ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1914-1918) / Πόλεμος και Θέατρο

ΤΑΞΙΔΙΑ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ (1914-1918) / Πόλεμος και Θέατρο

Η σύσφιγξη σχέσεων και η συνέργια στη διάρκεια νεότερων πολεμικών συγκρούσεων ανάμεσα στα σύμμαχα εθνικά κράτη μορφοποιούνται συχνά σε ποικίλες και ενδιαφέρουσες πρακτικές, είτε αυτές αφορούν τους στρατευμένους είτε τον υπόλοιπο πληθυσμό. Τα σύμμαχα κράτη οργανώνουν παράλληλα άμεσους και έμμεσους τρόπους για την προσέγγιση και ευρύτερη γνωριμία των λαών, κατασκευάζοντας και διαδίδοντας κοινούς εθνικούς τύπους. Μ' άλλα λόγια, κάνουν το αντίθετο από ό,τι έκανε η εθνική ιδεολογία σε ειρηνική περίοδο, όταν δηλαδή επιχειρούσε να αναδείξει την «ατομικότητα» του έθνους, να ομογενοποιήσει δηλαδή τους πολίτες-πατριώτες στην κλίμακα της εθνικής επικράτειας και να τονίσει τη διαφορετικότητά τους από όλους τους όμορους πληθυσμούς.

Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους μια παρόμοια σύγκλιση δεν ήταν δύσκολο να επιτευχθεί ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Σερβία και μάλιστα σε πολλαπλά πεδία. Ειδικότερα, στη συγκυρία της παραμονής σερβικών στρατευμάτων στην Κέρκυρα, όπου κατέφυγαν, υποχωρώντας προς τα νότια κατά μήκος των ορεινών όγκων των δυτικών Βαλκανίων. Πρόκειται για συγκυρία στη διάρκεια της οποίας παρατηρείται μεγάλη κινητικότητα στην Ελλάδα διπλωματών αλλά και πολιτικών, όπως για παράδειγμα ινκόγκνιτο κυκλοφορούσαν ο Σέρβος πρωθυπουργός Πάσιτς κι ακόμα ο βασιλιάς Πέτρος, αλλά και επιστήμονες, καλλιτέχνες και άλλοι.

Το έργο, που ανέβηκε στο « Κ ο τ ο π ο ύ λ ε ι ο ν » θέατρο, γράφτηκε στη Γαλλία, τη σύμμαχη χώρα και των δύο βαλκανικών κρατών. Πρόκειται για το «Σιρανό ντε Μπερζεράκ», έργο μοντέρνο από πολλές απόψεις, που φέρνει στην αθηναϊκή κοινωνία το νεορομαντικό αέρα και το ανατρεπτικό χιούμορ του στρατιωτικού και δραματουργού Hercule Savinien de Cyrano (τιτλοφόρησε το έργο με το ψευδώνυμό του), με τη θεαματική μονομαχία που παρεμβάλλει. Το έργο γράφτηκε στο πρώτο μισό του 17ου αιώνα αλλά το επανέφερε στην επικαιρότητα ο επίσης Γάλλος ποιητής και δραματουργός Edmond Eugène Alexis Rostand, μεταγράφοντάς το ως «ηρωική κωμωδία», στο τέλος του 19ου αιώνα (1897).

Σήμερα θα παρακολουθήσουμε νοερά τη θεατρική παράσταση που έδωσαν από κοινού, μιλώντας ο καθένας τη γλώσσα του, ο γνωστός ηθοποιός και από τους πρωτεργάτες της ελληνικής θεατρικής σκηνής Δημήτρης Μυράτ (Σμύρνη 1878-1964) με τον Σέρβο ηθοποιό Λιούμπα Στανόγιεβιτς. Τη θαυμάσια δίγλωσση παράσταση αναλαμβάνει να περιγράψει ο χρονογράφος της Εστίας και λογοτέχνης Παύλος Νιρβάνας, που βρίσκει ταυτόχρονα ευκαιρία να κριτικάρει τόσο την «απεριέργεια» του κοινού όσο και την -αμείωτη- αδιαφορία του ελληνικού κράτους, σε αντίθεση με το σερβικό, απέναντι στις τέχνες.

Αγγελική Κωνσταντακοπούλου διδάσκει Βαλκανική ιστορία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Ο Σέρβος ηθοποιός

του Παύλου Νιρβάνα

Μετρημένοι εις τα δάκτυλα, κατά την προχθεσινήν παράστασιν του Σέρβου ηθοποιού, οι αντιπρόσωποι των Γραμμάτων, οι δημοσιογράφοι, οι φιλότεχνοι. Το Κοινόν επίσης αραιότατον. Ένδειξις άραγε της κλασικής απεριεργείας, που μας χαρακτηρίζει εις μερικά ζητήματα, ή προκατάληψις, ότι ένας ξενόγλωσσος ηθοποιός, συμπράττων με Έλληνας συναδέλφους του, δεν θα ήτο δυνατόν να μας προσφέρη μίαν πλήρη καλλιτεχνικήν απόλαυσιν;

Οπωσδήποτε, το γεγονός είνε, ότι η προχθεσινή Ελληνοσερβική παράστασις του «Συρανώ ντε Μπερζεράκ», με όλον το διαφημισθέν θεατρικόν πυροτέχνημα της μονομαχίας Μυράτ - Στανόγιεβιτς, δεν επροκάλεσε το ενδιαφέρον, του οποίου ήτο αξία.

Και όμως το θέατρον Μαρίκας Κοτοπούλη μας προσέφερε προχθές μίαν ανέλπιστον καλλιτεχνικήν απόλαυσιν, την οποίαν εξετίμησαν μ' εκρήξεις ειλικρινούς ενθουσιασμού οι παρευρεθέντες, και ταυτοχρόνως ένα μάθημα, το οποίον θα ημπορούσε να μας χρησιμεύση. Διότι ο κ. Στανόγιεβιτς δεν είνε ωρισμένως ένας κοινός ηθοποιός, ούτε αντιπροσωπεύει μίαν πρωτογενή σκηνικήν τέχνην ή ένα πρωτογενές θέατρον, όπως θα τον εφανταζόμεθα ίσως, με την συστηματικήν μας άγνοιαν εις κάθε τι που γίνεται γύρω μας μεταξύ των Βαλκανικών γειτόνων μας. Διότι, δυστυχώς, όλοι γνωρίζομεν το τι γίνεται εις τας Ευρώπας, παραμελούμεν δε εντελώς να πληροφορηθώμεν το τι γίνεται εις την συνοικίαν μας και ν' αντλήσωμεν παραδείγματα από τον πολιτισμόν μικρών λαών, που, αν δεν έχουν την ιστορίαν μας και την ευγένειάν μας, βαδίζουν όμως προς την πρόοδον με κάποιο σύστημα, που μας λείπει εντελώς. Και ομολογώ ειλικρινώς, ότι η εμφάνισις του κ. Στανόγεβιτς εις το Κ ο τ ο π ο ύ λ ε ι ο ν έγεινεν αφορμή μελαγχολικών σκέψεων εις περισσοτέρους του ενός.

Διότι δεν πρόκειται μόνον περί του αναμφισβητήτου ταλάντου του Σέρβου ηθοποιού, ο οποίος, εις ωρισμένας σκηνάς, όπως ιδίως εις την Γ΄ πράξιν του κήπου και εις την τελευταίαν πράξιν ολόκληρον, ανεδείχθη πράγματι υπέροχος, ενθυμίσας μεγάλους ξένους καλλιτέχνας. Πρόκειται περί ενός παιξίματος εν γένει προδίδοντος σύστημα, μελέτην, σχολήν, περί ενός παιξίματος συνεπούς απ' αρχής μέχρι τέλους, παιξίματος ψυχικού, όχι εξωδέρμου, όχι ερασιτεχνικού. Και έπρεπε να κατακτήση με τα δώρα του αυτά ο ξένος καλλιτέχνης το ακροατήριόν του, όπως το κατέκτησεν από την πρώτην στιγμήν της εμφανίσεώς του, διά ν' αποφύγη τους σκοπέλους της διπλής γλώσσης, η οποία θα περέσυρεν εις κωμικότητα την παράστασιν με ένα μέτριον ηθοποιόν.

Και πρέπει να καταλογισθή ακόμη εις το ενεργητικόν του το ότι, μη εννοών ο ίδιος τι έλεγαν τα άλλα πρόσωπα και λαμβάνων τον λόγον διά μέσου του υποβολέως μόνον, κατώρθωσε ν' αρμονίση τόσον τελείως το παίξιμόν του με το παίξιμον των άλλων.

Όλα αυτά όμως αποδεικνύουν, ότι εις την Σερβίαν τα θεατρικά πράγματα ευρίσκονται εις πολύ καλλιτέραν κατάστασιν αφ' ό,τι ευρίσκονται παρά το θέατρον του Διονύσου. Αυτό μας βεβαιώνει τουλάχιστον το δείγμα, που μας έστειλεν η Σύμμαχος. Και το πράγμα δεν είνε περίεργον. Διακόσιας χιλιάδας πληρώνει ετησίως το Σερβικόν Κράτος ως επιχορήγησιν εις το εθνικόν θέατρον του Βελιγραδίου και συμπληρώνει εκάστοτε τα παρουσιαζόμενα ελλείμματά του. Οι ηθοποιοί του σπουδάζουν εις τα μεγαλύτερα κέντρα και ο κ. Στανόγιεβιτς έκαμεν ο ίδιος τας σπουδάς του εις το Βερολίνον και το Μόναχον, δημοσίᾳ δαπάνῃ. Και τι γίνεται εδώ; Εδώ το δραματικόν θέατρον φιλοξενείται μόνον, κατ' ανοχήν, από τους διαφόρους θιάσους των επιθεωρήσεων, διά το μη υπάρχειν ούτε μάνδραν καθαρώς δραματικού θεάτρου εις τας Αθήνας. Και είνε αυτό που είνε!

Η τιτλική εφευρετικότης του Γαβριηλίδου είχεν επινοήσει κάποτε μίαν στήλην εις την εφημερίδα του, περιλαμβάνουσαν όλα τα ανάποδα που συμβαίνουν εις τον πολιτισμένον κόσμον, μίαν στήλην τιτλοφορουμένην «Π ρ ο ς π α ρ η γ ο ρ ί α ν μ α ς». Ωρισμένως διά κάποια άλλα πράγματα, όπως μερικαί πρόοδοι των μικρών μας γειτόνων, θα ήξιζε να ιδρύσουν αι εφημερίδες μίαν στήλην τιτλοφορουμένην «Π ρ ο ς μ ε λ α γ χ ο λ ί α ν μ α ς». Και ο γενικός αυτός τίτλος ομολογώ ότι θα εσκέπαζε πολύ καλά και πολύ ταιριαστά τας γραμμάς μου αυτάς. Ο κ. Στανόγιεβιτς μας έκαμε προχθές να μελαγχολήσωμεν διά πολλά πράγματα. Και, αν η δεσποινίς Κοτοπούλη, θυσιάζουσα μίαν πιένναν επιθεωρήσεως, μας επαρουσίαζε τον Σέρβον ηθοποιόν και εις τον «Οιδίποδα Τύραννον», που είνε, όπως λέγουν, ο καλλίτερος ρόλος του, θα εμελαγχολούσαμεν ακόμη περισσότερον.

(Εστία, 22-5-1916, 1)