Live τώρα    
17°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
17 °C
14.7°C18.4°C
4 BF 63%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
16.3°C19.7°C
3 BF 46%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
17.1°C18.3°C
2 BF 61%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
19 °C
18.2°C19.8°C
6 BF 53%
ΛΑΡΙΣΑ
Σποραδικές νεφώσεις
17 °C
16.8°C18.5°C
0 BF 48%
1821-2021 / Το έθνος – φοίνικας
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

1821-2021 / Το έθνος – φοίνικας

Εδώ βλέπουμε αστυνομικούς της ομάδας Σοκ και Δέος σε ελέγχους ρουτίνας για την τήρηση των μέτρων του λοκντάουν

Στα Απομνημονεύματά* του ο Μακρυγιάννης περιγράφει, με το χαρακτηριστικό του ύφος, την «ανάσταση» της Ελλάδας με την παρέμβαση της Θείας Πρόνοιας:

Εσύ, Κύριε, θ’ αναστήσεις τους πεθαμένους Έλληνες, τους απογόνους αυτεινών των περίφημων ανθρώπων, οπού στόλισαν την ανθρωπότη μ’ αρετή. Και με την δύναμή σου και την δικαιοσύνη σου θέλεις να ξαναζωντανέψεις τους πεθαμένους∙ και η απόφασή σου η δίκια είναι να ματαειπωθεί Ελλάς, να λαμπρυθεί αυτείνη και η θρησκεία του Χριστού και να υπάρξουν οι τίμιοι και οι αγαθοί άνθρωποι, εκείνοι οπού ’περασπίζονται το δίκιον.

Ακολουθώντας την προνοιακή αντίληψη της ιστορίας και συναιρώντας την παραδοσιακή με τη νεωτερική σκέψη, ο Μακρυγιάννης παρουσιάζει την Επανάσταση σαν «θέλημα Θεού». Οι  Έλληνες αγωνιστές, και μάλιστα οι αγράμματοι, μπορούσαν να κατανοήσουν και να νομιμοποιήσουν την Επανάστασή τους σαν απόφαση της θείας Πρόνοιας, όπως ακριβώς και η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τον Μωάμεθ γινόταν αντιληπτή σαν «τιμωρία» του Θεού για τις αμαρτίες των χριστιανών.

Σύμφωνα με την κυρίαρχη αντίληψη, που εξέφραζαν λόγιοι όπως ο Κοσμάς ο Αιτωλός, η οθωμανική κατάκτηση νοούνταν ως «πεπρωμένο» που επέβαλε ο Θεός για το καλό των ορθοδόξων, οι οποίοι κινδύνευαν -και εξακολουθούσαν να κινδυνεύουν- από την απειλή του καθολικισμού. Στα χρόνια πριν από την Επανάσταση, λοιπόν, η ιστορική συνείδηση φαίνεται πως είχε ως σημείο αναφοράς τη χριστιανική προνοιακή αντίληψη, σύμφωνα με την οποία ο Θεός ορίζει την εξέλιξη των ανθρώπινων πραγμάτων και η ιστορία δεν είναι παρά η εκδίπλωση του σχεδίου της Θείας Πρόνοιας για την ανθρωπότητα.

Ωστόσο η πιο ενδιαφέρουσα ιδέα στα λόγια του Μακρυγιάννη, η οποία νοηματοδότησε εξάλλου τόσο τον ίδιο τον αγώνα για την ανεξαρτησία όσο και την οικοδόμηση του ελληνικού κράτους, είναι η έννοια της παλιγγενεσίας, της ανάστασης του έθνους. Η έννοια αυτή είναι κεντρική για τη νεωτερική ιστορική συνείδηση που γεννιέται το 1821, γιατί ακριβώς επιτυγχάνει να συνδυάσει την παραδοσιακή χριστιανική αντίληψη της Ανάστασης με το νεωτερικό ιδίωμα του εθνικισμού.

Η νομιμοποίηση της ελληνικής εξέγερσης δεν στηριζόταν αποκλειστικά στην επίκληση της αρχαίας καταγωγής των νέων Ελλήνων, αλλά κυρίως στη συμβολική σύγκρουση ανάμεσα στον Χριστιανισμό και το Ισλάμ, η οποία απεικονίστηκε εύγλωττα με αλληγορικές αναπαραστάσεις σε κείμενα, πίνακες και λιθογραφίες.

Στο σημείο αυτό, η δυτική θεώρηση για την Αναγέννηση ως μέρος της ιστορικής (γραμμικής) εξέλιξης, ως νομοτέλεια της ανθρώπινης ιστορίας, συναντούσε τον παραδοσιακό μεσσιανισμό και την προφητική εσχατολογία της χριστιανικής Ανατολής, που επαγγελλόταν τη «σωτηρία» των ορθοδόξων και την «ανάσταση» του βασιλείου των Ρωμαίων με παρέμβαση της Θείας Πρόνοιας. Η ιδέα της ανάστασης των χριστιανών, κομβική για τον μεσσιανισμό, μπορούσε να μεταφραστεί στο εκκοσμικευμένο ιδίωμα της «εθνικής αναγέννησης» ως απελευθέρωση του ελληνικού έθνους από τον οθωμανικό ζυγό. Η απελευθέρωση νοούνταν λοιπόν ως ανάσταση των νεκρών.

Οι  Έλληνες δεν ήταν «πεθαμένοι» μόνο για τον Μακρυγιάννη, αλλά και για τους Δυτικούς συγγραφείς και φιλέλληνες, όπως ο Βολταίρος και ο λόρδος Βύρωνας.  Ήδη πριν από την Ελληνική Επανάσταση και τουλάχιστον από τον 17ο αιώνα, αλληγορικές εικόνες και λογοτεχνικά έργα αναπαρήγαν το μοτίβο της αντίθεσης ανάμεσα στο ένδοξο αρχαίο παρελθόν της Ελλάδας και τη σύγχρονη εξαθλίωση της σκλαβιάς.

Η Επανάσταση του 1821 θεωρήθηκε λοιπόν εξαρχής και ενόσω εξελισσόταν ως «αναγέννηση», στοιχείο που επιβεβαιώνεται από μια μεγάλη εικαστική παραγωγή αλλά και από ιστοριογραφικά έργα, όπως π.χ. του Πουκεβίλ (Histoire de la régénération de la Grèce, 1824). Με την έκρηξη της Επανάστασης η αναγέννηση προσέλαβε το συγκεκριμένο περιεχόμενο της απελευθέρωσης των Ελλήνων και της επανένταξής τους στον «πολιτισμένο» κόσμο.

Οι όροι που επιλέγονται από τους ίδιους τους επαναστάτες για να περιγράψουν το ιστορικό γεγονός του οποίου ήταν πρωταγωνιστές ποικίλλουν και είναι ασταθείς, αλλά ο όρος «Παλιγγενεσία» μαζί με τον «Αγώνα» έχουν την ευρύτερη χρήση.

Αυτοί οι δύο όροι θα κυριαρχήσουν στον επίσημο λόγο για το Εικοσιένα μέσα στα πρώτα εκατό χρόνια του ελληνικού κράτους, ενώ σταδιακά πυκνώνουν και οι χρήσεις του όρου «Επανάστασις», όρο που απέφευγαν όσο εξελίσσονταν τα γεγονότα για να μην δημιουργούνται ταυτίσεις με τη Γαλλική Επανάσταση, τον καρμποναρισμό και το δημοκρατικό πολίτευμα μέσα σε ένα δύσπιστο έως εχθρικό διεθνές περιβάλλον.

Έκθεσις Μνημείων του Ιερού Αγώνος ονομάστηκε η έκθεση που οργάνωσε η Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος στις 25 Μαρτίου 1884. Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας τιτλοφορήθηκε η έκδοση των ιστορικών τεκμηρίων από την Ελληνική Επανάσταση (τ. Α΄, 1857), ενώ η επιτροπή που συστήθηκε για να προγραμματίσει τους εορτασμούς της εκατονταετηρίδας έφερε τον τίτλο «Επιτροπή προς πανηγυρισμόν της εκατονταετηρίδος της Εθνικής Παλιγγενεσίας» (1918, 1922).

Τα συστατικά στοιχεία της παλιγγενεσίας που σηματοδότησε το 1821 ήταν η επιστροφή στον «χρυσό αιώνα» του έθνους, που συμβόλιζε η αρχαιότητα, η «πρόοδος» με βάση τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα και η «ελευθερία», δηλαδή η δημιουργία ανεξάρτητου κράτους. Οι  Έλληνες διανοούμενοι, τόσο προεπαναστατικά όσο και μετεπαναστατικά, υιοθέτησαν το επιχείρημα της αναγέννησης του ελληνικού έθνους μέσω της παιδείας και των τεχνών προσχωρώντας στη θέση που συνδύαζε την ελευθερία με τον πολιτισμό.

Στο πλαίσιο αυτό η αναβίωση της αρχαιότητας, με τις ποικίλες εκφάνσεις της, από την αρχιτεκτονική μέχρι τη γλώσσα, κλήθηκε να αναλάβει κεντρική λειτουργία για την «πρόοδο» του νεοελληνικού κράτους. Η ιδέα αυτή προερχόταν στην πραγματικότητα από τη Γαλλική Επανάσταση, όπου η αναβίωση της αρχαίας Ελλάδας, και ειδικότερα της αρχαίας Σπάρτης, είχε νοηθεί ως το μέσο για την αναγέννηση της σύγχρονης Γαλλίας.

Επρόκειτο για την ιδέα της επιστροφής σε έναν μακρινό «χρυσό αιώνα», για την αναβίωση ενός ιδανικού παρελθόντος που μπορούσε να προσφέρει πολιτικά και ηθικά πρότυπα.

Ωστόσο, πολύ περισσότερο από επιστροφή, η παλιγγενεσία παρέπεμπε σε νεκρανάσταση, στην εικόνα ενός έθνους που αναγεννήθηκε, όπως ο Φοίνικας, από τις στάχτες του. Αυτήν ακριβώς την αντίληψη εκφράζει εξάλλου η θέσπιση από τον Καποδίστρια του Φοίνικα ως επίσημου κρατικού εμβλήματος, αλλά και η ευρεία χρήση του μοτίβου του Φοίνικα από τη φιλελληνική βιβλιογραφική παραγωγή. Φαινομενικά η ιδέα ότι η Ελλάδα είχε πεθάνει και ότι αναστήθηκε με την Ελληνική Επανάσταση υπονόμευε την εικόνα της αδιάλειπτης συνέχειας του έθνους στον χρόνο.

Η αντίφαση, την οποία θα κληθούν να διαχειριστούν οι ιστορικοί και οι διανοούμενοι του ελληνικού κράτους όταν χρειαστεί να τεκμηριώσουν την έννοια της συνέχειας, θα θεραπευτεί ωστόσο με τη μεταφορά του λήθαργου: το ελληνικό έθνος ήταν μεν ζωντανό, αλλά σε λήθαργο μέχρι το 1821, ένα είδος Ωραίας Κοιμωμένης. Πρόκειται για αρκετά διαδεδομένο μοτίβο στις δραματοποιημένες εθνικές μυθολογίες σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι οποίες αφηγούνται την πορεία από την ακμή στην παρακμή και εν συνεχεία στην αναγέννηση.

Το σχήμα αυτό στην ελληνική περίπτωση περιλάμβανε και την υποδούλωση: το ελληνικό έθνος συνέχιζε να υπάρχει κάτω από διαδοχικούς δυνάστες, από τους Ρωμαίους στους Οθωμανούς, προσδοκώντας την «ανάστασή» του. Υπό την έννοια αυτή, η Ελληνική Επανάσταση αποτελούσε την κατεξοχήν απόδειξη της εθνικής συνέχειας. Στο εξής το παράδειγμά της θα προβαλλόταν παράλληλα με εκείνο της αρχαίας Ελλάδας ως ισοδύναμό του.

Όταν το 1930 θα γιορταζόταν η πρώτη εκατονταετηρίδα από την Ελληνική Επανάσταση, η έννοια της παλιγγενεσίας θα κατείχε κεντρικό ρόλο, όπως προκύπτει από όλα τα σχετικά κείμενα, κυρίως των επιτροπών που επέβλεψαν τους εορτασμούς. Ως Παλιγγενεσία δεν νοούνταν όμως πλέον μόνο η Επανάσταση. Παλιγγενεσία του ελληνικού έθνους ήταν όλη η ιστορική πορεία της σύγχρονης Ελλάδας από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι το 1930, η οποία περιλάμβανε τόσο τους πρόσφατους πολέμους όσο και την ανάπτυξη των γραμμάτων, των τεχνών, της οικονομίας κ.λπ.

Στη συγκυρία εκείνη, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας, οι έννοιες Παλιγγενεσία και Επανάσταση μοιάζουν ανταγωνιστικές. Η Επανάσταση είχε μείνει, για εκατό χρόνια, «ανολοκλήρωτη» και εκκρεμής σε μια εναγώνια αλυτρωτική επέκταση των συνόρων. Για τον λόγο αυτόν, μεταξύ άλλων προφανώς, δεν είχε ανεγερθεί Πανελλήνιο Ηρώο για το Εικοσιένα -αναμένοντας το «οριστικό» τέλος της Επανάστασης που είχε ξεκινήσει το 1821.

Αντίθετα η Παλιγγενεσία ήταν μια συνεχής και πολύπλευρη διαδικασία, η οποία έδινε έμφαση στον «πολιτισμό» και στην ανάπτυξη και μπορούσε να παραμένει ανοιχτή χωρίς παραπομπή στο τραύμα. Χάρη στην Παλιγγενεσία, το έθνος - φοίνικας ξεπηδούσε πάνω από τις στάχτες του 1821 και του 1922.

 

* Στρατηγού Μακρυγιάννη Aπομνημονεύματα, μεταγραφή - σημειώσεις Γιάννης Βλαχογιάννης, επιμ. Αλέξης Πολίτης, Γεωργία Παπαγεωργίου, Αθήνα 2011, τ. 2, Βιβλίο Β’, Κεφ. Γ’, σ. 65.

 

* Η Χριστίνα Κουλούρη είναι ιστορικός, καθηγήτρια στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL