Live τώρα    
17°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
17 °C
14.5°C18.7°C
2 BF 61%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
12.4°C18.0°C
1 BF 66%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
16 °C
13.7°C16.0°C
2 BF 65%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
16 °C
14.3°C18.0°C
0 BF 57%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
16 °C
15.7°C15.7°C
1 BF 69%
Εικοσιεννιά μήνες θητεία
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Εικοσιεννιά μήνες θητεία

Ζωγραφίζοντας πέτρες πλάι στη θάλασσα

Του Ιλάν

Η άνοιξη κόντευε να τελειώσει, μαζί και οι περιοδείες της μακρινής εκείνης χρονιάς, όταν η Μαρίζα με πρότεινε στον Γιώργο Νταλάρα που έψαχνε για έναν έμπειρο road manager - έτσι τους λέει σήμερα η πιάτσα τους διοργανωτές συναυλιών. Συναντηθήκαμε ένα απομεσήμερο σε πολυσύχναστο καφενείο της πλατείας Κυδαθηναίων, στην Πλάκα. Τότε τα πάντα γινόντουσαν εκεί, στο κέντρο της καλλιτεχνικής ζωής της Αθήνας και ήδη ο Νταλάρας, στα 24 του χρόνια, ήταν ένας super star του ελληνικού τραγουδιού, απαιτητικός, εκλεκτικός, δουλευταράς στην τέχνη του.


Τυφεκιοφόρος Πεζικού Ιλάν Σολομών, σειρά 107

Κι όμως, εγώ ακόμα βλέπω εφιάλτες όταν θυμάμαι πως τα τραγούδια του ακουγόντουσαν ολημερίς -και δυνατά- από τα κρεμασμένα παντού χωνιά, όταν λίγο καιρό μετά παρουσιάστηκα στον στρατό. Το να ακούς στη διαπασών «Δελφίνι-Δελφινάκι» του Γιάννη Καλατζή, τη «Μαρία με τα Κίτρινα» της Γαλάνη κι άλλα συναφή άσματα, ιδίως αυτά τα χαζοχαρούμενα του Πασχάλη, από όλα τα ηχεία του Κέντρου Νεοσυλλέκτων Πεζικού, και συγχρόνως να ιδρωκοπάς σε ένα ατέλειωτο τροχάδην, γύρω - γύρω το στρατόπεδο, ντάλα μεσημέρι, μήνα Αύγουστο, μες στο λιοπύρι, χουντικό βασανιστήριο δεν ήταν;

Στον Γιώργο Νταλάρα ζήτησα να μου επιτρέψει να του απαντήσω κάποια στιγμή «αύριο, μεθαύριο». Είχε φτάσει η στιγμή για ν' αποφασίσω αν ήθελα ή όχι αυτή να γινόταν η μόνιμη δουλειά μου και τότε με έπιασαν τα «ιδεολογικά» μου: έλεγα ότι με τη μουσική θα συνέχιζα επαγγελματικά μόνο αν το γούσταρα πραγματικά. Η σύντομη συνεργασία μου με τη Μαρίζα μού ταίριαζε πολύ, γιατί είχε καί φωνάρα καί νεύρο καί φρέσκια άποψη για τη μουσική και γιατί πίστευα πως μπορούσαμε να κάνουμε πολλά ακόμα μαζί. Το ίδιο και με τα ροκ συγκροτήματα που συνεργάστηκα σαν τους σπουδαίους Socrates Drank the Conium των Σπάθα, Τουρκογιώργη και Τρανταλίδη.

Τελικά είπα συγνώμη στον Νταλάρα με τη δικαιολογία ότι λόγω των σπουδών μου στο Πολυτεχνείο, που είχα αφήσει στη μέση, δεν είχα τον απαραίτητο ελεύθερο χρόνο για μια πραγματικά επαγγελματική συνεργασία. Δεν ήθελα με τίποτα να τον προσβάλω και είμαι βέβαιος πως αυτή τη συνάντηση θα την έχει ξεχάσει πια, τόσα χρόνια μετά.

Η ξανθιά και η ζεϊμπεκιά

Κέντρο εκπαίδευσης νεοσυλλέκτων Κορίνθου. Εικόνα πρώτη, νύχτα πέμπτη, κοντά στο ξημέρωμα και ο θαλαμοφύλακας, για πρώτη φορά απ' όταν πίσω του έκλεισε βαριά η σιδερένια πύλη, συνειδητοποιεί πως ζει, πως υπάρχει, πως μπορεί έστω και για μια στιγμή να σκεφτεί σαν άνθρωπος ξανά. Σπίθα, έναυσμα στην πρώτη αυτή οργανωμένη σκέψη, μετά από ατέλειωτες ώρες και μέρες σωματικής και ψυχολογικής καταπόνησης που διαλύει τον νου και συνθλίβει τη λογική, ο ήχος ενός βαριού ζεϊμπέκικου με τη φωνή του Καζαντζίδη, αν θυμάμαι καλά, από το τζουκ-μποξ του ταβερνείου απέναντι, και τα μερακλωμένα επιφωνήματα... «όπα!» μιας γυναίκας που χορεύει. Την εικόνα της την κρύβω ακόμα μέσα μου βαθιά κι ας μην την είδα ποτέ από κοντά. Ήταν μια ψηλή, μάλλον γεμάτη, «οξυζενάτη» ξανθιά, με έντονο το κόκκινο στα χείλη.

Λαϊκά, βαριά κι ασήκωτα, άκουσα πολλά στη διάρκεια της 28μηνης θητείας μου. Κόρινθος, Χαϊδάρι, Σιδηρόκαστρο, Πεντάγωνο, Καρλόβασι, Πυθαγόρειο, Βαθύ. Μέχρι που κάποτε τα χόρεψα με νταλγκά. Κι ας μην ήτανε «δικά μου».


Ο Γιάννης Ρίτσος στη χτιστή του πολυθρόνα, στο Καρλόβασι

Στο Καρλόβασι του Γιάννη Ρίτσου

Ήταν οι μέρες που η Χούντα ψυχορραγούσε πια, κι εγώ υπηρετούσα τη μαμά-Ελλάς σαν ένας απλός τυφεκιοφόρος οπλίτης, εξόριστος στο 212 Τάγμα Πεζικού στο Καρλόβασι της Σάμου, ένα «τάγμα χαρακτηρισμένων». Συχνά, κοντά στη δύση του ηλίου, στην απογευματινή «βόλτα του φαντάρου» προς το λιμάνι, παρέα με δυο-τρεις ακόμα συναδέλφους χαρακτηρισμένους κι αυτούς, περνάγαμε δήθεν «κατά λάθος» έξω από το δίπατο σπίτι του, για να μην καρφωθούμε στα «καρφιά», τους σπιούνους του A2 που μας συνόδευαν διακριτικά. Κοιτάζαμε πλάγια, συνωμοτικά, προς τα κλειστά, νοτισμένα από το κύμα του Ικάριου πελάγου παράθυρά του, ψιθυρίζοντας «εδώ μένει» και μαζεύαμε από τη φουρτουνιασμένη ακρογιαλιά αυτές τις στρογγυλεμένες από τον βοριά κροκάλες, τα πολύχρωμα μεγάλα βότσαλα, τα καθαγιασμένα από το εικαστικό του χέρι.

«Ο Ρίτσος αναζητεί και ανακαλεί πάνω στις πέτρες του τον χαμένο παράδεισο: έναν κόσμο αιώνιας και αμάραντης νιότης, ερατεινά κορίτσια και αθλητικά αγόρια με ελληνικές κατατομές, εμπνευσμένες από την αρχαία αγγειογραφία».

Τις φυλάω ακόμα τόσα χρόνια μετά για να τον θυμάμαι, κάθε φορά που τ’ αγγίζω.

Ο ποιητής, ο αταλάντευτος αγωνιστής, ο πάντα ενεργός αριστερός πολίτης Γιάννης Ρίτσος, ο δημιουργός της «Ρωμιοσύνης» και του «Επιτάφιου», γεννήθηκε πριν 110 χρόνια, την Πρωτομαγιά του 1909, και έφυγε στις 11 Νοεμβρίου του 1990, τότε που οι μνήμες αυτές και πάλι αναδύθηκαν.


1975. Χρύσανθος. Μαρίζα Κωχ, Νίκος Ξυλούρης

Με Κωχ - Ξυλούρη

Μετά τον στρατό, με κάλεσε και πάλι η Μαρίζα για δουλειά. Έπαιζε τότε με τον αξέχαστο λεβέντη τσι Κρήτης, τον Ανωγειανό λυράρη Νίκο Ξυλούρη, στην "Αποσπερίδα". Μαζί τους ήταν η 19χρονη Άλκηστις Πρωτοψάλτη, ο διακριτικός συνθέτης και βαθύς ερευνητής της βυζαντινής μουσικής Χριστόδουλος Χάλαρης, που έφυγε πρόσφατα, ο Χρύσανθος με τη χαρακτηριστική ποντιακή του φωνή και άλλοι. Μετά κάναμε μια σύντομη περιοδεία με το σχήμα Κωχ - Ξυλούρης στην επαρχία.

Τότε η Μαρίζα, που ανήκε στο δυναμικό της πολυεθνικής CBS, μίλησε για μένα με τον νέο Αμερικάνο διευθυντή της, τον Sol Rabinowitz. Με ήθελε για το τμήμα παραγωγής της εταιρείας. Είχα τελειώσει με τον στρατό και με τις περιοδείες της χρονιάς, η σχολή των Μηχανολόγων του ΕΜΠ ήταν πια για μένα μια μακρινή προοπτική και, ζώντας μια κρίση επαγγελματική, αρχικά δελεάστηκα. Είπα όμως όχι.

Το μετάνιωσα μετά, γιατί είχα μάθει καλά την παραγωγή και μου ταίριαζε, ήξερα πολλά από τα μυστικά της ηχοληψίας και τη διαδικασία του στησίματος ενός μουσικού συνόλου σε μια σκηνή. Σκεφτόμουν όμως ότι εκεί δεν θα στέριωνα. Το καλοκαίρι εκείνο άνοιξα με τη βοήθεια του πατέρα μου ένα μαγαζί κι εκεί μέσα έγιναν όλα, τα επόμενα χρόνια. Φεστιβάλ, συναυλίες, ραδιόφωνα, γάμοι, νέες φιλίες…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL