Live τώρα    
15°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
15 °C
12.5°C16.5°C
2 BF 59%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
12 °C
9.7°C13.1°C
2 BF 72%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
13 °C
8.0°C13.3°C
2 BF 71%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
12 °C
11.1°C13.6°C
2 BF 76%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
8 °C
7.9°C11.8°C
0 BF 81%
Αστικοποίηση: Κινούμενη άμμος σε έναν πλανήτη που καταρρέει
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Αστικοποίηση: Κινούμενη άμμος σε έναν πλανήτη που καταρρέει

ΠΟΛΗ

Πόλεις, μητροπόλεις, μεγαλουπόλεις, κοσμο-πόλεις... Αναζητώντας αντιπροσωπευτικά γνωρίσματα της εποχής μας πέρα από τον κατακερματισμό στη διεθνή σκηνή, τα ιμπεριαλιστικά μαλλιοτραβήγματα, τη λογική του καπιταλιστικού μονόδρομου, την κλιματική κρίση, την απουσία ρεαλιστικών εναλλακτικών οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης, η αστικοποίηση (urbanization) είναι σίγουρα ακόμη ένα από αυτά. Η τάση των ανθρώπων να εγκαταλείπουν τις μικρές τοπικές κοινότητές τους στην ύπαιθρο για να ζήσουν στις πόλεις, με συνεπακόλουθο αποτέλεσμα την αέναη επέκταση του αστικού ιστού, είναι ένα από τα αδιαμφισβήτητα στίγματα της εποχής.

Στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας τους, οι ανθρώπινοι πληθυσμοί σε όλον τον πλανήτη ζούσαν κυρίως οργανωμένοι σε μικρές, τοπικές κοινότητες. Τους τελευταίους αιώνες -και ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες- η συνθήκη αυτή έχει αλλάξει δραματικά. Η μαζική μετανάστευση από τις αγροτικές στις αστικές περιοχές επιτάχυνε και διεύρυνε, γεωγραφικά και κοινωνικοοικονομικά, το φαινόμενο της αστικοποίησης.

Αλλά πόσοι άνθρωποι ζουν σήμερα σε αστικές περιοχές; Με βάση το «μόνιτορ» του ΟΗΕ για τις Προοπτικές της Παγκόσμιας Αστικοποίησης και τον αριθμό των ανθρώπων που διαβιούν σε αστικές και αγροτικές περιοχές σε παγκόσμια κλίμακα, περισσότεροι από 4,3 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν σήμερα σε πόλεις. Αυτό σημαίνει ότι πάνω από το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού (το 55%) ζει σε αστικό περιβάλλον. Ο ΟΗΕ εκτιμά πως αυτό το ορόσημο -δηλαδή το χρονικό σημείο που αριθμός των ανθρώπων στις αστικές περιοχές ξεπέρασε εκείνον των αγροτικών περιοχών- καταγράφηκε πολύ πρόσφατα, το 2007.

Τα δεδομένα αλλάζουν

Βασισμένες σε στοιχεία από εθνικές απογραφές, οι αναλύσεις του ΟΗΕ δείχνουν ότι το 1960 δύο φορές περισσότεροι άνθρωποι ζούσαν σε αγροτικές περιοχές (2 δισεκατομμύρια) απ’ ό,τι σε αστικές (1 δισεκατομμύριο). Το 2007 οι αστικοί και αγροτικοί πληθυσμοί ήταν σχεδόν ίσοι με 3,33 δισεκατομμύρια ο καθένας. Το 2016 οι αστικοί πληθυσμοί αυξήθηκαν σε 4 δισεκατομμύρια, ενώ ο παγκόσμιος αγροτικός πληθυσμός αυξήθηκε οριακά στα 3,4 δισεκατομμύρια.

Ο πλούσιος κόσμος είναι αυτός που κατέχει τα «πρωτεία» -και- στην αστικοποίηση. Οι στατιστικές δείχνουν ότι στις περισσότερες χώρες υψηλού εισοδήματος της δυτικής Ευρώπης, Αμερικής, Μέσης Ανατολής, στην Αυστραλία και την Ιαπωνία πάνω από το 80% του πληθυσμού ζει σε αστικές περιοχές. Στις περισσότερες χώρες μεσαίου, προς τα άνω, εισοδήματος της ανατολικής Ευρώπης, ανατολικής Ασίας, βόρειας και νότιας Αφρικής και νότιας Αμερικής το ποσοστό αυτό κυμαίνεται μεταξύ 50% και 80% του πληθυσμού. Σε πολλές άλλες χώρες χαμηλού ή μεσαίου, προς τα κάτω, εισοδήματος, η πλειονότητα των ανθρώπων εξακολουθεί να ζει στην ύπαιθρο.

Ωστόσο, η κατάσταση μεταβάλλεται ραγδαία. Τα ποσοστά αστικοποίησης αυξάνονται με ταχύτητα τα τελευταία χρόνια. Σε πολλές χώρες καταγράφεται ταχεία μετανάστευση πληθυσμών στις πόλεις. Ενδεικτικά στην Ελλάδα το 2020 το 79,71% του πληθυσμού ζούσε σε αστικές περιοχές. Το υψηλότερο ποσοστό αστικοποίησης στην ηπειρωτική Ευρώπη έχει η Ολλανδία με 92,24%, στην αμερικανική ήπειρο η Ουρουγουάη με 95,51%, στην Ασία η Ιαπωνία με 91,78%, στην Αφρική η Γκαμπόν με 90,09%, στη Μέση Ανατολή το Ισραήλ με 92,59%. Οι μοναδικές ευρωπαϊκές χώρες όπου ο περισσότερος πληθυσμός τους ζει στην ύπαιθρο είναι η Μολδαβία (ποσοστό αστικοποίησης 42,85%) και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη (49,02%).

Τα ποσοστά αστικοποίησης αυξάνονται με ταχύτητα σε όλες τις περιοχές του κόσμου. Αν σκεφτεί κάποιος ότι το 1800 λιγότερο από το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού ζούσε σε αστικές περιοχές, αντιλαμβάνεται ότι σήμερα η εικόνα είναι πλήρως ανεστραμμένη.

Η αστικοποίηση θα συνεχίσει να διογκώνεται ως αποτέλεσμα της αύξησης των εισοδημάτων και της απομάκρυνσης από τις γεωργικές ασχολίες. Αλλά εδώ υπάρχει ένα κρίσιμο στοιχείο που ορίζει μια σειρά άλλων κοινωνικοοικονομικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων, τα οποία συνδέονται με την αστικοποίηση. Μπορεί να υπάρχει η εντύπωση πως οι σύγχρονες πόλεις διευρύνονται και επεκτείνονται καταλαμβάνοντας όλο και περισσότερο χώρο, ωστόσο η πραγματικότητα είναι ότι μόνο το 1% περίπου της έκτασης του πλανήτη ορίζεται ως κατοικημένη περιοχή. Τι σημαίνει αυτό;  Ότι όλο και περισσότερος κόσμος στοιβάζεται σε ήδη πυκνοκατοικημένα μέρη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το περιβάλλον, την κοινωνική συνοχή, τη δημόσια υγεία.

Από την ύπαιθρο στις παραγκουπόλεις

Η αστικοποίηση έχει συνδεθεί εδώ και πολύ καιρό με την ευρύτερη ανθρώπινη ανάπτυξη και πρόοδο, όμως πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι το αστικό περιβάλλον μπορεί επίσης να αποτελεί το «φυσικό περιβάλλον» της ανάπτυξης μεγάλων ανισοτήτων και σοβαρών προβλημάτων δημόσιας υγείας.

Κατά πολλούς τρόπους οι πόλεις αποτελούν πυρήνες πολύπλευρων λειτουργιών για τις κοινωνίες. Είναι η καρδιά της τεχνολογικής και οικονομικής ανάπτυξης πολλών εθνών, αλλά ταυτόχρονα χρησιμεύουν ως πρόσφορο έδαφος για την άνθηση της φτώχειας, των ανισοτήτων, της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, των μεταδοτικών ασθενειών.  Όταν μεγάλος αριθμός ανθρώπων συγκεντρώνεται στις πόλεις, προκύπτουν προβλήματα, ιδιαίτερα για τους πιο φτωχούς από αυτούς.

Οι περισσότεροι φτωχοί των πόλεων ζουν σε παραγκουπόλεις, που δεν υπόκεινται σε κανενός είδους πολεοδομική ρύθμιση, βιώνουν συνθήκες συμφόρησης, βρίσκονται κοντά σε ανοιχτούς υπονόμους και περιορίζονται σε γεωγραφικά επικίνδυνες περιοχές, όπως πλαγιές λόφων, όχθες ποταμών, λεκάνες απορροής οι οποίες είναι επιρρεπείς σε κατολισθήσεις, πλημμύρες ή ακόμη και κινδύνους από τη λειτουργία εργοστασίων.  Όλοι αυτοί οι παράγοντες οδηγούν στη διάδοση μεταδοτικών και μη μεταδοτικών ασθενειών, ρύπανση, κακή διατροφή, κυκλοφοριακή συμφόρηση. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι φτωχοί μεταδίδονται και στους άλλους κατοίκους των πόλεων.

Καθώς η τάση για αστικοποίηση συνεχίζεται, η δευτερογενής επίδραση εντείνεται και αποκτά παγκόσμια διάσταση, πλήττοντας όλο και μεγαλύτερους πληθυσμούς στον πλανήτη. Ο ΟΗΕ υπενθυμίζει ότι βασικό μέτρο της ποιότητας του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων των πόλεων είναι το μερίδιο του πληθυσμού τους που ζει στις παραγκουπόλεις. Το νοικοκυριό της παραγκούπολης είναι η ομάδα των ανθρώπων που ζουν κάτω από την ίδια στέγη χωρίς να πληρούνται μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις: πρόσβαση σε πόσιμο νερό, πρόσβαση σε αποχέτευση, επαρκής χώρος διαβίωσης, ανθεκτικότητα καταλύματος.

ΦΑΒΕΛΑ

Οι πιο πρόσφατες εκτιμήσεις σε παγκόσμια κλίμακα υποδεικνύουν ότι σχεδόν 1 στους 3 ανθρώπους στις αστικές περιοχές ζει σήμερα σε παραγκουπόλεις. Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα δεδομένα, στις περισσότερες χώρες της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, μεταξύ 10% και 30% των πληθυσμών των πόλεών τους ζουν σε παραγκουπόλεις! Τα νοικοκυριά των παραγκουπόλεων είναι επίσης πολύ περισσότερα σε όλη την υποσαχάρια Αφρική. Στις περισσότερες χώρες της περιοχής αφορά πάνω από το μισό των αστικών πληθυσμών, ενώ σε μερικές, όπως το Σουδάν, το Νότιο Σουδάν και η Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, περισσότερο από το 90%!

Στην Ευρώπη η χώρα με τον μεγαλύτερο πληθυσμό παραγκουπόλεων είναι η Μολδαβία (59,2% του αστικού πληθυσμού). Ακολουθεί η Λευκορωσία με 33,2%, το Μαυροβούνιο με 27,1%, η Ουγγαρία με 13,6%. Στην Ελλάδα το ποσοστό του αστικού πληθυσμού που ζει σε παραγκουπόλεις είναι 3%. Στον αντίποδα, στη Γερμανία, τη Σουηδία, τη Νορβηγία το ποσοστό αυτό είναι μικρότερο του 0,01%.

«Θερμοκήπια» της φτώχειας

Με την πάροδο του χρόνου, το μερίδιο του αστικού πληθυσμού των παραγκουπόλεων μειώθηκε στις περισσότερες χώρες.  Έτσι, από το 1990 έως το 2014 ο πληθυσμός μειώθηκε από 44% σε 25% στην Κίνα, από 55% σε 24% στην Ινδία, από 37% σε 22% στη Βραζιλία, από 77% σε 50% στη Νιγηρία. Είναι γεγονός ότι, παρά τη συνεχιζόμενη αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και των ποσοστών αστικοποίησης στις περισσότερες χώρες, ο απόλυτος αριθμός των ανθρώπων που ζουν σήμερα σε παραγκουπόλεις έχει όντως μειωθεί σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ.

Αλλά τα προβλήματα δεν τελειώνουν εδώ. Μελέτη του Ινστιτούτου Τροπικής Υγείας και Ιατρικής του Πανεπιστημίου Τζέιμς Κουκ της Αυστραλίας που δημοσιεύθηκε το 2020 αναφέρει ότι τα σημαντικότερα προβλήματα δημόσιας υγείας που σχετίζονται με την αστικοποίηση είναι η ρύπανση, οι μεταδοτικές ασθένειες, οι κακές συνθήκες υγιεινής και στέγασης, η κακή διατροφή.  Όλα αυτά έχουν άμεσες επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των ανθρώπων που ζουν σε αστικό περιβάλλον, ενώ επιβαρύνουν τα συστήματα Υγείας και τους πόρους τους.

Η αστικοποίηση έχει σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στη διατροφική υγεία των φτωχών. Επειδή τα οικονομικά τους είναι περιορισμένα και το κόστος των τροφίμων είναι υψηλότερο στις πόλεις, δεν μπορούν να έχουν δίαιτες θρεπτικές και υγιεινές κι αυτό οδηγεί σε σύνδρομα και ασθένειες που σχετίζονται με την κακή διατροφή. Επιπλέον, οι συνθήκες οδηγούν συχνά τους φτωχούς των πόλεων στο φαγητό του δρόμου και σε ό,τι συνεπάγεται η κατανάλωση πρόχειρα παρασκευασμένων γευμάτων με αμφίβολης ποιότητας υλικά. Οι φτωχοί της «κεντρικής λεωφόρου» υποφέρουν επίσης συχνά από παχυσαρκία, ένα χρόνιο πρόβλημα που συμβάλλει στην εμφάνιση άλλων χρόνιων ασθενειών, όπως ο καρκίνος, ο διαβήτης, οι καρδιακές παθήσεις.

Η ρύπανση είναι ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στην κακή υγεία στο αστικό περιβάλλον. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει υπολογίσει ότι 6,5 εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν το 2016 (11,6% όλων των θανάτων παγκοσμίως) ως συνέπεια της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους και σχεδόν το 90% των θανάτων που σχετίζονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση σημειώθηκαν σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος. Η κακή διατροφή και η ρύπανση συμβάλλουν σε μια τρίτη μεγάλη πρόκληση για τους αστικούς πληθυσμούς: τις μεταδοτικές ασθένειες. Οι φτωχοί ζουν σε συνθήκες συμφόρησης, κοντά σε ανοιχτούς υπονόμους και στάσιμα νερά και ως εκ τούτου εκτίθενται συνεχώς σε ανθυγιεινά απόβλητα. Η ρύπανση σε γη και αέρα από τις συμφορημένες αστικές περιοχές αποτελεί έναν σοβαρό παράγοντα επιβάρυνσης της τοπικής και παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής, προκαλώντας άμεσα προβλήματα υγείας, όπως αναπνευστικές ασθένειες, καρδιαγγειακές παθήσεις και καρκίνους που πλήττουν τόσο τους φτωχούς όσο και τους πλούσιους.

Αντιμετωπίζοντας την πρόκληση

Αν και η αστικοποίηση έχει γίνει ένα μη αναστρέψιμο φαινόμενο, πολλοί ζητούν να αντιμετωπιστούν οι βαθύτερες αιτίες του προβλήματος. Αλλά αυτό μοιάζει με μια εξαιρετικά περίπλοκη εξίσωση, ο μεγάλος άγνωστος της οποίας είναι το πώς μπορεί να βελτιωθεί η ζωή στην ύπαιθρο και να αυξηθούν τα εισοδήματα των ανθρώπων της.

Το βέβαιο είναι ότι μέχρι να βελτιωθούν οι συνθήκες στην ύπαιθρο, οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να φεύγουν από τα χωριά τους με σκοπό να εγκατασταθούν στις πόλεις. Με δεδομένες τις προκλήσεις που θέτει κάθε προσπάθεια βελτίωσης του αγροτικού εισοδήματος και γενικότερα των εισοδημάτων των ανθρώπων της υπαίθρου, οι βαθύτερες αιτίες της αστικοποίησης είναι απίθανο να αντιμετωπιστούν στο εγγύς μέλλον. Ως εκ τούτου, οι κυβερνήσεις και οι σχετικές υπηρεσίες καλούνται να επικεντρωθούν στην προσαρμογή στις προκλήσεις της αστικοποίησης επιδιώκοντας παράλληλα τον περιορισμό της.

Η επίτευξη αυτού του κεντρικού στόχου είναι κρίσιμης σημασίας, καθώς αναμένεται έξαρση του φαινομένου τις επόμενες δεκαετίες. Σε όλες τις χώρες τα μερίδια των αστικών πληθυσμών αναμένεται να αυξηθούν, αν και με διαφορετικούς ρυθμούς. Μέχρι το 2050 προβλέπεται ότι το 68% του παγκόσμιου πληθυσμού θα ζει σε αστικές περιοχές (από 54% το 2016). Στην πραγματικότητα, μέχρι το 2050 θα υπάρχουν πολύ λίγες χώρες όπου οι πληθυσμοί τής υπαίθρου θα είναι μεγαλύτεροι από εκείνους των πόλεων. Αυτό αφορά πολλά έθνη της υποσαχάριας Αφρικής, της Ασίας, του Ειρηνικού, της Λατινικής Αμερικής.

Με βάση τα μοντέλα πρόβλεψης του ΟΗΕ, το 2050 ο πληθυσμός του πλανήτη θα φτάσει τα 9,8 δισεκατομμύρια. Υπολογίζεται ότι πάνω από δύο φορές περισσότεροι άνθρωποι θα ζουν σε αστικές περιοχές (6,7 δισεκατομμύρια), παρά σε αγροτικές (3,1 δισεκατομμύρια). Το 2018, με τον παγκόσμιο πληθυσμό στα 7,6 δισεκατομμύρια, τα 4,2 ζούσαν σε αστικές περιοχές και τα 3,4 στην ύπαιθρο.

Είναι ξεκάθαρο ότι η αστικοποίηση δεν μπορεί να περιοριστεί, πόσο μάλλον να σταματήσει.  Ένα μέρος της εξήγησης γι’ αυτό ίσως βρίσκεται στο ότι είναι ένα εξαιρετικά πολύπλοκο και πολυδιάστατο φαινόμενο και, ταυτόχρονα, μια «επαμφοτερίζουσα» κατάσταση. Υπάρχουν πολλά αναγνωρισμένα οφέλη, λένε οι ειδικοί, που απορρέουν από το αστικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης της υψηλής πυκνότητας οικονομικής δραστηριότητας, των συντομότερων εμπορικών οδών, της μεγάλης διαθεσιμότητας ανθρώπινου κεφαλαίου, της ύπαρξης υποδομών, του καταμερισμού της εργασίας.

Με βάση άλλες θεωρίες, ο βαθμός αστικοποίησης μπορεί επίσης να αποτελεί, μεταξύ άλλων, και προγνωστικό παράγοντα μελλοντικής οικονομικής ανάπτυξης! Δηλαδή χώρες με υψηλότερο αρχικό μερίδιο αστικού πληθυσμού ενδέχεται να επιτύχουν ταχύτερη οικονομική ανάπτυξη συγκριτικά με εκείνες που έχουν μικρότερους αστικούς πληθυσμούς.

Όμως σε έναν πλανήτη που βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης αυτό μπορεί να είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια...

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL