Η κυβέρνηση τούτες τις μέρες δίνει μια μεγάλη μάχη, μεγαλύτερη και από εκείνη του 2015. Κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, υλοποιεί μια δύσκολη συμφωνία, χωρίς να ξεχνά τις τάξεις που εκπροσωπεί. Αποδεικνύει ότι αυτό μπορεί και πρέπει να είναι το τελευταίο Μνημόνιο στις πλάτες ενός λαού. Και απέναντί της έχει το ιερατείο της λιτότητας. Ακραίους ευρωπαϊκούς κύκλους που βρίσκουν σύμμαχους τις ιδεοληψίες του ΔΝΤ. H Ελλάδα θα κερδίσει αυτήν τη μάχη και θα την κερδίσει όχι μόνο στο όνομα του ελληνικού λαού, αλλά στο όνομα των εργαζόμενων στην Ευρώπη. Μια Ευρώπη που όσο το ιερατείο της λιτότητας κουβαλά το νερό στον ακροδεξιό λαϊκισμό, τόσο πιο κοντά στη διάλυσή της βρίσκεται, αλλά και στην επιστροφή στην εθνική περιχαράκωση, το μίσος και το σκοτάδι. Η ελληνική κυβέρνηση τούτες τις μέρες δίνει μια μεγάλη μάχη, αποδεικνύοντας ότι νοιάζεται για την κοινωνία και δεν προτίθεται να κάνει την καμπάνια των γερμανικών εκλογών. Και για πρώτη φορά αυτή η μάχη δίνεται από μια ισχυρή κυβέρνηση.
Στις προθέσεις της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι οι εκλογές, αλλά η ανάκαμψη της οικονομίας και η κοινωνική συνοχή. Αυτό δεν σημαίνει ότι στο μυαλό ακραίων κύκλων μέσα στην Ευρώπη και των πρόθυμων μέσα στην Ελλάδα δεν είναι η ανατροπή της κυβέρνησης και η αντιδραστική παλινόρθωση. Η επιστροφή των Ορκ δεν θα τιμωρήσει τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά θα είναι ρεβανσιστική απέναντι σ' έναν ολόκληρο λαό που τόλμησε να αμφισβητήσει το δόγμα της λιτότητας ως συνταγματική συνθήκη στην Ευρωζώνη, που διεκδικεί την άρση της επιτροπείας και την ανάκτηση της λαϊκής κυριαρχίας, που τέλειωσε οριστικά με το σάπιο κατεστημένο αναπαραγωγής της εξουσίας και την αεριτζίδικη κρατικοδίαιτη πλουτοκρατία. "Si vis pacem, para bellum" (“Αν θέλεις ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο”), όπως έλεγαν και οι Λατίνοι.
Κανείς δεν επικαλείται πως η αντιστροφή του κοινωνικού κλίματος είναι εύκολη διαδικασία. Απαιτείται επίπονη και αδιαμεσολάβητη δουλειά. Η αρχή έγινε με τις περιοδείες του πρωθυπουργού. Δουλειά η οποία πρέπει να συνεχιστεί με δομές και λειτουργίες κεφαλαιοποίησης των επισκέψεών του και απολογισμού των τοπικών εξαγγελιών, της ατζέντας σε κάθε περιοχή. Η κοινωνία, παρά την κόπωση, βρίσκεται ακόμα σε στάση αναμονής. Τα νούμερα των αναγωγών στην πρόθεση ψήφου έχουν αξία ως παρατήρηση μόνο όταν προκηρύσσονται εκλογές. Το μέγεθος όμως της αδιευκρίνιστης ψήφου είναι το κοινωνικό πεδίο για να απευθυνθεί ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ένα τεράστιο ποσοστό λοιπόν παραμένει εκεί αμετακίνητο, με δεδομένη και εύλογη την απογοήτευσή του, και περιμένει. Γιατί, στ' αλήθεια, παραμένει αμετακίνητο; Δεν υπάρχουν εκείνες οι κοινωνικές διεργασίες (και αυτό δεν είναι επίσης τυχαίο, αλλά αποτέλεσμα της προσμονής που ακόμα προκαλεί ο ΣΥΡΙΖΑ) για να οικοδομήσουν "αντιμνημονιακό πόλο", αλλά και οι πολιτικές δυνάμεις που δυνητικά θα μπορούσαν να είναι κομμάτι αυτού του πόλου αφενός δεν βρίσκονται εκτός του κάδρου, αφετέρου μαστίζονται από τη "συριζίτιδα" της προηγούμενής τους πολιτικής ζωής, άρα δεν εμπνέουν καμία εμπιστοσύνη.
Καμία εμπιστοσύνη για έξοδο από την κρίση δεν εμπνέει και η νεοφιλελεύθερη πολιτική της Ν.Δ., η απουσία της στρατηγικής της περικλείεται στη φράση "πρόθυμοι να υλοποιήσουν όσα επιβάλλουν οι δανειστές κι ακόμα περισσότερα", η δε επικοινωνιακή πολιτική του Κ. Μητσοτάκη μέσω των φωτογραφιών στο Instagram αυτή την έλλειψη πάει να κρύψει, αλλά προσιδιάζει περισσότερο με υποψήφιο για τις αυτοδιοικητικές εκλογές παρά με ένα πρόσωπο που διεκδικεί την πρωθυπουργία. Και αυτή η έλλειψη σε στρατηγικό σχέδιο τους οδηγεί από μπανανόφλουδα σε μπανανόφλουδα.
Μονόδρομος για τον ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν η απεύθυνσή του σε αυτό το μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας και η συσπείρωσή του διά της πόλωσης. Οι άνθρωποι του ΣΥΡΙΖΑ ποτέ δεν υπήρξαν φοβικοί ούτε στην κοινωνική επαφή αλλά ούτε και στην κοινωνική τριβή. Υπάρχει πολιτικό σχέδιο με προτεραιότητες, υπάρχει το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς. Απαιτείται η πολιτική αυτοπεποίθηση με προσηνή τρόπο και μακριά από εξουσιαστικές συμπεριφορές. Εκεί είναι η κοινωνία και περιμένει την υπόσχεση για μια καλύτερη ζωή. Την επιστροφή της ζωής σε μια νέα κανονικότητα με δημοκρατία, δικαιοσύνη και κοινωνική συνοχή.