Live τώρα    
15°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αυξημένες νεφώσεις
15 °C
13.1°C15.9°C
3 BF 90%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αραιές νεφώσεις
14 °C
11.0°C14.4°C
2 BF 77%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
12 °C
11.0°C13.2°C
4 BF 86%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
18 °C
17.1°C18.0°C
5 BF 78%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
11 °C
10.7°C11.3°C
0 BF 100%
Πρελούδιο σε αποχαιρετιστήριο "Ιππότη με το Ρόδο" της ΜΕΤ
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Πρελούδιο σε αποχαιρετιστήριο "Ιππότη με το Ρόδο" της ΜΕΤ

Του Κυριάκου Π. Λουκάκου

Αποτελεί εδραία πεποίθησή μας ότι η εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας δικαιώνεται και μόνο ως αποκαλυπτική δίοδος κατανόησης για τα «Πάθη» του Μπαχ, τα Έπη του Βάγκνερ και τον «Ιππότη με το Ρόδο» του Ρίχαρντ Στράους. Γιατί, αποκλειστικά με την εκμάθησή της, γίνεται αντιληπτή η λαλιά των χαρακτήρων, πολυεπίπεδη, μερικώς επινοημένη από τον λιμπρετίστα της όπερας Hugo von Hoffmanstahl και απαράκαμπτη για την κοινωνική κατανόησή τους. Είναι μια αυτοτελής πτυχή ενδιαφέροντος του πολλαπλώς κορυφαίου αυτού έργου, ενδιαφέροντος παρεμπιπτόντως ανάλογου με τη διεισδυτική χρήση τρόπων και διαλέκτων της αγγλικής σε ταινίες του James Ivory. «Ο Ιππότης με το Ρόδο» παρουσιάζει με ρεαλιστικό και ιδιαίτερα πειστικό, αλλά σαφώς εξιδανικευτικό τρόπο, μια Βιέννη η οποία ουδέποτε υπήρξε, όπως τουλάχιστον τη θέλει η σκηνική της αναπαράσταση. Μια Βιέννη ιδεατή που όμως έκτοτε συγκροτεί τη διαδεδομένη ενσυναίσθηση αυτής της αειθαλώς μαγικής καρδιάς της Ευρώπης. Τι δεν θα δίναμε για το προνόμιο να παρακολουθήσουμε, πίσω από την κλειδαρότρυπα της ιστορίας, ένα αναμφισβήτητα παγωμένο πρωινό του Φεβρουαρίου 1909, το φευγαλέο λεκτικό έναυσμα του Χόφμανσταλ προς τον λόγιο διπλωμάτη φίλο του Harry, κόμη Kessler, διά του οποίου αναζητούσε θέμα επανάληψης της συνεργασίας του με τον Στράους μετά τη ρηξικέλευθη «Ηλέκτρα» τους, που, ως θεατρικό έργο, είχε ενσαρκώσει στην Ελλάδα η Μαρίκα Κοτοπούλη. Πόσο θα θέλαμε να ατενίζουμε την τεράστια βιβλιοθήκη του ειρηνιστή Αγγλογερμανού καθώς επέλεγε, ως πηγή νέας κοινής έμπνευσης, τις «Περιπέτειες του Chevalier de Faublas», σκανδαλοθηρικό υλικό του 18ου αιώνα, πρόταση που την επόμενη κιόλας ο Χόφμανσταλ αναμείγνυε με τον «Monsieur de Pourceaugnac» του Μολιέρου και αργότερα αμφότεροι «καρύκευαν» με παραπομπές μέχρι σε ζωγραφικό εξαμερές sequel των «Γάμων της Μόδας» του Βρετανού William Hogarth!

Τα μόλις τρία «ήσυχα απογεύματα» που άρκεσαν προς διαμόρφωση της αρχικής πρότασης στον Στράους, για μια «μουσική κωμωδία» υπό τον τίτλο «Ochs (γερμανικά βόδι) auf Lerchenau» δικαιολογούν μεν τη φιλοφρόνηση του συνθέτη προς τον Αυστριακό ως «Da Ponte και Scribe στη συσκευασία του ενός», δεν έσωσαν όμως τους συνεργάτες από έναν δημιουργικό όσο και εναγώνιο τοκετό που έφερε διαδοχικές και επίπονες αλλαγές στον τίτλο, στην πλοκή, στις εμφάσεις, ακόμη και στα κύρια πρόσωπα αυτού του εξαντλητικά λεπτομερειακού μελοδράματος, εμβληματικού όσο ελάχιστα ενός αποχαιρετισμού στην belle époque του υφολογικά μεταχρονολογημένου Ancien Régime της αυτοκράτειρας Μαρίας Θηρεσίας.

Χρόνος και αποχαιρετισμός, ως μελαγχολικές πτυχές της ίδιας αιτιοκρατικής ενότητας, κατίσχυσαν εν τέλει της αρχικής κωμωδίας, χονδροειδούς όσο και τα αρχέτυπα της commedia dell’ arte, παραχωρώντας σταδιακά χώρο σε ένα πρόσωπο αρχικά δευτερεύον και εν τέλει κυρίαρχο. Σε μιαν άλλη Marie-Thérèse, σύζυγο Στρατάρχη και 32χρονη αιμομίκτρια ερωμένη ενός 17ετούς Οκτάβιαν, κατευθείαν επίγονου του -επίσης έφηβου και φωνητικά ανδρόγυνου- Κερουμπίνο των «Γάμων του Φίγκαρο» του Μότσαρτ. Και αν αληθεύει η αποτυχία του Στράους να συνθέσει νέους «Γάμους του Φίγκαρο», σε χρυσή τομή κωμωδίας και δράματος, άλλο τόσο ισχύει ότι μας χάρισε ένα αριστούργημα τόσο μεγαλειωδώς εσφαλμένο όσο και πιστό στα ποικίλα προβλήματα, «στατικά» και άλλα, της εποχής του. Ένα έργο που ενσωματώνει, παράλληλα και εξίσου απαράμιλλα με τον Μάλερ, έναν προφητικό νόστο απώλειας, έστω και χωρίς την εφιαλτική μελλοντολογική φόρτιση του τελευταίου. Ένα έργο που, αν και πολλαπλώς απατηλό, από την αναχρονιστική χρήση του βιεννέζικου βαλς έως το ανύπαρκτο έθιμο της πρότασης γάμου μέσω του «Rosenkavalier», σε πείσμα της 5ωρης (μετά διαλειμμάτων) διάρκειάς του και της βερμπαλιστικής του φόρτισης, γοήτευσε το κοινό ήδη από την πρεμιέρα του στην Όπερα της Αυλής της Δρέσδης του 1911. Ένα έργο όπου χρόνος και αποχαιρετισμός, νιάτα και ωριμότητα, έρωτας και συμφέρον εκτίθενται με φροϋδικό ψυχολογικό βάθος και με ειλικρίνεια αντιστικτικά απέριττη προς την ακραία επιτήδευση της κοινωνικής επικοινωνίας των χαρακτήρων της εποχής. Στην ψιλοδουλεμένη παραγωγή του Robert Carsen και με την ευθύβολη στωικότητα της μπαγκέτας του Sebastian Weigle το αποτέλεσμα στη ΜΕΤ ήταν προδιαγεγραμμένο...

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL