Με θερμά λόγια μιλάει για τον Αλέξη Τσίπρα ο Πάπας Φραγκίσκος στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο, που δίνει έμφαση στην ανθρωπιά, στην αλληλεγγύη, με τίτλο Hope (Ελπίδα), που κυκλοφόρησε στις 14 Ιανουαρίου στα αγγλικά και θα κυκλοφορήσει το επόμενο διάστημα και στα ελληνικά.
Αναφερόμενος στον πρώην πρωθυπουργό, ο Πάπας Φραγκίσκος μιλάει για έναν άνθρωπο «προς τον οποίο έχω βαθύ σεβασμό». Για έναν πολιτικό «που ήξερε να αγωνίζεται για το καλό του λαού του».
Όπως αναφέρει το in.gr, πρόκειται για κεφάλαιο του βιβλίου που μιλά για ανθρωπιά, για αλληλεγγύη, με ξεχωριστές αναφορές σε όσους ύψωσαν ανάστημα ενάντια στον λαϊκισμό, χαράσσοντας βαθιές διαχωριστικές γραμμές με την ακροδεξιά ρητορική -αλλά και με όσους την κρυφουϊοθετούν-, και ιεραρχώντας τα σημαντικά και το πραγματικά επωφελές για το λαό και τη χώρα τους, είναι πολύ θετική για το σύνολο της Αριστεράς, και ηχηρή απάντηση στο επικίνδυνο και ισοπεδωτικό «όλοι ίδιοι είναι, γιατί υπέγραψαν μνημόνια».
Γράφει ειδικότερα ο Πάπας Φραγκίσκος: «Με αυτούς τους στοχασμούς στην ψυχή, λίγους μήνες μετά το Ιράκ, επέστρεψα στη Λέσβο, το ελληνικό νησί που φιλοξενεί το κέντρο μεταναστών της Μόριας, το μεγαλύτερο της Ευρώπης, που για πάρα πολύ καιρό έδειχνε το πρόσωπο της αποτυχίας της μεταναστευτικής πολιτικής της γηραιάς Ευρώπης. Είχα ξαναβρεθεί εκεί πέντε χρόνια νωρίτερα, το 2016, σε ένα ταξίδι-αστραπή με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, τον Αρχιεπίσκοπο της Ελλάδας Ιερώνυμο μετά από πρόσκληση του τότε Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ενός ανθρώπου προς τον οποίο έχω βαθύ σεβασμό. Ενός πολιτικού που ήξερε να αγωνίζεται για το καλό του λαού του.»
Στις αναλυτικές του αναφορές στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο ο Πάπας περιγράφει με πολλές λεπτομέρειες την κατάσταση που είχε δημιουργεί στο Λέσβο και ιδιαίτερα στη Μόρια από τις ανεξέλεγκτες ροές προσφύγων.
Εκεί στη Μόρια έγιναν και οι συνεννοήσεις, όπως αναφέρει, με τον Έλληνα πρωθυπουργό, προκειμένου να πάρει μαζί του κάποιους πρόσφυγες. Όλα αυτά σε μια περίοδο που η Ευρώπη έκλεινε ερμητικά τις πόρτες σ’ αυτούς.
«Εκεί, στη Μόρια, ο πρωθυπουργός Τσίπρας, μου μίλησε για τρεις οικογένειες προσφύγων από τη Συρία: τα χαρτιά τους ήταν έτοιμα για να μεταναστεύσουν αλλά δεν μπορούσαν να βρουν κατάλυμα. Συνολικά 12 άνθρωποι, 6 εξ αυτών παιδιά. “Θα τους πάρω μαζί μου”, είπα, Συλλέξαμε βιαστικά τα χαρτιά τους, πήραμε βίζες από το ελληνικό και το ιταλικό κράτος, και 3 ώρες αργότερα ήταν όλοι στο αεροπλάνο για τη Ρώμη, φιλοξενούμενοι του Βατικανού και της Κοινότητας του Αγίου Αιγιδίου. Κατά τη διάρκεια της πτήσης διηγήθηκαν ο καθένας την ιστορία του: ζωές ανθρώπων που είχαν χάσει τα πάντα: σπίτι, δουλειά, αναμνήσεις» αναφέρει ο Πάπας Φραγκίσκος.
«Παρότι το σοκ που είχαν όλοι βιώσει ήταν ισχυρό, μόλις προσγειώθηκε το αεροπλάνο ήταν απρόθυμοι να κατέβουν, παραμένοντας σε παράλυση από το φόβο, αν και γνώριζαν ότι τώρα ήταν στο ταξίδι τους προς την ασφάλεια. Θυμάμαι, επίσης, ένα τηλεφώνημα με τον Τσίπρα πριν επιβιβαστούμε. Όπως λέγαμε αντίο, μου είπε για μια άλλη λίστα προσφύγων που και εκείνοι είχαν έτοιμα τα χαρτιά τους: “Όμως ξέρω πως όλες οι θέσεις στο αεροπλάνο σου είναι ήδη πιασμένες”, συμπλήρωσε. “Μην ανησυχείς”, είπα στον πρωθυπουργό, “τακτοποίησέ το εσύ κι εγώ θα τους δεχτώ”. Κι αυτό και έγινε: Λίγους μήνες αργότερα, 9 ακόμη Σύριοι πρόσφυγες έφτασαν στο αεροδρόμιο της Ρώμης σε συνεργασία με το ελληνικό Υπουργείο Εσωτερικών, και ακόμη 43 πρόσφυγες από Αφγανιστάν, Καμερούν, Τόνγκο θα έφταναν τον Δεκέμβριο του 2019, πάλι από τη Λέσβο μέσω του Γραφείου της Αποστολικής Διακονίας».
Αναλυτικά οι αναφορές του Πάπα Φραγκίσκου για την επίσκεψη στην Ελλάδα:
…Λίγους μήνες μετά το Ιράκ, επέστρεψα στη Λέσβο, το ελληνικό νησί που φιλοξενεί το κέντρο μεταναστών της Μόριας, το μεγαλύτερο της Ευρώπης, που για πάρα πολύ καιρό έδειχνε το πρόσωπο της αποτυχίας της μεταναστευτικής πολιτικής της γηραιάς Ευρώπης.
Mε αυτούς τους στοχασμούς στην ψυχή, λίγους μήνες μετά το Ιράκ, επέστρεψα στη Λέσβο, το ελληνικό νησί που φιλοξενεί το κέντρο μεταναστών της Μόριας, το μεγαλύτερο της Ευρώπης, που για πάρα πολύ καιρό έδειχνε το πρόσωπο της αποτυχίας της μεταναστευτικής πολιτικής της γηραιάς Ευρώπης. Είχα ξαναβρεθεί εκεί πέντε χρόνια νωρίτερα, το 2016, σε ένα ταξίδι-αστραπή με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, τον Αρχιεπίσκοπο της Ελλάδας Ιερώνυμο μετά από πρόσκληση του τότε Έλληνα Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, ενός ανθρώπου προς τον οποίο έχω βαθύ σεβασμό, Ενός πολιτικού που ήξερε να αγωνίζεται για το καλό του λαού του.
Το κέντρο μεταναστών μου φάνηκε αμέσως σαν ένας κύκλος της δαντικής κόλασης μιας τραυματισμένης ανθρωπότητας.: κουρέλια, λάσπη, λαμαρίνες, οδύνη.
Έρχονταν από το Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Συρία, την Αφρική, από τόσες πολλές χώρες που έχανες τον λογαριασμό.
Πολλοί ανάμεσά τους ήταν παιδιά, πολλά από αυτά είχαν αναγκαστεί να γίνουν μάρτυρες του θανάτου των γονιών και των συντρόφων τους που πνίγηκαν στη θάλασσα. Το χρωματιστό χαρτονάκι στα χέρια μιας μικρούλας έγραφε: “Είμαστε Γιαζίντι, χρειαζόμαστε βοήθεια, βοήθεια, βοήθεια.” Τρεις φορές.
Εκείνη τη μέρα τους αγκαλιάσαμε και σφίξαμε τα χέρια όλων. Ακόμη θυμάμαι την ιστορία ενός νέου άντρα με τους δυο γιούς τους, ήταν Μουσουλμάνος παντρεμένος με μια Χριστιανή κοπέλα: Αγαπούσε ο ένας τον άλλο, σεβόταν ο ένας τον άλλο, είπε, ανάμεσα σε αναφιλητά…εκείνος ο άντρας δεν μπορούσε να σταματήσει να κλαίει. Όμως μια μέρα εισέβαλαν τρομοκράτες στο σπίτι τους και η γυναίκα του, που δεν ήθελε να αποκηρύξει την πίστη της σφαγιάστηκε μπροστά στα μάτια του. Μια συνειδητή μάρτυρας ανάμεσα σε χιλιάδες αθέλητα μάρτυρες…
Εκεί, στη Μόρια, ο πρωθυπουργός Τσίπρας, μου μίλησε για τρεις οικογένειες προσφύγων από τη Συρία: τα χαρτιά τους ήταν έτοιμα για να μεταναστεύσουν αλλά δεν μπορούσαν να βρουν κατάλυμα. Συνολικά 12 άνθρωποι, 6 εξ αυτών παιδιά. “Θα τους πάρω μαζί μου”, είπα, Συλλέξαμε βιαστικά τα χαρτιά τους, πήραμε βίζες από το ελληνικό και το ιταλικό κράτος, και 3 ώρες αργότερα ήταν όλοι στο αεροπλάνο για τη Ρώμη, φιλοξενούμενοι του Βατικανού και της Κοινότητας του Αγίου Αιγιδίου. Κατά τη διάρκεια της πτήσης διηγήθηκαν ο καθένας την ιστορία του: ζωές ανθρώπων που είχαν χάσει τα πάντα: σπίτι, δουλειά, αναμνήσεις.
Ο Ramy και η Suhila ήρθαν από το Deir ez-Zor, την περιοχή που συνορεύει με το Ιράκ, τη σκηνή όπου έγιναν οι βίαιες σφαγές από τους τζιχαντιστές κατά τη διάρκεια τους εμφυλίου πολέμου στη Συρία. Εκείνος ήταν δάσκαλος, εκείνη μοδίστρα. Ξεπερνώντας αμέτρητους κινδύνους, εκείνοι και τα τρία παιδιά τους έφτασαν στην Ελλάδα, περνώντας από την Τουρκία.
O Osama και η Wafa, από την άλλη πλευρά, ήταν από την Zamalka, στην περιφέρεια της Δαμασκού, από όπου αναγκάστηκαν να δραπετεύσουν την ημέρα που το σπίτι τους βομβαρδίστηκε. Είχαν μαζί τους τα δύο τους παιδιά: Η μητέρα είπε ότι το τραύμα έκανε τη μικρότερη τους κόρη να σταματήσει να μιλάει για αρκετό καιρό και ακόμη ξυπνούσε κάθε βράδυ ουρλιάζοντας.
Έπειτα ήταν ο Hasan και η Nour, εκείνος σχεδιαστής εξωτερικών χώρων κι εκείνοι από Συρο-Παλαιστινιακή οικογένεια, με πτυχίο στη γεωπονία. Είχαν δραπετεύσει από τα περίχωρα της Δαμασκού μαζί με το δίχρονο γιο τους. “Πριν τον πόλεμο”, μου είπε ο Nour Essa, “η χώρα μου ήταν ένα σύμβολο ειρηνικής συνύπαρξης. Είμαστε Μουσουλμάνοι, όμως οι καλύτεροι φίλοι μας περιλαμβάνουν Χριστιανούς, Δρούζους και Αλαουίτες. Γιορτάζαμε τα Χριστούγεννα και το Eid όλοι μαζί. Τότε ο σύζυγός μου κλήθηκε για στρατιωτική θητεία, αλλά ούτε αυτός ούτε εγώ θέλαμε να σκοτώσουμε τα αδέλφια μας.” Η Οδύσσεια διήρκεσε μήνες: πρώτα να γλιτώσουν από τους βομβαρδισμούς, έπειτα από τους διακινητές του ISIS, του καθεστώτος και, τελικά, το φριχτό ταξίδι στη θάλασσα, όπου πολλές φορές απωθήθηκαν ώσπου η βάρκα τους αναποδογύρισε. “Η ειρήνη είναι ευλογία”, είπε η Nour, “Ο πόλεμος είναι βδέλυγμα”.
Παρότι το σοκ που είχαν όλοι βιώσει ήταν ισχυρό, μόλις προσγειώθηκε το αεροπλάνο ήταν απρόθυμοι να κατέβουν, παραμένοντας σε παράλυση από τον φόβο, αν και γνώριζαν ότι τώρα ήταν στο ταξίδι τους προς την ασφάλεια. Θυμάμαι, επίσης, ένα τηλεφώνημα με τον Τσίπρα πριν επιβιβαστούμε. Όπως λέγαμε αντίο, μου είπε για μια άλλη λίστα προσφύγων που και εκείνοι είχαν έτοιμα τα χαρτιά τους: “Όμως ξέρω πως όλες οι θέσεις στο αεροπλάνο σου είναι ήδη πιασμένες”, συμπλήρωσε. “Μην ανησυχείς”, είπα στον πρωθυπουργό, “τακτοποίησέ το εσύ κι εγώ θα τους δεχτώ”. Κι αυτό και έγινε: Λίγους μήνες αργότερα, 9 ακόμη Σύριοι πρόσφυγες έφτασαν στο αεροδρόμιο της Ρώμης σε συνεργασία με το ελληνικό Υπουργείο Εσωτερικών, και ακόμη 43 πρόσφυγες από Αφγανιστάν, Καμερούν, Τόνγκο θα έφταναν τον Δεκέμβριο του 2019, πάλι από τη Λέσβο μέσω του Γραφείου της Αποστολικής Διακονίας.
Στη Ρώμη, η Nour Essa πήρε το πτυχίο της στη βιολογία με τη βοήθεια μιας υποτροφίας και τώρα εργάζεται σαν βιολόγος στο νοσοκομείο παίδων Gesu. Έχοντας μια φορά ρισκάρει να δει το δικό της παιδί να πνίγεται στη Μεσόγειο, σώζει τις ζωές άλλων παιδιών στο ειδικό κέντρο για τη διάγνωση και τη θεραπεία σπάνιων ασθενειών.
Πήγα άλλη μια φορά το 2021 σε εκείνο το νησί του Αιγαίου , γιατί για εμένα αντιπροσωπεύει την απειλή του ναυαγίου, το οποίο πρέπει πάσα θυσία να ξορκίσουμε: το ναυάγιο του πολιτισμού μας.
Δεν μπορούμε, πλέον, να επιτρέψουμε να συνεχιστεί αυτή η ντροπή, να συνεχίσουν τα κοντέινερ , η κατατρεγμένη ανθρωπότητα, η αδελφοσύνη που δεν προσφέρθηκε ποτέ , να εκπροσωπούν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν μπορούμε, πλέον να συναινούμε στην μεταμόρφωση της Μεσόγειου που για χιλιετίες ένωνε διαφορετικούς λαούς και απομακρυσμένα εδάφη σε ένα ψυχρό νεκροταφείο χωρίς ταφόπλακες.
Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε, άλλο, η θάλασσά μας (mare nosrtum) να γίνει θάλασσα θανάτου (mare mortuum), ένα θέατρο συγκρούσεων και όχι τόπος συναντήσεων.
Όποιος φοβάται τα πρόσωπα που είδα στη Λέσβο είναι γιατί δεν βρήκε ποτέ το θάρρος να τα κοιτάξει στα μάτια. Δεν είδε ποτέ τα μάτια των παιδιών τους
Οφείλουμε να τροφοδοτούμε την ελπίδα με την δύναμη των πράξεων. Δηλαδή με την δύναμη των πράξεων αντί να ελπίζουμε σε πράξεις δύναμης.
Και πρέπει με κάθε κόστος να αποφύγουμε την προπαγάνδα που ενσταλάζει τον φόβο για τον άλλον στην κοινωνία. Αυτή η προπαγάνδα, απέχει πολύ από το να είναι αθώα, τρέφεται με πολέμους που χρηματοδοτούνται πλουσιοπάροχα, με σκοτεινούς χειρισμούς για τη διακίνηση όπλων και την εξάπλωση της εμπορίας τους, από οικονομικές συμφωνίες υπογεγραμμένες πάνω στην σάρκα των ανθρώπων.
Πρέπει να καταπολεμηθούν οι βαθύτερες αιτίες όχι τα δύστυχα πλάσματα που πληρώνουν τις συνέπειές τους.
Και για να γίνει αυτό, πρέπει να προσεγγίσουμε αυτές τις καταλυτικές αλλαγές με μεγαλείο ψυχής, ξέροντας ότι πέρα από τα θλιβερά εκλογικά συμφέροντα. Δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις σε τόσο πολύπλοκα ζητήματα.
Πρέπει να είμαστε πεπεισμένοι, πάνω απ’ όλα για ένα πράγμα: διώχνοντάς τους φτωχούς διώχνουμε την ειρήνη και όταν γίνεται κάτι τέτοιο προκαλούμε την καταστροφή μας με τα ίδια μας τα χέρια . Γιατί πάντα και η ιστορία μας το διδάσκει με πολύ σκληρό τρόπο πως οι ακραίοι αποκλεισμοί και εθνικισμοί έχουν καταστροφικές επιπτώσεις ακόμη και για όσους τους επιβάλλουν.