Ουρουγουάη / Μέχρι τον φάρο της Κολόνια

Ουρουγουάη / Μέχρι τον φάρο της Κολόνια

Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 1680. Ο 44χρονος Πορτογάλος στρατιωτικός Μανουέλ Λόμπο, κυβερνήτης από πέρυσι του Ρίο Ντε Ζανέιρο, φτάνει επικεφαλής πέντε πλοίων με 400 στρατιώτες και τεχνίτες σε μια χερσόνησο στη βόρεια όχθη του Ρίο Ντε Πλάτα, απέναντι από το Μπουένος Άιρες. Εδώ θα ιδρύσει για λογαριασμό του αντιβασιλέα και διαδόχου του πορτογαλικού θρόνου Πέτρου Β’ προκεχωρημένο φυλάκιο με φρούριο προκειμένου να επεκτείνει τα συμφέροντά του πέραν της Βραζιλίας. Στόχος του 32χρονου πρίγκηπα του Οίκου των Μπραγκάνσα είναι η επικερδής διά θαλάσσης μεταφορά του χρυσού και ασημιού του Περού και της Βολιβίας όπως και της αγροτικής παραγωγής του βραζιλιάνικου Νότου. Αυτό σημαίνει πως το λιμάνι που θα κατασκευαστεί εδώ θα λειτουργεί ανταγωνιστικά στο Μπουένος Άιρες και τα ισπανικά συμφέροντα.

Η στρατηγική σημασία της πόλης που θα ιδρυθεί στη χερσόνησο, της Κολόνια ντελ Σακραμέντο, αναδεικνύεται και εκ του ότι θα αλλάξει οκτώ φορές στα επόμενα 31 χρόνια χέρια, με Ισπανούς και Πορτογάλους να το ανακαταλαμβάνουν εναλλάξ, ώσπου να περιέλθει το 1811 στην κατοχή της Ομοσπονδιακής Ένωσης των Ελευθέρων Λαών, της συμμαχίας που θα διώξει τους Ισπανούς αποικιοκράτες, το 1817 στο τριπλό Ηνωμένο Βασίλειο Πορτογαλίας, Βραζιλίας και Αλγάρβης, το 1822 στη Βραζιλία και το 1828 στην Ουρουγουάη.

Η Κολόνια, η οποία επί ενάμιση αιώνα θα αποτελεί «λα μανσάνα ντε λα ντισκόρδια», το μήλον της έριδος Ισπανών και Πορτογάλων, απέχει 50 χιλιόμετρα από το Μπουένος Άιρες, όσο απέχουν δηλαδή στο σημείο αυτό οι όχθες του Ρίο ντελ Πλάτα, του πλατύτερου ποταμού στον κόσμο, και 150 χιλιόμετρα από τον Ατλαντικό. Σε αυτά τα 150 χρόνια θα καταληφθεί, θα βομβαρδιστεί, θα καταστραφεί, θα αποτελέσει στόχο Βρετανών και άντρο λαθρεμπόρων για εξαγωγή λαθραίων στο Μπουένος Άιρες, ωστόσο θα αποδειχθεί φιλελεύθερη όαση στην ταραγμένη ιστορία της Νοτίου Αμερικής. Το 1849 ο Αλέξανδρος Δουμάς θα χαρακτηρίσει την Ουρουγουάη «Νέα Τροία» και φωτεινή νησίδα ελευθερίας στη σκοτεινή ήπειρο των «καουντίγιος», των αυταρχικών πολιτικών και στρατιωτικών ηγετών της Λατινικής Αμερικής. Έτσι, δεν αποτελεί έκπληξη ότι ο Τζουζέπε Γκαριμπάλντι, ο ήρωας του ιταλικού πολέμου της ανεξαρτησίας, θα συμμετάσχει στον εμφύλιο πόλεμο της Ουρουγουάης στο πλευρό του Κόμματος Κολοράντο, το οποίο και θα επικρατήσει, καταλαμβάνοντας το 1845 την Κολόνια ντελ Σακραμέντο. Και μόνο μετά τη λήξη της γκράντε γκέρα, του εμφυλίου πολέμου της Ουρουγουάης, η Κολόνια θα αναπτυχθεί ως λιμάνι.

Φωτογραφία: Θάνος Παναγόπουλος

Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2006. Δεύτερος σταθμός μου στην Ουρουγουάη, μετά την Πούντα ντελ Έστε από όπου αναχώρησα το πρωί, είναι η Κολόνια. Η κατασκευή γεφυρών κατά μήκος του Ρίο Ουρουγουάη στο Παϋσαντού το 1975 και στο Φραίι Μπέντος την επόμενη χρονιά συρρίκνωσε τον όγκο της διακίνησης εμπορευμάτων από την Κολόνια. Ωστόσο, και παρότι ως αντιστάθμισμα οι κυβερνήσεις έβαλαν μπροστά έργα ανάπλασης και αναπαλαίωσης που καθιστούν την πόλη ελκυστική στους τουρίστες, υπάρχουν ακόμη αναμνήσεις από την εποχή του θαλασσινού εμπορίου. Ένα από αυτά είναι και ο φάρος, από τα αξιοθέατα που αμέσως μου τραβούν το ενδιαφέρον.

Ο φάρος είναι σύμβολο της πόλης χαραγμένο στις αναμνήσεις κατοίκων και ναυτικών που πέρασαν από εδώ. Τα νερά είναι συνήθως ήρεμα, όμως όταν ο άνεμος γυρίζει σε νοτιοανατολικό, γίνονται επικίνδυνα και ο φάρος υπήρξε κυριολεκτικά σωτήριος. Σήμερα εφάπτεται των ερειπίων του μοναστηριού του Αγίου Φραγκίσκου Ξαβέριου. Η κατασκευή του ξεκίνησε στις 24 Ιανουαρίου 1855, ελάχιστες ημέρες αφότου επιβλήθηκαν φόροι και τέλη για την ανεύρεση των απαραίτητων κεφαλαίων, κάτι που δείχνει πόσο απαραίτητη θεωρήθηκε τότε από ναυτικούς και κατοίκους η λειτουργία του. Και όχι άδικα, καθώς ο βυθός είναι γεμάτος από ναυάγια που μετέφεραν από χρυσάφι μέχρι τρόφιμα.

Η θέα από την κορυφή του φάρου, ο οποίος αποπερατώθηκε στις 24 Ιανουαρίου 1857 προκαλώντας θαυμασμό καθώς η είδηση μεταδόθηκε από τον διεθνή Τύπο της εποχής, πολλαπλασιάζοντας το αριθμό των ελλιμενιζόμενων σκαφών που προηγουμένως δεν αναλάμβαναν το ρίσκο να επισκεφθούν την Κολόνια, είναι εξαιρετική.

Αναχωρώντας κατευθύνομαι προς το ποτάμι και στρίβω αριστερά, στη λιθόστρωτη Κάγιε ντε Σουσπίρος, ίσως τον πιο πολυφωτογραφημένο δρόμο ολόκληρης της Ουρουγουάης, που ονομάστηκε έτσι, δηλαδή «Δρόμος των Στεναγμών», πιθανότατα είτε επειδή από εδώ οδηγούνταν οι κατάδικοι στην ακτή για να εκτελεστούν είτε επειδή λειτουργούσαν εδώ οίκοι ανοχής.