οκτάμηνο του ’44-’45. Μάλιστα, με αυτά ακριβώς τα υλικά είναι φτιαγμένος και ο «ρόλος» μου, που βασίζεται αδρά σε ένα υπαρκτό πρόσωπο: στον θρυλικό Μπισκοτέν (Γιώργος Παπαδόπουλος), το δεξί χέρι του Κοτζιούλα, κομπέρ της Λαϊκής Σκηνής και άριστο ερμηνευτή της «γριάς βαβάς» του Ζαχαρία Παπαντωνίου… Είναι μέσα από την προσήλωσή του στο όραμα της Λαϊκής Σκηνής που επανήλθα κι εγώ στο ερώτημα «γιατί κάνουμε τέχνη», τώρα, το 2024, και αν μπορεί ακόμα το θέατρο να παρακινεί, να συγκινεί και να ξεσηκώνει… Πιστεύω πως μπορεί…
Βίκυ Κατσίκα (ηθοποιός)
Θέατρο με τα ιδανικά που είχα
Στα βουνά των Τζουμέρκων, την περίοδο της Κατοχής και της Αντίστασης, ο θίασος της Λαϊκής Σκηνής που ίδρυσε ο Γιώργος Κοτζιούλας παίζει θέατρο. Για τον κόσμο της επαρχίας και για τους αντάρτες. Θέλει να εμψυχώσει, να ενημερώσει, να προπαγανδίσει, να επιζήσει. Στις πλατείες χωριών, καμένων πολλές φορές, στήνει τα σκηνικά του, ο κόσμος μαζεύεται και η παράσταση αρχίζει. Ανάμεσά τους βρίσκεται και η νεαρή, και όχι τόσο καλή ηθοποιός Ηλέκτρα, που αν και απολαμβάνει τις περιπέτειες του θιάσου, ονειρεύεται ότι ξεχύνεται στις μάχες και μαζί με τις άλλες αντάρτισσες θα φέρουν τη λευτεριά.
Λέει η θρυλική αντάρτισσα Τιτίκα Παναγιωτίδου: «Τι έμεινε; Να υπερασπιστώ την πατρίδα. Με τα ιδανικά που είχα. Με την ψυχή μου, γιατί το ποθούσα, το ήθελα. Ήθελα να γίνω η Μπουμπουλίνα, να φέρω το 1821. Δεν την ήξερα αυτή την ιστορία; Την ήξερα. Έτσι σκέφτηκα και ανέβηκα στο βουνό. Πέρασα ό,τι πέρασα, βουνά και ποτάμια, παρ’ ολίγο να πνιγούμε και λοιπά και λοιπά και φτάνουμε στη μεραρχία, στην επιτροπή για να ενταχτώ, για να καταταχτώ. Με ρωτάει αυτός: «Γιατί ήρθες;». «Για να πολεμήσω για την πατρίδα» του λέω. «Πόσο χρονών είσαι;» μου λέει. «Δεκαοκτώ» του λέω. «Ψέματα! Δεκαπέντε και δυο-τρεις μήνες ήμουνα».