Ισως δεν υπάρχει άλλη κυβέρνηση κράτους-μέλους της Ε.Ε. που στο παρελθόν να δεχθεί τόσο πολύπλευρη κριτική και να είναι τόσο απομονωμένη όσο η κυβέρνηση Μητσοτάκη στη συνεδρίαση του Ευρωκοινοβουλίου για τις υποκλοπές.
Ακόμη και στις καραμπινάτες ακροδεξιές περιπτώσεις της ουγγρικής και πολωνικής κυβέρνησης υπήρχαν ευρωβουλευτές φιλικά προσκείμενοι που τις υπεράσπισαν ή είπαν μια καλή κουβέντα. Την Πέμπτη ο Ισπανός κ. Alvarez ήταν ο μοναδικός βουλευτής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (όπου ανήκει η Ν.Δ.) που πήρε τον λόγο (από τις άλλες πολιτικές ομάδες μίλησαν δύο και τρεις ευρωβουλευτές). Άρχισε την ομιλία του λέγοντας ότι καλύφθηκε σε αρκετά σημεία με την προλαλήσασα εισηγήτρια Σοφία Ίντβεντ -που ήταν καταπέλτης- και στη συνέχεια δήλωσε ότι θα περιοριστεί σε ερωτήσεις, ξεκινώντας την πρώτη, προς τον Θ. Κουκάκη, ως εξής: «Λυπάμαι πάρα πολύ για όσα ζήσατε. Κανένας δημοσιογράφος σε καμία δημοκρατική χώρα δεν θα πρέπει να βλέπει τα δικαιώματά του να παραβιάζονται»!
Η -μέσω τηλεδιάσκεψης- αξιολύπητη εμφάνιση των δύο κυβερνητικών αξιωματούχων, του γενικού γραμματέα του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και του υπουργείου Δικαιοσύνης, χειροτέρευσε ακόμη περισσότερο την ήδη κακή εικόνα της κυβέρνησης. Προκλητικός, ο κ. Αλεξανδρής αναρωτήθηκε αν υπάρχει σκάνδαλο επειδή το γράφουν οι εφημερίδες!
Οι επισημάνσεις που έγιναν για το προβληματικό ελληνικό κράτος δικαίου, όπως το έχει καταντήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, βάζει τη χώρα σε σοβαρές δοκιμασίες, περιπέτειες και κυρώσεις, ανάλογες με αυτές που αντιμετωπίζουν Ουγγαρία και Πολωνία. Στη συνεδρίαση τέθηκε για πρώτη φορά το ερώτημα -όχι από ευρωβουλευτές της Αριστεράς- αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη οδηγεί τη χώρα σε ένα αυταρχικό, αντιδημοκρατικό καθεστώς.
* O Στέλιος Κούλογλου είναι ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.