Ουκρανοί πρόσφυγες / Μακριά από τον πόλεμο με τα τρένα

Ουκρανοί πρόσφυγες / Μακριά από τον πόλεμο με τα τρένα

Στις ακριτικές πόλεις του Πρζέμισλ, του Ρζέρζοφ και της Κρακοβίας συγκεντρώνονται καθημερινά χιλιάδες άνθρωποι οι οποίοι θέλουν να κάνουν το επόμενο βήμα για τη σωτηρία των ίδιων και των οικογενειών τους. Παντού επικρατεί το αδιαχώρητο. Σε όλες τις αίθουσες των σταθμών ο ένας είναι πάνω στον άλλο και εκατοντάδες διαγκωνίζονται μπροστά από τα εκδοτήρια για να βρουν τα εισιτήρια του προορισμού τους.

Ο μικρός επαρχιακός σταθμός του Πρζέμισλ έχει αποδειχθεί κομβικό σημείο για την αναχώρηση των προσφύγων, καθώς απέχει 17 χλμ. από τα σύνορα.  Όσοι γνωρίζουν τον προορισμό τους σπεύδουν εδώ για να προμηθευτούν δωρεάν τα εισιτήριά τους. Μέχρι να έρθει το δρομολόγιό τους παραμένουν μέσα στον σταθμό, του οποίου οι αίθουσες έχουν μετατραπεί σε υπνωτήρια. Με ό,τι έχει ο καθένας κοιμάται, καθώς εδώ τουλάχιστον προστατεύεται από το κρύο του δρόμου.

Η Οξάνα έφυγε από την Πολτάβα με τα δύο παιδιά και τη μητέρα της και θέλει να φτάσει στη Βαρσοβία όπου ζει η αδελφή της, η οποία θα τους φιλοξενήσει προσωρινά μέχρι να δουν που θα καταλήξουν. «Ζήσαμε στα υπόγειο της πολυκατοικίας τόσες μέρες, ενώ δεν υπάρχουν και τρόφιμα. Τι να κάνω με δύο μικρά παιδιά;» ρωτά και επισημαίνει: «Καταστρέφουν τη χώρα και δεν ξέρω πότε, πώς και αν θα επιστρέψουμε. Από πού ήρθε τόσο μίσος κανείς δεν μπορεί να καταλάβει».

Μια νέα μητέρα θηλάζει το νεογέννητο μωρό της στον σιδηροδρομικό σταθμό της Κρακοβίας

Τρένα από το Λβιβ

Εδώ φτάνει και το μοναδικό δρομολόγιο από την ουκρανική πόλη Λβιβ και ουσιαστικά συνδέει την Ουκρανία με τη Δύση: χιλιάδες άνθρωποι από κάθε γωνιά της χώρας κάνουν ένα ταξίδι 2-3 ωρών σε 12-14 ώρες. Φτάνουν κατάκοποι, καθώς μετά την πολυήμερη ταλαιπωρία τους στις εμπόλεμες ή μη περιοχές από τις οποίες προέρχονται υφίστανται καθ’ οδόν τους εξαντλητικούς ελέγχους των Ουκρανών ενόπλων οι οποίοι κυνηγούν Ρώσους σαμποτέρ. Ο Νικολάι περιμένει τη γυναίκα του και το παιδί του και, όταν τον ρωτάω αν θα επιστρέψει για να ενταχθεί στον στρατό, κάνει πως δεν άκουσε. Αν και η αποβίβαση χιλιάδων ανθρώπων διαρκεί πολλές ώρες, ταυτόχρονα σχηματίζεται και μία ουρά εκατό περίπου ανθρώπων με όσους θέλουν να επιστρέψουν στο Λβιβ. Πρόκειται για ανθρώπους που ήταν στο εξωτερικό για διάφορους λόγους. Ο Μίσα με τη Λένα ήταν στις Βρυξέλλες όταν ξέσπασε ο πόλεμος και τώρα θέλουν οπωσδήποτε να φτάσουν στο Κίεβο γιατί έχουν αφήσει τα δύο παιδιά τους με τη γιαγιά. Αντίστοιχες είναι οι περισσότερες περιπτώσεις. Η Αλιόνα θέλει να πάρει τον γιο και τη μητέρα της και να γυρίσει στην Πολωνία, όπου εργάζεται. Μεταξύ αυτών, υπάρχουν και καμιά δεκαριά άνδρες που επιστρέφουν για να καταταγούν, αφού είναι υποχρεωτικό. Μόνο δυο-τρεις από αυτούς το κάνουν με ενθουσιασμό που θα πολεμήσουν.

Περιμένοντας το δρομολόγιο

Στον σταθμό της Κρακοβίας

Η ίδια ατμόσφαιρα επικρατεί και στον σιδηροδρομικό σταθμό της Κρακοβίας, που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης και συνδέεται με το τοπικό mall. Εκατοντάδες γυναίκες με μικρά παιδιά περιμένουν στις ουρές να έρθει η σειρά τους για να πάρουν το πολυπόθητο εισιτήριο. Εδώ είναι το διοικητικό κέντρο της επαρχίας και είναι πιο πυκνά τα δρομολόγια τόσο του εσωτερικού όσο και εξωτερικού.

Λίγη ζεστασιά βρίσκουν οι πρόσφυγες στους διαδρόμους του σταθμού

Ανάμεσά τους βλέπω τον Αρτούρ, έναν άντρα γύρω στα 35, και από περιέργεια τον ρωτάω προς τα πού κατευθύνεται. Απαντά αποφασιστικά ότι προορισμός του είναι το Βερολίνο και ότι θέλει να φύγει μακριά από τον πόλεμο. Μάλιστα, μου τονίζει ότι εάν χρειαστεί, θα πάει ακόμα πιο μακριά για να σώσει την οικογένειά του.

Η γιαγιά με τον εγγονό περιμένουν να έρθει η μητέρα του παιδιού με τα πολυπόθητα εισιτήρια