Live τώρα    
15°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
15 °C
11.2°C16.5°C
1 BF 69%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αυξημένες νεφώσεις
13 °C
9.8°C15.2°C
1 BF 59%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
14 °C
11.6°C14.4°C
1 BF 78%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
11 °C
10.8°C12.7°C
3 BF 82%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
7 °C
6.9°C10.2°C
0 BF 93%
Σχέσεις κράτους - εκκλησίας / Εννέα θέσεις για μια συζήτηση ώριμη από καιρό
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Σχέσεις κράτους - εκκλησίας / Εννέα θέσεις για μια συζήτηση ώριμη από καιρό

του Μιχάλη Σταθόπουλου

1. Η θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους είναι επιταγή της Δημοκρατίας. Πρακτικά, η ουδετερότητα αυτή σημαίνει, ότι η Πολιτεία δεν πρέπει να εμφανίζεται ως θρησκευτικό κράτος αλλά ως λαϊκό ή κοσμικό και να αφήνει το «θρησκεύειν» στον καθένα από τους πολίτες της, που μπορεί να ασκεί αυτή την ελευθερία του μόνος ή σε θρησκευτικές οργανώσεις, εκκλησίες ή σε μια μεγάλη Εκκλησία (όπου όμως η είσοδος και η έξοδος είναι ελεύθερες). Το κράτος δεν μπορεί να ταυτίζεται με το θρησκευόμενο τμήμα του, οσοδήποτε μεγάλο, εν όψει της δυνατότητας θρησκευτικής ελευθερίας και του τελευταίου πολίτη.

2. Η θρησκευτική ουδετερότητα βεβαίως δεν σημαίνει ότι το Κράτος δεν μπορεί να σέβεται το θρησκευτικό αίσθημα των πολιτών και να το προστατεύει. Οφείλει, αντίθετα, να κατοχυρώνει τη θρησκευτική συνείδηση κάθε πολίτη (άρα όποια κι αν είναι η θρησκεία του), καθώς και την άσκηση της θρησκευτικής ελευθερίας και την ικανοποίηση των λατρευτικών και λοιπών θρησκευτικών αναγκών του. Η προστασία αυτή είναι προστασία ατομικών δικαιωμάτων, που τελικά καταλήγει να είναι προστασία κάθε θρησκείας και βρίσκει την κατοχύρωσή της ακριβώς στο άρθρο 13 του Συντάγματος. Η παροχή προστασίας σ’ όλους όσοι έχουν την ανάγκη της για την άσκηση της θρησκευτικής τους ελευθερίας δεν θίγει τη θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους.

3. Το σύστημα του χωρισμού Πολιτείας και Εκκλησίας σημαίνει αυτοτέλεια και χωρισμό αρμοδιοτήτων, όχι αναγκαία διαζύγιο, αποξένωση της μίας από την άλλη. Η υπόθεση ότι ο χωρισμός θα μείωνε δήθεν την Εκκλησία δεν είναι ορθή. Βέβαια, θα περιοριζόταν η «κοσμική» της εξουσία. Αλλά αυτή είναι που όχι σπάνια μειώνει το κύρος της. Ενώ η αυτονόμησή της θα της δώσει αφενός εξουσία στις σωστές διαστάσεις και αφετέρου πρόσθετο κύρος, μεγαλύτερη αυτοσυνειδησία, ευχέρεια αφοσίωσης στο πνευματικό της έργο, περισσότερη ηθική δύναμη, δύναμη που θα στηρίζεται στον αριθμό και στην πίστη των οπαδών της και όχι στον εξαναγκασμό μέσω της κρατικής εξουσίας. Τυχόν κατάχρηση της εξουσίας της μπορεί να αντιμετωπίζεται με δημοκρατικό τρόπο.

4. Το κράτος αναμειγνύεται έντονα στα εκκλησιαστικά πράγματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο Καταστατικός της Χάρτης, αντί να είναι δική της πράξη, είναι νόμος του κράτους! Ο αρχιεπίσκοπος και οι μητροπολίτες διορίζονται με πράξη της Πολιτείας. Ο διορισμός τους εξαρτάται, δηλαδή, από τον υπουργό Παιδείας. Η Εκκλησία και οι επιμέρους εκκλησιαστικές μονάδες (μητροπόλεις κ.λπ.) έχουν αναγορευθεί σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, σαν να ασκούν δημόσια (δηλαδή κρατική) εξουσία, και έτσι οι πράξεις τους, κατά κανόνα εκκλησιαστικού περιεχομένου, μπορεί να προσβάλλονται στο Συμβούλιο της Επικρατείας και ενδεχομένως να ακυρώνονται απ’ αυτό. Έτσι, πολλές φορές μετατρέπεται το Συμβούλιο Επικρατείας σε μια, όπως έχει λεχθεί, δευτεροβάθμια Ιερά Σύνοδο. Περιμένουν, π.χ., οι μητροπολίτες, όταν έχει ασκηθεί αίτηση ακυρώσεως, τι θα πει το Συμβούλιο της Επικρατείας για να δουν τι ισχύει στα εσωτερικά θέματα της Εκκλησίας.

5. Θα μπορούσε να παραθέσει κανείς και πολλές άλλες τέτοιες επεμβάσεις, μειωτικές για την Εκκλησία. Όλα αυτά νοθεύουν όχι μόνο τη θρησκευτική ουδετερότητα του κράτους, αλλά και την ανεξαρτησία της Εκκλησίας. Η μη ανάμειξη του κράτους σε εκκλησιαστικά θέματα θα καθιστούσε την Εκκλησία αυτόνομη, όπως πρέπει σύμφωνα με την αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας (άρθρ. 13 παρ 1 του Συντάγματος) και όπως αξίζει στην Εκκλησία.

6. Ειδικά για το μάθημα των Θρησκευτικών, πρέπει κάποτε να παραδεχτούμε μια πραγματικότητα, όσο κι αν είναι δυσάρεστη σε πολλούς, ότι, δηλαδή, όταν διδάσκουμε στα κρατικά σχολεία το μάθημα αυτό στα παιδιά συνεχώς από την ηλικία των έξι χρόνων, τους εμφυσούμε εξουσιαστικά αυτό που θέλουμε σε θέματα συνείδησης. Είναι άραγε σύμφωνο με την ελευθερία της συνείδησης να διδάσκεται μόνο μία θρησκεία, σαν η μόνη αλήθεια, στα σχολεία; Σωστότερο είναι το μάθημα των Θρησκευτικών να αντικατασταθεί από τη Θρησκειολογία, ένα μάθημα όπου θα διδάσκονται όλες οι θρησκείες και, βέβαια, σε μεγαλύτερη έκταση εκείνη που είναι δεμένη με τη δική μας την Ιστορία, τη χριστιανική ορθόδοξη. Από εκεί και πέρα, όσα παιδιά θέλουν μπορούν να παρακολουθούν, εκτός δημόσιου σχολείου, εκκλησιαστικά μαθήματα, π.χ. στα κατηχητικά της Εκκλησίας. Και στα πανεπιστήμια η Θεολογική Σχολή πρέπει να είναι Σχολή Θρησκειολογίας. Η Εκκλησία δικαιούται, βεβαίως, να έχει τη δική της εκπαίδευση και σε ανώτατη βαθμίδα, όσο της το επιτρέπουν οι δυνάμεις της (όπως π.χ. η Σχολή της Χάλκης). Αυτό όμως είναι εσωτερικό της θέμα, στο οποίο δεν πρέπει να παρεμβαίνει η Πολιτεία.

7. Το ελληνικό Σύνταγμα κατοχυρώνει την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης. Επομένως, το κράτος πρέπει να σέβεται τις θρησκευτικές απόψεις του καθενός, δηλαδή της πλειονότητας, των μειονοτήτων και όλων των πολιτών, μεμονωμένων ή μη. Η θεμελιώδης αυτή συνταγματική διάταξη δεν υπάρχει για να δίνει την επίφαση της δημοκρατικότητας στο Σύνταγμα, αλλά για να την παίρνουμε σοβαρά υπόψη, ως περιέχουσα ισχύοντα και δεσμευτικό κανόνα. Η Εκκλησία μας, εξάλλου, αξίζει να έχει λίγο περισσότερη αυτοπεποίθηση και να μπορεί να στηρίζεται στις δυνάμεις της, έχοντας εμπιστοσύνη στο πνευματικό της έργο. Και οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου καλό είναι να φοβούνται λιγότερο το λεγόμενο «πολιτικό κόστος» που τους εμποδίζει να προχωρήσουν στα σωστά μέτρα. Οι πολίτες, στη μεγάλη πλειονότητά τους, είναι αρκετά ώριμοι για να κατανοήσουν, αν ενημερωθούν σωστά, ότι ούτε η Εκκλησία μειώνεται ούτε οι ίδιοι εμποδίζονται να θρησκεύονται στον βαθμό που το επιθυμούν αν επιτέλους ληφθούν οι αποφάσεις ώστε η θρησκευτική ελευθερία να γίνει πράξη για όλους και το κράτος να τηρεί με συνέπεια τη θρησκευτική ουδετερότητα που η σημερινή πολιτισμένη ανθρωπότητα αξιώνει από κάθε Δημοκρατία. Είναι κρίμα η Ελλάδα να υστερεί τόσο σ’ αυτό τον καίριο για τα ανθρώπινα δικαιώματα τομέα.

8. Το σύστημα του χωρισμού ή, σωστότερα, των διακριτών αρμοδιοτήτων Εκκλησίας και Πολιτείας δεν εκδιώκει (όπως καμιά φορά υποστηρίζεται προς δυσφήμηση του συστήματος αυτού) τη θρησκεία από την κοινωνία. Το θρησκευτικό συναίσθημα και οι μεταφυσικές αγωνίες πάντοτε θα υπάρχουν σε (μεγαλύτερο ή μικρότερο) μέρος του πληθυσμού και μαζί του οι θρησκείες. Το πρόβλημα δεν είναι πρόβλημα θρησκείας, αλλά πρόβλημα θρησκευτικής ελευθερίας· ελευθερίας πλήρως κατοχυρωμένης και σεβαστής από όλους. Αυτή θα υπάρχει (στη νομοθεσία αλλά και στην πράξη) αν δεν γίνεται καμιά διάκριση και δεν δίνεται -άμεσα ή έμμεσα- θέση υπεροχής σε μέλη μιας κοινωνίας επειδή ανήκουν σε ορισμένη θρησκευτική κοινότητα και όχι σε άλλη· αν υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός θρησκευτικών πλειοψηφιών και μειοψηφιών· αν το κράτος, πραγματικά ουδέτερο στο θέμα αυτό, μεταχειρίζεται του πολίτες του ισότιμα, ξεχνώντας αν και σε ποια θρησκεία πιστεύουν· αν οι θρησκευτικές ή μη θρησκευτικές αντιλήψεις τοΎ κάθε πολίτη και η άσκησή τους στην πράξη παραμένουν μια προσωπική υπόθεση, που δεν δικαιολογεί κανένα κοινωνικό προβάδισμα· αν κανείς δεν ενοχλείται για το αν και τι πιστεύει.

9. Η Ελλάδα έχει μείνει ουραγός, μεταξύ των προηγμένων χωρών, στο ζήτημα της θρησκευτικής ουδετερότητας του Κράτους, αναγκαίας για πλήρη κατοχύρωση της θρησκευτικής ελευθερίας σε όλο το φάσμα της θεσμικής ρύθμισης και εφαρμογής της, από τις συνταγματικές προβλέψεις έως τον σεβασμό της ελευθερίας αυτής στην πράξη. Είναι καιρός η πολιτική εξουσία να τολμήσει. Τελικά, θα ωφελήσει και τον εαυτό της, και την Εκκλησία, και, κυρίως, τη χώρα.

* Επιλεγμένα αποσπάσματα από δημοσιευμένες μελέτες του ομότιμου καθηγητή της Νομικής στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Μιχάλη Σταθόπουλου

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL