Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
16.4°C19.8°C
3 BF 75%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
18.0°C18.7°C
2 BF 71%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
21 °C
19.0°C21.0°C
3 BF 57%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αραιές νεφώσεις
18 °C
17.8°C18.0°C
4 BF 77%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
16 °C
15.9°C16.9°C
0 BF 77%
Μια περίπτωση δοκιμασίας της επιστήμης του Συνταγματικού Δικαίου
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Μια περίπτωση δοκιμασίας της επιστήμης του Συνταγματικού Δικαίου

Η διαπλοκή δικαίου και πολιτικής είναι δεδομένη, εμφανίζεται δε εντονότερη στο Συνταγματικό Δίκαιο, ως το κατ' εξοχήν “πολιτικό δίκαιο”, όπως άλλωστε το αποκαλούσαν παλαιότερα. Από αυτήν τη διαπλοκή πηγάζει άλλωστε η δύναμη αλλά και η αδυναμία της επιστήμης του Συνταγματικού Δικαίου...

Πέρα όμως από αυτά τα δεδομένα υπάρχει ένα παθολογικό φαινόμενο που χαρακτηρίζει τον σύγχρονο πολιτικό βίο της χώρας μας: αφ' ενός η υπέρμετρη νομικοποίηση των πολιτικών θεμάτων και αφ' ετέρου -αντίστροφα -η έντονη πολιτικοποίηση του νομικού επιστημονικού λόγου.

Νομίζω ότι πρόκειται, σε τελική ανάλυση, για δύο όψεις μιας εξουσιαστικής συμπεριφοράς των αντιπαρατιθέμενων πολιτικών παρατάξεων που επιδιώκουν, με αναγκαίο συνεργό την επιστήμη, την ιδεολογική - νομική επικάλυψη πολιτικών θέσεων και αποφάσεών τους, των οποίων η συμφωνία προς το Σύνταγμα και το εν γένει ισχύον δίκαιο είναι αμφίβολη ή οριακή.

Πρέπει όμως να λήξει κάποτε αυτή η κατάσταση που εμφανίζει τη νομική επιστήμη ως οιονεί θεραπαινίδα της πολιτικής. Κατά πρώτο δε λόγο η επιστήμη του Συνταγματικού Δικαίου οφείλει να αποστασιοποιηθεί, όσο είναι αντικειμενικά και υποκειμενικά εφικτό, από την εμπλοκή αυτήν, η οποία βέβαια δεν ταυτίζεται με την επισημανθείσα εγγενή και πάγια διαπλοκή δικαίου και πολιτικής. Και προς τούτο αποφασιστική μπορεί να αποβεί η συμβολή των συνταγματολόγων με την «αυτοσυγκράτησή» τους αλλά και με την ποιότητα του επιστημονικού τους λόγου.

Δυστυχώς δεν τείνει προς αυτή την κατεύθυνση ούτε το περιεχόμενο ούτε η διατύπωση του άρθρου του κ. Ευ. Βενιζέλου που δημοσιεύθηκε στο προηγούμενο τεύχος του «Νομικού Βήματος» (39.Ι3Ι3 επ.) υπό τον τίτλο «Η αναπλήρωση του Προέδρου της Δημοκρατίας και η δοκιμασία της ερμηνείας του Συντάγματος», με το οποίο επιχειρεί να αντικρούσει όσα ανέπτυξα μαζί με τον συνάδελφο Αντ. Μανιτάκη στη μελέτη μας με τίτλο «Ο θεσμός της αναπλήρωσης του Προέδρου της Δημοκρατίας κατά το ισχύον Σύνταγμα» που δημοσιεύθηκε στο «Νομικό Βήμα» 39. Ι-4Ι.

Όσον αφορά μεν τη νομική επιχειρηματολογία, το κείμενο του κ. Β. δεν προσθέτει κανένα νέο επιχείρημα ούτε επαναλαμβάνει κάποιο παλαιότερο με τρόπο πιο συστηματικό ή με εμβάθυνση. Συνεπώς δεν νομίζω ότι χρειάζεται απάντηση επί της ουσίας.

Το μόνο που χρειάζεται είναι η επισήμανση της επιτηδειότητας του αρθρογράφου να μεταβάλλει τη βάση της συζήτησης και να τη μεταφέρει σε άλλα επίπεδα, που τα θεωρεί πρόσφορα για την παρουσίαση των απόψεών του ως ορθών, στην αγχώδη προσπάθειά του να κάνει "τον ήττονα λόγον κρείττω". Πάντως διερωτώμαι αν, δυοίν θάτερον: δεν μπόρεσε ο κ. Β. να κατανοήσει τις θέσεις μας ή τις παραποιεί ηθελημένως, παραπλανώντας έτσι τον αναγνώστη.

Όσον αφορά δε το ύφος που ο αρθρογράφος επέτρεψε στον εαυτό του να χρησιμοποιήσει, τούτο επιρρωννύει την απόφασή μου να μην απαντήσω. Διότι αλλιώς θα ήμουν υποχρεωμένος να μιλήσω χωρίς καλοσύνη.

Όταν αυτάρεσκα φθέγγεται με δοκησίσοφο ύφος ότι: «Εγώ αρνούμαι να αποδεχθώ αυτή τη μέθοδο..., δεν είμαι καθόλου έτοιμος να συμφωνήσω..., θεωρώ αξιοπερίεργο το γεγονός» και όταν προσάπτει στη μελέτη μας «παράδοξα», «φαντασίες θεωρητικών», «σύγχυση», «πλημμέλειες», «ανενδοίαστη», «αντιφατική» και «απλουστευτική» θέση, «που αδυνατεί να διαχωρίσει, να αξιολογήσει και να συνθέσει» κ.τ.τ., είναι απορίας άξιον πώς δεν έχει συναίσθηση ότι, γράφοντας αυτά, κάνει λάθος στη διεύθυνση και ότι ένα κείμενο διάσπαρτο από τέτοιους χαρακτηρισμούς υποβιβάζει το επίπεδο της συζήτησης και προδίδει πάντως ένδεια επιστημονικών επιχειρημάτων.

Παράλληλα δεν διστάζει να μας κατηγορήσει για «επιστημολογικό ηθικισμό», όπως θα έκανε ένας επιστημολογικά αμοραλιστής. Ένα πρόσθετο δείγμα ύφους αλλά και ήθους είναι ότι, μνημονεύοντας στη σημείωση 11 του άρθρου του τα όσα του καταλογίσαμε (ΝοΒ 39. 28-29 και αυτ. σημ. 59) για τη βοερά εσφαλμένη επιχειρηματολογία που είχε σπεύσει πρόχειρα να διατυπώσει σχετικά με την περίπτωση της αναπλήρωσης του Προέδρου της Δημοκρατίας συλλογικά από την κυβέρνηση, εμφανίζεται τώρα ζητώντας και «ρέστα», και μάλιστα «υφολογικά, επιστημονικά και πολιτικά»...

Δεν μπορώ να αποσιωπήσω πόσο απογοητευτικά με αιφνιδίασε η «απάντηση» του κ. Βενιζέλου. Διότι το γεγονός ότι υπήρξε μαθητής μου με έκανε να ελπίζω ότι θα μπορούσα να αναμείνω εκ μέρους του περισσότερο μέτρο στην προπέτεια και ολιγότερη μετριότητα στα νομικά του.

Απόσπασμα από άρθρο του αείμνηστου συνταγματολόγου Αριστόβουλου Ι. Μάνεση στο Νομικό Βήμα το 1992 (τόμος 40, σελ.6-7)

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL