Live τώρα    
25°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
25 °C
23.5°C27.8°C
3 BF 43%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
26 °C
23.8°C28.3°C
3 BF 46%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
26 °C
24.9°C29.3°C
1 BF 46%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Αίθριος καιρός
21 °C
19.8°C22.5°C
3 BF 56%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
27 °C
26.3°C26.9°C
3 BF 41%
Συνεπιμέλεια ναι, υποχρεωτική γιατί;
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Συνεπιμέλεια ναι, υποχρεωτική γιατί;

Ο έντονος διάλογος που είχε ξεκινήσει για το ευαίσθητο θέμα της συνεπιμέλειας των γονιών στην ανατροφή του παιδιού κορυφώνεται. Αφορμή ήταν η σύσταση ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής από το υπουργείο Δικαιοσύνης για την αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου.

Το σχέδιο νόμου που εισηγήθηκε η επιτροπή προβλέπει την από κοινού άσκηση της συνεπιμέλειας με δικαστική απόφαση μετά το διαζύγιο, χωρίς να απαιτείται η συμφωνία των γονέων. Στις 18 Νοεμβρίου 2020 το νομοσχέδιο αποσύρθηκε και έκτοτε κυκλοφορούν ως διαρροές στα ΜΜΕ δύο νέα κείμενα ως προσχέδια τροποποιήσεων. Η ασάφεια και η έλλειψη ενημέρωσης λειτουργεί πολωτικά εντείνοντας τη συζήτηση σε ένα θέμα που απαιτεί πιο ψύχραιμες προσεγγίσεις. Ειδικά όταν οι διαρροές σε δικαστικά σάιτ θέλουν το νομοσχέδιο να έρχεται εντός του Φεβρουαρίου του 2021.

Πολλές είναι οι μεταρρυθμίσεις που έχουν επέλθει στο οικογενειακό δίκαιο τα τελευταία χρόνια, τις περισσότερες φορές ενάντια στις πατριαρχικές στερεοτυπικές αντιλήψεις.

Η νομοπαρασκευαστική του 2018 αναμόρφωσε σχετικές με την επιμέλεια διατάξεις, με το άρθρο 1513 του Αστικού Κώδικα να προβλέπει ότι «η άσκηση της γονικής μέριμνας μπορεί να ανατεθεί και στους δύο γονείς, αν συμφωνούν», ορίζοντας συγχρόνως τον τόπο διαμονής του τέκνου «στους δύο από κοινού», κάτι το οποίο έχει διαταχθεί από τα ελληνικά δικαστήρια.

Ωστόσο για πρώτη φορά με τόση ένταση -παρ' όλο που και το 2008 είχε γίνει προσπάθεια να περάσουν αντίστοιχες διατάξεις- εγείρεται αίτημα από συλλογικότητες πατεράδων για υποχρεωτική συνεπιμέλεια, με την έννοια της ισόχρονης παραμονής του παιδιού με τους δύο γονείς και με εναλλασσόμενη κατοικία. Μεγάλη διαφημιστική καμπάνια βρίσκεται σε εξέλιξη, ενώ διαδικτυακές ομάδες υποστήριξης συνδέουν το αίτημα της συνεπιμέλειας με την ισότητα την οποία διεκδικούν από τις μητέρες. Και εδώ έρχεται το ερώτημα: Γιατί οι γυναίκες να μην επιθυμούν την ισότητα και τον διαμοιρασμό των βαρών και των ευθυνών που συνοδεύουν την ανατροφή του παιδιού μετά από ένα διαζύγιο;

Το λογικό και θεμιτό αίτημα της ισότητας και της αμφισβήτησης των έμφυλων στερεοτύπων θα έπρεπε να υπηρετείται από την εν λόγω μεταρρύθμιση. Αν όμως αυτή είναι η πρόθεση του υπουργείου Δικαιοσύνης, πώς γίνεται ο διάλογος να μην συμπεριλαμβάνει τη γυναικεία φωνή;

Φεμινιστικές οργανώσεις και συλλογικότητες αντιδρούν ως προς την υποχρεωτικότητα της συνεπιμέλειας προκρίνοντας τη συναινετική μορφή της και εφιστούν την προσοχή στον κίνδυνο που ελλοχεύει στις περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας ή όταν μετά τη λύση του γάμου ελλοχεύουν επώδυνες, συγκρουσιακές και εκδικητικές συμπεριφορές.

Η κριτική που ασκείται στο νομοσχέδιο υποστηρίζει τη συναινετική έναντι της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας, απορρίπτει τη διάταξη του νομοσχεδίου περί «γονεϊκής αποξένωσης» ως αντιεπιστημονική, η οποία, όπως τονίζουν, έχει καταγγελθεί από την GREVIO.1

Τέλος, υπενθυμίζει τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, όπου δηλώνεται σαφώς ότι τα κράτη οφείλουν να διασφαλίζουν το δικαίωμα του παιδιού στην επικοινωνία και με τους δύο γονείς και την άμεση επαφή με αυτούς, εκτός αν κριθεί ότι αντίκειται στο συμφέρον του παιδιού (άρθρο 9, παρ. 3 της Σύμβασης). Το συμφέρον του παιδιού υπερισχύει δηλαδή σαφώς εκείνου των γονέων.

Στο πλαίσιο της προώθησης της συναινετικής επιμέλειας έχει συσταθεί από τον Σεπτέμβριο του 2020 η «Επιτροπή για το Οικογενειακό Δίκαιο και τη Συναινετική Συνεπιμέλεια» που δημιουργήθηκε από 20 γυναικείες οργανώσεις και συλλογικότητες. Πρόσφατα πραγματοποιήθηκε, με μεγάλη συμμετοχή γυναικών από όλο το πολιτικό φάσμα, μαραθώνια διαδικτυακή συζήτηση, ενδεικτική του μεγάλου ενδιαφέροντος για το κρίσιμο αυτό θέμα.

Εν κατακλείδι αναρωτιέται κανείς: Πώς μπορεί να εφαρμοστεί η έννοια της υποχρεωτικότητας στα μη συναινετικά διαζύγια; Τι μπορεί να εξυπηρετεί αν όχι μια εκδικητικότητα από την πλευρά του ενός γονιού ως προς τον άλλον έναντι της συναίνεσης που κάθε νομοσχέδιο οφείλει να προωθεί;

Πόσο προοδευτική είναι μια άνωθεν παρέμβαση του νόμου, που λειτουργεί εξισωτικά, απέναντι στα κρίσιμα ζητήματα που άπτονται της ανατροφής και του μέλλοντος των παιδιών, τη στιγμή που κάθε άτομο, οικογένεια, παιδί, περίπτωση, διαφέρουν;

Η ΑΥΓΗ απευθύνθηκε σε τρεις εξέχοντες νομικούς για να φωτίσουν το θέμα με τη γνώμη τους: τον ομότιμο καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Μιχάλη Σταθόπουλο, την καθηγήτρια Αστικού Δικαίου Νομικής Σχολής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Δήμητρα Παπαδοπούλου - Κλαμαρή και την καθηγήτρια Νομικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Αθηνά Κοτζάμπαση.

Υποσημείωση
1 Η GREVIO είναι το ανεξάρτητο όργανο εμπειρογνωμόνων που είναι αρμόδιο για την παρακολούθηση της εφαρμογής της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης)
 

Μιχάλης Σταθόπουλος*

Η συνεπιμέλεια δεν μπορεί να επιβληθεί άνωθεν

H συνεπιμέλεια θα ήταν μια ρύθμιση ιδανική, αλλά μόνο εφόσον μπορεί να λειτουργήσει και εφόσον εξυπηρετεί το συμφέρον του παιδιού. Αυτές οι δύο προϋποθέσεις ξεχνιούνται, είτε αθέλητα είτε σκόπιμα, από πολλούς που εν είδει συνθήματος λένε: «Εδώ και τώρα συνεπιμέλεια», χωρίς να θέτουν καμία προϋπόθεση.

Έτσι, για να λειτουργήσει η επιμέλεια πρέπει να υπάρχει μια στοιχειώδης συνεργασία των γονέων. Γνωρίζουμε όμως από την πράξη ότι υπάρχουν εκείνοι που δυστροπούν ή δεν μπορούν ή δεν θέλουν τη συνεργασία. Η κύρωση γι’ αυτούς είναι να δοθεί η επιμέλεια στον άλλο γονέα. Ή υπάρχουν περιπτώσεις όπου η συνεργασία είναι αντικειμενικά αδύνατη.

Η άλλη, η σημαντικότερη προϋπόθεση, είναι να εξυπηρετείται το συμφέρον του παιδιού. Έναντι αυτού τα, βεβαίως κατ’ αρχήν θεμιτά, συμφέροντα των γονέων πρέπει να υποχωρούν.

Τι εξυπηρετεί όμως το συμφέρον του παιδιού μπορεί να κριθεί μόνο στη συγκεκριμένη περίπτωση, που μπορεί να έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Αυτό δεν είναι δυνατόν να το κρίνει εκ των προτέρων ο νομοθέτης παρά μόνο οι εμπλεκόμενοι στην κάθε ατομική περίπτωση, δηλαδή οι γονείς ή ο καλούμενος να την κρίνει δικαστής. Στη συγκεκριμένη ατομική περίπτωση θα κριθεί αν π.χ. η εναλλασσόμενη κατοικία για το παιδί μπορεί να είναι συμβατή με το συμφέρον του.

Αυτή την αυτονόητη ανάγκη για την κρίση του συμφέροντος του παιδιού παραγνωρίζει πλήρως το σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης, με προσθήκες (από ό,τι λέγεται εκ των υστέρων). Προβλέπεται π.χ. ότι το συμφέρον του παιδιού εξυπηρετείται με την ισόχρονη παρουσία των δύο γονέων στη φροντίδα του παιδιού! Και αυτό το κρίνει, κατά το σχέδιο, ο νομοθέτης εκ των προτέρων, αγνοώντας ποιες θα είναι στο μέλλον οι συνθήκες της διασπασμένης οικογένειας και των παιδιών της.

Πρόκειται όχι απλώς για διάταξη αυταρχική και καταναγκαστική για τον δικαστή, αλλά για παράλογη ρύθμιση, που, αν ψηφιζόταν, θα αποτελούσε σοβαρή οπισθοχώρηση του οικογενειακού μας δικαίου.

Συμπερασματικά: Η συνεπιμέλεια είναι χρήσιμος θεσμός (άλλωστε προβλέπεται στον Αστικό Κώδικα ήδη από τη μεταρρύθμιση του 1983), αλλά πρέπει, για να εφαρμοσθεί, να συντρέχουν οι αναγκαίες προϋποθέσεις. Δεν μπορεί να επιβληθεί άνωθεν.

* Ο Μιχάλης Σταθόπουλος, είναι ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και πρώην υπουργός Δικαιοσύνης

Δήμητρα Παπαδοπούλου - Κλαμαρή*

Το συμφέρον του παιδιού προηγείται της ισότητας των γονέων

Μετά τη διάσταση, το διαζύγιο, τη λύση του συμφώνου συμβίωσης, πρέπει να προβλέπεται ως νόμιμο σύστημα (δηλ. αν οι γονείς δεν έχουν αποφασίσει διαφορετικά) η συνέχιση της κοινής άσκησης της γονικής μέριμνας (συνεπιμέλεια, συνδιαχείριση περιουσίας, συνεκπροσώπηση του τέκνου) από τους δυο γονείς, όπως και κατά τη διάρκεια της συμβίωσης. Οι γονείς αποφασίζουν από κοινού για κάθε ζήτημα που αφορά το παιδί, εκτός από τα καθημερινά, για τα οποία αρμόδιος είναι ο γονέας με τον οποίο διαμένει το παιδί.

Αν οι γονείς διαφωνούν, προσφεύγουν στο δικαστήριο προς λύση της διαφωνίας. Αν η συνεπιμέλεια δεν λειτουργεί (π.χ. αδιαφορία του ενός γονέα, συνεχείς διαφωνίες), θα ρυθμίσει την άσκηση της γονικής μέριμνας το δικαστήριο, το οποίο μπορεί να αναθέσει την άσκηση στον έναν γονέα ή να κατανείμει την άσκηση μεταξύ των γονέων, λειτουργικά ή και χρονικά.

Αν τη γονική μέριμνα την ασκεί μόνον ο ένας γονέας (κατόπιν αποφάσεως του δικαστηρίου ή των γονέων), και πάλι πολύ σημαντικές για τη ζωή του παιδιού αποφάσεις (ονοματοδοσία, θρήσκευμα, εκπαίδευση, μετακίνηση σε άλλη πόλη, χώρα κ.λπ.) απαιτούν συμφωνία των γονέων ή απόφαση του δικαστηρίου.

Κριτήριο για όλες τις αποφάσεις (γονέων και δικαστηρίου) που αφορούν το παιδί είναι το συμφέρον του συγκεκριμένου παιδιού, στη συγκεκριμένη περίπτωση, το οποίο δεν μπορεί να καθορίζεται αφηρημένα στον νόμο. Το συμφέρον του παιδιού προηγείται και της αρχής της ισότητας των γονέων. Έτσι, ισόχρονη διαμονή και εναλλακτική κατοικία του παιδιού μπορούν να αποφασίζονται (από τους γονείς ή το δικαστήριο) στο πλαίσιο της εξυπηρέτησης του συμφέροντος του συγκεκριμένου παιδιού και όχι να ορίζονται εκ των προτέρων στον νόμο.

* Η Δήμητρα Παπαδοπούλου - Κλαμαρή είναι καθηγήτρια Αστικού Δικαίου Νομικής Σχολής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Αθηνά Κοτζάμπαση*

Είναι αναγκαία η νομοθετική πρόβλεψη της συνεπιμέλειας και, αν ναι, υπό ποια έννοια;

Μεγάλη συζήτηση έχει ξεκινήσει για τις αναγκαίες αλλαγές στο δίκαιο της επιμέλειας μετά το διαζύγιο, αν δηλαδή θα πρέπει να υπάρχει η συνεπιμέλεια των γονέων και μετά το διαζύγιο και πώς ακριβώς αυτή γίνεται αντιληπτή.

Καταρχήν, πρέπει να ειπωθεί ότι το οικογενειακό μας δίκαιο διέπεται από μια παιδοκεντρική αρχή, που αναγορεύει το «συμφέρον του παιδιού» σε κριτήριο για όλες τις αποφάσεις που αφορούν το παιδί, είτε αυτές λαμβάνονται από τους γονείς του είτε από το δικαστήριο.

Επομένως, η κρίση του δικαστηρίου ορθά πρέπει να παραμείνει και να γίνεται με γνώμονα το συμφέρον του παιδιού - που κρίνει συγκεκριμένα και ίσως διαφορετικά για κάθε παιδί.

Θα πρέπει όμως, με πιο σαφή τρόπο, να ορίζεται ότι οι γονείς μπορούν και μετά το διαζύγιο να ασκούν από κοινού τη γονική μέριμνα και την επιμέλεια, εφόσον συμφωνούν σε αυτό. Ωστόσο, όταν οι γονείς βρίσκονται σε συγκρουσιακή σχέση, τότε η συνεπιμέλεια είναι καταστροφική για το παιδί, γιατί επιτείνει το άγχος και την ανασφάλειά του, ενώ η εναλλασσόμενη κατοικία μπορεί μάλιστα να αποσταθεροποιήσει όλο το περιβάλλον του (φιλικό, σχολικό, γειτονιάς) σε μια εποχή που χρειάζεται σταθερότητα, εφόσον κλονίζεται η οικογενειακή του σχέση.

Άρα, η γνώμη μου είναι ότι πρέπει να προβλέπεται η συναινετική επιμέλεια αλλά να μην επιβάλλεται υποχρεωτικά η συνεπιμέλεια, ενώ, φυσικά, υπάρχουν και ζητήματα, όπως π.χ. σημαντικά θέματα υγείας του παιδιού, που χρήζουν κοινής απόφασης των γονέων, ακόμη και αν δεν έχουν κοινή επιμέλεια.

* Η Αθηνά Κοτζάμπαση είναι καθηγήτρια Νομικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL