Αγανάκτηση προκαλούν οι χειρισμοί της κυβέρνησης σχετικά με το έργο της Υπερυψωμένης Ταχείας Λεωφόρου (flyover) στη Θεσσαλονίκη, ενώ η Ν.Δ. επιχειρεί με κάθε τρόπο να αλλάξει την ατζέντα στην πόλη. Η έναρξη των εργασιών χωρίς τις απαραίτητες μελέτες, ο πρόχειρος σχεδιασμός για τη διαχείριση των επιπτώσεων κατά την κατασκευή του έργου και η καθημερινή ταλαιπωρία του κόσμου εντείνουν τις αντιδράσεις κατοίκων, φορέων και κομμάτων απέναντι σε ένα έργο που εξαρχής χαρακτηρίστηκε προβληματικό.
Τις σκανδαλώδεις πτυχές του έργου αναδεικνύει με συνεχείς παρεμβάσεις του ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία. Οι τελευταίες αποκαλύψεις του προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος Σωκράτη Φάμελλου εκθέτουν την κυβέρνηση σε σχέση με τα δυσθεώρητα ποσά που θα κοστίσει τελικά το έργο, εκτός από το αρνητικό συγκοινωνιακό, περιβαλλοντικό και κοινωνικό αποτύπωμα που αφήνει.
Ερωτήματα εξαρχής για τον προϋπολογισμό
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είχε διατυπώσει έγκαιρα ερωτήματα σε σχέση με τον προϋπολογισμό του έργου και είχε εκφράσει αμφιβολίες για τα 380 εκατομμύρια ευρώ για τα οποία μιλά η κυβέρνηση. Μάλιστα, ήδη από τον περασμένο Νοέμβριο, λίγο μετά την έναρξη των πρόδρομων εργασιών για τον flyover, σε σύσκεψη που διοργάνωσε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τη συμμετοχή εκπροσώπων φορέων της Θεσσαλονίκης ο Σ. Φάμελλος εκτίμησε, με βάση τα στοιχεία που προέκυψαν από συναντήσεις με τους εμπλεκόμενους φορείς, πως το τελικό κόστος του έργου θα υπερβεί το 1 δισ. ευρώ.
Η εκτίμηση αυτή φαίνεται πως επιβεβαιώνεται πλέον από τη μελέτη των οικονομικών στοιχείων του έργου από την επίσημη σελίδα των έργων ΣΔΙΤ, καθώς πρόκειται για ένα έργο με συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Σύμφωνα με όσα έχει αναδείξει και δημόσια ο Σ. Φάμελλος, το κόστος του έργου ανέρχεται σε 1,55 δισεκατομμύρια ευρώ και η παράταση πέντε μηνών που έχει δοθεί πριν ακόμα ξεκινήσει η βασική φάση κατασκευής αποτελεί απολύτως κυβερνητική ευθύνη. Για αυτόν τον λόγο άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. μιλά για ένα οικονομικό και πολιτικό σκάνδαλο. Ερώτημα πάντως αποτελεί αν το θέμα θα τεθεί υπό διερεύνηση από τη Δικαιοσύνη.
Παραπλάνησε η κυβέρνηση
Πιο αναλυτικά, ο πρόεδρος της Κ.Ο. του κόμματος τις τελευταίες μέρες τόσο σε συνεντεύξεις όσο και σε δημόσιες τοποθετήσεις αναφέρεται στο τελικό κόστος του έργου, το οποίο παραπλανητικά, όπως καταγγέλλει, η κυβέρνηση έχει προσδιορίσει στα 380 εκατομμύρια ευρώ. Από τα οικονομικά στοιχεία του έργου από την επίσημη σελίδα των έργων ΣΔΙΤ προκύπτει ότι η πληρωμή του παραπέμπεται σε επόμενα χρόνια, αλλά με συνολικό κόστος 1,55 δισ. ευρώ, προσθέτοντας με αυτόν τον τρόπο ένα σημαντικό «βάρος» 60 εκατομμυρίων περίπου κατά μέσο όρο για 26 χρόνια, από το 2027 έως το 2052 (ενδεικτικά, 54,9 εκατ. ευρώ για το 2026, 55,2 εκατ. ευρώ για το 2027, 55,2 εκατ. ευρώ για το 2028, 55,5 εκατ. ευρώ για το 2029, 55,9 εκατ. ευρώ για το 2030 κ.ο.κ.). Στην πραγματικότητα, πρόκειται για τεράστια ποσά που θα επιβαρύνουν το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων της χώρας για τα επόμενα πολλά χρονιά, στερώντας τα ενδεχομένως από άλλα έργα που θα μπορούσαν να γίνουν με δημόσια διαδικασία.
Παράταση πριν από την έναρξη
Ταυτόχρονα, υπάρχει απόφαση του υπουργείου Υποδομών αναρτημένη τον Φεβρουάριο στη Διαύγεια για τη μετάθεση του αρχικού χρονοδιαγράμματος ολοκλήρωσης του έργου με ευθύνη της κυβέρνησης. Με την εν λόγω απόφαση επικυρώνεται η πρώτη παράταση κατά πέντε μήνες εξαιτίας της αντίστοιχης χρονικής καθυστέρησης έναρξης των εργασιών. Σημειώνεται ότι η αρχική ημερομηνία παράδοσης του έργου ήταν στις 18 Δεκεμβρίου 2026, δηλαδή τέσσερα χρόνια μετά την υπογραφή, στις 19 Δεκεμβρίου 2022, της σύμβασης με την ανάδοχο κοινοπραξία. Η σύμβαση προέβλεπε ως ημερομηνία έναρξης των εργασιών στο πεδίο τη 16η Ιουνίου 2023, όμως έπειτα από αίτημα του Δημοσίου η ημερομηνία μετατέθηκε για τις 10 Νοεμβρίου 2023, με αποτέλεσμα να μετατεθεί ισόχρονα και η ημερομηνία ολοκλήρωσης του έργου, που πλέον προσδιορίστηκε για τις 14 Μαΐου 2027.
Στην ίδια απόφαση δηλώνεται ρητά ότι η καθυστέρηση οφείλεται σε υπαιτιότητα του Δημοσίου, το οποίο θα κληθεί να καταβάλει τις σχετικές αποζημιώσεις στην ανάδοχο κοινοπραξία. Η κυβέρνηση δηλαδή παραδέχεται ότι η καθυστέρηση έναρξης των εργασιών δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του φορέα υλοποίησης και θα κληθεί το Δημόσιο να καταβάλει αποζημιώσεις στον εργολάβο για ένα έργο που καθυστέρησε ανεξήγητα η κυβέρνηση.
Αποκαλυπτικά είναι τα έγγραφα που παρουσίασε σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης ο Σ. Φάμελλος, από τα οποία προκύπτει ακριβώς ότι πριν ακόμα ξεκινήσει η βασική φάση κατασκευής του flyover, ο αρμόδιος υπουργός έδωσε παράταση στη διάρκεια του έργου και αποζημίωση στον εργολάβο. Συγκεκριμένα, από το έγγραφο της παράτασης προκύπτει ότι:
- Στις 23 Μαΐου 2023 ο κατασκευαστής αιτήθηκε την έγκριση της μελέτης διασφάλισης κυκλοφορίας.
- Στις 24 Οκτωβρίου 2023, δηλαδή έπειτα από πέντε μήνες σιγής, η αναθέτουσα Αρχή ζητά επανυποβολή χρονοδιαγράμματος και μελέτης κυκλοφορίας, που κατατίθενται με παράταση χρονοδιαγράμματος κατά πέντε μήνες.
- Ο υπουργός δίνει παράταση πέντε μηνών χωρίς υπαιτιότητα του κατασκευαστή, με αποζημίωσή του για την καθυστέρηση.
Πολιτική σκοπιμότητα
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. καταλογίζει πολιτική σκοπιμότητα στην παράταση έναρξης των εργασιών μεταξύ Μαΐου και Οκτωβρίου μιλώντας για πολιτικά και εκλογικά κίνητρα εκ μέρους της κυβέρνησης και αφήνοντας αιχμές για εξυπηρέτηση πολιτικού οφέλους ώστε να μην αντιδράσει η τοπική κοινωνία μεταξύ των δύο εκλογικών αναμετρήσεων (εθνικές και αυτοδιοικητικές εκλογές). Εξού και το δηκτικό σχόλιο του Σ. Φάμελλου πως «τελικά το μόνο που ήταν μελετημένο στον flyover ήταν οι αποζημιώσεις του κατασκευαστή. Είναι σύμπτωση ότι οι πέντε μήνες σιγής συνέπεσαν με τις εθνικές και αυτοδιοικητικές εκλογές; Ή αυτό έγινε για να προλάβουν το πολιτικό κόστος από τις αντιδράσεις που ήξεραν ότι θα προκαλέσει το έργο;».
Εν αναμονή δικαστικών εξελίξεων για το έργο
Κρίσιμο είναι το διάστημα που διανύουμε για τον flyover στη Θεσσαλονίκη καθώς αναμένονται σημαντικές αποφάσεις του ανώτατου δικαστηρίου που θα καθορίσουν την εξέλιξη του έργου. Άμεσα πρόκειται να εκδοθεί η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τη συνέχιση ή μη των εργασιών μετά τη συζήτηση που έλαβε χώρα προ ημερών επί των δύο σχετικών αιτήσεων αναστολής που κατέθεσαν αφενός ο Σύνδεσμος Κατοίκων Κωνσταντινουπολιτών και αφετέρου ο Σύλλογος Προστασίας του Σέιχ Σου και ο Σύλλογος Δρομέων Υγείας Θεσσαλονίκης. Επίσης, για τις 22 Μαΐου έχει προσδιοριστεί η κύρια εκδίκαση των αιτήσεων ακύρωσης του έργου έπειτα από αναβολή που δόθηκε λόγω μη εμπρόθεσμης κατάθεσης φακέλου από το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος.
Η συζήτηση στο ΣτΕ εντός της εβδομάδας επί των αιτήσεων αναστολής επικεντρώθηκε στην έννοια του δημόσιου συμφέροντος και της ανεπανόρθωτης βλάβης που προκαλείται τόσο κατά τη διάρκεια των εργασιών όσο και κατά τη λειτουργία του flyover και από την πλευρά των κατοίκων και των συλλόγων που έχουν προσφύγει κατατέθηκαν όλα τα σχετικά έγγραφα και υπομνήματα. Μάλιστα, η διαδικασία ήταν αποκαλυπτική της προχειρότητας με την οποία έχει σχεδιαστεί το έργο. Συγκεκριμένα, όπως προέκυψε, ενώ στη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, βάσει της οποίας ξεκίνησε να εκτελείται το έργο, αναφέρεται ότι η προς υλοτόμηση δασική έκταση είναι εμβαδού 82.000 τετραγωνικών μέτρων, το δασαρχείο σε πολύ πρόσφατο έγγραφό του ενημέρωσε το ΣτΕ ότι η πραγματική έκταση που θα υλοτομηθεί είναι τελικά 187.000 τετραγωνικά μέτρα. Αυτή η διαφορά, όπως επιβεβαιώθηκε και από την εργολάβο εταιρεία και από το Δημόσιο, έγκειται σε λανθασμένους τεχνικούς υπολογισμούς της αρχικής μελέτης, προς επιδιόρθωση της οποίας κατατέθηκε ήδη αίτηση τροποποίησης της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Υπενθυμίζεται ότι είχε προηγηθεί στις αρχές του μήνα η αναστολή των εργασιών για την κατασκευή του flyover, όπως αποφάσισε με προσωρινή διαταγή το ΣτΕ, καθώς το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος δεν είχε καταθέσει, ως όφειλε, φάκελο προκειμένου να απαντήσει στους λόγους των αιτήσεων ακύρωσης, μεταξύ των οποίων είναι η έλλειψη οριστικής κυκλοφοριακής μελέτης που να αποδεικνύει την αναγκαιότητα ενός τέτοιου έργου. Όπως επίσης δεν είχε απαντήσει στις αιτιάσεις των συλλόγων ότι οι μελέτες που έχουν γίνει για την ατμοσφαιρική ρύπανση και την ηχορύπανση είναι ακυρώσιμες, διότι έγιναν σε συνθήκες περιορισμένης κυκλοφορίας λόγω Covid.
Την ίδια στιγμή, οι κάτοικοι της πόλης, εκτός από την ταλαιπωρία που έχουν υποστεί από ένα κακοσχεδιασμένο έργο, κάθε τόσο, κατά την προσφιλή τακτική της κυβέρνησης, στοχοποιούνται και δέχονται προσβλητικούς χαρακτηρισμούς. Ενδεικτικές είναι αναφορές του υφυπουργού Υποδομών και Μεταφορών Νίκου Ταχιάου, που μεταθέτει την ευθύνη της καθυστέρησης του έργου στους πολίτες που προσφεύγουν δικαστικά, κάνει συνεχώς λόγο για πολιτικοποίηση του θέματος, ενώ αλησμόνητος έχει μείνει ο χαρακτηρισμός «παλαιοχριστιανοί» προς όσους αντιδρούν στο έργο σε μια απέλπιδα προσπάθεια να αποφύγει να δώσει απαντήσεις σε εύλογα ερωτήματα που ανακύπτουν από τους προκλητικούς χειρισμούς της κυβέρνησης σε σχέση με την κατασκευή του flyover.