Live τώρα    
21°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
19.3°C22.3°C
4 BF 62%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ασθενής ομίχλη
15 °C
13.6°C16.1°C
3 BF 88%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
19 °C
18.8°C27.0°C
6 BF 76%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
29 °C
27.1°C29.8°C
4 BF 33%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
18 °C
17.9°C17.9°C
3 BF 84%
Αριστοτέλης και Χριστιανισμός
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Αριστοτέλης και Χριστιανισμός

Ένας από τους πιο σημαντικούς σταθμούς στην ιστορία της Ευρώπης είναι η εισαγωγή της σκέψης του Αριστοτέλη στη Δυτική Ευρώπη κατά τον 12ο και 13ο αιώνα. Αρκετά από τα κείμενά του μεταφράστηκαν στα Λατινικά για πρώτη φορά εκείνη την περίοδο. Αρκετές από τις μεταφράσεις έγιναν πρώτα από τα Αραβικά κείμενα και στη συνέχεια από τα Ελληνικά. Δύο εξαιρετικά σημαντικοί Άραβες φιλόσοφοι υπήρξαν μελετητές του Αριστοτέλη. Επρόκειτο για τον Αβικέννα (980-1037) και τον Αβερρόη (1126-1198), οι οποίοι ήταν Μουσουλμάνοι. Πέρα από το φιλοσοφικό τους έργο, ήταν συγγραφείς έργων ιατρικής και ένας από τους σκοπούς τους ήταν να καταστήσουν την ιατρική όσο πιο αποτελεσματική γινόταν. Ειδικά οι εργασίες τους στην ιατρική, ήταν ένας από τους κυριότερους λόγους που η Δυτική Ευρώπη οικειοποιήθηκε με ταχύτατους ρυθμούς τις Αραβικές μεταφράσεις.

Ο Αβερρόης και ο Αβικέννας οικειοποιήθηκαν το έργο του Αριστοτέλη στο πλαίσιο της φιλοσοφικής παράδοσης του Ισλάμ, γνωστής και ως falsafa. Επρόκειτο για μία φιλοσοφική παράδοση που είχε ξεκινήσει ήδη από τον 6ο αιώνα μ.Χ. και κράτησε έως και τον θάνατο του Αβερρόη, στο τέλος του 12ου αιώνα μ.Χ. Η μέθοδος και το περιεχόμενο της falsafa βασιζόταν στο φιλοσοφικό εγχείρημα του Ιάμβλιχου (240-235 μ.Χ.), ο οποίος είχε ως αφετηρία τη φυσική φιλοσοφία και λογική του Αριστοτέλη και κατέληγε σε μια πλατωνική μεταφυσική. Ο Ιάμβλιχος είχε επιχειρήσει να εναρμονίσει τις φιλοσοφίες του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, γιατί θεωρούσε ότι οι βάσεις και των δύο βρίσκονταν στον Πυθαγόρα. Παρόλο που ο Ιάμβλιχος βασίστηκε σε ένα πλαστό κείμενο, προκειμένου να δείξει την κοινή Πυθαγόρεια καταγωγή του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα, αρκετοί μεταγενέστεροι φιλόσοφοι, όπως ο Πρόκλος (412-485 μ.Χ.) και ο Σιμπλίκιος (περ. 490-περ. 460 μ.Χ.), επιχείρησαν να ερμηνεύσουν τον Αριστοτέλη μέσα από το πρίσμα της πλατωνικής φιλοσοφίας.

Οι προσπάθειες, ωστόσο, του Αβικέννα και του Αβερρόη είχαν αρκετές διαφορές. Ο Αβικέννας έμεινε πιστός στην παράδοση της falsafa και επιχείρησε να ενσωματώσει τη σκέψη του Αριστοτέλη στη θεολογική παράδοση του Ισλάμ, γνωστή ως kalām, ενώ ο Αβερρόης έκρινε ότι δεν ήταν ορθή μια τέτοια προσπάθεια, τόσο φιλοσοφικά όσο και θεολογικά. Παράλληλα, δεν θεωρούσε ορθή ούτε τη σύμπλευση του Αριστοτέλη με την πλατωνική μεταφυσική. Βασική του πεποίθηση ήταν ότι η αριστοτελική διδασκαλία αποτελούσε την απόλυτη φιλοσοφική αλήθεια και δεν έπρεπε να αλλοιωθεί από άλλες φιλοσοφικές παραδόσεις. Οποιαδήποτε απομάκρυνση από την αριστοτελική σκέψη συνιστούσε φιλοσοφική αποτυχία.

Οι ερμηνείες του Αβικέννα και του Αβερρόη ήταν καταλυτικές στον τρόπο με τον οποίο θα προσλάμβανε η Δυτική Ευρώπη το έργο του Αριστοτέλη. Το γεγονός ότι οι δύο φιλόσοφοι ήταν Μουσουλμάνοι δεν θεωρήθηκε ποτέ επικίνδυνο για τον Χριστιανισμό. Παρόλο που κάποιοι διανοητές και μέλη του κλήρου της Καθολικής Εκκλησίας έβλεπαν καχύποπτα τον Αριστοτέλη και τον Αβερρόη, οι θέσεις τους δεν ήταν αντιπροσωπευτικές της επίσημης Καθολικής Εκκλησίας.

Το γεγονός ότι ο Αβικέννας πρότεινε μια ομαλή σύμπλευση θεολογικού στοχασμού και αριστοτελικής φιλοσοφίας και ο Αβερρόης την πλήρη διάκριση μεταξύ τους, διαμόρφωσε τους όρους διαλόγου αλλά και συγκρούσεων. Η θέση του Αβερρόη, μάλιστα, θεμελιώθηκε από τους Ευρωπαίους διανοητές ως το δόγμα της διπλής αλήθειας. Σύμφωνα με το δόγμα της διπλής αλήθειας, η θρησκεία και η φιλοσοφία αποτελούν διαφορετικές πηγές αλήθειας και δεν συνιστά πρόβλημα να καταλήγουν σε αντιφατικές μεταξύ τους προτάσεις. Κατά συνέπεια, όταν μοιάζει να υπάρχει κάποια αντίθεση μεταξύ θρησκείας και φιλοσοφίας, δεν είναι απαραίτητο να επιλυθεί αυτή η αντίθεση γιατί πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές οδούς ανακάλυψης της αλήθειας.

Τα έργα του Αβικέννα και του Αβερρόη ενσωματώθηκαν σχεδόν άμεσα στα νεοσύστατα Πανεπιστήμια της Ευρώπης. Αρκετοί διανοητές θεώρησαν ότι έχουν, πλέον, στα χέρια τους έναν ανεκτίμητο πλούτο προς μελέτη, ενώ κάποιοι άλλοι επισήμαιναν τους κινδύνους που υπήρχαν στην αποδοχή της αριστοτελικής σκέψης, επειδή προερχόταν από έναν παγανιστή φιλόσοφο. Κατά συνέπεια, διαμορφώθηκαν φιλοσοφικές τάσεις που αντιμετώπιζαν την «αλήθεια» της αριστοτελικής φιλοσοφίας με διαφορετικούς τρόπους. Τα κριτήρια, που διαμόρφωσαν αυτές τις τάσεις, δεν ήταν σε καμία περίπτωση ουδέτερα αλλά υποκαθορίζονταν και ιδεολογικά.

Σε αυτό το σημείο, θα αναφερθούμε στους τρόπους πρόσληψης από κάποιους επιφανείς φιλοσόφους, προκειμένου να δούμε πόσο σύνθετο μπορεί να είναι το πλαίσιο μέσα από το οποίο παράγεται νέα γνώση. Συγκεκριμένα, θα γίνει αναφορά στους Μποναβεντούρα (1221-1274), Αλβέρτο Μέγα (περ. 1220-1280) και Θωμά Ακινάτη (1225-1274). Ο Μποναβεντούρα θεωρούσε ότι δεν υπάρχει οδός σύμπλευσης του Αριστοτέλη και του χριστιανικού δόγματος. Θεωρούσε πηγή ασέβειας το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης απέρριπτε τον Πλατωνισμό και ότι κατέληγε σε μια θεώρηση για τον κόσμο, όπου δεν υπήρχε χώρος για την ύπαρξη υπερφυσικών δυνάμεων. Σε παρόμοια γραμμή σκέψης, ο Αλβέρτος θεωρούσε ότι η αριστοτελική φιλοσοφία και η χριστιανική παράδοση έπρεπε να μείνουν αυστηρά διακριτές.

Τα συμπεράσματα, στα οποία μπορεί να καταλήξει η φυσική φιλοσοφία, αφορούσαν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η φύση και ήταν απολύτως διακριτά τα ζητήματα υπερφυσικού ή θεολογίας. Ωστόσο, δεν απέρριπτε τον Αριστοτέλη, όπως ο Μποναβεντούρα. Αντιθέτως, σημείωνε ότι η φύση μπορεί να μελετηθεί με άξονα την αριστοτελική σκέψη αλλά ανεξάρτητα από όποιες θρησκευτικές ανησυχίες. Ήταν, δηλαδή, εξαιρετικά συνεπής με αυτό που έλεγε το δόγμα της διπλής αλήθειας. Τέλος, ο Θωμάς Ακινάτης ήταν εκείνος που ενσωμάτωσε, με το εμβληματικό του Summa Theologiae, την αριστοτελική σκέψη στον Χριστιανισμό. Θεωρούσε ότι η ενσωμάτωση και σύμπλευση αριστοτελικής φιλοσοφίας και Χριστιανισμού ήταν απαραίτητες γιατί και οι δύο εξέφραζαν το αίτημα της αλήθειας. Αρκετές φορές, μάλιστα, έκανε επιθέσεις στη φιλοσοφία του Αβερρόη, με σκοπό να αποσυνδέσει τον Αριστοτέλη και τις φιλοσοφικές του θέσεις από τις αβερροϊκές, οι οποίες έμοιαζαν επικίνδυνες για το χριστιανικό δόγμα.

Βλέπουμε πόσο διαφορετικά είναι τα κριτήρια μέσα από τα οποία προσλαμβάνεται και παράγεται γνώση. Η διαρκής κριτική και αμφισβήτηση είναι εγγενείς και γόνιμες πρακτικές στη διαδικασία παραγωγής γνώσης, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ουδέτερες ή αποϊδεολογικοποιημένες. Στο επόμενο άρθρο θα ασχοληθούμε με την περίφημη καταδίκη των 219 αριστοτελικών θέσεων του 1277.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL