Οι δυο όψεις του ξυραφιού (Avec amour et acharnement) ***
Σκηνοθεσία: Κλερ Ντενί
Παίζουν: Ζιλιέτ Μπινός, Βενσάν Λιντόν

Η ήρεμη και μάλλον τρυφερή ερωτική καθημερινότητα ενός ζευγαριού θα κλονιστεί όταν θα εμφανιστεί εντελώς ξαφνικά στη ζωή του ο παλιότερος σύντροφος της γυναίκας. Η Ζιλιέτ Μπινός ερμηνεύει μια ηρωίδα που θα ταλανιστεί ανάμεσα στην ανάμνηση ενός φλογερού όσο και τοξικού πάθους και στη φροντίδα του χαρακτήρα που υποδύεται ο πάντα στιβαρός Βενσάν Λιντόν. Η ώριμη και κάθε άλλο παρά τελματωμένη σχέση της ηρωίδας, που βασίζεται στην αρμονική καθημερινότητα και στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, θα δοκιμαστεί από μια σαρωτική επιθυμία που βασίζεται στο θυμικό και δεν θα ικανοποιηθεί παρά μόνο μέσω του ψέματος και της προδοσίας.
Η έμπειρη και πολυβραβευμένη Κλερ Ντενί απέσπασε το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο περσινό Φεστιβάλ Βερολίνου γιατί έκανε κάποιες σοφές επιλογές. Αρχικά, ρίχνει σχεδόν όλο το δραματουργικό βάρος στο ερωτικό δίλημμα του χαρακτήρα της Μπινός και μέσα από τη συμπεριφορά της διερωτάται αν γίνεται πρακτικά να αγαπάει κάποια ταυτόχρονα δύο άντρες. Χτίζει, λοιπόν, μέσα από βλέμματα, σιωπές και αθόρυβες εντάσεις ένα ερωτικό δράμα που τρέφεται από τα πάθη που έμειναν σε εκκρεμότητα και από τη γοητεία που ασκούν τα επαναλαμβανόμενα λάθη, με τους δυο αστέρες του γαλλικού σινεμά να συναντιούνται πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη.
Η μουσική επένδυση ανήκει και πάλι στο συγκρότημα των Tindersticks, οι οποίοι ντύνουν με ατμοσφαιρικά έγχορδα και πνευστά τις σκηνές στις οποίες κυριαρχεί το μυστήριο για τα άγνωστα κίνητρα της επιστροφής του «εισβολέα» στη σχέση.
Η Ντενί εξερευνά την ψυχοσύνθεση και τις συναισθηματικές διακυμάνσεις της ηρωίδας με υπερβολικά δραματικό τρόπο, κάνοντας το σύνολο να γέρνει προς το «έντεχνο» σινεμά. Ίσως χρειαζόταν λίγο περισσότερη εμβάθυνση στις αιτίες που κλονίζεται τόσο καθολικά αυτή η γυναίκα από την παρουσία του παλιού εραστή της, αντί για ιμπρεσιονιστικές εικόνες που παρασύρουν το συναίσθημα. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η ταινία είναι γοητευτική και φτιαγμένη με πειθώ και αρμονία.
Το ήσυχο κορίτσι (The quiet girl) ***
Σκηνοθεσία: Κόλουμ Μπερέιντ
Παίζουν: Κάθριν Κλιντς, Κάρι Κρόουλι, Άντριου Μπένετ

Σε ένα χωριό της Ιρλανδίας στις αρχές της δεκαετίας του ’80 η εγκυμοσύνης της μητέρας της εννιάχρονης Κάιτ θα την αναγκάσει να φύγει προσωρινά από την άπορη και πολύτεκνη οικογένειά της και να ζήσει για λίγο σε ένα σπίτι συγγενών. Στο νέο της περιβάλλον η μικρή θα κάνει προσπάθεια να προσαρμοστεί και θα μάθει ένα τρομερό οικογενειακό μυστικό.
Το πανέμορφο και τρυφερό ντεμπούτο του Κόλουμ Μπερέιντ διαθέτει μια στωική, σχεδόν αρχοντική αφήγηση και είναι γεμάτο ατόφιο συναίσθημα. Ο σκηνοθέτης αγαπάει τη μικρή ηρωίδα του, δεν εκβιάζει το συναίσθημα και αχνογραφεί τη μοναξιά της και τη φυσιολογική ανημποριά της να προσαρμοστεί στις συνθήκες που της επιβάλλουν οι ενήλικες. Έτη φωτός μακριά από τα τετριμμένα στερεότυπα που συνήθως κυριαρχούν σε δράματα ενηλικίωσης, το «Ήσυχο κορίτσι» κερδίζει τον θεατή χάρη στο αβοήθητο και ντροπαλό πρόσωπο της μικρής πρωταγωνίστριας (που σε κάνει να θες να ανοίξεις μια αγκαλιά να τη βάλεις μέσα για να είναι ασφαλής) και στη συγκλονιστική φωτογραφία - ειδικά στον τρόπο που τιθασεύει το φως της ιρλανδικής φύσης.
Οι σκηνές με τους ανάδοχους γονείς, το ειδυλλιακό σκηνικό της ιρλανδικής υπαίθρου και το σχολαστικό μοντάζ εικόνων τόσο όμορφων που κάθε καρέ αξίζει να μπει σε ένα κάδρο δημιουργούν ένα φιλμ που συντονίζεται με τους παλμούς κάθε δυνητικού θεατή. Δεν έχει τόση σημασία το μυστικό που θα ανακαλύψει το κορίτσι, όσο η ανάγκη της για τα αυτονόητα: για μια πατρική αγκαλιά και μια μητρική κουβέντα αγάπης.
Βασισμένο στο best seller της Κλερ Κίγκαν με τίτλο «Foster», το «Ήσυχο κορίτσι» κατάφερε να είναι υποψήφιο για Οσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας. Και δίκαια.
Κριντ ΙΙΙ *1/5
Σκηνοθεσία: Μάικλ Μπι Τζόρνταν
Παίζουν: Μάικλ Μπι Τζόρνταν

Ο Κριντ έχει κατακτήσει την κορυφή της πυγμαχίας, μέχρι που εμφανίζεται ο Ντέιμιαν, ένας παιδικός φίλος και αδίστακτος πυγμάχος που δεν έχει τίποτα να χάσει και που θέλει να αποδείξει σε όλους ότι του αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία στο ρινγκ. Η σύγκρουση ανάμεσα στους δύο πρώην φίλους είναι κάτι παραπάνω από ένα ματς. Τρίτη παρουσία του Κριντ στο κινηματογραφικό ρινγκ, με τον Μάικλ Μπι Τζόρνταν αυτή τη φορά και στην καρέκλα του σκηνοθέτη. Το spinoff του Ρόκι άνοιξε φτερά και δεν χρειάζεται πια τον Σιλβέστερ Σταλόνε στον ρόλο του Μπαλμπόα ως προπονητή του φιλόδοξου ήρωα.
Δεν περίμενα ποτέ να μου λείπει ο Σταλόνε σε ταινία, όμως το σενάριο του τρίτου «Κριντ» είναι τόσο προβλέψιμο και τόσο απελπιστικά προϊόν συνταγής, με τα φλας μπακ από τα νεανικά χρόνια των άσπονδων παιδικών φίλων στις γειτονιές και τον αγώνα τους να αντανακλά την εφηβική τους παραβατικότητα, που δεν γίνεται να το πάρεις στα σοβαρά και σου λείπει ένας πραγματικός σταρ.
Ο Τζόρνταν δεν έχει τη σκηνοθετική πυγμή να στήσει κάτι ενδιαφέρον στο ρινγκ ή να φτιάξει ένα πειστικά φορτισμένο φινάλε, με αποτέλεσμα να αναλώνεται στα (υποχρεωτικά) μοντάζ προπόνησης και στα διδάγματα για τον καλό και τον κακό δρόμο που είναι θέμα επιλογής και όχι συνθηκών για έναν νεαρό στις φτωχογειτονιές του Λος Άντζελες. Η ψυχολογική υποπλοκή γύρω από τη συνειδητοποίηση του ταλέντου, η αμφίρροπη ηθική στάση απέναντι στους βίαιους σκελετούς του παρελθόντος και ο ανεξέλεγκτος θυμός που μεταφράζεται σε μπουνιές δεν αξιοποιούνται ούτε καν σε επίπεδο αθλητικού δράματος, καθώς ο Μάικλ Μπι Τζόρνταν είναι πολύ περήφανος και νάρκισσος (κάτι σαν τον Βιν Ντίζελ της σειράς του «Fast & Furious») έστω για να υιοθετήσει τον αγνό blaxploitation χαρακτήρα του πρώτου «Κριντ», που, αν μη τι άλλο, αποτελούσε μια ευχάριστη κινηματογραφική έκπληξη.
Cocaine bear *
Σκηνοθεσία: Ελίζαμπεθ Μπανκς
Παίζουν: Ρέι Λιότα, Κέρι Ράσελ, Άλντεν Έρενραϊχ
Μια οργιώδης μαύρη κωμωδία με ένα μωσαϊκό χαρακτήρων, που απαρτίζεται από μια ιδιόρρυθμη ομάδα αστυνομικών, κάτι θλιβερούς εγκληματίες, ορισμένους ελαφρόμυαλους τουρίστες που βρίσκονται μαζεμένοι σε ένα δάσος στην Τζόρτζια. Εκεί κοντά μια τεράστια αρκούδα κατάπιε μια ανυπολόγιστη ποσότητα κοκαΐνης και τρέχει ανεξέλεγκτη μέσα στο δάσος αναζητώντας αίμα. Η κωμωδία της Μπανκς λέει πως είναι εμπνευσμένη από την αληθινή ιστορία της πτώσης ενός αεροπλάνου μαζί με όλο το παράνομο εμπόρευμα το 1985, το οποίο, μεταξύ άλλων, περιελάμβανε αρκετά κιλά κοκαΐνη. Τότε, λοιπόν, μια άτυχη αρκούδα έφαγε από περιέργεια το εμπόρευμα και φυσικά βρήκε άμεσο και φρικτό θάνατο. Το σινεμά, όμως, θέλει να δώσει μια άλλη, καρτουνίστικη και ευχάριστη εκδοχή στο θλιβερό συμβάν και έτσι έχουμε μια ξέφρενη κωμωδία τρόμου με την αρκούδα εκτός ελέγχου.
Η Ελίζαμπεθ Μπανκς («Οι Άγγελοι του Τσάρλι», «Pitch perfect 2») δεν είναι η χαμένη αδελφή των Κοέν για να κάνει ένα κυνικό σχόλιο στην ανθρώπινη ανοησία μέσα από μια σουρεαλιστική κατάσταση τρόμου και αίματος. Το κακό είναι πως δεν είναι καν η χαμένη αδελφή των Φαρέλι για να έχουμε έστω μια ακραία κωμωδία εφηβικού αμερικανικού χιούμορ με μερικές πετυχημένες χοντράδες πού και πού. Ούτε και την παράδοση των γυαλισμένων b movies δράσης γνωρίζει (τύπου «Snakes on a plane»). Τι απομένει; Ένα ανοσιούργημα χωρίς ειρμό και έμπνευση και ο Ρέι Λιότα στον τελευταίο ρόλο της καριέρας του.
Οι κυνηγοί ****
Σκηνοθεσία: Θόδωρος Αγγελόπουλος
Το τρίτο μέρος της «Τριλογίας της Ιστορίας» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου
Μια ομάδα εκπροσώπων της αστικής τάξης αντιμετωπίζει τους φόβους και τους εφιάλτες ενός ιστορικού παρελθόντος.
Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1977, μια ομάδα κυνηγών βρίσκει στην περιοχή κοντά στη λίμνη των Ιωαννίνων, μέσα στο πυκνό χιόνι, το πτώμα ενός αντάρτη του Εμφυλίου. Το αίμα τρέχει ακόμα φρέσκο από την πληγή του, παρόλο που έχουν περάσει κοντά τριάντα χρόνια. Οι κυνηγοί, όλοι εκπρόσωποι της αστικής τάξης, πολιτικής και οικονομικής, μεταφέρουν το πτώμα στο ξενοδοχείο τους, όπου και θα περάσουν μια νύχτα Πρωτοχρονιάς γεμάτη από τα φαντάσματα της ιστορικής τους συνείδησης και τον φόβο του παρελθόντος. Μπροστά σ’ ένα μεγάλο δικαστήριο της Ιστορίας, που λαμβάνει χώρα στη σάλα χορού του ξενοδοχείου, οι καταθέσεις τους μετατρέπονται σε ζωντανούς εφιάλτες της συλλογικής τους συνείδησης.