Θανάσης Σκρουμπέλος / «Η ζωή είναι πιο ισχυρή από τους φόβους σου και από τα «θέλω» σου»

Ο συγγραφέας Θανάσης Σκρουμπέλος, μέλος της νεολαίας «Λαμπράκη» βρέθηκε από την πρώτη στιγμή στον αντιδικτατορικό αγώνα. Μέλος του ΠΑΜ, «Ρήγας Φεραίος», «Αρης», «ΛΕΑ», θυμάται τα χρόνια που προηγήθηκαν πριν από την εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Ανήμερα της 50ης επετείου, μιλάει στο Κόκκινο 105,5 και στην Αλέκα Ζουμή για τον «σπόρο που έριξαν χιλιάδες αριστεροί» μέχρι να φτάσουμε στην νύχτα της 17ης του Νοέμβρη, όταν μετείχε ένας ολόκληρος λαός, ξύπνησε μέσα του η διάθεση για ελευθερία και δημοκρατία.
*Οι Λαμπράκηδες ήταν η ανάσα της καθημερινής ζωής, οι διανοητές της αριστεράς σήμερα, δεν επενεργεί όπως τότε.
*Την πρώτη μέρα της Χούντας ερχόταν δύο ασφαλίτες μαζί με έναν αστυνομικό, χτυπούσαν τις πόρτες και συλλαμβάνανε αριστερούς, εμάς τους μικρούς σε πρώτη φάση δεν μας πειράξανε γι αυτό και μπόρεσε και στήθηκε τουλάχιστον η νεολαία που είχε σχέση με τους Λαμπράκηδες και την ΕΔΑ, μπόρεσε και έστησε και ΠΑΜ νέων και που μετά μετεξελίχθηκε σε «Ρήγα».
*Από την πρώτη μέρα στον αγώνα, είχαμε μια μαγιά στον Κολωνό, την δεύτερη μέρα που μαζευτήκαμε στην πλατεία, κοιταχτήκαμε στα μάτια και είπαμε ‘πάμε’. Μπήκαμε στο ΠΑΜ νέων, με στόχο να πέσει η δικτατορία, δεν είχαν μπει ακόμη οι ιδεολογίες, να το πάμε πιο πέρα στα μυαλά μας.
*Τι θα κάνουμε για να πέσουν; Προκηρύξεις – για τις οποίες τότε έτρωγες 60 χρόνια φυλακή και φάλαγγα- για να δείξουμε ότι υπάρχουμε, ήταν σημαντικό γιατί υπάρχει μεγάλος φόβος. Να φανούμε ότι είμαστε εδώ για την δημοκρατία. Πριν γίνουν οι νεολαίες των κομμάτων, ο στόχος ήταν η δημοκρατία.
*Η κορύφωση του σπόρου που αφήσαμε εμείς, ήταν το αυθόρμητο ξέσπασμα αργότερα στο Πολυτεχνείο. Αυτό το ξέσπασμα ήρθε επειδή είχαμε ρίξει τους σπόρους εμείς, επειδή υπήρχαμε όλα τα προηγούμενα χρόνια, έξι χρόνια παρανομίας και αντίστασης στη σκιά.
*Το 1967 ήμουν ακόμη στους «νόμιμους» και έβρισκα σπίτια σε αυτούς που κυνηγούσαν, τους παράνομους. Το 1968, με ένα μεγάλο χτύπημα απ’ τον «Ρήγα» βγαίνει και το όνομά μου στην επιφάνεια και από τότε αρχίζω και κρύβομαι και εγώ και εκεί στο κρύψιμο μαζί με τον Δημήτρη Λογοθέτη αναλαμβάνουμε το εκδοτικό, Θούριο και προκηρύξεις, εγώ εισάγω τις αφίσες με το χρώμα , σπούδαζα Καλών Τεχνών και βγήκε όλο αυτό πάνω στις αφίσες, ήταν σαν δείγμα αντίστασης και στην Ευρώπη, στη Γιουγκοσλαβία κάνα δύο.
*Εμείς, έχοντας στην πλάτη την παρανομία δεν μπορούμε να παίξουμε ρόλο στο μαζικό κίνημα, μένουμε απ έξω. Το Πολυτεχνείο ήταν το αποτέλεσμα, ήταν η κορύφωση επτά χρόνων αγώνων και αυτοί οι αγώνες ριζώσαν στην καρδιά του λαού, είπε δεν πάει άλλο πια αυτή η κατάσταση και ξεσηκώθηκαν παρορμητικά. Εγώ ήμουν εδώ με ομάδα, τον «Άρη» του «Ρήγα Φεραίου», έχοντας πίσω μια περίοδο παρανομίας έξι χρόνων , καθίσαμε, το συζητήσαμε και αποφασίσαμε να μην πάμε στο Πολυτεχνείο, γιατί το αυθόρμητο δεν ξέρεις που θα καταλήξει και οι δυνάμεις που είχαμε εμείς ήταν μετρημένες και έστω και ένας να χανόταν θα ήταν μεγάλη απώλεια.
*Άρα κάθε βήμα που κάναμε ήταν προσεγμένο και ας το ονομάσω εντός εισαγωγικών και στρατιωτικά και πολιτικά. Είδαμε το αυθόρμητο, το χειροκροτήσαμε μέσα μας, αλλά δεν συμμετείχαμε. Πως ένιωθα; Πολύ ψυχρά και παγωμένος γιατί είχαμε ζήσει στη Λατινική Αμερική αντίστοιχα ξεσηκώματα όπου άλλαξε η κατάσταση αλλά αυτός που σφαγιάστηκε ήταν οι φοιτητές και ο λαός, το ίδιο στην Ινδονησία και εδώ πέρα δεν ξέραμε που θα καταλήξει. Βεβαίως, η κορύφωση μετά δικαίωσε αυτή την εξέγερση με την έννοια ότι άρχισε και ο λαός να γίνεται κοινωνός και μέτοχος της κοινωνικής αλλαγής σαν ανάγκη μες στο μυαλό του που πριν δεν την είχε.
*Στο γενικό πολιτικό πλαίσιο, πριν το Πολυτεχνείο, προσπαθεί η αριστερά να τα βρουν λίγο με την φιλελευθεροποίηση που ήθελε να κάνει ο Παπαδόπουλος. Αρα το θεώρησαν σαν μια ρωγμή αυτό να εισχωρήσουν και να ξαναφέρουν τη δημοκρατία με αυτόν τον τρόπο και γι αυτό και η οργανωμένη αριστερά - δεν ξέρω τώρα τι λένε - δεν μπήκε, τέταρτη πέμπτη μέρα μπήκανε απλά και μόνο για να υπάρξουν, δεν βοήθησαν στην ανάπτυξη του Πολυτεχνείου και στην ανάπτυξη της εξέγερσης. Εμείς είχαμε επαφή τότε με την λεγόμενη ομάδα των «Ανωνύμων» και τα μαθαίναμε όλα , εμείς ήμασταν στα λαγούμια, στις γιάφκες μας, Αμπελόκηπους και Κυψέλη συνήθως.
*Αρχίσαμε να αξιολογούμε διαφορετικά αυτό που έγινε μετά την πτώση της Χούντας, γιατί το ‘μετά’ ήταν το άσχημο σενάριο που ήρθε: Συλλήψεις και η εμφάνιση του τράγου του Ιωαννίδη που ξεπούλησε την Κύπρο, αν θες, το μετά δικαίωσε τους φόβους μας. Αλλά η ζωή είναι πολύ πιο ισχυρή από τους φόβους σου και από τα ‘θέλω’ σου. Το πήγε εκεί που μπορούσε να πάει, το κέρδος ποιο ήταν; Μετείχε ένας ολόκληρος λαός, ξύπνησε μέσα του η διάθεση για ελευθερία και δημοκρατία. Όλα τα άλλα αν τα δούμε κοινωνικοπολιτικά είχαν θανάτους και ξεπούλημα της Κύπρου».
*Ο Θανάσης Σκρουμπέλος έχει γράψει στο βιβλίο του για το μπαράζ Καλλιθέα - Κορωπί «Καλλιθέα αγάπη μου» που εξελίχθηκε σε διαδήλωση υπέρ της δημοκρατίας και κατά της Χούντας. Θυμάται, επίσης, πως όντας παράνομος, πήγαινε στο «Καραϊσκάκης» για να παρακολουθήσει την μεγάλη του αγάπη, τον Ολυμπιακό. Πως έσπαγε λοιπόν τους νόμους της παρανομίας για να δει Ολυμπιακό; «Λόγω τρέλας» θα πει. Επίσης, είχα και ένα άλλο προσών, εύκολα χανόμουν στο πλήθος, ήμουν ένας από το πλήθος. Έτσι και σε έπιαναν δεν κουβάλαγες τον εαυτό σου, κουβάλαγες ολόκληρη οργάνωση. Στα βασανιστήρια η στιγμή παίζει ρόλο αν θα τα ξεράσεις ή θα κρατήσεις».