Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
16.4°C19.8°C
3 BF 75%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
18.0°C18.7°C
2 BF 71%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
21 °C
19.0°C21.0°C
3 BF 57%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αραιές νεφώσεις
18 °C
17.8°C18.0°C
4 BF 77%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
16 °C
15.9°C16.9°C
0 BF 77%
Γιάννης Χούλης / Της στεριάς και της θάλασσας
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Γιάννης Χούλης / Της στεριάς και της θάλασσας

Ηπιος ως χαρακτήρας, ελάχιστα εξωστρεφής, πολύ οργανωτικός, ο γεννημένος και μεγαλωμένος στη Χίο Γιάννης Χούλης ζει ανάμεσα σε φίλους και συνεργάτες που τον εκτιμούν και τον αγαπούν. Στις συναυλίες τους αφήνει χώρο στον δημιουργικό αυτοσχεδιασμό, που συχνά εξελίσσεται έξω από τις όποιες καθιερωμένες φόρμες.

Ο Γιάννης ονειρεύεται πως κάποια πράγματα είναι δυνατόν να αλλάξουν. Έφηβος, φανταζόταν πως μια συναυλία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια πορεία προς έναν κόσμο νέο, στην ίδια την ουτοπία. Όταν η πραγματικότητα πιέζει τον ψυχισμό του, η μουσική τού δίνει τη διέξοδο προς την ελευθερία που πάντοτε αναζητούσε. Προς κάτι ανεξερεύνητο, αλλά επιθυμητό. Προς έναν κόσμο που δεν υπήρξε, αλλά κάπου μέσα του πιστεύει πως είναι υπαρκτός. Έναν κόσμο άυλο, πνευματικό, κι όμως αληθινό. «Γιατί δεν υπάρχει ρολόι χωρίς ωρολογοποιό».

Η Χίος της Χούντας

Στη Χίο των χρόνων του 1970 το περιβάλλον ήταν αποπνικτικό. Ακόμα και μετά το τέλος της μαύρης Χούντας οι μπάτσοι του νησιού τον σταματούσαν τα βράδια για τα μακριά μαλλιά του. Μέτριος μαθητής, καλός αθλητής, έβρισκε διέξοδο στο βόλεϊ. Τον αποδέσμευε από αγκυλώσεις, τον έφερνε κοντά σε νέα παιδιά που έγιναν φίλοι καρδιακοί. Τα «μπράβο» των προπονητών και των θεατών τον επιβράβευαν και του χάριζαν την αναγκαία για έναν νησιώτη έφηβο αυτοπεποίθηση, απομακρύνοντάς τον από την καταπίεση μιας συχνά άχρηστης και αδιάφορης σχολικής μόρφωσης.

Θα ήταν 10 ή 12 χρόνων όταν, μεταφέροντας το ακορντεόν της αδελφής του μ’ ένα ποδήλατο προς το ωδείο της Φιλαρμονικής της Χίου, μπαίνοντας, κάποιος έπαιζε φλάουτο. «Άνοιξε η γη και με κατάπιε!» θυμάται ο Γιάννης. Ζήτησε ένα φλάουτο από τον πατέρα του, αλλά αυτό δεν έγινε δυνατό. Στα φτωχικά σπίτια της γειτονιάς του, στα γλέντια και στις γιορτές από τα παράθυρα ανάβλυζαν οι ήχοι μιας καλής λαϊκής μουσικής - Μάρκος, Τσιτσάνης, Καζαντζίδης, Μητσάκης, Πόλυ Πάνου. Όμορφοι άνθρωποι, απλοί μεροκαματιάρηδες, που ακόμα δεν αναγνώριζαν πως αυτός είναι ο Πολιτισμός τους, χόρευαν και τραγουδούσαν με χαρά στους ήχους αυτής της μουσικής...

Το μπαγλαμαδάκι

Κάποια στιγμή ο 13χρονος Γιάννης Χούλης ζήτησε, σαν μια ανάγκη, ένα μπουζούκι -εργαλείο έκφρασης ενός μικρού παιδιού. Ένα «παιχνίδι» μόνο, χωρίς να ονειρεύεται ότι η μουσική και η αγάπη του γι’ αυτή θα γίνονταν μια μέρα ο πιο μεγάλος έρωτας της ζωής του. «Μικρός είναι, θα του περάσει» σκέφτηκε ο πατέρας του κι από ένα ταξίδι στην Αθήνα του φέρνει ένα μπαγλαμαδάκι. Ο Γιάννης χάρηκε. Ήταν το πρώτο του όργανο! Περιχαρής, το πήγε στο ωδείο, αλλά η αντίδραση του δάσκαλου ήταν απαξιωτική: «Αυτό το όργανο είναι για τις φυλακές!» του έτριψε στη μούρη. Παίρνει ο Γιάννης τον μπαγλαμά και πάει τρέχοντας στο σπίτι. Απαιτεί να του τον αλλάξουνε με ένα λαϊκό μπουζούκι - όργανο κι αυτό μη αποδεκτό από την τότε συντηρητική ντόπια κοινωνία.

Δάσκαλος με ανάστημα

Οταν το μπουζούκι -επιτέλους- έφτασε, ο ανίδεος από μουσική μικρός νόμιζε πως την πένα τη βάζουμε... ανάμεσα στις διπλές του χορδές! Το έπαιρνε αγκαλιά και πόζαρε στον καθρέφτη του υπνοδωματίου των γονιών του, κι ένιωθε βασιλιάς. Ίδιος ο Μητσάκης. Τα πρώτα παιδικά ορνιθοσκαλίσματα στις χορδές του μπουζουκιού τα έβαλε σε τάξη ο Ισίδωρος Ζερβούδης, καλός βιολιτζής στα πανηγύρια και στα γλέντια του νησιού. Το πιο σημαντικό: Ήξερε από νότες! Στο δεύτερο από τα 13 μαθήματα ο δάσκαλος άκουσε τον φοβισμένο, υποτονικό, σχολικό εαυτό του Γιάννη: «Δεν κατάλαβα καλά όσα μου είπατε προχτές, δάσκαλε». Κι αυτός, ορθώνοντας το ανάστημα, απαίτησε να του εκθέτει όλες του τις απορίες στη διάρκεια του μαθήματος. Αλλά την επόμενη φορά έπρεπε να τα ξέρει όλα με κάθε λεπτομέρεια! Ο φόβος εξαφανίστηκε αμέσως. Μέχρις ότου ο δάσκαλος έφυγε για το χωριό του, ο Γιάννης κατάλαβε πώς ακριβώς παίζεται ένα νυκτό όργανο. Έμαθε πώς μπαίνουν οι νότες στη σειρά, τις αξίες τους, τους πρώτους κανόνες της μουσικής, σε απλή αλλά ουσιαστική μορφή.

Λίγο καιρό μετά ο νεαρός Γιάννης έπαιξε στο μπουζούκι την πρώτη του μελωδία. Με αυτήν αισθάνθηκε την ομορφιά της λαϊκής μουσικής. «Αυτό είναι, τα κατάφερα!» είπε μέσα του κι εκεί σταμάτησε η αναζήτηση. Το «μυστήριο» λύθηκε, ο ηθοποιός αναπαύθηκε. Όχι όμως για πολύ. Μια κασέτα με τους Van der Graaf Generator, που του χάρισε ο συμμαθητής του Νίκος, άνοιξε έναν παράπλευρο, ευφορικό κόσμο για τον αναδυόμενο μουσικό: τον κόσμο του rock.

Δυτικοί μουσικοί άνεμοι

Σπουδάζοντας αρχικά Αρχιτεκτονική στη Βενετία και μετά Φιλολογία στην Πάντοβα, με μια ακουστική κιθάρα που αγόρασε για να ομορφύνει τα μοναχικά απογεύματα δημιούργησε αυθόρμητα την πρώτη εντελώς δική του μουσική. Ήταν κάτι όμορφο κι απλό, αλλά δεν ήξερε τι ακριβώς ήταν. Τον έβαλε σε σκέψεις. Εγκαταλείποντας τις σπουδές που περιόριζαν τις αναζητήσεις του, τις πραγματικές του ανάγκες, επιστρέφει στη Χίο. Neil Young, Rory Gallagher, Lennon, Hendrix, Cream, Pink Floyd τον συντροφεύουν. Κι ακόμα, Traffic και Weather Report.

Στο ψαροκάικο του πατέρα του για δουλειά, στο καρνάγιο για επισκευές πλεούμενων και ξαφνικά μακρινά ταξίδια. Το κεφάλι μπερδεμένο από τη σκληρή και απαιτητική κοινωνία, η καρδιά του ήθελε να κάνει άλλα. Συναντά κάποιους καλούς μουσικούς. Μαζί διασκεδάζουν αυτοσχεδιάζοντας και παίζοντας ροκ διασκευές.

Ένας γάμος, πολλά τραγούδια

Στην Αθήνα, λίγα χρόνια μετά, ο Γιάννης έγινε επαγγελματίας μουσικός σε κοσμικά κέντρα, ταβέρνες, σκυλάδικα. Ένας σύντομος αποτυχημένος γάμος τον καθήλωσε. Με αγώνα εσωτερικό, με πολλές φιλικές και ερωτικές συναντήσεις τον ξεπέρασε. Το 1995 συνεργάζεται με την Κρίστη Στασινοπούλου και τον Στάθη Καλυβιώτη, παίζει μαζί τους για 12-13 χρόνια. Ταξίδια, συναυλίες, διεθνή φεστιβάλ τα χαρακτήριζαν. Και δίσκοι.

Στον «Υφαντόκοσμο» ο Γιάννης Χούλης έπαιζε ακουστικές κιθάρες και τσουμπούς: ένα μπάντζο βαθύ, τουρκικό, «χτισμένο» μ’ ένα φυσικό δέρμα πάνω σ’ ένα μεταλλικό σκεύος, με μπράτσο μακρύ, ξύλινο. Είχε προηγηθεί η συμμετοχή του στο «Ρόπτρο» του παραγωγού Δημήτρη Χατζόπουλου, με τη μοναδική τσιγγάνικη φωνή του Κώστα Παυλίδη, τον Κώστα Μάντζιο (φωνή και ακορντεόν) ή το τραγούδι της Αρετής Μπέλλου, εγγονής της Σωτηρίας. Σημαντικές ακόμα θεωρεί -ανάμεσα σε πολλές άλλες- τις συνεργασίες του με τον συντοπίτη του Παντελή Θαλασσινό, με συναυλίες σε όλη την Ελλάδα, και τη θητεία του στις παραστάσεις του Σταμάτη Σπανουδάκη, με αποκορύφωμα τη μεγάλη συναυλία στο Ηρώδειο το 2021.

Ο Γιάννης Χούλης με τον Σταμάτη Σπανουδάκη και την Αθηνά Χιώτη

Ίος: Ισορροπία σε τεντωμένες χορδές

 Ο άνθρωπος, ακόμα και χωρίς όργανο, μπορεί να φτιάξει μουσική. Αρκεί να χτυπήσει τα χέρια του μεταξύ τους για να ανασύρει φωνές εσωτερικές, μέσα από αιώνες αναζήτησης και στοχασμού, λέει ο Γιάννης Χούλης

Η πρώτη jazz fusion μπάντα, στα τέλη του 20ού και στις αρχές του νέου αιώνα, ονομαζόταν Κλείται Δώρον (Δώρο στην Κλείτα) από ένα ενεπίγραφο αρχαιοελληνικό δαχτυλίδι. Συμμετείχαν αγαπημένοι του μουσικοί, κι ένα CD κατέγραφε οργανική μουσική, συνθέσεις ανεπτυγμένες ενορχηστρωτικά από όλους.

Η συνάντηση του Γιάννη Χούλη με τον ιδιοφυή λυράρη Δημήτρη Χιώτη, τον ντράμερ και εικαστικό Γιάννη Ηλιάκη, τον αισθαντικό σαξοφωνίστα και φλαουτίστα Γιάννη Κινινή και τον δημιουργικό κοντραμπασίστα Χρυσόστομο Μπουκάλη δημιούργησε μια πολύχρονη συνεργασία, τους Strovili. Το ομότιτλο δισκογράφημα με συνθέσεις του Γιάννη κυκλοφόρησε το 2015 σε συνεργασία με την ΑΥΓΗ.

Γνωρίζοντας τότε τη χαρισματική φωνή της αδελφής του Δημήτρη, Αθηνάς Χιώτη, δημιούργησαν το ντουέτο των Ίος. Από την αρχή στις προθέσεις τους ήταν η δημιουργία ενός άλμπουμ με τραγούδια μιας μουσικής ελληνικής, γεμάτης από τα σκιρτήματα της world music. Στο άλμπουμ «Βαθύ ταξίδι», που κυκλοφόρησε από τη Μικρός Ήρως του Άγγελου Σφακιανάκη, Σεπτέμβριο του 2021, οι μουσικές του συνταιριάζουν με τους στίχους του Παντελή Τσομπάνογλου και του Βασίλη Γκίκα. Ο δίσκος αυτός βοήθησε τα όνειρά του να γίνουν πραγματικότητα, μ’ ένα μουσικό κράμα που αφήνει να αναδύονται μεθυστικά αρώματα. Μια περιπλάνηση στο χθες, στο σήμερα, στο αύριο.

Έμπνευσή τους, το ποίημα ενός αγνώστου:

«Νησιά είμαστε όλοι / κοσμοπολίτικα / ερημικά / νησιά της άγονης γραμμής / χαρτογραφημένα / αχαρτογράφητα / περιτριγυρισμένα από νερά γαλάζια, πράσινα, σκοτεινά / περιτριγυρισμένα από θάλασσα ήρεμη / από βαθιά, άγρια θάλασσα». 

Ο Γιάννης παντρεύεται την εικαστικό Φωτεινή Δίελλα. Η γέννηση του Μύρτου, πρώτου από τους δύο γιους τους, του φέρνει γούρι: Συμπίπτει με το βραβείο για τη σύνθεση «Μαστίχα μύρισα», σε στίχους Βασίλη Γκίκα και ερμηνεία της Αθηνάς Χιώτη το 2013, στον διαγωνισμό της διαδικτυακής μουσικής πύλης Music Heaven κι ένα συμβόλαιο από την FM Records.

Στο μουσικό του οπλοστάσιο μπαίνει αναπάντεχα ένα δώρο απ’ τον Θοδωρή Κοτονιά: ένα γιουκαλίλι, που είναι πλέον αναπόσπαστο μέρος του ήχου του. Στη διαμόρφωση του σημερινού ήχου των Ίος συμμετέχουν οι Γιάννης Ευσταθόπουλος (κρουστά) και Ηλίας Πανταζής (ηλεκτρικό μπάσο και ηλεκτρονικά εφέ). Στο εσώφυλλο του δίσκου διαβάζω: «Ήρθαμε. Δεν πήραμε το πλοίο της γραμμής. Κολυμπήσαμε, ανάμεσα σε βράχια, πάνω από πράσινα φύκια, ψαρεύοντας όνειρα. Τι κι αν χάσαμε χρόνο; Πατήσαμε πάνω σε τεντωμένες χορδές, αφήνοντας κραυγές χαράς... Χαθήκαμε σε καλαμιές, χορέψαμε σε πλατείες, ακούγοντας πλανόδιους μουσικούς, νυχοπερπατήσαμε απαλά, για να μην ξυπνήσουμε τον αγέρα και μας ρωτήσει: Πού πάτε; Τι να λέγαμε; Δεν ξέραμε!».

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL