Διονύσης Τεμπονέρας / Κυβέρνηση και διοίκηση της ΣΤΑΣΥ ΑΕ έστειλαν σήμα εκφοβισμού προς τους εργαζόμενους
«Η κυβέρνηση και ο νόμος Χατζηδάκη, βοηθάει περεταίρω τους εργοδότες να κινηθούν κατά τον τρόπο που κινήθηκε η διοίκηση της ΣΤΑΣΥ ΑΕ», είπε Στο Κόκκινο και στον Γιώργο Τραπεζιώτη, ο εργατολόγος Διονύσης Τεμπονέρας, με αφορμή την προσφυγή της εταιρείας στη δικαιοσύνη κατά των εργαζομένων για την τρίωρη στάση εργασίας που πραγματοποίησαν και το πρωτοφανές αίτημά της να ζητήσει προσωπική κράτηση των συνδικαλιστών και επιβολή προστίμου 1.500 ευρώ στον καθένα.
Με το νόμο 4808/2021 του Χατζηδάκη, έχουν θεσπιστεί απίθανα γραφειοκρατικά εμπόδια προκειμένου να δύναται ένα σωματείο να προκηρύξει απεργία. Ουσιαστικά ο νόμος Χατζηδάκη αίρει οποιοδήποτε στοιχείο αιφνιδιασμού, στοιχείο πολύ βασικό για την επιτυχία μιας απεργιακής κινητοποίησης.
Επιπλέον, οι υπουργοί της παρούσας κυβέρνησης ήταν αυτοί που έδωσαν το στίγμα και το σήμα απέναντι στην εργοδοσία. Υπενθυμίζω ότι η κ. Κεραμέως ως Υπουργός Παιδείας και ο κ Χατζηδάκης ως Υπουργός Εργασίας, ήταν οι πρώτοι που αξιοποίησαν διατάξεις του νόμου Χατζηδάκη προκειμένου να βγάλουν παράνομες και καταχρηστικές τις απεργιακές κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών για τη διαδικασία της αξιολόγησης, αλλά και των υπαλλήλων του ΕΦΚΑ οι οποίοι αντιδρούσαν στις νέες αντιασφαλιστικές ρυθμίσεις που έφερε ο νόμος.
Ο τρίτος λόγος που η διοίκηση της ΣΤΑΣΥ ΑΕ αποφάσισε να κινηθεί με τέτοιο σκληρό τρόπο απέναντι στους εκπροσώπους των εργαζομένων, έχει να κάνει με την νομολογία των δικαστηρίων και τον τρόπο αξιοποίησης του συνόλου του ισχύοντος νομικού οπλοστασίου. Με βάση το νόμο Χατζηδάκη, το 90% περίπου των απεργιών που φτάνουν στα δικαστήρια, βγαίνουν παράνομες και κάποιες απ’ αυτές και καταχρηστικές.
Ο νόμος Χατζηδάκη είναι σε πλήρη εφαρμογή και πλέον βλέπουμε σπάνια απεργιακή κινητοποίηση που δεν κηρύσσεται παράνομη και καταχρηστική στα δικαστήρια. Αυτές οι πρακτικές όμως συντελούν στην κατατρομοκράτηση των εκπροσώπων των εργαζομένων και κατ’ επέκταση ολόκληρης της κοινωνίας. Ουσιαστικά η διοίκηση της ΣΤΑΣΥ ΑΕ έδωσε ένα σήμα εκφοβισμού προς τους εργαζόμενους, προκειμένου να μην τολμήσουν ξανά να αντιδράσουν, διότι τα δικαστήρια σε χρόνο “dt”, θα είναι έτοιμα να τους καταδικάσουν και να τους επιβάλλουν χρηματικό πρόστιμο αλλά και προσωπική κράτηση.
Η κυβέρνηση παίζει στα ζάρια τη ζωή των συνταξιούχων
Ο προηγούμενος Υπουργός Εργασίας, κ Βρούτσης έλεγε ότι από το Δεκέμβρη του 2021 το 85% των νέων συντάξεων θα εκδίδονται με το πάτημα ενός κουμπιού μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Στη συνέχεια ο κ Χατζηδάκης υπόσχεται ότι θα έχει διεκπεραιώσει όλες τις εκκρεμείς συντάξεις μέχρι και το τέλος Ιουνίου του 2022. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε μπροστά σε 75.000 εκκρεμείς ληξιπρόθεσμες, ενώ οι εκκρεμείς δηλαδή αυτές που δεν έχει μεσολαβήσει τρίμηνο για την έκδοσή τους, είναι περίπου 120.000.
Επίσης υπάρχουν περίπου 20.000 διεθνείς συντάξεις. Το πρόβλημα είναι ότι αντί να μειώνονται οι εκκρεμείς συντάξεις, έχουμε αύξηση αυτών, διότι εκτός από τις 120.000 συντάξεις που αφορούν τις επικουρικές, έχουμε και περίπου 45.000 εφάπαξ τα οποία βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Με λίγα λόγια, αυτό που υπόσχεται ο κ Χατζηδάκης έχει προοπτική πλήρους αποτυχίας, γι’ αυτό τώρα η κυβέρνηση τρέχει για να προλάβει. Για τον ίδιο λόγο, ο κ Χατζηδάκης εφήυρε το νόμο πριν από λίγες ήμερες της fast track σύνταξης, τις αποκαλούμενες συντάξεις εμπιστοσύνης.
Ο νόμος αυτός λέει ότι στο περίπου και στο πόδι θα υπολογίζει ο ΕΦΚΑ τη σύνταξη του ασφαλισμένου κατά δήλωσή του κι αν στο μέλλον υπάρξει απόκλιση, θα ζητάει τα χρήματα πίσω από τους ασφαλισμένους. Με τον τρόπο αυτό, όπως δείχνουν τα στοιχεία του γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής, η κυβέρνηση ομολογεί την αποτυχία της και παίζει στα ζάρια τη ζωή των συνταξιούχων βάζοντάς τους σε μία πολύ μεγάλη περιπέτεια.
Στην προσπάθειά της η κυβέρνηση να παρουσιάσει στους θεσμούς νούμερα καλύτερα από τα πραγματικά, προβαίνει σε διάφορες αλχημείες. Μιλά για παράδειγμα ότι οι εκκρεμείς κύριες συντάξεις στοιχίζουν αυτή τη στιγμή 170 εκατομμύρια, όταν το κόστος για όλες τις εκκρεμείς αιτήσεις σύνταξης ξεπερνάει τα 489 εκατομμύρια ευρώ.
Επίσης μιλάει για μία πολύ μικρή δαπάνη για τα εφάπαξ, όταν το κόστος των εκκρεμών εφάπαξ είναι περίπου 670 εκατομμύρια. Το πραγματικό κόστος μόνο από τις εκκρεμείς συντάξεις ξεπερνάει τα 1,2 δισεκατομμύρια κι αυτό συνιστά μία ακριβή βόμβα χρέους, στα θεμέλια της οικονομίας».