Συναντηθήκαμε με τη Μαρία Κωνσταντάκη στο Πεδίον του Άρεως, κοντά στο σπίτι της, ανάμεσα στα γυρίσματα για την τηλεοπτική σειρά «Έρωτας φυγάς» και στις πρόβες της για την παράσταση «Σεροτονίνη», που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στη σκηνή του BIOS, κάθε Δευτέρα και Τρίτη. Πολυπράγμων και σε διαρκή κίνηση, με όπλο το γνώριμο χιούμορ της, τη συναντήσαμε πιο κατασταλαγμένη καλλιτεχνικά και προσωπικά από ποτέ. Αντιμετώπισε με χιούμορ και άνεση τον φωτογραφικό φακό του Παύλου Παρασκευά, ενώ δεν μάσησε τα λόγια της για τίποτα. Μας μίλησε για την τέχνη της και τις επιθυμίες της, μας πήγε πίσω στην εποχή που τα «Υπέροχα πλάσματα» έκαναν χαμό στην ελληνική τηλεόραση, σχολίασε το MeToo δηλώνοντας πιο ασφαλής και ανακουφισμένη από το σπάσιμο των σιωπών. Φέτος αφήνει πίσω τις κωμωδίες, ξεδιπλώνοντας και άλλες πτυχές του υποκριτικού της εύρους, ενώ ταυτόχρονα καλημερίζει τον κόσμο καθημερινά από τη συχνότητα του Easy FM στο πλευρό του Στάθη Χριστοφορίδη για τρίτη συνεχόμενη χρονιά. Αγαπάει το ραδιόφωνο γιατί είναι χωρίς κείμενο, χωρίς ρόλο, θα πει. Κρατάμε αυτή τη συνάντηση για την ειλικρίνειά της, την αμεσότητα και το χιούμορ της. Αυτή είναι η Μαρία Κωνσταντάκη.
Συνέντευξη στον Χρήστο Τζίφα
Φωτογραφίες για την ΑΥΓΗ: Παύλος Παρασκευάς
«Σεροτονίνη» στο BIOS. Πες μου για την παράσταση. Ο συγγραφέας είναι αρκετά αμφιλεγόμενος. Σωστά;
Ολα είναι θέμα προοπτικής. Καλούμαι μέσα μου να υπερασπιστώ τον συγγραφέα γιατί ενδεχομένως αν τον γνώριζα σε ένα καφέ, να μην τον συμπαθούσα. Διαβάζοντας το κείμενό του και ξέροντας και την πορεία του, γιατί είναι λίγο αποκλίνουσα προσωπικότητα, έχω την αίσθηση ότι είναι μεν αμφιλεγόμενος, αλλά και αιρετικός και προβοκάτορας. Προσπαθεί να προκαλέσει, να αγγίξει, να σου ανακινήσει κάτι. Είμαστε σε μία εποχή που δυστυχώς είμαστε πολύ νεκρωμένοι, και αυτό φαίνεται και από την καθημερινότητα. Συμβαίνει κάτι το οποίο μας ταράζει για δύο μέρες και μετά το ξεχνάμε. Αναφέρομαι σε όλα αυτά τα εγκληματικά και σοκαριστικά που συμβαίνουν και στην ελληνική κοινωνία. Όταν βγήκε η υπόθεση που κατηγορείται η μητέρα ότι σκότωσε τα παιδιά της, ρωτούσα τους φίλους μου αν σοκαρίστηκαν και οι περισσότεροι ήταν στο ναι, αλλά και όχι. Είμαστε σε μια εποχή που τελικά η παγκοσμιοποίηση έχει καταφέρει να μας αποξενώσει και από το ίδιο μας το συναίσθημα και να τα θεωρούμε όλα φυσιολογικά και στο πλαίσιο του ανεκτού. Αυτό νομίζω προσπαθεί να κάνει ο συγγραφέας. Προσπαθεί να σε βγάλει από τη ζώνη ασφαλείας σου. Προσπαθεί να το κάνει με έναν πολύ προκλητικό και βίαιο τρόπο. Να σου ξυπνήσει κάτι.
Αρα, επειδή είναι σπουδαίο το κείμενο, αφήνεις κάπως πίσω σου τον συγγραφέα;
Ναι. Προσπαθώ, δηλαδή, να περάσω το πρώτο σοκ αυτών που γράφει και να λειτουργήσω ως εργαλείο για να πω τα λόγια του, να είμαι ένας μεσάζοντας για το κείμενό του και για το κοινό. Στην πραγματικότητα, αυτό που γίνεται με τα κείμενά του είναι ότι σε απωθούν στην αρχή, γιατί τελικά αναγνωρίζεις κομμάτια του εαυτού σου, της φύσης σου.
Για ποιον λόγο θα έλεγες σε κάποιον να έρθει να δει την παράσταση;
Η παράσταση είναι, κατ’ αρχάς, ό,τι πιο ιδιαίτερο και περίεργο έχω παίξει και έχω δει. Δεν είναι μια κλασική θεατρική παράσταση. Παρ’ όλο που φαίνεται ένα πολύ σκληρό έργο και εμείς δεν παίζουμε μελοδραματικά, δεν παίζουμε συναισθηματικά, δεν είναι αυτή η γραμμή, θεωρώ ότι μπορεί τελικά να σε συνδέσει συναισθηματικά. Δεν προσπαθούμε να εκβιάσουμε κάτι. Είναι μια περιγραφή του κόσμου όπως είναι, και η αλήθεια είναι ότι είναι ένας πολύ σκληρός και τοξικός κόσμος. Τα πετάει όλα χωρίς καμία ωραιοποίηση ο συγγραφέας. Μας τρομάζει γιατί είναι καθρέφτης.
Είσαι τελικά διατεθειμένη να δεις την ομορφιά ακόμα και αν συνυπάρχει με κάτι πάρα πολύ άσχημο;
Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει κάτι αποκλειστικά όμορφο ή άσχημο. Βλέπεις το λιοντάρι και λες τι όμορφο, και το επόμενο δευτερόλεπτο έχει φάει την καμηλοπάρδαλη. Η ίδια η φύση εμπεριέχει μέσα της τη σκληρότητα και την τρυφερότητα, την ομορφιά και την ασχήμια. Είναι η ζωή. Στην αρχαία Ελλάδα καταπληκτικά αυτά τα πράγματα που κάνανε, αλλά και πόσοι δούλοι από πίσω.
Συγχωρείς πιο εύκολα το κακό έχοντας αυτή τη θέση;
Τώρα πια ναι, πιο εύκολα. Γιατί, κατ’ αρχάς, θεωρώ ότι και εγώ είμαι κακιά. Ξέρω ότι έχω υπάρξει θύτης στο παρελθόν και θύμα. Ξέρω ότι και τώρα ενδεχομένως να είμαι θύτης και θύμα. Και στο μέλλον θα υπάρξω και τα δυο. Είναι άλλο ένα χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης. Έξω από τον χορό πολλά τραγούδια ξέρουμε. Θεωρητικά λέμε πολλά. Στην πράξη, όμως, τι κάνουμε; Τι να σου πω; Ότι δεν έχω πληγώσει κανέναν άνθρωπο; Ότι δεν έχω στεναχωρήσει; Ότι δεν έχω υπάρξει σαδίστρια με κάποιους ανθρώπους; Στην πραγματικότητα, έχουμε υπάρξει πολλές φορές θύτες, και όχι εν αγνοία μας.
Το ότι όλοι λίγο πολύ έχουμε υπάρξει και θύτες είναι αρκετό για να συγχωρείς;
Εγώ θεωρώ ότι υπάρχει μια λεπτή κόκκινη γραμμή. Είμαστε ικανοί για το καλό και για το κακό, και ενδεχομένως η φύση μας να μας πηγαίνει περισσότερο στο κακό. Είναι θέμα επιλογής. Επιλέγεις προς τα πού θες να πας. Προς το φως ή το σκοτάδι. Έχει να κάνει με το πόσο καλά κοιμάσαι το βράδυ. Δεν πιστεύω ότι οι μεγαλύτεροι εγκληματίες του κόσμου είχαν το βράδυ τύψεις. Ήταν μια άλλη επιλογή αυτή που κάνανε. Υπάρχουν, φυσικά, διαβαθμίσεις στους θύτες, δεν το συζητώ. Θύτης είναι και αυτός που θα σκοτώσει μια μέλισσα για να μην τον τσιμπήσει, αλλά δεν είναι το ίδιο με αυτόν που θα κακοποιήσει ένα παιδάκι.
Μετά το MeToo και όλες αυτές τις αποκαλύψεις που ήρθαν στο φως νιώθεις πιο ασφαλής;
Νιώθω πιο ασφαλής για τα νέα παιδιά. Αισθάνομαι ότι έχουν περισσότερο τη δύναμη να μιλήσουν γι’ αυτό που τους συνέβη και να καταγγείλουν ένα γεγονός. Είμαστε σε άλλα χρόνια, και τηλεόρασης και θεάτρου. Οι αυθεντίες δεν είναι και τόσο αυθεντίες. Γιατί στα παλαιότερα χρόνια και στη δική μου γενιά, πόσο μάλλον πιο πίσω, υπήρχαν αυθεντίες που κανείς δεν μπορούσε να πει τίποτα. Όλα αυτά έτσι κι αλλιώς έχουν ραγίσει τα θεμέλια, έχουν σπάσει τα θεμέλια, οπότε δεν μπαίνουμε σε μια τέτοια λογική, και έτσι αισθάνομαι μεγαλύτερη ασφάλεια. Ακόμα και στο κομμάτι της παιδικής κακοποίησης που βλέπουμε τώρα δεν είναι ότι τώρα ξαφνικά έγιναν όλα αυτά. Πάντοτε συνέβαινε, απλώς προφανώς τώρα τα θύματα αισθάνονται μεγαλύτερη ασφάλεια για να μιλήσουν. Νιώθουν πως κάποιους θα βρουν. Έχουμε γίνει λίγο πιο ευαίσθητοι και ίσως αν δω κάτι να συμβαίνει δίπλα μου, θα πάρω τηλέφωνο και θα το καταγγείλω. Και εγώ η ίδια. Θα προσπαθήσω να προστατέψω τον συνάνθρωπο. Αυτό νομίζω είναι το κέρδος. Τώρα, οι θύτες θα είναι θύτες πάντα. Το θέμα είναι τα θύματα να μην είναι θύματα.
Νιώθεις ότι με τη συμμετοχή σου σε μια τέτοια παράσταση, που μοιάζει κόντρα σ’ εσένα, κάνεις και μια δήλωση σε καλλιτεχνικό επίπεδο;
Φυσικά ναι και εντελώς συνειδητά. Ήθελα καιρό να κάνω πράγματα και στο θέατρο και στην τηλεόραση διαφορετικά. Θεματολογικά η «Σεροτονίνη» με αφορά περισσότερο από οποιαδήποτε παράσταση έχω κάνει. Θα μου άρεσε πολύ να μπω στο κόσμο ομάδων και θιάσων που δουλεύουν με άλλες τεχνικές. Δεν είχα ξαναδουλέψει έτσι. Θα ήθελα να ανακαλύψω αυτούς τους δρόμους. Υπάρχει, όμως, αυτή η κατηγοριοποίηση και γι’ αυτό είμαι πολύ ευγνώμων στον Αγαρτζίδη, που έχουμε και ένα τηλεοπτικό παρελθόν ως Αστερόπη και Τριαντάφυλλος, και ήξερε ότι έχω και κάποιες άλλες δυνατότητες. Αν δεν υπήρχε αυτό το τηλεοπτικό συνταίριασμα, κανείς δεν θα τολμούσε να μου προτείνει κάτι τέτοιο. Θα λέγανε, έλα τώρα, μωρέ, αυτή που είχε κάνει τηλεόραση γιατί να μπορεί να κάνει αυτό. Τα τελευταία χρόνια προσπαθώ, έχοντας καταφέρει να βιοπορίζομαι από τη δουλειά μου, να βρω χώρο για να κάνω αυτό που πραγματικά επιθυμώ. Ήρθε η ώρα να σπάσω κάποια στερεότυπα καλλιτεχνικά.
Θέλω να σε πάω πίσω στον χρόνο, στα «Υπέροχα πλάσματα», που έγινε χαμός, και να μου πεις πώς το βίωσες τότε και πώς νιώθεις σήμερα.
Δυστυχώς, τα «Υπέροχα πλάσματα» τα έχω συνδέσει με έναν χωρισμό. Είχα χωρίσει μόλις όταν ξεκινήσαμε τα γυρίσματα και όλη αυτή η περίοδος, που ήταν τόσο όμορφη, θαμπώθηκε από αυτόν τον χωρισμό και ήμουνα πολύ στεναχωρημένη.
Άρα, δεν έχεις καλές αναμνήσεις;
Όχι, δεν έχω τίποτα. Έτσι κι αλλιώς ήταν μικρός ο ρόλος μου, άλλο που έγραψε πολύ χάρη στο καταπληκτικό κείμενο της Μυρτώς Κοντοβά. Στην πραγματικότητα, μπορεί να είχα και τρία λεπτά μέσα σε όλο το επεισόδιο. Αλλά υπάρχουν άνθρωποι που έρχονται και μου λένε για τα «Υπέροχα πλάσματα» και δεν θυμάμαι τίποτα. Σήμερα θα έλεγα στη νεότερη Μαρία, χαζούλα μου, έχασες το τότε επειδή ήσουνα προσκολλημένη στο παρελθόν.
Δεν το άξιζε αυτό το πένθος ο χωρισμός σου;
Οχι. Τώρα πια μπορώ να σου πω ότι δεν αξίζει κανένα πένθος για κανένα χωρισμό. Δεν ξέρω καν αν αξίζει το πένθος για μια ζωή που χάνεται. Γιατί αυτή είναι η φυσιολογική πορεία της ζωής και πρέπει κάπως να μπορούμε να ξεπερνάμε τα πράγματα. Χάνουμε τη στιγμή και είναι μικρή η ζωή. Και ειδικά για έναν έρωτα. Στον έρωτα χρειάζονται δύο άνθρωποι. Αν ο άλλος δεν ήταν εκεί, δεν ήταν για σένα. Να κάτσεις να κλαις για κάποιον που δεν σε ήθελε; Μου φαίνεται αστείο, χαζό πια.
Τηλεοπτικά σε συναντάμε στον «Έρωτα φυγά». Πώς νιώθεις γι’ αυτή τη σειρά;
Είμαι πολύ περήφανη. Για άλλη μια φορά κάνω κάτι στο οποίο δεν με έχει ξαναδεί ο κόσμος. Κάνω έναν δραματικό ρόλο με κωμικές αιχμές. Η σειρά είναι δράμα εποχής και κάνω μια κακιά. Στα γυρίσματα ρίχνω τρελό βρισίδι, που όμως στο τέλος της μέρας λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά. Είναι μια ομάδα πολύ αξιόλογη. Ματώνει τη φανέλα. Έχω πολλά χρόνια να υπάρξω σε σίριαλ που είναι όλοι διαβασμένοι. Σε καθημερινό σίριαλ αυτό δεν το βρίσκεις. Η σειρά προσπαθεί να διατηρήσει ένα επίπεδο και πάει πολύ καλά. Και σε αυτό, όπως και στη «Σεροτονίνη», αισθάνομαι μαθήτρια και αυτό είναι ανανεωτικό. Μου αρέσει να είμαι μαθήτρια.
Ποια είναι η σχέση σου με την Αθήνα;
Την είχα λίγο παρεξηγήσει. Ήμουνα συνέχεια με το μηχανάκι και δεν στεκόμουν στην πόλη. Από τότε που πήρα τον σκύλο, την Γκόλφω, που είναι κυνηγετικό, ανακαλύπτω την πόλη μαζί της. Έτσι άρχισα να παρατηρώ δρόμους, κτήρια. Τα πεζοδρόμια, βέβαια, είναι τραγικά, ειδικά στο κέντρο. Δεν είναι τυχαίο που η Γκόλφω τρελαίνεται για το Κεφαλάρι. Είναι πολύ δύσκολη η καθημερινότητα στην πόλη για έναν άνθρωπο με καροτσάκι και για έναν σκύλο.
Πολλά χρόνια και στο ραδιόφωνο. Μεγάλη αγάπη;
Κάνουμε το πρωινό κάθε μέρα με τον Στάθη Χριστοφορίδη στον Easy 97.2, 6.30 π.μ. με 10 μ.μ. Δεν είμαι απόλυτα πρωινός τύπος, αλλά έχω πολύ κέφι. Ταιριάξαμε, όμως, τόσο πολύ με τον Στάθη, παρ’ όλο που δεν γνωριζόμασταν καθόλου, και αν δεν ήταν αυτός, δεν θα μπορούσα να το κάνω για τρίτη χρονιά. Το αγαπώ το ραδιόφωνο γιατί έχει αυτή την αμεσότητα. Μου αρέσει που δεν έχω ρόλο, που δεν έχω κείμενο. Είμαι εγώ. Είμαστε και σε ένα ραδιόφωνο που δεν υπάρχει κάποια γραμμή και γενικώς λέμε ό,τι θέλουμε, και επειδή είναι και ένα ενήλικο κοινό του Easy, μπορούμε να ασχοληθούμε πραγματικά με θεματολογία που με αφορά, και αυτό μου δίνει μια ελευθερία. Δεν έχουμε κανένα άγχος να είμαστε ευχάριστοι πάντα. Δεν έχουμε μπει καθόλου στο καλούπι αυτό.