Live τώρα    
22°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
22 °C
20.0°C22.4°C
4 BF 42%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
19.9°C22.5°C
3 BF 39%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
20 °C
19.4°C21.6°C
2 BF 56%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
19 °C
18.3°C19.8°C
4 BF 62%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
22 °C
21.2°C21.9°C
2 BF 30%
Στη χώρα της ευημερίας η αβεβαιότητα οδηγεί στην (Άκρα) Δεξιά
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Στη χώρα της ευημερίας η αβεβαιότητα οδηγεί στην (Άκρα) Δεξιά

Οι Ολλανδοί πηγαίνουν στις κάλπες για βουλευτικές εκλογές στις 15 Μαρτίου, λίγες εβδομάδες πριν από τους Γάλλους, οι οποίοι θα εκλέξουν τον διάδοχο του προέδρου Φρανσουά Ολάντ, και αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα πριν από τις γερμανικές εκλογές, στις οποίες η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ θα επιδιώξει να κερδίσει για τέταρτη συνεχή φορά.

Οι ολλανδικές εκλογές έχουν ένα σημαντικό βάρος για το μέλλον της Ευρώπης, δεδομένου ότι οι Ολλανδοί ψηφοφόροι έχουν αποδείξει ότι αποτελούν καλό μέτρο για τα αισθήματα των Ευρωπαίων. Δεν πρέπει να λησμονούμε πως οι Ολλανδοί εξεγέρθηκαν εναντίον του Ευρωπαϊκού Συντάγματος, το 2005, και τον προηγούμενο χρόνο απέρριψαν, ύστερα από δημοψήφισμα, τη συμφωνία για τη σύνδεση Ε.Ε. και Ουκρανίας.

Αυτή τη χρονική στιγμή υπάρχει ένα δυνατό «αντι-πολιτικό, όπως συνήθως» συναίσθημα που φουσκώνει προς όλες τις κατευθύνσεις στην Ολλανδία, το οποίο προκαλεί σαφή μετατόπιση του εκλογικού σώματος προς την Άκρα Δεξιά, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις να τεθεί η χώρα στο μονοπάτι που έχουν ανοίξει το Brexit και ο Τραμπ.

Η αύξηση της πολιτικής επιρροής των αντιλήψεων που αντιτίθενται στην υπάρχουσα καθεστηκυία κατάσταση της Ολλανδίας και της Ε.Ε. καθοδηγείται από το ακροδεξιό και αντι-ισλαμικό Κόμμα της Ελευθερίας (PVV) του κυρίου Γκέερτ Βίλντερς, ο οποίος θέλει να αποχωρήσει από το κοινό νόμισμα - ευρώ, να διαλύσει την Ευρωζώνη και να επαναφέρει τον έλεγχο των συνόρων στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το συγκεκριμένο κόμμα είναι στην ουσία κόμμα ενός ανδρός, του κυρίου Γκέερτ Βίλντερς. Μόνος του αποφασίζει για το πρόγραμμα, για τις θέσεις του και επιλέγει τα ονόματα που θα συμμετάσχουν στις εκλογικές λίστες του κόμματος.

Το πρόγραμμα του κόμματος, το οποίο χωράει σε μια σελίδα, επικεντρώνεται κυρίως στο σταμάτημα της μετανάστευσης, στον πόλεμο ενάντια στην «ισλαμοποίηση της Ευρώπης», στην απελευθέρωση των Ολλανδών από τα δεσμά της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών και της ευρισκόμενης στη Φραγκφούρτη ΕΚΤ. Δηλαδή το κόμμα του Βίλντερς ευνοείται από τους ίδιους παράγοντες που μέχρι τώρα έχουν ευνοήσει όλα τα κόμματα με το ίδιο ιδεολογικό στίγμα τα προηγούμενα χρόνια: η αδυναμία να λυθεί η κρίση που ταλανίζει την Ευρωζώνη, τη μαζική εισροή μεταναστών (κυρίως μουσουλμάνων) στην Ε.Ε., την αποτυχία της ολοκλήρωσης της Ε.Ε., τις τρομοκρατικές επιθέσεις και επίσης τη χαρακτηριστική αδυναμία των κατεστημένων κομμάτων (κεντροδεξιών και κεντροαριστερών) να επιτύχουν, μέσα από τη διαχείριση της οικονομίας, την πολυπόθητη ανάπτυξη, καθώς και τη σταθερή απασχόληση.

Σύμφωνα με τις περισσότερες δημοσκοπήσεις (περιττό να σημειώσουμε ότι χρειάζεται να είμαστε προσεκτικοί με αυτές) το κόμμα PVV φαίνεται πως θα συγκεντρώσει τη σχετική πλειοψηφία στις επερχόμενες εκλογές και ο πρόεδρός του Γκ. Βίλντερς θα είναι ο πρώτος υποψήφιος για να σχηματίσει τη νέα κυβέρνηση (συνασπισμού) στην Ολλανδία.

Όμως, το πρόσωπο - κλειδί για το αν θα συμβεί αυτό είναι ο σημερινός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε και το Συντηρητικό Κόμμα (VVD) του οποίου είναι επικεφαλής, είτε το PVV του Γκ. Βίλντερς κατακτήσει την πρώτη θέση είτε όχι. Η εξήγηση βρίσκεται στον μεγάλο κατακερματισμό του ολλανδικού εκλογικού σώματος. Ακόμη και οι πιο ευνοϊκές για τον Βίλντερς δημοσκοπήσεις δεν του δίνουν περισσότερο από το 19% των ψήφων, ποσοστό που θα αρκούσε για την πρώτη θέση και τη διεκδίκηση της πρωθυπουργίας, αφού το VVD του Μ. Ρούτε δεν φαίνεται να ξεπερνά το 17%.

Ακόμη και αν τα ισχνά αυτά ποσοστά ενισχυθούν καθώς πλησιάζει η ώρα για τις κάλπες, χωρίς τη συνδρομή του Μ. Ρούτε ο Γκ. Βίλντερς δεν έχει την παραμικρή ελπίδα να πλησιάσει την εξουσία. Αυτό σημαίνει πως ο Ρούτε θα μπορούσε να έχει ξεκόψει εξ αρχής κάθε ενδεχόμενο συμμετοχής του κόμματος του Βίλντερς στην κυβέρνηση και να κατέβει στην προεκλογική εκστρατεία στρέφοντας τα βέλη του στους παραδοσιακούς αντιπάλους του στο Κέντρο και στην Κεντροαριστερά.

Αντί γι’ αυτό, ανήγγειλε εδώ και μήνες ότι το τελευταίο ντιμπέιτ, λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές, θα γίνει μόνο ανάμεσα σε αυτόν και τον Γκ. Βίλντερς, ενώ την περασμένη εβδομάδα οι δυο τους συμφώνησαν από κοινού να τορπιλίσουν το ντιμπέιτ του τηλεοπτικού σταθμού RTL επειδή είχαν κληθεί πέντε, αντί για τέσσερις, πολιτικοί αρχηγοί.

Συμπέρασμα: Ο Γκέερτ Βίλντερς θρέφεται από την αναμέτρηση με τον Μαρκ Ρούτε στον χώρο ανάμεσα στη Δεξιά και την Άκρα Δεξιά, με πιθανό αποτέλεσμα να βγουν αυτοί οι δύο κερδισμένοι εις βάρος όλου του υπόλοιπου φάσματος. Το ελληνικό ζήτημα παίζει ρόλο στη συζήτηση αυτή, με τον Γκ. Βίλντερς να κατηγορεί τον Μ. Ρούτε ότι ετοιμάζεται να πετάξει και άλλα χρήματα φορολογουμένων.


Καλοί ρυθμοί ανάπτυξης

Η συγκεκριμένη εξέγερση ενάντια στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων πραγματοποιείται σε μια οικονομία στην οποία όλοι οι δείκτες των μακροοικονομικών μεγεθών φαίνεται να βρίσκονται σε καλή κατάσταση, σε αντίθεση με την οικονομική κρίση που χτύπησε βαθιά τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης.

Ο ρυθμός μεγέθυνσης της ολλανδικής οικονομίας έχει σταθεροποιηθεί περίπου στο 2% τα δύο τελευταία έτη 2015-2016 και το ίδιο εκτιμάται και για το 2017. Τα ολλανδικά επίπεδα διαβίωσης είναι υψηλά (κατά μέσον όρο) σε σχέση με αυτά στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Το επίσημο ποσοστό ανεργίας βρίσκεται στο 5,4% της εργατικής δύναμης. Επίσης η χώρα συνεχίζει να απολαμβάνει ένα υψηλότατο πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο της τάξεως του 9% του ΑΕΠ.

Η μεγέθυνση της οικονομίας είναι τόσο ικανοποιητική, ώστε η De Nederlandsche Bank (η Κεντρική Τράπεζα της Ολλανδίας) είναι ίσως η μοναδική κεντρική τράπεζα στον κόσμο που έχει ζητήσει υψηλότερους μισθούς στον εγχώριο τομέα των υπηρεσιών που παράγει μη διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και ο οποίος προσφέρει το 46% της απασχόλησης στους Ολλανδούς εργαζομένους.

Ενώ το ιδιωτικό χρέος των νοικοκυριών είναι υψηλό, οι Ολλανδοί διακρατούν μεγάλο μερίδιο από τις αποταμιεύσεις τού (κατά βάση) κεφαλαιοποιητικού συνταξιοδοτικού συστήματος, το οποίο θεωρείται αρκετά ισχυρό ώστε να καλύψει τον γηράσκοντα πληθυσμό. Το δημοσιονομικό έλλειμμα βρίσκεται υπό έλεγχο (αρκετά κάτω από το -0,5%), ενώ ο λόγος του ΔΧ/ΑΕΠ βρίσκεται κάτω από το 63% και θεωρείται διαχειρίσιμο δεδομένου ότι το ολλανδικό κράτος μπορεί να εκδώσει ομόλογα με απόδοση πολύ κοντά στο 0%.

Παρ’ όλα αυτά, οι πολιτικές εξελίξεις και οι επερχόμενες εκλογές προκαλούν μεγάλη αβεβαιότητα επιβαρύνοντας σοβαρά τη λειτουργία της οικονομίας.

Κυβερνητική συνεργασία

Για να γίνουν αντιληπτές οι πολιτικές αλλαγές στην Ολλανδία, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ορισμένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του ολλανδικού πολιτικού συστήματος. Το έχουμε ήδη αναφέρει προηγουμένως: Ο κατακερματισμός του πολιτικού συστήματος σε μεγάλο αριθμό πολιτικών κομμάτων. Στο ολλανδικό κοινοβούλιο που εκλέχθηκε το 2012 υπήρχαν 11 κόμματα και για τις εκλογές του 2017 έχουν θέσει υποψηφιότητα 28 διαφορετικά κόμματα. Ο πολιτικός κατακερματισμός των κομμάτων σημαίνει ότι η κυβέρνηση πάντοτε θα προκύπτει έπειτα από κάποια συμφωνία μεταξύ των κομμάτων. Τουλάχιστον δύο και συχνά τρία ή και περισσότερα.

Ο παρούσα κυβέρνηση είναι συνασπισμός μεταξύ του Συντηρητικού Κόμματος (VVD) του πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε και του Ολλανδικού Εργατικού Κόμματος [Dutch Labor Party (PVDA)]. Αυτός ο συνασπισμός έγινε βιώσιμος μετά τις εκλογές του 2012, που σηματοδότησαν την κατάρρευση του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος [Christian Democratic Party (CDA)], το οποίο αποτελούσε το παραδοσιακό επίκεντρο του ολλανδικού πολιτικού συστήματος.

Η συγκεκριμένη κυβέρνηση (VVD και PVDA) διαχειρίστηκε κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης τη χώρα με ένα οικονομικό πρόγραμμα βασισμένο στη δημοσιονομική λιτότητα, με αρκετές παρεμβάσεις για απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου (με τη μορφή της συμμετοχής στις συμφωνίες TTIP και CETA).

Η ολλανδική οικονομία είχε παρουσιάσει αρνητικούς ρυθμούς μεγέθυνσης τα έτη 2012 και 2013 λόγω των μέτρων λιτότητας, αλλά γύρισε σε θετικούς ρυθμούς τα τελευταία έτη, όταν οι αρνητικές επιπτώσεις της πολιτικής λιτότητας αντισταθμίστηκαν από τις μεγεθυντικές τάσεις που προήλθαν κυρίως από τη σταθερή ανάκαμψη της γειτονικής Γερμανίας, αλλά και από την αξία του ευρώ, η οποία θεωρείται υποτιμημένη τόσο για τη γερμανική όσο και για την ολλανδική οικονομία.

Οι δημοσιονομικές πιέσεις στην οικονομία του κράτους αντιμετωπίστηκαν από την έκδοση κρατικών ομολόγων τα οποία θεωρούνται από τις χρηματοπιστωτικές αγορές ως σούπερ ασφαλή, με απόδοση, όπως έχουμε αναφέρει, πολύ κοντά στο μηδέν. Φαίνεται ότι η ολλανδική οικονομία λειτουργεί ως «ελεύθερος καβαλάρης» μεταξύ της ενδυνάμωσης της γερμανικής οικονομίας και της πλήρους εξασθένησης των οικονομιών του Νότου κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Πάντως, για να μπορέσει να γίνει κατανοητή η αντίδραση του ολλανδικού εκλογικού σώματος στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, θα πρέπει να ψάξουμε πίσω από τις μακροοικονομικές μεταβλητές. Ενώ η δημοσιονομική λιτότητα ήταν αποτελεσματική προκειμένου να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα, προκάλεσε συνεχή υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση των υπηρεσιών Υγείας, της φροντίδας των ηλικιωμένων και της Παιδείας.

Επίσης μείωση των υποστηρικτικών δομών για τους ανθρώπους με ειδικές ανάγκες. Μείωση των κρατικών δαπανών για Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D). Μη ικανοποιητικές επενδύσεις στις δημόσιες μεταφορές, στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και στις γενικότερες δαπάνες για την κοινωνική πρόνοια.

Αυτά τα αποτελέσματα βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τις παραδοσιακές σοσιαλδημοκρατικές αξίες καθιστώντας την καθημερινή ζωή των Ολλανδών πολύ δύσκολη και, το χειρότερο, δημιούργησε ένα αίσθημα αβεβαιότητας για τις μελλοντικές εξελίξεις για την πλειονότητα των πολιτών, καθώς οι όποιες επιτυχίες στα μακροοικονομικά μεγέθη δεν μεταφράζονται άμεσα σε αποτελέσματα στην πραγματική ζωή.

Ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ο παράγοντας της ανεργίας. Όπως έχουμε αναφέρει, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία το ποσοστό ανεργίας ανέρχεται στο 6%, αλλά, όπως είναι επίσης γνωστό, για να προέλθει αυτό το ποσοστό, συμπεριλαμβάνονται στους μη ανέργους όλοι εκείνοι που εργάζονται με μερική απασχόληση, για λίγες ώρες κ.λπ.

Πρόσφατες εκτιμήσεις της ολλανδικής κεντρικής τράπεζας δείχνουν ότι, αν συμπεριληφθούν όλες αυτές οι κατηγορίες των εργαζομένων στους ανέργους, το ποσοστό ανεργίας ανέρχεται περίπου στο 16% της εργατικής δύναμης, τρεις φορές υψηλότερο από το επίσημο ποσοστό.

Αυτό σημαίνει ότι ένας στους έξι δυνητικούς εργαζομένους δεν εργάζεται, τουλάχιστον τις ώρες που επιθυμεί. Το γεγονός αυτό σαφέστατα δείχνει πως η ολλανδική οικονομία σιγά-σιγά εξασθενεί, δεδομένου ότι δεν μπορεί να απασχολήσει το εργατικό δυναμικό της αποτελεσματικά. Οι πολιτικές συζητήσεις στη χώρα συνεχώς περιστρέφονται γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα.

Επίσης ακόμη ένα ζήτημα σημαντικού ενδιαφέροντος είναι ότι οι θεωρούμενες σίγουρες θέσεις εργασίας έχουν αυξηθεί σημαντικά στην Ολλανδία τα πρόσφατα χρόνια. Το ποσοστό των εργαζομένων στις λεγόμενες «σίγουρες θέσεις εργασίας» έχει μειωθεί δραματικά, από 56,8% το 2008, στο 30,5% το 2014. Περισσότεροι από ένας στους πέντε εργαζομένους κατέχει μια περιστασιακή θέση εργασίας, και περίπου το 17% των Ολλανδών εργαζομένων είναι αυτοαπασχολούμενοι.

Η υψηλή εργασιακή ανασφάλεια συσχετίζεται με υψηλή παρουσία κατάθλιψης και άλλων συναφών ψυχολογικών παθήσεων αυξάνοντας κατακόρυφα τη χρήση αντικαταθλιπτικών και άλλων ψυχιατρικών φαρμάκων.

Οι Ολλανδοί πολίτες - εκλογείς, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ανήκουν στη μεσαία τάξη, είναι πολύ ανήσυχοι σχετικά με τη χρηματοοικονομική κατάστασή τους, την εργασία τους και τις μελλοντικές προσδοκίες τους. Αυτές οι ανησυχίες, σε συνδυασμό με τις πολιτικές λιτότητας, δημιουργούν γόνιμο έδαφος για την εξάπλωση των ακραίων δεξιών αντιλήψεων.

Σε αυτές τις αιτίες θα πρέπει βεβαίως να συμπεριληφθούν η κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στην Ευρωζώνη αλλά και το μεταναστευτικό ζήτημα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL