Live τώρα    
21°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
21 °C
19.5°C22.6°C
3 BF 41%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
18.0°C22.1°C
2 BF 39%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
19 °C
18.2°C21.0°C
3 BF 58%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
19.3°C20.8°C
4 BF 55%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
19.5°C20.9°C
2 BF 32%
Η Αριστερά και το φιλελεύθερο Κέντρο μπορούν να σώσουν τη δημοκρατία
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η Αριστερά και το φιλελεύθερο Κέντρο μπορούν να σώσουν τη δημοκρατία

Για να ανασυγκροτηθούμε, θα πρέπει να καλλιεργήσουμε τα αντανακλαστικά τόσο της Αριστεράς όσο και του Κέντρου προς την κατεύθυνση της ανεύρεσης κοινού τόπου. [...]

Σήμερα άτομα από το μορφωμένο, προοδευτικό και μη θρησκόληπτο μισό του πληθυσμού συχνά συσπειρώνονται γύρω από μια τελευταία γραμμή άμυνας της παγκοσμιοποίησης και της απορρύθμισης, ενώ μια πιο ριζοσπαστική Αριστερά συσπειρώνεται γύρω από ένα πρόγραμμα κοινωνικής δικαιοσύνης, απεμπλοκής από τα ορυκτά καύσιμα και ανατροπής του νεοφιλελευθερισμού. Στη χειρότερη περίπτωση το φιλελεύθερο Κέντρο έχει λίγο έως πολύ εγκαταλείψει την προσπάθεια να ασχοληθεί με τις οικονομικές έγνοιες των εργαζομένων που ψηφίζουν τα δεξιά λαϊκιστικά κόμματα και εύκολα μπορεί να ολισθήσει σε μια περιφρονητική αντιμετώπισή τους.

Όμως το κοινό σημείο ανάμεσα στο νεοφιλελεύθερο Κέντρο και τη ριζοσπαστική Αριστερά είναι η ανάγκη υπεράσπισης της δημοκρατίας και του κανόνα του νόμου. Για οποιαδήποτε χώρα, θα τοποθετούσα αυτή την ανάγκη στο επίκεντρο κάθε προσπάθειας σύναψης συμμαχιών τακτικού χαρακτήρα για να ηττηθεί η Δεξιά.

Δεύτερον, χρειάζεται να αναπτύξουμε εκείνες τις στρατηγικές που θα εμποδίσουν τη σύγκλιση του συντηρητισμού, του φασισμού και της κρατικής γραφειοκρατίας σε ένα ενιαίο αυταρχικό σχέδιο.

Αυτό σημαίνει ότι πρέπει, όπου είναι δυνατόν, να απομονώνεται και να καταστέλλεται ο φασισμός. Αν και στις περισσότερες χώρες οι φασιστικές ομάδες παραμένουν μικρές, ωστόσο αντιπροσωπεύουν τη δημόσια υπόσχεση της γενοκτονίας. Οι ομάδες που διαδηλώνουν στις αμερικανικές πόλεις κρατώντας αυτόματα όπλα και κραυγάζοντας «Δεν θα μας πάρουν τη θέση οι Εβραίοι» δεν το κάνουν απλώς για επίδειξη· το κάνουν στο πλαίσιο της προετοιμασίας για δολοφονικές επιθέσεις κατά μειονοτήτων και για να δημιουργήσουν το χάος στο οποίο θα εισέλθουν οι σύμμαχοί τους της ελίτ, εξοπλισμένοι με έκτακτες εξουσίες, για να θέσουν υπό αναστολή τη συνταγματική δημοκρατία.

Για να καταπολεμήσουμε με ευφυΐα αυτή την πιθανότητα, χρειάζεται κάτι παραπάνω από την παραδοσιακή τακτική του «αντιφασισμού» ενάντια στις μικρές φασιστικές ομάδες που βγαίνουν στον δρόμο. Χρειάζεται το προοδευτικό μισό της κοινωνίας να αναγκάσει την εκτελεστική και τη δικαστική εξουσία να υπερασπιστούν τον κανόνα του νόμου και να διατηρήσουν το κρατικό μονοπώλιο στα ένοπλα σώματα.

Δυστυχώς από όλες τις προηγμένες δημοκρατίες η πιο συστημικά αδύναμη ως προς αυτό είναι η μεγαλύτερη - οι ΗΠΑ. Το δικαστικό της σώμα στη νεοφιλελεύθερη εποχή έχει έντονα πολιτικοποιηθεί - όχι μόνο μέσω των ανταγωνιστικών πολιτικών διορισμών στο Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά μέσω της πολιτικοποιημένης χρήσης των ομοσπονδιακών διώξεων. Το κρατικό μονοπώλιο της άσκησης ένοπλης δύναμης, που ήδη έχει υπονομευθεί από την κατάχρηση της Δεύτερης Τροποποίησης, διαβρώνεται ταχύτατα καθώς οι ακροδεξιές πολιτοφυλακές, όπως και οι δεξιοί «συνταγματικοί σερίφηδες» που τις ανέχονται, συγκροτούν ένοπλα εναλλακτικά παραστρατιωτικά λαϊκά σώματα. [...]

Με εξαίρεση κάποιες χώρες όπως η Γερμανία όπου υπάρχουν αυστηροί περιορισμοί για τις νεοναζιστικές ομάδες, μια από τις μεγαλύτερες και μη αναγνωρισμένες αδυναμίες των δυτικών δημοκρατιών σήμερα είναι η προθυμία των συστημάτων τους επιβολής του νόμου να ανεχτούν την τοπικά εντοπισμένη φασιστική βία, τα διαδεδομένα και συντονισμένα κηρύγματα μίσους και τη διείσδυση της άκρας Δεξιάς στην αστυνομία και τις ένοπλες δυνάμεις. Επιτακτική είναι η ανάγκη για την αντιστροφή αυτής της κατάστασης μέσα από τη δράση της νομοθετικής και της εκτελεστικής εξουσίας. Όμως η απροθυμία των φιλελεύθερων κεντρώων κυβερνήσεων να κάνουν κάτι τέτοιο είναι άλλο ένα δείγμα του τι είδους κόσμος είναι αυτός στον οποίο ζούμε.

Όταν ο Βρετανός υπουργός Εσωτερικών Σατζίντ Τζαβίντ χαρακτήρισε μέλη του Εργατικού Κόμματος «νεοφασίστες», τον ίδιο μήνα που χιλιάδες πραγματικοί φασίστες οργίαζαν στο κέντρο του Λονδίνου εκτοξεύοντας βλήματα κατά των δικών του αστυνομικών, είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι, όταν φτάσει η κρίσιμη στιγμή, μεγάλα τμήμα του κεντρώου συντηρητισμού θα προβάλουν μηδαμινή αντίσταση απέναντι στην αυταρχική Δεξιά.

Ωστόσο, οπουδήποτε είναι δυνατό, στον βαθμό που αυτό αφορά τα άρτι αναζωογονημένα δεξιά λαϊκιστικά κόμματα -όπως το Κόμμα της Ελευθερίας στην Ολλανδία, η Λέγκα στην Ιταλία και το AfD στη Γερμανία-, η πιο αποτελεσματική προοδευτική τακτική είναι να παραμείνουν αυτά τα κόμματα οργανωτικά απομονωμένα· παγιδευμένα ανάμεσα στον επίσημο συντηρητισμό και την ακραία φασιστική ή νεοφασιστική Δεξιά. Η αδυναμία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος να κάνει κάτι τέτοιο ήταν αυτό που επέτρεψε την άλωσή του από το Κόμμα του Τσαγιού.

Τέλος, αν και όλοι οι κοινωνιολογικοί δείκτες λένε ότι η αυταρχική Δεξιά ενισχύεται κυρίως λόγω της πολιτισμικής ανασφάλειας και όχι της οικονομικής στασιμότητας, το ιστορικό προηγούμενο δείχνει ότι η οικονομία ακόμα μπορεί να μας βοηθήσει να αποδυναμώσουμε τον δεξιό λαϊκισμό.

Όποιος έχει επιχειρήσει να ανοίξει συζήτηση με ξενοφοβικούς και εθνικιστές, γνωρίζει ότι αυτοί έχουν τις καλές και τις κακές τους μέρες. Σε μια καλή μέρα οργίζονται κυρίως με την έλλειψη θέσεων εργασίας ή με τις εκθέσεις που λένε ότι η μείωση των μισθών οφείλεται στους μετανάστες. Σε μια κακή μέρα αποκαλούν τις εθνικές μειονότητες «κατσαρίδες» και δηλώνουν ότι θέλουν να τερματιστεί η μετανάστευση, «ακόμα και αν καταρρεύσει η οικονομία». [...]

Η απάντηση είναι ένα δυναμικό πρόγραμμα οικονομικής ανάπτυξης που οι θετικές του συνέπειες θα γίνουν αισθητές σε εκείνες τις κοινότητες όπου ευδοκιμεί ο αυταρχικός εθνικισμός. Αν θέλουμε να εξαλείψουμε τη δεξιά επιθετικότητα, πρέπει η Αριστερά και το φιλελεύθερο Κέντρο να προχωρήσουν σε μια θεαματική ρήξη με το αποτυχημένο οικονομικό μοντέλο του νεοφιλελευθερισμού. Όπως έδειξε το ριζοσπαστικό μανιφέστο των Εργατικών του Τζέρεμι Κόρμπιν στις πρόωρες βρετανικές εκλογές του Ιουνίου του 2017, ακόμα και μια ρητορική ρήξη μπορεί να αποδειχθεί αρκετή για να οδηγήσει τους οπαδούς των δεξιών λαϊκιστικών κομμάτων όπως του UKIP κατευθείαν στην ψήφο στην Αριστερά.

[...] κάθε ακροδεξιός νομοθέτης που αναγκάζεται να κάνει πίσω, κάθε τοπική ομάδα που διαλύεται, κάθε ρατσιστής που δεν βγαίνει στους δρόμους αλλά περιορίζεται, όπως πριν, να στέλνει επιστολές μίσους στην τοπική του εφημερίδα είναι κέρδος.

Η Αριστερά και το φιλελεύθερο Κέντρο δεν μπορούν να δώσουν στους δεξιούς λαϊκιστές ψηφοφόρους αυτό που πάνω απ’ όλα επιθυμούν - την επιστροφή στον κοινωνικό συντηρητισμό, την επαναφορά των προνομίων για τους λευκούς και τη δρακόντεια μεταναστευτική πολιτική. Όμως ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο πρέπει να διπλασιάσουμε τα πράγματα που όντως μπορούμε να προσφέρουμε -θέσεις εργασίας, επενδύσεις, εκπαίδευση, υποδομές και ένα αφήγημα ελπίδας.

Αν και δεν υπάρχει κοινά αποδεκτή ονομασία γι’ αυτά και κανένας μοναδικός θεσμός δεν τα ελέγχει, έχει αρχίσει να αναδύεται μια σαφής προοδευτική εναλλακτική στον νεοφιλελευθερισμό. Στην Ελλάδα ο ΣΥΡΙΖΑ αντιστεκόταν επί ένα εξάμηνο στην ευρωπαϊκή λιτότητα, προτού υποταχθεί σ’ αυτήν τον Ιούλιο του 2015· το κόμμα των Podemos Unidos στην Ισπανία και οι συμμαχίες του σε επίπεδο πόλης, όπως το En Comu στη Βαρκελόνη, άρχισε να παρουσιάζει στις δημοσκοπήσεις ένα σταθερό 20%. Η κυβέρνηση συνασπισμού στην Πορτογαλία, όπου συμμετέχουν σοσιαλιστές και η άκρα Αριστερά, η ομάδα του Μπέρνι Σάντερς στο εσωτερικό του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ και το κίνημα γύρω από τον Τζέρεμι Κόρμπιν το οποίο κυριάρχησε στο Εργατικό Κόμμα του Ηνωμένου Βασιλείου - όλα αυτά φανερώνουν την αποκρυστάλλωση μιας νέας αριστερής πολιτικής που στοχεύει στην κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας.

Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις ο κρίσιμος παράγοντας που ωθεί αυτά τα αριστερά κόμματα και κινήματα να ξεφύγουν από το γκέτο της πολιτικής «καθαρότητας» και να κινηθούν προς την εξουσία ήταν η μετάβαση δεκάδων χιλιάδων δικτυωμένων ακτιβιστών από την περίοδο του 2011 στην πολιτική των κομμάτων. Μαζί τους έφεραν όραμα, ενεργητικότητα, οργανωτική δεξιότητα, καθώς και την ικανότητα να συνδέουν τα παλιά κόμματα με τη γενιά των millennials, που σε πολλές χώρες είχε γυρίσει την πλάτη στην πολιτική.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL