Live τώρα    
17°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αραιές νεφώσεις
17 °C
12.8°C17.9°C
1 BF 71%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
15 °C
14.0°C14.9°C
1 BF 72%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
19 °C
17.7°C19.4°C
5 BF 60%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
16.8°C18.8°C
1 BF 76%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
15 °C
15.2°C15.2°C
2 BF 72%
Κι όμως, οι πόλεμοι λιγόστεψαν
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Κι όμως, οι πόλεμοι λιγόστεψαν

133521466_POLEMOS_PALESTINE.jpg
ΑΝΑΛΥΣΗ

Από την απρόκλητη αμερικανική εισβολή στο Ιράκ πριν από είκοσι χρόνια με πρόσχημα τον «κίνδυνο» από τα υποτιθέμενα «όπλα μαζικής καταστροφής» του Σαντάμ έως τη σημερινή ρωσική εισβολή στην Ουκρανία για την «αποστρατικοποίηση» και «αποναζιστικοποίηση» του «καθεστώτος» του Κιέβου, ο πόλεμος παραμένει το κύριο όχημα βίαιης μεταβολής του στάτους στο παγκόσμιο και περιφερειακό σύστημα διακρατικών σχέσεων και ένας από τους βασικούς μοχλούς διαμόρφωσής του. Όλα αυτά, υπό το βλέμμα των παγκόσμιων, υπερεθνικών θεσμών που υποτίθεται πως δημιουργήθηκαν ακριβώς γι’ αυτόν τον σκοπό, την αποτροπή των ένοπλων συγκρούσεων και των πολέμων. Κι όμως, παρά τους τόσους φονικούς και καταστροφικούς πολέμους που ακολούθησαν χρονικά τον «πόλεμο που θα τελείωνε όλους τους πολέμους» πριν από έναν και πλέον αιώνα, τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, και όχι πολύ μακριά, ιστορικά, από τον χειρότερο πόλεμο μαζικής καταστροφής και χρήσης πυρηνικών όπλων, τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ειδικοί διατείνονται πως ζούμε σήμερα στην πιο ειρηνική περίοδο που έχει γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα!

Αλλαγή φόρμας

Ο ισχυρισμός πως η πολεμική βία μειώνεται μπορεί να φαντάζει κάτι μεταξύ παραίσθησης και προκλητικά άσεμνου, λέει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ Στίβεν Πίνκερ, ωστόσο πρόσφατες μελέτες που επιδιώκουν να ποσοτικοποιήσουν την ιστορική άμπωτη και πλημμυρίδα της βίας οδηγούν ακριβώς σ’ αυτό το συμπέρασμα. Μερικά από τα στοιχεία που το στηρίζουν διαφεύγουν της προσοχής μας. Υπάρχει εξήγηση γι’ αυτό: η μείωση της βίας και της βιαιότητας αποτελεί σε μεγάλο βαθμό πρόκληση για την ικανότητά μας να κατανοήσουμε τον κόσμο. Κρίνουμε πως κυριαρχεί η βία διότι η πλειονότητα των ανθρώπων θεωρεί πως, όντως, η βία είναι κυρίαρχη παντού. Αλλά, σύμφωνα με τον Πίνκερ, αυτό οφείλεται σε μια γνωστική ψευδαίσθηση. Υπολογίζουμε την πιθανότητα να συμβεί ένα γεγονός από το πόσο εύκολο είναι να ανακαλέσουμε παραδείγματά του στη μνήμη μας. Έτσι, σκηνές σφαγών και μαχών είναι πιο πιθανό να μεταδοθούν στα σαλόνια μας και να στιγματίσουν τις αναμνήσεις μας, παρά πλάνα ανθρώπων που πεθαίνουν από γεράματα. Εν μέρει, πρόκειται για μια κουλτούρα που δεν δέχεται ότι θα μπορούσε να υπάρχει οτιδήποτε καλό στους θεσμούς του πολιτισμού και της δυτικής κοινωνίας, λέει ο Αμερικανός επιστήμονας.

Ωστόσο, η Ιστορία έχει δείξει από καιρό ότι, από πολλές απόψεις, το ανθρώπινο είδος γίνεται όλο και πιο ήπιο, λιγότερο βίαιο. Η επίδειξη σκληρότητας ή βαναυσότητας για λόγους ψυχαγωγίας, οι ανθρωποθυσίες για να ικανοποιηθεί η δεισιδαιμονία, η δουλεία ως εργαλείο εξοικονόμησης εργασίας, η κατάκτηση ως διακήρυξη της αποστολής μιας κυβέρνησης, η γενοκτονία ως μέσο εδαφικής επέκτασης και οικειοποίησης, τα βασανιστήρια και ο ακρωτηριασμός ως τιμωρία ρουτίνας, η θανατική ποινή για «αδικήματα» διαφοράς γνώμης, η δολοφονία ως μηχανισμός πολιτικής διαδοχής, ο βιασμός ως λάφυρο πολέμου, τα πογκρόμ ως διέξοδος σε στρεβλές πεποιθήσεις, η ανθρωποκτονία ως κύρια μορφή επίλυσης συγκρούσεων ήταν απαράμιλλα χαρακτηριστικά της ζωής για το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης Ιστορίας. Όμως σήμερα θεωρούνται ταμπού, ειδικά στη Δύση, και είναι πολύ λιγότερο διαδεδομένα σε άλλα μέρη του κόσμου απ’ ό,τι ήταν παλιότερα. Συγκαλύπτονται όταν συμβαίνουν και καταδικάζονται ευρέως όταν έρχονται στο φως. Βέβαια, κάθε προσπάθεια τεκμηρίωσης των αλλαγών στην «ακολουθία» της ανθρώπινης βίας είναι εμποτισμένη με αβεβαιότητα. Σε μεγάλο μέρος του κόσμου, το μακρινό παρελθόν ήταν ένα δέντρο που έπεφτε στο δάσος χωρίς κανείς να το ακούσει, και, ακόμη και για γεγονότα που έχουν καταγραφεί ιστορικά, οι στατιστικές είναι αποσπασματικές και αναξιόπιστες.

Παρά τις επιφυλάξεις όμως, η εικόνα είναι ξεκάθαρη. Η μείωση της βίας είναι ένα φαινόμενο ορατό σε κλίμακα χιλιετιών, αιώνων, δεκαετιών, ετών. Ισχύει για πολλές τάξεις μεγέθους βίαιων γεγονότων, από γενοκτονίες και πολέμους έως ταραχές και ανθρωποκτονίες, αλλά αντανακλάται και στη μεταχείριση παιδιών και ζώων. Και φαίνεται πως είναι μια παγκόσμια τάση, αν και όχι ομοιογενής. Το προβάδισμα έδωσαν, κατά τους ειδικούς, οι κοινωνίες της Δύσης, ιδιαίτερα η Αγγλία και η Ολλανδία, στην έναρξη του Διαφωτισμού, στις αρχές του 17ου αιώνα.

Εγκαταλείποντας τη βία

Βέβαια, η Ιστορία της Δύσης βρίθει στοιχείων και ντοκουμέντων για τις πολυάριθμες βάρβαρες πρακτικές σωφρονισμού και επιβολής που ήταν διαδεδομένες κάποτε, αλλά έγιναν παρωχημένες τους τελευταίους πέντε αιώνες, όπως ο ακρωτηριασμός, η τύφλωση, το κάψιμο, το γδάρσιμο, το ξεκοίλιασμα, ο θάνατος στην πυρά, το μαρτύριο του τροχού, η γκιλοτίνα κ.λπ. Και για ένα άλλο είδος ανθρώπινης βίας, την ανθρωποκτονία, τα δεδομένα είναι εξίσου εντυπωσιακά. Σύμφωνα με τον διακεκριμένο καθηγητή Εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ Μάνουελ Έισνερ, που έχει συγκεντρώσει εκατοντάδες αρχεία για ανθρωποκτονίες από χώρες και μέρη της Δυτικής Ευρώπης από το 1200 έως και τα μέσα της δεκαετίας του 1990, παντού τα ποσοστά δολοφονιών βαίνουν μειούμενα κατακόρυφα. Για παράδειγμα, από 24 ανθρωποκτονίες ανά 100.000 κατοίκους στην Αγγλία του 14ου αιώνα, ο αριθμός τους μειώθηκε σε μόλις 0,6 ανά 100.000 στις αρχές της δεκαετίας του 1960.

Σε κλίμακα δεκαετιών, τα περιεκτικά δεδομένα παρουσιάζουν επίσης εντυπωσιακά θετική εικόνα. Η πολεμική βία μειώνεται σταθερά από τα μέσα του 20ού αιώνα. Σύμφωνα με σχετική έκθεση του Human Security Brief, ο αριθμός των θανάτων σε μάχες σε διακρατικούς πολέμους έχει μειωθεί, από περισσότερους από 65.000 ετησίως τη δεκαετία του 1950, σε λιγότερους από 2.000 ετησίως τη δεκαετία του 2000. Στη Δυτική Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική, το δεύτερο μισό του αιώνα χαρακτηρίστηκε από μια απότομη μείωση του αριθμού των πολέμων, των στρατιωτικών πραξικοπημάτων και των θανατηφόρων εθνοτικών ταραχών. Και η μείωση κατά 80% του αριθμού των γενοκτονιών από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ήταν διπλάσια συγκριτικά με τη μείωση του αριθμού των ένοπλων συγκρούσεων. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ο τερματισμός του Ψυχρού Πολέμου, ο οποίος θεωρείται η έμμεση αιτία για περίπου το ένα τρίτο όλων των πολέμων, εμφύλιων και διεθνών, στη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο περίοδο, σηματοδότησε μια δραματική μείωση της βίας. Με το τέλος της εποχής της αποικιοκρατίας και της ψυχροπολεμικής περιόδου, οι πολεμικές συγκρούσεις άρχισαν να μειώνονται ραγδαία στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Μεταξύ 1992 και 2002, ο αριθμός των εμφύλιων πολέμων μειώθηκε κατακόρυφα, κατά 80%.

Το όραμα του Κένεντι

Θα μπορούσε λοιπόν, λογικά, να υποθέσει κάποιος πως, αν αυτή η τάση συνεχιστεί σταθερά, δεν απέχουμε πολύ από το οριστικό τέλος του πολέμου, δηλαδή την εξάλειψή του ως πρακτική για την υλοποίηση στόχων και επιδιώξεων από τη θεσμική εξουσία. Αλλά είναι δυνατόν να υπάρξει ένας κόσμος μη βίας; Ένας κόσμος καθολικής ειρήνης; Ίσως ακούγεται απλοϊκό ή ουτοπικό, αλλά στην πραγματικότητα αυτό το όραμα δεν είναι καινούργιο.

Πριν από εξήντα χρόνια, τον Ιούνιο του 1963, ο Πρόεδρος Τζον Κένεντι, σε ομιλία του στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, ξεδίπλωνε με τη διακριτική ρητορική δεινότητά του το όραμά του για έναν κόσμο καθολικής ειρήνης, απαλλαγμένο από πολέμους και αιματοχυσία. Μόλις πέντε μήνες πριν από τη δολοφονία του, ζήτησε δημόσια και θαρραλέα τον τερματισμό όλων των πολέμων, την εδραίωση μιας μόνιμης παγκόσμιας ειρήνης και την κατάργηση όλων των πυρηνικών όπλων. Κάλεσε τους Αμερικανούς να μην μισούν ή φοβούνται τον ρωσικό-σοβιετικό λαό, διότι, όπως είπε, είναι ένας λαός με αρετή, που είχε θυσιάσει πάνω από 20 εκατομμύρια ψυχές για να νικήσει τον Χίτλερ στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και ότι «δεν πρέπει ποτέ να το ξεχνάμε αυτό». «Μοιραζόμαστε τον ίδιο πλανήτη, αναπνέουμε τον ίδιο αέρα. Πρέπει να είμαστε σε ειρήνη μεταξύ μας. Και τα δισεκατομμύρια που ξοδεύουμε για όπλα πολέμου θα πρέπει να δαπανηθούν για την εξάλειψη της φτώχειας, την εκπαίδευση των παιδιών μας, τη δημιουργία ενός καθαρού περιβάλλοντος. Και εδώ, στην πατρίδα μας, δεν μπορεί να υπάρχει ειρήνη αν ζούμε σε ένα έθνος ανισότητας»...

Τα λόγια του θα μπορούσαν να αντηχούν στη σημερινή παγκόσμια πραγματικότητα της επιστροφής του πολέμου και της νεο-ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης: «Μπορούμε να χαιρετίσουμε τον ρωσικό λαό για τα πολλά επιτεύγματά του στην επιστήμη και στο Διάστημα, στην οικονομική και βιομηχανική ανάπτυξη, στον Πολιτισμό και σε πράξεις θάρρους (...) Ανάμεσα στα πολλά κοινά γνωρίσματα που έχουν οι λαοί των δύο χωρών μας, κανένα δεν είναι ισχυρότερο από την αμοιβαία αποστροφή μας για τον πόλεμο. Σχεδόν μοναδική περίπτωση μεταξύ των μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων (ΗΠΑ και Ρωσία), δεν έχουμε έρθει ποτέ σε πόλεμο μεταξύ μας. Και κανένα έθνος στην ιστορία του πολέμου δεν υπέφερε ποτέ περισσότερο απ’ ό,τι υπέφερε η Σοβιετική Ένωση στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Τουλάχιστον 20 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Αμέτρητα εκατομμύρια σπίτια και αγροκτήματα κάηκαν ή λεηλατήθηκαν. Το ένα τρίτο της επικράτειας του έθνους, συμπεριλαμβανομένων σχεδόν των δύο τρίτων της βιομηχανικής του βάσης, μετατράπηκε σε έρημο - μια απώλεια ισοδύναμη με την καταστροφή αυτής της χώρας ανατολικά του Σικάγο. Γιατί και οι δύο δίνουμε σε όπλα τεράστια χρηματικά ποσά, τα οποία θα μπορούσαν καλύτερα να διατεθούν για την καταπολέμηση της άγνοιας, της φτώχειας και των ασθενειών; Είμαστε και οι δύο εγκλωβισμένοι σε έναν φαύλο και επικίνδυνο κύκλο, στον οποίο η καχυποψία από τη μια πλευρά γεννά καχυποψία από την άλλη και τα νέα όπλα γεννούν αντίπαλα όπλα. Έτσι, επέλεξα αυτή τη στιγμή και αυτό το μέρος για να συζητήσω ένα θέμα για το οποίο η άγνοια πολύ συχνά αφθονεί και η αλήθεια είναι πολύ σπάνια αντιληπτή. Ωστόσο, είναι το πιο σημαντικό θέμα στη Γη: η παγκόσμια ειρήνη.

Τι είδους ειρήνη εννοώ; Τι είδους ειρήνη θέλουμε; Όχι μια Pax Americana, που επιβάλλεται στον κόσμο από αμερικανικά όπλα πολέμου. Όχι τη γαλήνη του τάφου. Μιλάω για τη γνήσια ειρήνη, το είδος της ειρήνης που κάνει τη ζωή στη Γη να αξίζει, το είδος της ειρήνης που δίνει τη δυνατότητα στους πολίτες και στα έθνη να αναπτυχθούν και να ελπίζουν και να οικοδομήσουν μια καλύτερη ζωή για τα παιδιά τους. Όχι μόνο ειρήνη για τους Αμερικανούς, αλλά ειρήνη για όλους τους ανθρώπους. Όχι απλώς ειρήνη στην εποχή μας, αλλά ειρήνη για πάντα. Μιλάω για ειρήνη λόγω του νέου προσώπου του πολέμου. Ο ολοκληρωτικός πόλεμος δεν έχει νόημα σε μια εποχή που οι μεγάλες δυνάμεις μπορούν να διατηρήσουν μεγάλες και σχετικά άτρωτες πυρηνικές δυνάμεις και να αρνηθούν να παραδοθούν χωρίς να καταφύγουν σ’ αυτές. Δεν έχει νόημα σε μια εποχή που ένα μόνο πυρηνικό όπλο έχει σχεδόν δέκα φορές την εκρηκτική ισχύ όλων των συμμαχικών αεροπορικών δυνάμεων στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν έχει νόημα σε μια εποχή που τα θανατηφόρα δηλητήρια που παράγονται από μια πυρηνική έκρηξη θα μεταφερθούν από τον άνεμο και το νερό και το έδαφος και τους σπόρους στις μακρινές γωνιές του πλανήτη και σε γενιές που δεν έχουν ακόμη γεννηθεί. Διότι, σε τελική ανάλυση, ο βασικότερος κοινός μας σύνδεσμος είναι ότι όλοι κατοικούμε σ’ αυτόν τον μικρό πλανήτη. Όλοι αναπνέουμε τον ίδιο αέρα. Όλοι αγαπάμε το μέλλον των παιδιών μας. Και είμαστε όλοι θνητοί».

Σταχυολογώντας αποσπάσματα της ομιλίας αυτής, ο γνωστός ακτιβιστής σκηνοθέτης Μάικλ Μουρ έγραψε στο προσωπικό ιστολόγιό του: «Οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί της Σοβιετικής Ένωσης ήταν σύμμαχοί μας. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος πιθανότατα θα είχε χαθεί χωρίς αυτούς. Ο ρωσικός λαός και ο ουκρανικός λαός είναι φίλοι μας. Η τρέλα πρέπει να τελειώσει. Η ειρήνη μπορεί να επιτευχθεί. Αν χάσουμε την πίστη μας σ’ αυτό, τότε, όπως ειπώθηκε πριν από εξήντα χρόνια αυτή την ημέρα, τελικά όλα θα χαθούν. Διαβάστε τα λόγια του Κένεντι πριν σβήσετε τα φώτα απόψε»...

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL