Πλήρως δικαιώθηκαν οι απόδημοι οι οποίοι ζήτησαν αντίγραφα των δεδομένων που έχει στην κατοχή του το υπουργείο Εσωτερικών και τα οποία διέρρευσαν με το σκάνδαλο Ασημακοπούλου, μετά την αρχική άρνηση του ΥΠΕΣ να ικανοποιήσει το νόμιμο δικαίωμά τους.
Όπως τονίζει ο Βασίλης Σωτηρόπουλος, δικηγόρος Ελλήνων του εξωτερικού που έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη, «ο υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων του υπουργείου (DPO) ύστερα από χθεσινή μου καταγγελία, συμφωνεί ότι πράγματι εφόσον η ταυτοποίηση των υποκειμένων των δεδομένων γίνεται με ηπιότερο τρόπο (πχ τηλεφώνημα) τότε το υπουργείο μπορεί κανονικά να τους διαβιβάσει αντίγραφα των δεδομένων τους».
«Διατηρώντας σαφή απόσταση από την θέση της υπηρεσίας που επέβαλε στους απόδημους ταυτοποίηση μέσω GOV, ο DPO του υπουργείου συντάσσεται υπέρ της άμεσης και χωρίς καθυστέρηση παροχής αντιγράφων των δεδομένων στους απόδημους χωρίς περιττή γραφειοκρατία» σημειώνει ο Β. Σωτηρόπουλος κάνοντας λόγω για «δικαίωση».
Υπενθυμίζεται ότι ενώ οι απόδημοι υπέβαλαν αιτήματα στο υπουργείο Εσωτερικών για να τους χορηγηθούν αντίγραφα από τα δεδομένα που τηρεί το ΥΠΕΣ με τον σχετικό εκλογικό κατάλογο, το υπουργείο, σύμφωνα με τον κ. Σωτηρόπουλο, απάντησε με μια «αυτοματοποιημένη γενικότητα που απλώς αναπαράγει άρθρα και διατάξεις του GDPR χωρίς όμως να ικανοποιεί το δικαίωμα χορήγησης αντιγράφων».
Τελικά σήμερα ο υπεύθυνος Προστασίας Δεδομένων στο ΥΠΕΣ συντάσσεται υπέρ της άμεσης και χωρίς καθυστέρηση παροχής των εν λόγω αντιγράφων.
Αναλυτικά το έγγραφο που επικαλείται ο κ. Σωτηρόπουλος:
«1. Σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 6 του ΓΚΠΔ ο υπεύθυνος επεξεργασίας εφόσον έχει αμφιβολίες για την ταυτότητα του υποκειμένου έχει τη δυνατότητα να ζητήσει την παροχή πρόσθετων πληροφοριών αναγκαίων για την επιβεβαίωση της ταυτότητας του υποκειμένου των δεδομένων, έχοντας όμως την υποχρέωση εφαρμογής της αρχής της ελαχιστοποίησης των δεδομένων του άρθρου 5 του ΓΚΠΔ.
Δηλαδή ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να ζητά από τα υποκείμενα τα απολύτως απαραίτητα πρόσθετα στοιχεία και όχι στοιχεία που περιττεύουν.
2. Το επίπεδο της ταυτοποίησης που επιλέγει να διενεργήσει ο Υπεύθυνος Επεξεργασίας δέον να αποτελεί συνάρτηση της φύσης του αιτήματος, της ευαισθησίας των διαβιβαζόμενων πληροφοριών και του πλαισίου, εντός του οποίου το αίτημα έχει υποβληθεί.
Για παράδειγμα, είναι δυσανάλογο να ζητείται το αντίγραφο δελτίου ταυτότητας όταν ο αιτών έχει υποβάλει το αίτημά του μέσα σε περιβάλλον, στο οποίο αυτός είναι ήδη ταυτοποιημένος. Στην περίπτωση που εξετάζουμε πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το δικαίωμα στη πρόσβαση των υποκειμένων καθώς και το αίτημα για λήψη αντιγράφου της αίτησης που είχε υποβληθεί για τη συμπερίληψη στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους του έτους 2023, δεν υποβάλλεται εντός του ίδιου ηλεκτρονικού περιβάλλοντος (πλατφόρμα) αλλά σε διακριτό σύστημα μέσω υποβολής αιτήματος μέσω του Υπεύθυνου Προστασίας Δεδομένων .
3. Πρέπει να εξεταστούν από τον υπεύθυνο επεξεργασίας πιθανοί τρόποι διευκόλυνσης των υποκειμένων για την ταυτοποίησή τους όπως για παράδειγμα η τηλεφωνική επικοινωνία εφόσον αναγράφεται ο αριθμός τηλεφώνου στην αντίστοιχη αίτηση.
4. Η προθεσμία για την απάντηση εντός ενός μηνός προς το υποκείμενο που προβλέπεται στο άρθρο 12 παρ. 3, δεν παρατείνεται ή δεν αναστέλλεται στην περίπτωση που το υποκείμενο δεν έχει αποστείλει ταυτοποιητικά στοιχεία ειδικά στην περίπτωση που κριθεί ότι η αποστολή τους δεν ήταν αναγκαία για την ικανοποίηση του αιτήματος.
5. Περαιτέρω καθυστέρηση στην ικανοποίηση του αιτήματος πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς προς το υποκείμενο εντός της προθεσμίας του ενός μήνα από τη λήψη του αιτήματος.
Κατόπιν των ανωτέρω παρακαλούμε για τις ενέργειές σας κατά λόγω αρμοδιότητας ως Υπεύθυνου Επεξεργασίας στην προκειμένη περίπτωση».