ΕΣΡ / Αποσπασματικός και χωρίς συνοχή ο «πλουραλισμός» στα κανάλια

ΕΣΡ / Αποσπασματικός και χωρίς συνοχή ο «πλουραλισμός» στα κανάλια

Ο τρόπος που καλύφθηκε από τους τηλεοπτικούς σταθμούς η συζήτηση για το περιβαλλοντικό νομοσχέδιο -που στη συνέχεια ψήφισε η Ν.Δ. στη Βουλή- είναι χαρακτηριστικός της ελλειμματικής πληροφόρησης για τις προβλέψεις του νομοσχεδίου και ιδίως για τις ενστάσεις που διατυπώθηκαν από σύσσωμη την αντιπολίτευση.

Ο ασφυκτικά περιορισμένος χρόνος που διέθεσαν τα κανάλια για να ενημερώσουν σχετικά με την εκ βάθρων αλλαγή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας περισσότερο φαίνεται να αποπληροφόρησε, παρά να πληροφόρησε: το κοινό έχει την εντύπωση ότι έχει ενημερωθεί και γνωρίζει, όμως στην πραγματικότητα παραμένει ανίδεο. Εκτός κι αν ενημερώνεται από άλλες πηγές πληροφόρησης.

Αδιαμφισβήτητα στοιχεία

Όπως φαίνεται από τα στοιχεία για τα δελτία ειδήσεων και τις ενημερωτικές εκπομπές που επεξεργάστηκε το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης για την περίοδο από 28 Απριλίου έως 6 Μαΐου 2020, η μόνη πλευρά που είχε την ευκαιρία να παρουσιάσει τη δική της οπτική για τον «Εκσυγχρονισμό της περιβαλλοντικής νομοθεσίας», όπως ονομάστηκε ο νόμος (4685/2020 ΦΕΚ 92/Α/7-5-20), ήταν η κυβερνητική πλευρά, διά του ίδιου του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη και ιδίως διά του αρμόδιου υπουργού Κωστή Χατζηδάκη, στον οποίο διατέθηκε χρόνος για να εκθέσει την κυβερνητική πλευρά.

Όλα τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης αγνοήθηκαν, παρότι αρχηγοί και στελέχη σχολίασαν εμπεριστατωμένα τις διατάξεις και τα αποτελέσματά τους. Ο Κρίτων Αρσένης, για παράδειγμα, από το ΜέΡΑ25 κατέθεσε εξαιρετικά εμπεριστατωμένες παρατηρήσεις, οι οποίες αγνοήθηκαν.

Όσον αφορά την παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ, που ήταν ούτως ή άλλως αναιμική στα κανάλια, όποιος δεν είχε διαβάσει μέσα από το Ίντερνετ ή τα κοινωνικά δίκτυα ή από άλλες πλατφόρμες τις παρατηρήσεις του κόμματος, ήταν απολύτως αδύνατον όχι μόνο να βγάλει συμπέρασμα από τα σύντομα αποσπάσματα, αλλά ακόμα και να αντιληφθεί στοιχειωδώς το πλαίσιο στο οποίο τοποθετείται.

Καμία αντίρρηση, καμία ένσταση δεν ακούγεται, στοιχειωδώς κατανοητή από τον μέσο τηλεθεατή, απέναντι στην κυβερνητική πολιτική για το περιβάλλον. Με τον τρόπο αυτό, τα κανάλια όχι μόνο τελικώς απέκρυψαν τις παρατηρήσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και κατάφεραν να τις υπονομεύσουν, αποπλαισιώνοντάς τες και παρουσιάζοντάς τες αποσπασματικά και χωρίς συνεκτικό ιστό. Τα ψήγματα των 15 ή των 35 δευτερολέπτων, παρότι παριστάνουν ότι είναι «πολυφωνία», στην πραγματικότητα φαλκιδεύουν την υποχρέωση στην πολυμέρεια και ενισχύουν το κυρίαρχο κυβερνητικό αφήγημα, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον ως το μόνο αντιληπτό.

Στοχευμένη λογοκρισία

Στην εισήγησή της η νομικός του ΕΣΡ Όλγα Γαρουφαλιά (με βάση τα αναλυτικά σημειώματα των ειδικών επιστημόνων Μαρίας Κοντογιάννη και Τριάδας Τσαμπούκα), προς την ολομέλεια συμπεραίνει ότι από τις εκπομπές προβλήθηκαν σε έναν βαθμό τα επιχειρήματα και οι θέσεις των πολιτικών στελεχών είτε κατά είτε υπέρ, ενώ υπήρχε και στοιχειώδης διάλογος, σε αντίθεση με τα δελτία ειδήσεων, όπου η παρουσίαση των απόψεων ήταν πολύ σύντομη, υπό μορφή παράθεσης δηλώσεων πολιτικών στελεχών, χωρίς δυνατότητα ανάπτυξης συζήτησης.

«Η διαφορά αυτή δικαιολογείται σε έναν βαθμό, αφενός, από τη φύση και τη δομή των δύο διαφορετικών κατηγοριών προγραμμάτων που καλούνται να εξασφαλίσουν την ενημέρωση του κοινού με διαφορετικό τρόπο και υπό διαφορετικά δεδομένα (δεδομένου ότι τα δελτία ειδήσεων διαθέτουν περιορισμένο χρόνο και μεγαλύτερη ατζέντα-θεματολογία), αφετέρου, όμως, η απουσία ανάπτυξης συζήτησης ή αντίκρουσης των απόψεων πιθανώς στερεί τη δυνατότητα ανάπτυξης δημοσίου διαλόγου και κατ’ επέκταση διαμόρφωσης της γνώμης του κοινού».

Σημειώνει επίσης ότι «θα πρέπει το ΕΣΡ να λάβει υπόψη του και την κρίση του ΣτΕ ότι δεν αρκεί μία ελάχιστη παρουσίαση των θέσεων κάθε κόμματος για να εξασφαλιστεί η αντικειμενική και ισότιμη παρουσίαση των απόψεων και δραστηριοτήτων των κομμάτων (πρβλ. ενδεικτικά 985/2018, 2456/2014, 27/2020, 1715/2020)».

Η εισήγηση καταλήγει ότι «το ΕΣΡ θα πρέπει να κρίνει εάν το περιβαλλοντικό νομοσχέδιο και η επικείμενη ψήφισή του ήταν ή όχι ζήτημα άξιο μετάδοσης κατά τη νομική έννοια του όρου και εάν κρίνει θετικά, κατά πόσο ο τρόπος κάλυψης του θέματος από τον (κάθε) σταθμό εξασφάλισε την πολιτική πολυφωνία».