Κομισιόν / Συστήνει λιτότητα από το 2022

Κομισιόν / Συστήνει λιτότητα από το 2022

Λιτότητα συστήνει από το 2022 η Κομισιόν, με τις εαρινές προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Ουσιαστικά κάνει λόγο για μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή καθώς προβλέπει ότι το πρωτογενές έλλειμμα θα διαμορφωθεί στο 7,3% του ΑΕΠ φέτος και θα μειωθεί απότομα στο 0,5% του ΑΕΠ το 2022.

Η Κομισιόν αξιολογεί ως βιώσιμο το ελληνικό χρέος έως το 2030, πλην όμως τα δύο εναλλακτικά σενάρια, πέραν του βασικού, που συνέταξε δείχνουν αυξημένους κινδύνους βιωσιμότητας για το χρέος. Στο βασικό πάντως από τα τρία σενάρια οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας αναμένεται να αυξηθούν βραχυπρόθεσμα λόγω της πανδημίας, αλλά και απορρόφησης δανείων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Μεσοπρόθεσμα οι ανάγκες θα επανέλθουν σε μέσο ετήσιο επίπεδο κάτω του 15% του ΑΕΠ ώς το 2030.

Σύμφωνα με την Κομισιόν, το ελληνικό χρέος κορυφώθηκε το 2020, στο 205,6%, ωστόσο θα αρχίσει να μειώνεται από φέτος, στο 204% του ΑΕΠ. Η εκτίμηση υπόκειται σε δύο όρους, πιθανό μειωμένο ρυθμό ανάπτυξης και αύξηση επιτοκίων δανεισμού.

Εάν υπάρξει χαμηλότερη ανάπτυξη, οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας θα αυξηθούν στο 20% του ΑΕΠ το 2036 και θα ξεπεράσουν το 25% του ΑΕΠ μετά το 2056. Σε αυτό το σενάριο, τίθεται σε κίνδυνο η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους.

Σε περίπτωση υψηλότερων επιτοκίων η επίδραση είναι ηπιότερη, με τις χρηματοδοτικές ανάγκες του χρέους να παραμένουν κάτω από το 20% του ΑΕΠ ώς το 2060.

Αναφορικά με τη δημοσιονομική εικόνα, η Κομισιόν επαναλαμβάνει τις εαρινές προβλέψεις, εκτιμώντας ότι η ελληνική οικονομία θα ανακάμψει φέτος με ρυθμό 4,1% του ΑΕΠ το 2021 και 6% το 2022. Το πρωτογενές έλλειμμα αναμένεται στο 7,3% φέτος και θα μειωθεί στο 0,5% του ΑΕΠ το 2022.

Όπως σημειώνει η Ε.Ε., στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας, η παρατεταμένη πανδημία αύξησε τους κινδύνους δημοσιονομικής βιωσιμότητας, οι οποίοι αντισταθμίζονται εν μέρει από την αναμενόμενη οικονομική ανάκαμψη.

Στο βασικό σενάριο, ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να φτάσει το 169% του ΑΕΠ έως το τέλος της δεκαετίας και να μειωθεί κάτω από το 100% του ΑΕΠ έως το 2047.

Οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης παραμένουν αυξημένες βραχυπρόθεσμα, κυρίως λόγω του υψηλού πρωτογενούς ελλείμματος, επισημαίνει η Επιτροπή. Η εφαρμογή της δανειακής διευκόλυνσης που παρουσιάζεται στο Ταμείο αναμένεται να συμβάλει στις υψηλότερες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες το 2021-2022, αν και η πρόσθετη χρηματοδοτική ανάγκη καλύπτεται από την πρώτη εκταμίευση.

Οι μεικτές ανάγκες χρηματοδότησης αναμένεται να παραμείνουν κάτω του 15% του ΑΕΠ έως το 2030, οπότε ξεκινά περίοδος αυξημένων αναγκών, που συνδέονται με την έναρξη της αποπληρωμής των δανείων που επεκτάθηκαν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και μέχρι τη λήξη της περιόδου αναβολής πληρωμής των τόκων από τα δάνεια και στη συνέχεια μειώνονται και πάλι, για να φτάσουν το 13% του ΑΕΠ έως το 2060.

Τα δύο εναλλακτικά σενάρια που συντάχθηκαν από την Επιτροπή δείχνουν αυξημένο ρίσκο βιωσιμότητας για το εγχώριο χρέος. Στο πιο " επικινδυνο" σενάριο, το ύψος του χρέους είναι συνολικά υψηλότερο αλλά παραμένει μειούμενο σε όλη την υπό εξέταση περίοδο. Οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης είναι υψηλότερες μακροπρόθεσμα και οριακά υπερβαίνουν το 20% του ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια της προβολής.

Στο άλλο σενάριο, της «χαμηλής ανάπτυξης», τα επίπεδα χρέους παραμένουν υψηλά μακροπρόθεσμα και οι ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης αυξάνονται ξεπερνώντας μόνιμα το 20% του ΑΕΠ από τα μέσα της δεκαετίας 2040.

Κίνδυνος από τις εγγυήσεις

Η Ε.Ε. διαπιστώνει κινδύνους από την αβεβαιότητα για ενδεχόμενες υποχρεώσεις έναντι του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών εγγυήσεων σε επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους στη διάρκεια της πανδημίας για τις τιτλοποιήσεις των τραπεζών.

Ακόμη, μια αντιστροφή στο περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, μεσοπρόθεσμα, θα αυξήσει τους κινδύνους βιωσιμότητας του χρέους.