Κυβέρνηση των καρτέλ / Χωρίς ρήτρα σοβαρότητας

Κυβέρνηση των καρτέλ / Χωρίς ρήτρα σοβαρότητας

Απανωτές... κυβιστήσεις κάνει από την άνοιξη η κυβέρνηση της Ν.Δ. σε σχέση με την ακραία ακρίβεια στο ρεύμα υπό το βάρος των κοινωνικών και πολιτικών πιέσεων, φτάνοντας μάλιστα σήμερα να πανηγυρίζει, αν και αυτοδιαψεύδεται και έχει χάσει κάθε ίχνος επίγνωσης και επαφής με την πραγματικότητα και την κοινωνία.

Με τον πιο προκλητικό τρόπο η κυβέρνηση, από κει που διερρήγνυε τα ιμάτιά της ότι όχι μόνο δεν υπάρχουν υπερκέρδη στην αγορά, αλλά οι παραγωγοί, με προεξάρχουσα τη ΔΕΗ, έχουν ζημιές επειδή έβαλαν πλάτη εκατομμυρίων υπέρ των καταναλωτών, έφτασε να ομολογεί κυνικά την ύπαρξη σημαντικών μελλοντικών υπερκερδών και να θεσμοθετεί μηχανισμό συλλογής τους προκειμένου να γεμίσει τον «κουμπαρά» των επιδοτήσεων (σ.σ.: τίθεται σε εφαρμογή εντός του μήνα).

Όσο για τη... μοναδικότητα του εν λόγω μηχανισμού, που ως φαίνεται επικοινωνεί τώρα η κυβέρνηση, θυμίζουμε ότι το μέτρο υπάρχει από τον Μάρτιο στην εργαλειοθήκη της Κομισιόν.

Παλινωδία και εμπαιγμός

Από τον Φεβρουάριο ο υπουργός ΠΕΝ διεμήνυε ότι δεν υπάρχουν υπερκέρδη, έναν μήνα μετά αυτό  έγινε «αν υπάρχουν κέρδη, θα τα φορολογήσουμε» και λίγο αργότερα ο πρωθυπουργός ανήγγειλε φορολόγηση κατά 90% των όποιων «υπερεσόδων»... Βέβαια, ακόμα αναμένεται το τελικό νούμερο για την ανάκτηση των προηγούμενων υπερκερδών, που μάλλον δεν θα το δούμε εντός του καλοκαιριού.

Τελικά, η κυβέρνηση όχι μόνο ομολόγησε ότι υπάρχουν υπερκέρδη, αλλά υποχρεώθηκε -προκειμένου να λάβει έγκριση από την Κομισιόν- να προχωρήσει στη δημιουργία μηχανισμού που θα «μαζεύει» μέρος των υπερκερδών ως πηγή επιδοτήσεων.

Βέβαια, αυτός ο μηχανισμός δεν ήταν η πρώτη επιλογή της κυβέρνησης, η οποία όχι μόνο αντιστάθηκε στην προοπτική να αναγνωρίσει υπερκέρδη, αλλά είχε την πρόθεση να αποζημιώνει κιόλας τους παραγωγούς, καθώς στις αρχές Μαΐου κυκλοφορούσε ένα άλλο μοντέλο που προφανώς δεν «πέρασε» από την Κομισιόν. Τότε διέρρεε ότι θα εφαρμόσει ένα είδος διατίμησης στην αγορά χονδρεμπορικής ανά τεχνολογία ηλεκτροπαραγωγής, ύψους 100 ευρώ/μεγαβατώρα, ώστε όταν οι τιμές ανεβαίνουν, τότε το κράτος να αποζημιώνει τους ηλεκτροπαραγωγούς για να καλύψουν το αυξημένο κόστος, σε συνδυασμό με κάποιες επιδοτήσεις στη λιανική... Μεγάλη μετατόπιση έναντι της τελικής επιλογής.

Μια υπόθεση: Υπερκέρδη 184 εκατ. τον Μάρτιο που δεν υπήρχαν

Ας υποθέσουμε ότι τα σημερινά πλαφόν για τα κέρδη ανά τεχνολογία, που προβλέπει ο νέος μηχανισμός, ίσχυαν τον «πανάκριβο» Μάρτιο του 2022, όταν η μέση χονδρεμπορική τιμή (Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς) διαμορφώθηκε στα 272,7 ευρώ/μεγαβατώρα.

Στην περίπτωση του φυσικού αερίου το πλαφόν με τη σημερινή φόρμουλα θα ανερχόταν στα 228,2 ευρώ/μεγαβατώρα και μέχρι την τιμή αγοράς των 272,7 ευρώ η διαφορά που θα καρπώνονταν οι παραγωγοί θα ανερχόταν στα 44,5 ευρώ/μεγαβατώρα. Επί 2.070.000 μεγαβατώρες συνολικής παραγωγής αερίου τον Μάρτιο, το συνολικό κέρδος για τους παραγωγούς θα ήταν 92.115.000 ευρώ (χωρίς τα κέρδη από την αγορά εξισορρόπησης).

Ομοίως στα υδροηλεκτρικά με πλαφόν στα 112 ευρώ/μεγαβατώρα, μέχρι τα 272,7 ευρώ που έκλεισε η αγορά, το επιπλέον κέρδος θα ήταν 160,7 ευρώ/μεγαβατώρα. επί 338.000 μεγαβατώρες παραγωγή, το κέρδος αντιστοιχεί σε 54.316.600 ευρώ.

Στα λιγνιτικά με πλαφόν στα 216,4 ευρώ/μεγαβατώρα, η διαφορά έως τη μέση τιμή θα ήταν 56,3 ευρώ/μεγαβατώρα, οπότε με παραγωγή 672.000 μεγαβατώρων, το κέρδος διαμορφώνεται σε 37.833.600 ευρώ.

Αν λοιπόν ίσχυαν τα σχετικά πλαφόν τον Μάρτιο, αθροιστικά θα έπρεπε να έχουν επιστραφεί από τους ηλεκτροπαραγωγούς με μονάδες αερίου, λιγνιτικές και υδροηλεκτρικές πάνω από 184 εκατ. ευρώ!

Η κυβέρνηση για την επιδότηση στο ρεύμα μόνο των νοικοκυριών τον Μάρτιο διέθεσε 148 εκατ. από τα «ουρανοκατέβατα» που επέστρεψαν οι παραγωγοί ΑΠΕ, τα έσοδα των ρύπων και το πλεόνασμα των ΥΚΩ (που θα έπρεπε να απομειώνει την αντίστοιχη χρέωση στους λογαριασμούς).

Με έντονο πλέον το προεκλογικό άρωμα, η κυβέρνηση τα δίνει όλα μιλώντας για 80% κάλυψη των αυξήσεων-επιδοτήσεων, καθώς προτίθεται, αν χρειαστεί, να βάλει μερίδιο και από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Πάντως, ακόμα κι αν γίνει αυτό, παραμένει μια αύξηση της τάξεως του 20% που έρχεται να προστεθεί στην αντίστοιχη ύψους περίπου 20% που επιβλήθηκε από την κυβέρνηση και τη διοίκηση της ΔΕΗ από τον Σεπτέμβριο του 2019 - για να μην ξεχνιόμαστε...

Η ρήτρα πέθανε. Ζήτω η ρήτρα!

Παράλληλα, συνεχίζοντας την επίκληση στο θυμικό των πολιτών και επιχειρώντας να καταλαγιάσει το μένος της κοινωνίας που επικεντρώθηκε στη ρήτρα αναπροσαρμογής -κατά της οποίας, σημειωτέον, πέφτουν βροχή οι προσφυγές-, η κυβέρνηση ανακοίνωσε προσωρινή κατάργηση της... ακατανόμαστης, αφού επέτρεψε για έναν χρόνο καθολική της επιβολή.

Η ουσία της ρήτρας ήταν η σύνδεσή της με την ανεξέλεγκτη χονδρεμπορική αγορά ρεύματος, καθώς περνούσε αβασάνιστα όλα τα ρίσκα της στη λιανική και το ύψος της άλλαζε κάθε μήνα ανάλογα με τα... τεκταινόμενα στην αγορά.

Τώρα τι θα συμβεί; Δεν θα υπάρχει, όπως πριν, ονομαστική τιμή κιλοβατώρας συν τη ρήτρα, αλλά μια ενιαία τιμή, με ενσωματωμένο το κόστος της χονδρεμπορικής, η οποία επίσης θα αλλάζει κάθε μήνα και όλα δείχνουν ότι θα είναι και αυξημένη! Οι τελευταίες διαρροές κάνουν λόγο για πανάκριβες τελικές τιμές, στα 40-45 λεπτά/κιλοβατώρα, από περίπου 30-33 λεπτά με τη ρήτρα... Συγχρόνως, έρχεται το τέλος των εκπτώσεων και νέα αναπροσαρμογή σταθερών τιμολογίων. Προφανώς η ρήτρα ζει και βασιλεύει, αν και «καμουφλαρισμένη».

Απλώς, τώρα διευρύνοντας τον «κουμπαρά» με τα υπερκέρδη, θα καλύπτεται ένα μεγαλύτερο κομμάτι αυξήσεων με επιδοτήσεις.

Μήπως τελικά αντιστρέφεται η κατάσταση και μετατρέπεται η λιανική σε πεδίο δόξης λαμπρό; Μένει βέβαια να φανεί πώς θα λειτουργήσει και ο ανταγωνισμός μεταξύ των συμμετεχόντων.

Η ενεργειακή φτώχεια ρίχνει τη σκιά της στην κοινωνία

Σημαντική υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης των ελληνικών νοικοκυριών λόγω της πρωτοφανούς ενεργειακής ακρίβειας διαπιστώνει μεταξύ άλλων έρευνα του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς», χαρακτηρίζοντας την κατάσταση ιδιαίτερα ανησυχητική, καθώς τα δεδομένα παραπέμπουν σε μορφές φτώχειας και αποστέρησης πρωτόγνωρες για τα μεταπολεμικά δεδομένα

Εντονη ανησυχία για την υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης των ελληνικών νοικοκυριών δημιουργεί η ενεργειακή ακρίβεια, η οποία κυριαρχεί εδώ και έναν χρόνο, εξωθώντας σε μεγάλο βαθμό σε λύσεις ανάγκης, που παραπέμπουν σε πρωτόγνωρες καταστάσεις φτώχειας και υλικής αποστέρησης.

Σε αρκετές περιπτώσεις δεν υπάρχουν καν πραγματικές επιλογές -παρά μόνο ο περιορισμός στην κατανάλωση, ιδίως ρεύματος, προκειμένου να συγκρατηθεί κάπως ο τελικός λογαριασμός- που μπορεί να αφορούν τη στέρηση βασικών συνθηκών άνεσης (θέρμανση/ψύξη) μέσα στο σπίτι, την υιοθέτηση οικονομικότερων συνηθειών, όπως λιγότερο συχνό ή ολιγόλεπτο (με χύτρα ταχύτητας) μαγείρεμα, τη χρήση φθηνότερων, αλλά αμφισβητίσιμων, πηγών για θέρμανση, περιστολή άλλων δαπανών και αναγκών για να κατευθυνθεί η όποια εξοικονόμηση στην ενέργεια κ.τλ.

Μια βαθύτερη ματιά σε αυτή την πραγματικότητα που διαφεύγει των ποσοτικών δεικτών επιχειρεί να ρίξει η ποιοτική έρευνα του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς» «Προβλήματα, πρακτικές και αντιλήψεις σε σχέση με την κατανάλωση ενέργειας στην κατοικία» σε πολυκατοικίες της Αθήνας. Πρόκειται για συλλογή στοιχείων και εννέα συνεντεύξεις με επικεφαλής νοικοκυριών που ζουν σε έξι πολυκατοικίες στον Δήμο Αθηναίων.

«Επιδιώκουμε να αναδείξουμε αόρατες όψεις της καθημερινής ζωής και της προσπάθειας επιβίωσης των νοικοκυριών σε ένα υπόβαθρο αλλεπάλληλων κρίσεων» τονίζουν οι τρεις ερευνητές-συγγραφείς της έρευνας Φ. Βαταβάλη, Ν. Κατσουλάκος, Ευ. Χατζηκωνσταντίνου.

Η έρευνα θέτει μια σειρά ζητημάτων που δεν περιορίζονται μόνο στο υψηλό κόστος της ενέργειας, αλλά αφορούν πτυχές της κοινωνίας, του σωρευτικού αντίκτυπου των κρίσεων, του μεταβαλλόμενου αστικού χώρου, της αλληλεπίδρασης των νοικοκυριών στο σχήμα της πολυκατοικίας, της αύξησης συνολικά του κόστους στέγασης και ζωής.

Η καθημερινότητα της ενεργειακής ακρίβειας

Στα βασικά συμπεράσματα της έρευνας περιλαμβάνονται τα εξής:

- Τα θέματα της ενέργειας απασχολούν όλα τα νοικοκυριά.

- Τα νοικοκυριά προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα που έφερε η αύξηση στις τιμές της ενέργειας.

- Οι πρακτικές των νοικοκυριών αναδεικνύουν συχνά την ευρηματικότητά τους απέναντι σε ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες.

Ακόμα τρεις σημαντικές διαπιστώσεις είναι ότι: α) η αύξηση στις ενεργειακές τιμές αυξάνει το συνολικό κόστος στέγασης πιέζοντας σημαντικά τα νοικοκυριά, και ιδίως τους ενοικιαστές, καθώς τα ενοίκια βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα και η διαθεσιμότητα διαμερισμάτων προς μακροχρόνια μίσθωση είναι περιορισμένη, β) οι ιδιοκτήτες κάνουν παρεμβάσεις στα σπίτια που μένουν, αλλά όχι σε εκείνα που νοικιάζουν, γ) τα νοικοκυριά επιθυμούν να έχουν συσκευές χαμηλής κατανάλωσης, αλλά αυτό συχνά δεν είναι εφικτό λόγω κόστους.

Διαβίωση ή επιβίωση;

Μία από τις πιο σημαντικές διαπιστώσεις της έρευνας αφορά τη σημαντική υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης στην κατοικία, που εγείρει ερωτήματα ως προς τα όρια της «ανθεκτικότητας» των νοικοκυριών έναντι της ενεργειακής κρίσης.

Η οικονομική πίεση που υφίστανται τα νοικοκυριά, ιδίως υπό την απειλή ενός δυσβάστακτου λογαριασμού ενέργειας, έχει οδηγήσει κάποιους σε περιορισμό βασικών ενεργειακών αναγκών και εντέλει σε υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου. Δεν χρησιμοποιούν θέρμανση/ψύξη όσο θα ήθελαν και άρα κρυώνουν ή ζεσταίνονται, μαγειρεύουν λιγότερο ή με συγκεκριμένους τρόπους, χρησιμοποιούν μορφές ενέργειας με αρνητικές επιπτώσεις σε υγεία, ασφάλεια, περιβάλλον (καυσόξυλα, pellet, φιάλες υγραερίου) ή απενεργοποιούν εγκαταστάσεις με ρεύμα.

Τα δεδομένα αυτά χαρακτηρίζονται ως ιδιαίτερα ανησυχητικά και παραπέμπουν σε μορφές φτώχειας και αποστέρησης πρωτόγνωρες για τα μεταπολεμικά δεδομένα.

Η ποσοτική πανελλαδική έρευνα του Ινστιτούτου που προηγήθηκε επιβεβαιώνει αυτή την ανησυχία, καθώς: σχεδόν το ένα τρίτο των νοικοκυριών θερμαίνει ανεπαρκώς την κατοικία του, τα μισά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν μικρές ή μεγάλες δυσκολίες στην κάλυψη των ενεργειακών τους αναγκών και τα δύο τρίτα των νοικοκυριών έχουν περιορίσει έξοδα, όπως ένδυση, υπόδηση κ.λπ. για να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες ενεργειακές δαπάνες.

Όπως τονίζεται, όλα τα στοιχεία συντείνουν στο ότι η ενεργειακή φτώχεια ρίχνει τη σκιά της στην ελληνική κοινωνία.

Απότοκα της προηγούμενης οικονομικής κρίσης

Συγχρόνως, πρέπει να επισημανθεί ότι σημερινές επιλογές, πρακτικές ή συνήθειες των νοικοκυριών ως προς την κατανάλωση ενέργειας έχουν σε πολλές περιπτώσεις ως υπόβαθρο την εμπειρία από την περίοδο της οικονομικής κρίσης, καθώς και τις συνέπειες αυτής. Η εμπειρία από φουσκωμένους λογαριασμούς, η πίεση λόγω συσσώρευσης χρεών, το κρύο τους χειμερινούς μήνες που δεν λειτουργούσε/υπολειτουργούσε η κεντρική θέρμανση οδήγησαν κάποια νοικοκυριά να λάβουν μέτρα ώστε να αποφύγουν αντίστοιχες καταστάσεις στο μέλλον, όπως αλλαγή παρόχου ηλεκτρικής ενέργειας, εγκατάσταση αυτόνομου συστήματος θέρμανσης, τοποθέτηση θερμομόνωσης κ.ά. Υπό αυτή την έννοια, κάποια νοικοκυριά είναι σχετικά προετοιμασμένα ως προς την ενεργειακή ακρίβεια, όμως παράλληλα το αποτύπωμα των μνημονιακών πολιτικών είναι βαθύ και πολλά νοικοκυριά θα βρεθούν αντιμέτωπα με τις επιπτώσεις της νέας ενεργειακής κρίσης από χειρότερη θέση.

Η πολυκατοικία

Συνοπτικά, τέλος, αναφέρουμε ορισμένα προβλήματα και προβληματισμούς που διαπιστώνονται σε επίπεδο πολυκατοικίας:

- Η αύξηση στο κόστος ενέργειας απειλεί τη λειτουργία κεντρικών και κοινόχρηστων υποδομών και κυρίως της κεντρικής θέρμανσης.

- Η υποβάθμιση των συνθηκών στους κοινόχρηστους χώρους και η απαξίωση των κοινόχρηστων υποδομών (π.χ., διακοπή κοινόχρηστου ρεύματος και άρα ανελκυστήρα, φωτισμού, θυροτηλεφώνων, κατάρρευση κεντρικού συστήματος θέρμανσης) προστίθενται στην υποβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης σε επίπεδο διαμερίσματος.

-  Όπως στην περίοδο της κρίσης, έτσι και σήμερα προκύπτουν ερωτήματα για τις σχέσεις ατομικού-συλλογικού και ιδιωτικού-κοινόχρηστου στις πολυκατοικίες (π.χ., αυτονόμηση).