Live τώρα    
18°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
18 °C
15.8°C19.3°C
1 BF 59%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
16 °C
11.6°C19.0°C
2 BF 64%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
15 °C
12.0°C15.9°C
2 BF 67%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
18 °C
16.8°C19.7°C
2 BF 63%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
11 °C
10.9°C15.7°C
0 BF 82%
Ούγκο ντε Ανα, σκηνοθέτης της όπερας Μαντάμα Μπατερφλαϊ: / Ούγκο ντε Ανα: Είμαστε σημαδεμένοι από τον "ιμπεριαλισμό του Γιάνκη"
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Ούγκο ντε Ανα, σκηνοθέτης της όπερας Μαντάμα Μπατερφλαϊ: / Ούγκο ντε Ανα: Είμαστε σημαδεμένοι από τον "ιμπεριαλισμό του Γιάνκη"

Από τις πρόβες της παράστασης στο Ηρώδειο

"Δεν πρόκειται ακριβώς για μια ιστορία αγάπης. Αλλά για μια ιστορία κακοποιήσεων που έχει υποφέρει μια έφηβη στα χέρια ενός ξένου, κατακτητικού στρατού. Είναι μια σκληρή ιστορία που οδηγεί σε ένα τραγικό τέλος το οποίο περιγράφεται με άψογο τρόπο από τη μουσική του Πουτσίνι".

Ο σκηνοθέτης Ούγκο ντε Άνα μας δίνει από την αρχή τον πολιτικό τόνο της “Μαντάμα Μπατερφλάι”, μιας από τις πιο δημοφιλείς όπερες με φανατικό κοινό, διάσημη για τις άριες, τη μελωδία και τη δραματική θεατρικότητά της, που κάνει στις 31 Μαΐου την έναρξη του Φεστιβάλ Αθηνών στο Ηρώδειο, σε παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.

Δημιούργησε γέφυρες

Η "γιαπωνέζικη τραγωδία" του Πουτσίνι, το έργο που δημιούργησε γέφυρες ανάμεσα στη δυτική μουσική και την παράδοση της Άπω Ανατολής συνεχίζει, όσα χρόνια και αν περνούν, να προκαλεί παγκοσμίως έντονα συναισθήματα, πάθη και συγκινήσεις.

Η παράσταση του αργεντίνικης καταγωγής σκηνοθέτη, η οποία πρωτοπαρουσιάστηκε με επιτυχία στο Ηρώδειο το 2013, εστιάζει όπως μας εξηγεί ο ίδιος “στις διαφορές μεταξύ αμερικανικής και ιαπωνικής κουλτούρας και στη συναισθηματική ένταση της ηρωίδας, μέσα από μια διαχρονική σκηνοθετική άποψη με αναφορές σε συμβολικές εικόνες των δύο πολιτισμών".

Για πρώτη φορά, ύστερα από χρόνια, η πρώτη καλοκαιρινή παραγωγή της ΕΛΣ, θα παρουσιαστεί για πέντε παραστάσεις στο Ηρώδειο, 31 Μαΐου και 2, 3, 4 και 7 Ιουνίου, σε μουσική διεύθυνση Λουκά Καρυτινού και σκηνικά, κοστούμια του Ούγκο ντε Άνα.

Ο ίδιος θεωρείται απαιτητικός σκηνοθέτης που αναζητά τις λεπτές αποχρώσεις των ερμηνειών σε υψηλής κλίμακας θεάματα. Στην ερώτηση ποια θα είναι η σκηνοθετική προσέγγιση που θα επιχειρήσει στην παρούσα παραγωγή της Λυρικής, απαντά: “Σε αυτήν την παραγωγή της ‘Μαντάμα Μπατερφλάι’ έχουμε σκεφτεί να χρησιμοποιήσουμε τον χώρο του θεάτρου, περιορίζοντας τη δράση σε τρεις κύβους. Είναι ο χώρος όπου η Μπατερφλάι βρίσκεται κλεισμένη, με εμμονή σε μια αγάπη εξιδανικευμένη για έναν άνθρωπο, ο οποίος δεν είναι ακριβώς ένας σωστός στρατιωτικός”.

Κινηματογραφική αίσθηση

Ο Αργεντινός φημίζεται για την εντυπωσιακή χρήση φωτισμών και βίντεο, καθώς και τα θεαματικά σκηνικά. Στην πρεμιέρα της Λυρικής μάς αποκαλύπτει ότι “τα λιτά, ιαπωνικής αισθητικής σκηνικά σε συνδυασμό με τις προβολές δίνουν μια κινηματογραφική διάσταση στην παράσταση, ενώ τα πολύχρωμα εντυπωσιακά αυθεντικά γιαπωνέζικα κιμονό και η κινησιολογία πρωταγωνιστών και χορωδίας έχουν επιρροές από το θέατρο καμπούκι".

Με διεθνή καριέρα σε ορισμένες από τις σπουδαιότερες όπερες του κόσμου, από τη Γερμανική Όπερα του Βερολίνου, τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου και την Όπερα της Σεβίλλης, έως τη Σκάλα του Μιλάνου και την Όπερα του Τόκιο, ο Ούγκο ντε Άνα, καλλιτέχνης που ενσωματώνει στην τέχνη του τα σημάδια και τα μηνύματα των καιρών ως ένας ευαίσθητος παλμογράφος της πολιτικής και κοινωνικής ιστορίας, δεν διστάζει με αφορμή την ηρωίδα που σκηνοθετεί, να μιλήσει για τη σημερινή θέση της γυναίκας στον κόσμο και απαντά στο ποια θα μπορούσε να ήταν η Μπατερφλάι: “Σήμερα ευτυχώς η γυναίκα στον κόσμο έχει προχωρήσει πολύ και δεν θα δεχόταν έναν άνδρα με τα χαρακτηριστικά του Πίκερτον, παρ’ ότι ξέρουμε καλά ότι σε πολλές φτωχές χώρες του κόσμου μπορούμε να βρούμε παρόμοιες υποθέσεις εκμετάλλευσης και πορνείας. Η μουσική του Πουτσίνι περιγράφει αυτή την προβληματική της κοινωνικής αντίθεσης πολύ διακριτικά, αλλά στην πραγματικότητα επικεντρώνεται στην εγκατάλειψη και τη μοναξιά της πρωταγωνίστριας".

Η υπόθεση αφορά τον μοιραίο έρωτα της δεκαπεντάχρονης γκέισας Τσο - Τσο - Σαν για τον Πίνκερτον, υποπλοίαρχο του Ναυτικού των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Ύστερα από τρία χρόνια απουσίας, ο αξιωματικός επιστρέφει με την Αμερικανίδα σύζυγό του στην Ιαπωνία, μαθαίνοντας ότι έχει αποκτήσει γιο από την Μπατερφλάι. Εκείνη δέχεται να παραδώσει το παιδί μονάχα στον ίδιο τον Πίνκερτον και στη συνέχεια αυτοκτονεί.

Απώλεια της ταυτότητας

Με αφορμή τον ιμπεριαλιστικό έρωτα που διαπραγματεύεται η διάσημη ιστορία, ρωτάμε τον σκηνοθέτη, πόσο ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός που σηματοδοτεί το έργο, είναι σήμερα παρών.

"Η παγκοσμιοποίηση της κουλτούρας και η ιμπεριαλιστική επιβολή έχουν ως αποτέλεσμα την απώλεια της ταυτότητας των ανθρώπων και σε αυτό δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε ότι είμαστε σημαδεμένοι από αυτό που για πολλά χρόνια ονομάζεται ο ‘ιμπεριαλισμός του Γιάνκη’. Σήμερα ίσως θα έπρεπε να μιλήσουμε και για τον ιμπεριαλισμό των ‘Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών’ σε όλα τα επίπεδα".


Από την Τόσκα... στην Μπατερφλάι

Η ιστορία της Μαντάμα Μπατερφλάι ξεκινά το 1900 όταν ο Τζάκομο Πουτσίνι ταξίδεψε στο Λονδίνο για τη Βρετανική πρεμιέρα της Τόσκας και παρακολούθησε το θεατρικό μονόπρακτο του Ντέιβιντ Μπελάσκο, Μαντάμα Μπατερφλάι. Παρά τα φτωχά αγγλικά του, ο συνθέτης ενθουσιάστηκε από τη θεατρικότητα, τον εξωτισμό και την κλιμακούμενη ένταση του έργου. Η αδύναμη Γιαπωνέζα που αυτοκτονεί εγκαταλειμμένη από τον Αμερικανό σύζυγό της, φάνταζε ως η αυτονόητη συνέχεια στο πάνθεον των οπερετικών ηρωίδων του Πουτσίνι, μετά την Μποέμ και την Τόσκα. Έπειτα από πολλές μετατροπές και διαφωνίες, το κείμενο ολοκληρώθηκε από τους Τζακόζα και Ίλικα, σε μια πρώτη μορφή το 1902. Δύο χρόνια αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1904, πραγματοποιήθηκε η πρεμιέρα του έργου στη Σκάλα του Μιλάνου, η οποία εξελίχθηκε σε μια από τις μεγαλύτερες αποτυχίες του συνθέτη. Η επιτυχία όμως δεν άργησε κι έτσι, τρεις μήνες αργότερα, τον Μάιο του 1904, η Μαντάμα Μπατερφλάι ολοκλήρωσε την πρεμιέρα της στο Μεγάλο Θέατρο της Μπρέσα με 27 αυλαίες. Παρά την παγκόσμια καθιέρωση του έργου το 1906 στην Κωμική Όπερα του Παρισιού, ο Πουτσίνι δεν σταμάτησε να το τροποποιεί έως το 1920. Εντούτοις, η εκδοχή στην οποία το έργο παρουσιάζεται στις μέρες μας είναι αυτή του 1907.

Η ελληνική εκδοχή

Η Μαντάμα Μπατερφλάι υπήρξε η πρώτη όπερα που παρουσιάστηκε από τον νεοϊδρυθέντα οργανισμό στις 25 Οκτωβρίου 1940 - τρεις μέρες πριν από την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου. Τον κεντρικό ρόλο ερμήνευαν εναλλάξ η Ζωή Βλαχοπούλου και η Άννα Ρεμούνδου, ενώ την ορχήστρα διεύθυνε ο Λεωνίδας Ζώρας. Στην ιστορική εκείνη πρεμιέρα, η οποία πραγματοποιήθηκε στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, παρέστη ο γιος του συνθέτη, Αντόνιο Πουτσίνι. Ωστόσο στην Ελλάδα περιλήφθηκε στο ρεπερτόριο του Γ’ Ελληνικού Μελοδράματος ήδη από το 1919. Τον Απρίλιο του 1930 ανέβηκε εκ νέου στο -πρώτο- Θέατρο Ολύμπια της Αθήνας από τη μελοδραματική σχολή του Ελληνικού Ωδείου, με τη Μαρία Τριβέλλα, δασκάλα της Μαρίας Κάλλας, στον κεντρικό ρόλο.

Στην παράσταση που θα κάνει την έναρξη του Ελληνικού Φεστιβάλ με την πρεμιέρα του Ηρωδείου, ο αρχιμουσικός της ΕΛΣ Λουκάς Καρυτινός θα διευθύνει την παραγωγή, ενώ τη χορωδία ο Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.

Η διανομή των ρόλων

Τον ιδιαιτέρως απαιτητικό ρόλο θα ερμηνεύσει η υψίφωνος Τσέλια Κοστέα, στην πρώτη διανομή, η οποία έχει διακριθεί ως Μπατερφλάι σε Ελλάδα και εξωτερικό. Η Κορεάτισσα σοπράνο Σάε - Κιουνγκ Ριμ, θα ερμηνεύσει τον ρόλο της Μπατερφλάι, στη δεύτερη διανομή. Στον ρόλο του Πίνκερτον, θα είναι κατά την πρώτη διανομή, ο Ιταλός τενόρος Στέφανο Σέκο και στη δεύτερη διανομή ο Δημήτρης Πακσόγλου. Ο Έλληνας βαρύτονος Διονύσης Σούρμπης θα ερμηνεύσει τον ρόλο του Σάρπλες και στις πέντε παραστάσεις. Μαζί τους, μια πλειάδα μονωδών, όπως οι Έλενα Κασσιάν, Ελένη Βουδουράκη, Χρήστος Κεχρής, Χαράλαμπος Βελισσάριος, Δημήτρης Κασιούμης κ.ά.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL