Του Χρήστου Λαμπρίδη*
Η επιχειρούμενη αλλαγή στη σύνθεση της Επιτροπής Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Λιμένων (ΕΣΑΛ) αποτελεί ένα ακόμα επεισόδιο στην προσπάθεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη να υποτάξει το κράτος στις κομματικές της επιθυμίες και σχεδιασμούς.
Δεν μπορεί κανείς να ερμηνεύσει με άλλον τρόπο τη διάταξη του άρθρου 64 του νομοσχεδίου του υπουργείου Ναυτιλίας, το οποίο εισήχθη για συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, με την οποία αλλάζει η σύνθεση της ΕΣΑΛ και στη θέση των υπηρεσιακών στελεχών προτείνεται να συμμετέχουν πλέον γενικοί γραμματείς των υπουργείων, δηλαδή πολιτικά/ κυβερνητικά στελέχη, τοποθετημένα από τον εκάστοτε πρωθυπουργό και τον αρμόδιο υπουργό.
Η ΕΣΑΛ θεσμοθετήθηκε με τον Νόμο 2932/2001 και αποτελεί διυπουργική επιτροπή, στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι δέκα υπουργείων (Ναυτιλίας, Οικονομικών, Ανάπτυξης, Υποδομών και Μεταφορών, Περιβάλλοντος, Εθνικής Άμυνας, Πολιτισμού, Εσωτερικών, Τουρισμού, Αγροτικής Ανάπτυξης) και φορέων (Ρυθμιστικής Αρχής Λιμένων και Πανελλήνιας Ένωσης Πλοιάρχων Εμπορικού Ναυτικού χωρίς δικαίωμα ψήφου). Η ΕΣΑΛ αξιολογεί τις μελέτες που αφορούν όλες τις προτάσεις νέων λιμενικών έργων που σχεδιάζεται να υλοποιηθούν στη χώρα καθώς και στα ολοκληρωμένα σχέδια ανάπτυξης των λιμανιών και τις εγκρίνει ή γνωμοδοτεί επί αυτών.
Η δυνατότητα υπηρεσιακών στελεχών με επιστημονική γνώση / κατάρτιση και εμπειρία στο αντικείμενό τους, να μπορούν να αξιολογήσουν από κοινού τις μελέτες και να εξετάσουν όλες τις πτυχές της κατασκευής και λειτουργίας ενός λιμενικού έργου, όχι μόνο εξασφάλιζε την τεχνική και λειτουργική αρτιότητα του έργου αλλά και ταχύτητα στην αδειοδότησή του.
Καταθέτοντας την εμπειρία των τρεισήμισι χρόνων που απέκτησα στη θέση του προέδρου της ΕΣΑΛ, μπορώ να αναφέρω μεταξύ άλλων ότι, εξαιτίας των παρεμβάσεων / υποδείξεων και διορθώσεων σε μελέτες από την Επιτροπή, αποφεύχθηκε η κατασκευή λιμενικών έργων τα οποία είτε εμπόδιζαν τα πλοία να προσεγγίσουν με ασφάλεια στα λιμάνια είτε αφορούσαν περιττές ή ογκώδεις κατασκευές οι οποίες θα επιβάρυναν άσκοπα τον δημόσιο προϋπολογισμό και την αισθητική του τοπίου προκαλώντας ταυτόχρονα μεγάλες περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις, φαινόμενα διάβρωσης των ακτών ή προσαμμώσεων.
Τα μέλη της ΕΣΑΛ μέσω των αποφάσεων της Επιτροπής προστάτευσαν την πολιτιστική κληρονομιά και τη δημόσια περιουσία και συνέβαλαν στην ενίσχυση της αναπτυξιακής και λειτουργικής απόδοσης των έργων στην οικονομία και την κοινωνία.
Συγκρούσεις με εργολάβους
Αυτή η λειτουργία της ΕΣΑΛ, η οποία διασφάλιζε το δημόσιο συμφέρον, έφερε πολλές φορές σε σύγκρουση τις αποφάσεις της Επιτροπής με εργολαβικά ή συντεχνιακά / τοπικά συμφέροντα, τα οποία, για παράδειγμα, μέσω των τεχνικών χαρακτηριστικών ενός έργου, του προϋπολογισμού του ή της τοποθεσίας κατασκευής του επεδίωκαν συγκεκριμένα οφέλη.
Με την αλλαγή στη σύνθεση της ΕΣΑΛ, η κυβέρνηση Μητσοτάκη αυτό ακριβώς επιδιώκει: να απαλλαγεί από τις «ενοχλητικές» υποδείξεις και διορθώσεις των υπηρεσιακών στελεχών της Επιτροπής που λειτουργούσαν με κριτήριο την επιστημονική τους γνώση, την πολύτιμη εμπειρία τους και τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος και γι' αυτό τα αντικαθιστά με κομματικά / πολιτικά στελέχη προκειμένου ανενόχλητη να προωθήσει τις επιδιώξεις αυτών των συμφερόντων. Ίσως το «στραπάτσο» που υπέστη η κυβέρνηση, με τις απορριπτικές αποφάσεις της ΕΣΑΛ για επενδύσεις του ΟΛΠ επί των ημερών της, παρά τα όσα η Ν.Δ. έταζε προεκλογικά, να επιτάχυναν την πρόταση για αλλαγές στη σύνθεση του οργάνου ενόψει και της επαναφοράς αυτών των προτάσεων.
Επίσης ερωτήματα προκαλεί η πρόταση της κυβέρνησης για συμμετοχή στην Επιτροπή τριών εκπροσώπων εφοπλιστικών ενώσεων, οι οποίες ωστόσο θα μπορούσαν να συμμετέχουν στην ανοιχτή συζήτηση / ακρόαση των φορέων που προηγείται των συνεδριάσεων (σε ορισμένες περιπτώσεις ήδη συμμετείχαν) καταθέτοντας τις απόψεις τους.
Ακόμα όμως και αν για κάποιο λόγο κρίνεται ότι οι εκπρόσωποι αυτών των φορέων πρέπει να συμμετέχουν στις κλειστές συνεδριάσεις, γιατί τότε να μην συμμετέχουν και εκπρόσωποι άλλων φορέων που επηρεάζονται από τη λιμενική λειτουργία; (π.χ. εκπρόσωποι Αυτοδιοίκησης, εργαζομένων κ.λπ.).
Επιστροφή λοιπόν ολοταχώς στην εποχή Μαυρογυαλούρου για την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Τα παχιά λόγια περί επιτελικού κράτους δεν μπορούν να κρύψουν τη νοσταλγία της Ν.Δ. για την εποχή που βασίλευαν το ρουσφέτι, οι κομματικές εξυπηρετήσεις και οι εργολαβικές συντεχνίες. Μόνο που απότοκο και αυτής της εποχής ήταν η πρόσφατη κρίση που άφησε βαθιές πληγές στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας. Η επιστροφή σε αυτή την περίοδο δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή.
* Ο Χρήστος Λαμπρίδης είναι τέως πρόεδρος της ΕΣΑΛ