Τα φώτα σβήνουν αλλά όχι εντελώς. Δεχόμαστε την καλησπέρα του Θάνου Λέκκα που υποδύεται τον συγγραφέα και αναλαμβάνει να μας απευθυνθεί, για να μας παρασύρει στη συνθήκη του έργου. Ένα έργο σύγχρονο, ιδιαίτερο με βαριά ιστορία από πίσω. Βαριά γιατί αν τη σκεφτείς στην πραγματική του διάσταση είναι αδύνατον να συνεχίσεις την καθημερινότητά σου σαν να μην έγινε τίποτα.
Με αυτή την ηρεμία και την εσωτερικότητα ο Θάνος Λέκκας μας βάζει στον κόσμο του Σέρχιο Μπλάνκο, του πραγματικού συγγραφέα, μπροστά ακριβώς από το ρεαλιστικό σκηνικό του Κώστα Πολίτη που είναι ένα γήπεδο μπάσκετ στις φυλακές περικυκλωμένο από όλα εκείνα τα συρματοπλέγματα που κυκλώνουν τα γήπεδα των φυλακών.
Η ιδέα ενός συγγραφέα να φτιάξει μαζί με έναν κρατούμενο πατροκτόνο ένα θεατρικό έργο με την ιστορία του, με τους δυο τους πάνω στη σκηνή γίνεται αφορμή για να ειπωθεί μια σκληρή ιστορία, να γίνουμε μάρτυρες μιας πραγματικότητας που την έχουμε τοποθετήσει μακριά για να μη μας μολύνει με τις πληροφορίες της. Το υπουργείο απαγορεύει τελικά στον κρατούμενο να ανέβει στη σκηνή και επιτρέπει μόνο τις συναντήσεις του με το συγγραφέα με σκοπό τη συγγραφή του έργου και το ανέβασμα χωρίς αυτόν αλλά με έναν επαγγελματία ηθοποιό.
Και όλα αρχίζουν αλλιώς. Μπροστά στα μάτια μας και μπροστά σε έναν ρεαλιστικό σκηνικό κόσμο, δυο ηθοποιοί με μοναδική υποκριτική μαεστρία, ζωντανεύουν τις μνήμες μιας πατροκτονίας και της πραγματικής της ιστορίας και γεννούν ταυτόχρονα κομβικά ερωτήματα γύρω από τα σωφρονιστικά συστήματα, το ρόλο της τέχνης και της αφήγησης.
Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος με μια σκηνοθεσία επικεντρωμένη στους ηθοποιούς του, το Θάνο Λέκκα και τον Δημήτρη Καπουράνη, τους δημιουργεί τον απαραίτητο χώρο να φτάσουν με απλότητα και καθόλου βίαια συγκλονιστικά υποκριτικά σημεία για να μπορέσουν να μας κάνουν να ακούσουμε την ιστορία. Και οι δυο φτιάχνουν ολοκληρωμένους ρόλους, γεννώντας στην ακοή μας την ανάγκη να φτάσουμε στην καρδιά της ιστορίας και να οδηγηθούμε σε μια συγκίνηση και μια επανανοηματοδότηση της δικής μας ύπαρξης. Ο Θάνος Λέκκας χωρίς καμία υπερβολή ζωντανεύει την αγωνία του συγγραφέα να ακούσει την ιστορία και να τη μεταφέρει στα σανίδια με απλότητα και μάτια βαθιά ριζωμένα στο ρόλο, την ώρα που ο Δημήτρης Καπουράνης εναλλάσσεται από το ρόλο του πατροκτόνου στο ρόλο του ηθοποιού που τελικά θα ερμηνεύσει το ρόλο με μια μαγική σωματικά και λεκτικά άνεση και δεξιοτεχνία που τη σέρνεις μαζί σου καθώς φεύγεις.
Η σκηνοθετική ματιά δημιουργεί ένα ασφαλές σύμπαν για να ακουστεί μια δύσκολη θεματικά ιστορία ακριβώς γιατί πρώτα από όλα τη σέβεται και την υπακούει και μοιάζει να έχει πετάξει όλα τα περιττά με την ασφάλεια βέβαια που τις παρέχουν οι δυο αυτοί ηθοποιοί που ευτυχώς μας απασχολούν και θα μας απασχολούν και στο μέλλον ξεκάθαρα. Στην κεντρική σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου υπάρχει μια θεατρική νησίδα που αν οδηγήσετε εκεί τα μάτια σας και τα αυτιά σας μπορεί να μετατραπεί σε μια άλλη θεατρική ανάσα, σε Μια άλλη Θήβα.