Κορωνοϊός / Ομολογούν τις δύο βάσεις δεδομένων και κρύβουν τα πρακτικά

Κορωνοϊός / Ομολογούν τις δύο βάσεις δεδομένων και κρύβουν τα πρακτικά

Τορπίλη στην επικοινωνιακή προσπάθεια της κυβέρνησης να εντάξει τις αποκαλύψεις για τη λειτουργία παράλληλου συστήματος καταγραφής κρουσμάτων στη σφαίρα της «συνωμοσιολογίας» -όπως υποστήριξε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος- αποτελούν οι δηλώσεις των ίδιων των στελεχών της!

Μόλις προχθές ο κ. Πέτσας αναγνώρισε την ύπαρξη ενός «υποσυστήματος ηλεκτρονικής διαχείρισης των συμβάντων των κινητών ομάδων του ΕΟΔΥ», ενώ ήδη από τις 13 Οκτωβρίου ο Γκίκας Μαγιορκίνης είχε αναφερθεί εκτενώς στις «δύο βάσεις δεδομένων».

Ο επίκουρος καθηγητής και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, στο πλαίσιο της επίσημης ενημέρωσης για την πορεία του νέου ιού, απαντώντας σε ερώτηση για το ποσοστό θετικότητας, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο γίνονται τα τεστ σε Ελλάδα και εξωτερικό αποκάλυψε τα κενά στη διαδικασία καταγραφής λέγοντας:

«Στην Ελλάδα σήμερα έγιναν γύρω στα 13.000 τεστ, ο μέσος όρος είναι μεταξύ 10.000 - 13.000. Βέβαια αυτά είναι τα τεστ που καταγράφονται στο υπουργείο Υγείας. Γιατί υπάρχουν και ιδιωτικά, τα οποία αυτή τη στιγμή δεν γίνεται η δήλωση αυτών των τεστ. Οπότε θα είναι αρκετά περισσότερα».

Λίγα λεπτά αργότερα ωστόσο, επιχειρώντας να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα, πέτυχε το αντίθετο αποτέλεσμα επιβεβαιώνοντας τις πρόσφατες αποκαλύψεις. Όπως σημείωσε: «Διόρθωση. Επειδή μίλησα τώρα με τον κύριο Αρκουμανέα, 19.500 τεστ ήταν χθες, τα οποία συμπεριλαμβάνουν και τα ιδιωτικά. Απλά είναι δύο βάσεις δεδομένων. Η μία δεν συμπεριλαμβάνει τα ιδιωτικά, που σας είπα ότι τα δηλώνουν αλλού. 19.500 ήταν χθες».

Νέα ερωτήματα από την αξιωματική αντιπολίτευση

Υπ’ αυτά τα δεδομένα η αναπληρώτρια εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία Τάνια Καραγιάννη κάλεσε την κυβέρνηση να απαντήσει «αν τελικά ισχύουν οι καταγγελίες μελών της Επιτροπής για μεγάλες καθυστερήσεις στην ενσωμάτωση των επιδημιολογικών στοιχείων από την παράλληλη πλατφόρμα του ΕΟΔΥ στο Μητρώο Ασθενών Covid-19, καθώς και «αν έχουν ή όχι πρόσβαση σε καθημερινή βάση οι επιστήμονες στα στοιχεία ανά περιφέρεια, ώστε να μπορούν ανά πάσα στιγμή να κάνουν εισηγήσεις για την πορεία και τη διαχείριση της πανδημίας».

Επανέφερε δε το ερώτημα «γιατί ακόμα και σήμερα επιμένει η κυβέρνηση να αρνείται τη δημοσιοποίηση των πρακτικών της Επιτροπής που ζητούν ο ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία και οι επιστήμονες”.

«Ο κ. Μητσοτάκης δεν θα μείνει εκτός κάδρου των ευθυνών»

“Για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτή η υπόθεση κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει” κατέστησε σαφές ο Δημήτρης Τζανακόπουλος υπενθυμίζοντας το αίτημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να κληθούν στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας οι κ. Κικίλιας, Χαρδαλιάς, Αρκουμανέας και Τσιόδρας.  Όπως εξηγεί (CNN.gr) ο γραμματέας του κόμματος, «το μεγάλο θέμα που προκύπτει είναι αν η επιτροπή εμπειρογνωμόνων είχε σαφή και ακριβή εικόνα για τα επιδημιολογικά δεδομένα ή αν πορευόταν με ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας στα τυφλά».

Εστίασε μάλιστα στο «χαρακτηριστικό παράδειγμα» της Θεσσαλονίκης, «καθώς σήμερα πολλοί υποστηρίζουν ότι η πόλη έπρεπε να έχει κλείσει νωρίτερα. Και είναι κρίσιμο να διευκρινιστεί αν αυτό δεν έγινε επειδή εξαιτίας της καθυστέρησης ενσωμάτωσης των δεδομένων της δεύτερης λίστας είχε δημιουργηθεί στρεβλή εικόνα στην επιτροπή». Στέλνει, τέλος, το μήνυμα ότι «ο κ. Μητσοτάκης όσο κι αν προσπαθεί δεν θα μείνει εκτός του κάδρου των ευθυνών».

Ζακυνθινός: «Επίδραση εκ των έξω»

Συν τοις άλλοις έκθετη αφήνουν την κυβέρνηση οι σοβαρότατες καταγγελίες του πρώην μέλους της επιτροπής των ειδικών Σπύρου Ζακυνθινού. Ο καθηγητής Εντατικής Θεραπείας - Πνευμονολογίας του ΕΚΠΑ τόνισε (Οpen) ότι «υπήρχαν μερικές καταστάσεις στην επιτροπή που δεν μου άρεσαν και που κατάλαβα ότι υπάρχει μια επίδραση εκ των έξω».

Τεκμηριώνοντας τη δήλωσή του έφερε ως παράδειγμα ότι «όταν η επιτροπή λέει, για παράδειγμα, ότι χρειάζεται να γίνουν τεστ σε 1.000.000 πληθυσμό και η κυβέρνηση και το υπουργείο Υγείας λένε ότι ‘έχουμε μόνο 1.000 τεστ να κάνουμε’, τότε η επιτροπή αναγκάζεται να πάρει αποφάσεις με 1.000 τεστ». Εξέφρασε δε την εκτίμηση «ότι θα μπορούσαμε να είχαμε αποφύγει το lockdown. Υπήρξε ένας εφησυχασμός και όχι επαρκής προετοιμασία»...

Επέκταση lockdown έως τις 21 Δεκεμβρίου

Την πίεση που υφίσταται το ανοχύρωτο Εθνικό Σύστημα Υγείας λόγω της επιβαρυμένης επιδημιολογικής εικόνας της χώρας επικαλούνται οι επιστήμονες προτείνοντας την επέκταση του lockdown πέρα από τις 14 Δεκεμβρίου που ανακοίνωσε χθες η κυβέρνηση. Το μέλος της Επιτροπής Νίκος Σύψας ανέφερε ότι με την άρση του lockdown από τις 21 Δεκεμβρίου, το ΕΣΥ θα έχει μεγαλύτερα περιθώρια να αντέξει γιατί θα υπάρχουν διαθέσιμες περισσότερες κλίνες, εκτιμώντας ότι με την άρση των μέτρων θα αυξηθούν και τα κρούσματα».

Σε ανάλογο μήκος κύματος κινήθηκε και ο διευθυντής ΜΕΘ στο νοσοκομείο “Παπανικολάου” Νικόλαος Καπραβέλος διαμηνύοντας χωρίς περιστροφές ότι «δεν πρέπει να ανοίξουμε», καθώς «η διασπορά είναι πλέον στη διπλανή μας πόρτα. Αυτός που θα ανοίξει αν θα ανοίξει θα πρέπει να γνωρίζει ότι ανοίγει με κίνδυνο της ζωής του».

Εξέπεμψε μάλιστα σήμα συναγερμού για την «τραγική κατάσταση που βιώνουμε». Στον απόηχο των κυβερνητικών ισχυρισμών ότι ΕΣΥ ενισχύεται σημείωσε ότι «δεν έχουμε κρεβάτια εντατικής.  Έχουμε φτιάξει έναν άλλο χώρο, εις βάρος άλλων ειδικοτήτων, για να αντιμετωπίσουμε αυτό το κύμα, το οποίο μας ξέφυγε»...

Φουντώνει ο γαλάζιος πόλεμος

Στα «χαρακώματα» βρίσκονται οι γαλάζιοι αυτοδιοικητικοί παράγοντες της Θεσσαλονίκης με τους ενοίκους του Μαξίμου αναφορικά με τις ευθύνες και τα αίτια του εκτροχιασμού της υγειονομικής εικόνας της πόλης.

Ο δήμαρχος Κ. Ζέρβας υπογράμμισε ότι «η τελευταία φορά που έγινε μια ουσιαστική σύσκεψη στη Θεσσαλονίκη ήταν στις 22 Οκτωβρίου, όταν είχε έρθει ο κ. Χαρδαλιάς". Τόνισε ότι «όλοι οι αυτοδιοικητικοί -όπως και ο πρύτανης- είχαμε εισηγηθεί αυστηρότερα μέτρα". Επεσήμανε μάλιστα ότι «θέλαμε να έχουμε την κατανομή για να ξέρουμε τι συμβαίνει σε κάθε περιοχή. Αυτά τα στοιχεία δεν υπάρχουν. Τα ζήτησα κι από τον πρωθυπουργό στην τελευταία συνάντησή μας», είπε εκθέτοντας τον κ. Μητσοτάκη.

Ο Στέλιος Πέτσας ωστόσο σε σχετική ερώτηση της ΑΥΓΗΣ επικαλέστηκε τη σύσκεψη που είχε συγκαλέσει ο πρωθυπουργός με τους τοπικούς φορείς της πόλης στις 19 Οκτωβρίου ισχυριζόμενος ότι «δεν υπήρξε κανείς εκείνη τη στιγμή, που να είχε τοποθετηθεί δημόσια ζητώντας να γίνει πιο γρήγορα η λήψη περιοριστικών μέτρων παρά αργότερα...».