Παυλίνα Μάρβιν στην «Α» / Κατοικώ στην πολυκατοικία της ανησυχίας

Παυλίνα Μάρβιν στην «Α» / Κατοικώ στην πολυκατοικία της ανησυχίας

Συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά του αναγεννησιακού ανθρώπου. Σπούδασε Ιστορία, σπουδάζει Σκηνοθεσία, μόλις τελείωσε το διδακτορικό της με θέμα το ΕΚΕΒΙ και την πολιτική βιβλίου, συμμετέχει ενεργά στην κατάληψη της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, συμμετείχε ενεργά στο Φεστιβάλ Ιστορίας των ΑΣΚΙ, γράφει ποίηση, μια ποίηση πάλλουσα, χαμηλών τόνων, αλλά αιχμηρή. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η Παυλίνα Μάρβιν δεν κάθεται στην ησυχία της. «Κατοικώ στην πολυκατοικία της ανησυχίας» λέει. Μιλώντας μαζί της, διαπιστώνεις ότι στο πρόσωπό της συνδυάζονται το ευαίσθητο κορίτσι και η στιβαρή γυναίκα, η ανέμελη φοιτήτρια και η ενσυνείδητη επαγγελματίας, η ιστορικός και η ποιήτρια.

Πιάσαμε την κουβέντα με αφορμή το τελευταίο της βιβλίο, ανατρεπτικό όπως η ίδια. Δύο εξώφυλλα, δύο μέρη, μία ευαισθησία. Αυτά τα δύο βιβλία σε ένα, όπου συγκατοικούν η συλλογή σονέτων «Θαύματα στου Πολύφημου» και το υβριδικό κείμενο «Σβήσε τους φάρους για τον Ιβάν Ισμαήλοβιτς» (εκδόσεις Κίχλη), δίνουν φωνή σε πλάσματα αληθινά της δική μας ή της διπλανής πολυκατοικίας και σε άλλα που «κατοικούν στην ίδια ψυχική επικράτεια». Στην «επικράτεια» της Π. Μάρβιν κατοικούν και άλλοι πολλοί, και άλλα πολλά. Από τη δική της πολυκατοικία μέχρι την κατάληψη της Δραματικής Σχολής του Εθνικού, από τον αποφυλακισμένο Λιγνάδη και το MeToo μέχρι την ακόμα έγκλειστη μητέρα του 12χρονου κοριτσιού από τον Κολωνό, από τους καλλιτέχνες και τους σπουδαστές που διεκδικούν μέχρι τους διανοούμενους που σιωπούν και από τους νέους, τους οποίους κάποιοι αρέσκονται να χαρακτηρίζουν απολιτίκ, μέχρι την τραγωδία των Τεμπών, η Π. Μάρβιν ξεδιπλώνει με νηφαλιότητα τις σκέψεις της και μας ξεναγεί στον δικό της ανήσυχο, ατίθασο κόσμο. Έναν κόσμο με μικρά θαύματα, μεγάλες διεκδικήσεις και μερικές απαιτήσεις.

Πού συναντιούνται ο Ιβάν Ισμαήλοβιτς και τα θαύματα στου Πολύφημου, τα δύο μέρη του καινούργιου βιβλίου σου;

Υπάρχει μια ιστορία που, μολονότι δεν έχω ιδέα πόσο ενδιαφέρουσα θα μπορούσε να είναι για τον αναγνώστη, υπήρξε εξαιρετικά αποκαλυπτική για εμένα - κάτι που δεν γνώριζα εξαρχής, αλλά φανερώθηκε καθώς έγραφα το βιβλίο. Ο άντρας του εναρκτήριου σονέτου με τον τίτλο «Πρόλαβες να διαβάσεις τον Ρίλκε;» κατοικεί στην ίδια ψυχική επικράτεια με τον Ιβάν Ισμαήλοβιτς. Πρόκειται για πρόσωπα που μέσα σε μια μεγάλη καταστροφή, φαινομενικά μόνο δική τους, φώτισαν μια αλήθεια δική μου και, ελπίζω, όχι μόνο δική μου. Πρόκειται, επίσης, για πρόσωπα άγνωστα, που χρειάζεται να τα φροντίσουμε γνωρίζοντας γι’ αυτά μόνο το γεγονός ότι βρίσκονται σε κίνδυνο. Το αν και πόσο μπορούμε να τα φροντίσουμε είναι μια άλλη συζήτηση, πάντως σε κανένα από τα δύο μέρη του βιβλίου δεν αμφισβητείται ότι είναι δική μας δουλειά.

Σε μια εποχή που όλοι διεκδικούμε την ορατότητα, εσύ τη δίνεις στα πλάσματα που συντελούν στα θαύματα του Πολύφημου και ταυτόχρονα κρατάς τον Ιβάν Ισμαήλοβιτς αόρατο. Για χάρη της ποίησης;

Πέρα από το γεγονός ότι το αόρατο είναι κι αυτό ένας κόσμος κατεξοχήν ποιητικός, η ποίηση δεν έχει, μάλλον, τίποτα ανάγκη από εμένα, σε αντίθεση με εμένα, που την έχω μεγάλη ανάγκη. Και δεν είναι μόνο ότι έχω ανάγκη την ίδια την ποίηση ως τέχνη ή ως ανάγνωσμα, αλλά ότι χρειάζομαι όλα εκείνα τα αληθινά, τα πολύ λίγο ειπωμένα, τα ανθρώπινα που προσφέρει για να μπορέσω να διαμορφώσω ένα βλέμμα πιο ευαίσθητο, να οραματιστώ έναν κόσμο πιο φροντιστικό, να συναντιέμαι με τις άλλες και τους άλλους για τούτο τον κοινό σκοπό.

Τελικά τι είναι ο Ισμαήλοβιτς; Ιδέα, φάντασμα, προσδοκία;

Ο Ισμαήλοβιτς είναι ένα πραγματικό πρόσωπο, και με βάση μια διευρυμένη οπτική -εκείνη των προσώπων που κατοικούν στην ίδια ψυχική επικράτεια, όπως είπαμε παραπάνω- θα μπορούσε να αντιστοιχεί σε περισσότερα από ένα πραγματικά πρόσωπα. Αν ο Ισμαήλοβιτς ήταν ιδέα, φάντασμα ή προσδοκία, η κατάσταση του υπερεπείγοντος που ιστορεί η αφηγήτρια δεν θα είχε την ίδια αξία. Επίσης, αν ο Ισμαήλοβιτς δεν ήταν πραγματικό πρόσωπο, θα μπλεκόταν στην υπόθεσή του η τοπική κοινωνία; Θα αλαφροπατούσαν οι άνθρωποι στην ιχθυαγορά για να μην τον ξυπνήσουν καθώς κοιμάται κατάκοπος ύπνο βαθύ; Θα υπήρχε λόγος να αφισοκολληθεί στην κεντρική πύλη της πόλης η ώρα του ύπνου του; Θα τον αναζητούσαν, άραγε, επίμονα οι τρεις ερευνητές; Δεν το νομίζω. Ως δημιουργός, καλώς ή κακώς, δεν έχω καλή σχέση με τον ρεαλισμό. Δεν σημαίνει, όμως, πως ό,τι δεν είναι ρεαλιστικό δεν είναι πραγματικό.

Η ποίηση γράφεται σε πείσμα των εχθρών της;

Δεν ξέρω αν έχει η ποίηση εχθρούς. Οι περισσότεροι άνθρωποι που έχω συναντήσει γνωρίζω ή πιθανολογώ πως έγραψαν κάποτε στη ζωή τους κάποιο ποίημα και οι περισσότεροι από εκείνους που αγαπώ έγραψαν τουλάχιστον ένα ποίημα που έχω διαβάσει, ανεξάρτητα από το αν συνέχισαν να γράφουν ποιήματα, αν τα συγκέντρωσαν σε βιβλίο ή όχι. Η ποίηση υπάρχει είτε γράφουμε εμείς συγκεκριμένα είτε όχι, γιατί έγραψαν πάρα πολλοί καλοί και καλές πριν από εμάς, που φρόντισαν να αναδείξουν σημαντικές πτυχές της ζωής και του εαυτού για τις οποίες αποφεύγουμε να μιλάμε, αδιαφορούμε ή ξεχνάμε επίμονα. Η ποίηση θα εξακολουθήσει να γράφεται ώσπου ο κόσμος να χαλάσει, γιατί είναι μια βαθιά αδιαπραγμάτευτη ανθρώπινη ανάγκη με το απλούστερο μέσο, και συνάμα το τόσο δύσκολο, τον λόγο, να τολμάς να μιλάς για τον κόσμο την ίδια στιγμή που αναγνωρίζεις έμπρακτα, γράφοντας δηλαδή, ότι εσύ γράφεις και άρα σε καίει να είσαι ο εαυτός σου.

Θυμάσαι πότε έγραψες το πρώτο σου ποίημα;

Το πρώτο μου ποίημα με πρόθεση να γράψω ένα ποίημα; Έγραφα από πολύ μικρή - από τον καιρό που έμαθα να γράφω. Υπάρχει ένα ποίημα που θυμάμαι ότι έγραψα στις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού, το αντέγραψα σε κάποιο τετράδιο και το έφερα μαζί μου στην Αθήνα όταν ήρθα από τη Σύρο για να σπουδάσω, μάλλον γιατί με διασκέδαζε. Δεν έχει τίτλο και ξεκινάει κάπως έτσι: «Κάπως, κάπου, κάποτε/κοντά στη χώρα του ποτέ/σε μία μπιραρία/ζούσανε τρεις πόντικες/και μία μπαταρία». Αφηγείται την πολύ κακή συμπεριφορά που είχαν οι πόντικες απέναντι στην μπαταρία και στα δικά της ματαιωμένα όνειρα. Τη μοναδική φορά που παρουσίασα βιβλίο μου στην Ερμούπολη εμφανίστηκε ο νονός μου, ο Μιχαήλ Χατζηγεωργίου, με ένα δικό μου χειροποίητο βιβλίο από την εποχή που ήμουν 8 ετών, το οποίο είχα μάλιστα τιτλοφορήσει «Οι περιπέτειες του ξυλοκόπου Φιν» ή κάτι τέτοιο, και ισχυρίστηκε πως έγραφα μια σειρά από τέτοια «βιβλία», για τα οποία δεν θυμάμαι απολύτως τίποτα.

Είσαι ιστορικός, γράφεις ποίηση, κάνεις διδακτορικό στην πολιτική βιβλίου, σπουδάζεις Σκηνοθεσία στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, συμμετέχεις ενεργά στην κατάληψή της. Τελικά εσύ σε ποια πολυκατοικία κατοικείς;

Κατοικώ στην πολυκατοικία της ανησυχίας. Όσες και όσοι μένουμε εδώ έχουμε καλή σχέση με τη χαρά που προκύπτει μέσα από τη δημιουργία, αλλά μοιραζόμαστε επίσης την ίδια δυσαρέσκεια και δυσκολία για το πώς συμβαίνουν πολλά πράγματα στον κόσμο και ερευνούμε με διάφορους τρόπους που πιστεύουμε ότι συνδέονται μεταξύ τους πώς μπορούμε να υπάρξουμε, να αγωνιστούμε και τι να αλλάξουμε, δουλεύοντας με τη γλώσσα, τη σκέψη και, βέβαια, το σώμα. Η ζωή σ’ αυτή την πολυκατοικία δεν είναι εύκολη και κάποιοι άνθρωποι την εγκαταλείπουν γιατί δικαίως κουράζονται από τη σχεδόν διαρκώς επιτακτική καθημερινότητα. Εξαιτίας της πολυδιάσπασης, δεν είμαι παρούσα πάντοτε με τον τρόπο που θα επιθυμούσα ή θα όφειλα. Υπάρχουν στην κατάληψη πρόσωπα που συμμετέχουν πολύ πιο ενεργά από εμένα, κοιμούνται καθημερινά εκεί, και τα ευγνωμονώ γι’ αυτό.

Η Καλλιτεχνική Εκπαίδευση και το επίμαχο Προεδρικό Διάταγμα δημιούργησαν μια κινηματική συνθήκη στους καλλιτέχνες και σε εσάς τους σπουδαστές. Τι γίνεται τώρα; Η κατάληψη στο ΚΘΒΕ τερματίστηκε. Εσείς τι συζητάτε;

Εμείς συζητάμε όλα τα ενδεχόμενα προσπαθώντας να μην αδικήσουμε όσες και όσους βρίσκονται στη δυσκολότερη θέση. Η απώλεια του έτους θα σήμαινε ότι κάποιοι συμφοιτητές μας θα ήταν αδύνατον να επαναλάβουν τη χρονιά για βιοποριστικούς και άλλους λόγους κι αυτό επηρεάζει την ψήφο πολλών από εμάς που πιστεύουμε ότι θα έπρεπε να συνεχιστεί η κατάληψη, μιας που ούτε καν το αίτημα για τη σίτιση δεν έχει ικανοποιηθεί ακόμη. Την ίδια στιγμή, για το επίμαχο Π.Δ. ούτε λόγος.

Πιστεύεις ότι μέσω των ανοιχτών θεάτρων επικοινωνείται καλύτερα το αίτημά σας;

Είναι μια σύνθετη συζήτηση. Εξαρχής πίστευα ότι χρειάζεται απεργία διαρκείας. Κλειστά θέατρα, κλειστές σχολές, κλειστά κέντρα διασκέδασης και όχι σίριαλ στην τηλεόραση. Δεν το καταφέραμε αυτό. Καταλαβαίνω ότι πρέπει και να ζήσουμε, ότι είναι δύσκολο. Τώρα, εξ ανάγκης πρέπει να αγωνιστούμε συνδυάζοντας τους τρόπους και τα μέσα. Να αγωνιστούμε μέσα από την τέχνη μας, να αγωνιστούμε κατεβαίνοντας στον δρόμο, συνεχίζοντας τις ακτιβιστικές δράσεις, τις καμπάνιες, τις εκδηλώσεις ευαισθητοποίησης. Τα ανοιχτά θέατρα επικοινωνούν από τη φύση τους όλα τα σημαντικά αιτήματα. Το πότε σωπαίνουν επ’ αόριστον σε ένδειξη διαμαρτυρίας γιατί η κοινωνική πραγματικότητα υπερβαίνει τη λειτουργία τους επανεκτιμάται κάθε φορά με βάση τις αποφάσεις των ανθρώπων που τα δουλεύουν, τα αποτελούν και τα γεμίζουν. Όμως και οι αποφάσεις αυτές δεν είναι υπεράνω κριτικής.

Πολλοί χαρακτηρίζουν τους νέους απολιτίκ. Το πιστεύεις;

Καθόλου. Τα πλάσματα που συνδιαμορφώνουν το συντονιστικό της συνέλευσης της Δραματικής Σχολής του Εθνικού είναι, τα περισσότερα, περίπου 25 χρόνων - εγώ είμαι δέκα χρόνια μεγαλύτερη. Έχω μάθει πάρα πολλά πράγματα από τις συμφοιτήτριες και τους συμφοιτητές μου και από το αίσθημα του δικαίου που τις/τους διακρίνει. Το αν οι νέοι είναι απολιτίκ ή όχι το είδαμε και στις πρόσφατες πολυπληθείς διαδηλώσεις της 8ης Μαρτίου σε όλη την Ελλάδα. Υπάρχει ανάγκη για πολιτικοποίηση και συλλογικότητες, και με παλιούς και με νέους όρους, γιατί αλλιώς δεν βγαίνει η ζωή.

Συζητώντας με καλλιτέχνες, αυτό που αναδεικνύουν διαρκώς και με επιμονή είναι η ανάγκη για δικαιοσύνη από τη μία και από την άλλη η ανάγκη να διώξουμε τον φόβο. Εσύ τι διαπιστώνεις;

Το ίδιο. Θεωρώ αναγκαίο, όμως, να τοποθετηθούν για τα ζητήματα αυτά και οι αναγνωρισμένοι διανοούμενοι και οι καλλιτέχνες των μεγαλύτερων γενεών από όλα τα πεδία. Δυστυχώς, δεν έχει συμβεί αυτό στον βαθμό που χρειαζόμαστε και αναμένουμε. Διαβάζω στα κοινωνικά δίκτυα τις τοποθετήσεις της Μάρως Δούκα και του Αντώνη Λιάκου, για παράδειγμα, και σκέφτομαι ότι αποτελούν φωτεινή εξαίρεση. Οι νέοι άνθρωποι έχουν δώσει πάρα πολλά εδώ και κάποιους μήνες σε αυτόν τον αγώνα, ενώ εξακολουθούν να πλήττονται σοβαρά από ό,τι συμβαίνει. Ας βοηθήσουν και οι μεγαλύτεροι έλλογα και έμπρακτα.

Η υπόθεση Λιγνάδη σε συνδυασμό με το κίνημα MeToo θεωρείς πως δημιουργούν μια συνθήκη ικανή να αλλάξει κάποια από τα πιο σκληρά κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας; Και μέχρι ποιον βαθμό;

Χρειαζόμαστε χρόνο να τα αφομοιώσουμε όλα αυτά και να ζυμωθούμε μέσα στις αλλαγές που οι ίδιες και οι ίδιοι θα ορίσουμε. Ελπίζω πως ναι. Από τα κάτω. Γιατί από τα πάνω βλέπουμε τι γίνεται. Παρά το γεγονός ότι δεν χαίρομαι καθόλου ούτε με την ύπαρξη ούτε με τη λειτουργία των φυλακών ως έχουν, ο Λιγνάδης είναι έξω, ενώ βρίσκεται ακόμα στη φυλακή η μητέρα του 12χρονου κοριτσιού από τον Κολωνό.

Από την κατάληψη της Δραματικής Σχολής του Εθνικού μέχρι τις διαδηλώσεις για το δυστύχημα των Τεμπών, πόσα τσιγάρα δρόμος;

Βρισκόμαστε εδώ και πάνω από δύο μήνες σε καθεστώς διαμαρτυρίας. Η διαμαρτυρία αυτή, όσο κι αν οφείλει να είναι συγκεντρωμένη και σαφής ως προς τα δικά μας αιτήματα, είναι αδύνατον να αγνοεί το σύνολο των προβλημάτων της κοινωνίας. Και εμείς κομμάτι αυτής της συγκεκριμένης κοινωνίας είμαστε, φιλικά μας πρόσωπα ταξίδευαν στο τρένο που συγκρούστηκε, κάποιοι από εμάς κατά σύμπτωση δεν βρίσκονταν σ’ αυτό το δρομολόγιο. Έχουμε επιδιώξει επανειλημμένως να κατεβαίνουμε στον δρόμο μαζί με τα σωματεία των εργαζομένων όχι μόνο στον χώρο του Πολιτισμού κι αυτό είναι επίσης ενδεικτικό. Φαίνεται, μάλιστα, πως οι κινητοποιήσεις μας, μολονότι έως σήμερα δεν οδήγησαν στην εκπλήρωση κανενός εκ των αιτημάτων μας γιατί η κυβέρνηση είναι ανάλγητη, ενθάρρυναν το «μαζί» σε πολλαπλά επίπεδα, ενθάρρυναν το να ακούσουμε ο ένας την άλλη.

Εκτός από την τραγικότητα της απώλειας, τι θεωρείς ότι έφερε μπροστά στον καθρέφτη μας και μας έχει συνταράξει τόσο αυτό το δυστύχημα;

Το πόσα πολλά πράγματα αγνοούμε ή βάζουμε σε δεύτερη και τρίτη μοίρα για τα εντελώς δικά μας σοβαρά προβλήματα. Όταν έχουν συγκρουστεί μετωπικά δύο τρένα στη χώρα σου και βλέπεις εκ των υστέρων τις αφίσες για τις απεργίες των μηχανοδηγών που πραγματοποιήθηκαν ακριβώς πριν από έναν χρόνο, καταλαβαίνεις ότι ακούς και βλέπεις στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης έναν σωρό αποπροσανατολιστικές ειδήσεις χάνοντας τα βασικά, με κίνδυνο της ζωής όλων μας.