Live τώρα    
24°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
24 °C
22.0°C24.8°C
3 BF 39%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
22 °C
21.0°C24.2°C
2 BF 52%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
19 °C
18.8°C20.5°C
4 BF 63%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
20 °C
19.3°C19.8°C
5 BF 60%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
23 °C
22.9°C24.0°C
3 BF 33%
Η διακυβέρνηση με τα δύο πρόσωπα
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η διακυβέρνηση με τα δύο πρόσωπα

Του Jean Pierre Gaudin, ομότιμου καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης

* Το ζήτημα της καλής διακυβέρνησης συνδυάζεται επίσης και με τον πολλαπλασιασμό των "ρυθμιστικών αρχών" και άλλων "ανωτάτων ανεξάρτητων αρχών". Ακόμα ένα εργαλείο δημόσιας πολιτικής, του οποίου η χρήση αγγίζει τα όρια της μανίας, αλλά το οποίο δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί με χαλαρό τρόπο, καθώς δημιουργεί επιπτώσεις. Αυτές οι αρχές αφαιρούν λειτουργίες από τη διοίκηση, για να προσφέρουν μια διαχείριση, υποτίθεται λιγότερο γραφειοκρατική και πιο συναινετική. Ακόμη κι αν ποικίλουν από τη μια χώρα στην άλλη ή από τον ένα τομέα στον άλλο, οι ανεξάρτητες αρχές έχουν καταστεί διεθνώς σήμερα διαδεδομένες ως συστατικό της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης των συλλογικών υποθέσεων. Εντούτοις, ο τρόπος δημιουργίας και λειτουργίας τους δεν εξετάζεται γενικά με την δέουσα προσοχή, ενώ τίθεται το ερώτημα κατά πόσο είναι πραγματικά ανεξάρτητες.

Στους χρωματιστούς τοίχους και στις μεγάλες αίθουσες του παλαιού δημαρχείου της ιστορικής ιταλικής πόλης της Σιένα, μπορεί να παρατηρήσει κανείς μια σειρά από τοιχογραφίες, οι οποίες αναπαριστούν, με ιδιαίτερα αντιθετικό τρόπο, αλληγορικές απεικονίσεις της "καλής" και της "κακής" κυβέρνησης. Η πολιτική σκέψη, σε σχέση με την εξουσία, οδηγούσε, ήδη από τότε, σε μανιχαϊστικά σχήματα, ελπίδας ή φόβου, αλλά σε κάθε περίπτωση κανονιστικά. Το "καλό" ενάντια στο "κακό". Στο σύγχρονο κόσμο αυτή η αναπαράσταση δεν έχει εκλείψει. Η πιο ξεκάθαρη αναπαραγωγή της είναι εκείνη της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οποία επιχειρεί μια μετατόπιση από την έννοια της διακυβέρνησης, ως αναλυτική κατηγορία, σε εκείνη της "καλής διακυβέρνησης", ως βέλτιστο τρόπο δημόσιας δράσης.

Τι έχει, λοιπόν, το τόσο καλό αυτή η "καλή διακυβέρνηση"; Η δογματική της παραγωγή παραμένει λιγάκι σιωπηρή και εν μέρει συγκεκαλυμμένη. Δεν υπάρχει κάποιο έγγραφο "αναφοράς", αλλά μια ρευστή και ασαφής παλέτα κειμένων, από την οποία μπορούν, εντούτοις, να αναδυθούν μερικά χαρακτηριστικά σημεία. Τρία ουσιαστικά στοιχεία εμφανίζονται σε αυτό το δόγμα της "καλής διακυβέρνησης". Η "διαφάνεια", μια ενισχυμένη, δηλαδή, ικανότητα ανάγνωσης της δημόσιας δράσης, η οποία "θα πρέπει" να είναι πιο προσβάσιμη σε όλους τους πολίτες. Μια "λογοδοσία" πραγματική, η οποία εδράζεται σε τεχνικές και οικονομικές αξιολογήσεις και, τέλος, μια "αποδοτικότητα", η κινητοποίηση δηλαδή, διαχειριστικών δεξιοτήτων στην εκτέλεση προγραμμάτων βοήθειας.

Μπροστά στην οικονομική και κοινωνική κρίση, η διακυβέρνηση ανακατεύει σήμερα τα επιχειρήματα του μάνατζμεντ και της αποτελεσματικότητας, με εκείνα της διαφάνειας και της συμμετοχής. Ποιος είναι ο συνεκτικός ιστός αυτών των πολλαπλών διαστάσεων; Πράγματι η διακυβέρνηση είναι ένα νόμισμα με δύο διαφορετικές όψεις. Από τη μία η πειθαρχεία της αγοράς. Από την άλλη η επίκληση της ιδιότητας του πολίτη. Αυτό αποτελεί και το μεγαλύτερο χάσμα. Και ευρύτερα η διακυβέρνηση επιχειρεί να συμβιβάσει τεχνοκρατία και πολιτική. Στο σημείο αυτό ακριβώς, όμως, βρίσκονται και τα "μάγια", ή αλλιώς η στρατηγική χειραγώγησης.

Απορεί κανείς με την επίμονη τρέλα για τη διακυβέρνηση. Από τις αρχές του 1990, ο όρος τέθηκε σε γρήγορη κίνηση από τελείως διαφορετικούς κύκλους, ακαδημαϊκούς, κύκλους υπευθύνων διεθνών οργανισμών, υψηλόβαθμων διευθυντικών στελεχών, επικεφαλής μη κυβερνητικών οργανώσεων... Πολιτικοί, εξίσου οξυδερκείς και καιροσκόποι άρπαξαν επίσης την ευκαιρία. Οι ειδικοί στο μάρκετινγκ και οι υπεύθυνοι δημοσίων σχέσεων ακολούθησαν κατά πόδας. Η διακυβέρνηση αποτελεί σήμερα μία έννοια, η οποία χρησιμοποιείται για τα πάντα και για τίποτα. Ακόμη όμως κι όταν χρησιμοποιείται με τρόπο λελογισμένο, παραμένει σχετικά ασαφής. Το πιο σύνηθες είναι να μπερδεύεται με την έννοια της κυβέρνησης, στην οποία έρχεται να προσδώσει μοντέρνα χρώματα. Σε άλλες περιπτώσεις διαχέεται στην πολύ ευρύτερη έννοια της διεύθυνσης ή της διαχείρισης, χωρίς να γνωρίζουμε πολύ καλά αυτό που περιγράφει πραγματικά.

Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα από την αρχή, για να καταλάβουμε πώς και κυρίως γιατί διαδόθηκε η χρήση αυτής της έννοιας, ιδιαίτερα από το μεταίχμιο της αλλαγής του 21ου αιώνα και μετά. Το πλαίσιο της εποχής εξηγεί αυτή την ξαφνική και εκρηκτική άνοδο της έννοιας της διακυβέρνησης. Κατά τη διάρκεια αυτής της ανάδυσης, δύο ομάδες κοινωνικών φορέων βρέθηκαν στην αιχμή. Οι ακαδημαϊκοί, από τη μία, οι οποίοι αναρωτήθηκαν εάν η διακυβέρνηση θα μπορούσε να αποτελέσει μία έννοια χρήσιμη για την ανάλυση νέων μορφών συντονισμού δράσης. Από την άλλη, ξεχωρίζουν οι μεγάλοι διεθνείς οργανισμοί, οι οποίοι βρίσκονται στην καρδιά της οικονομικής παγκοσμιοποίησης και οι οποίοι επιχείρησαν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη, σε παγκόσμια κλίμακα, νέων διαχειριστικών κανόνων.

Να, λοιπόν, μια πεφωτισμένη ιδέα, όπως ελέχθη τότε, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, μια καινοτομία για το σήμερα και μία νόρμα δράσης για το αύριο. Έκτοτε, φωτισμένα πνεύματα κατέδειξαν ότι η έννοια ήταν πολύ λιγότερο "νέα" από αυτό που περιμέναμε και ότι τελικά θα μπορούσαμε να φτιάξουμε ένα λεξικό ιδεών, με τις πιο εκκεντρικές χρήσεις της έννοιας της διακυβέρνησης. Αλλά, για να συλλάβουμε το σημερινό πεδίο εφαρμογής, το πιο σημαντικό είναι, καταρχήν, να καταλάβουμε τους λόγους της ανακάλυψης της διακυβέρνησης, κατά τη δεκαετία του 1990. Με την πάροδο του χρόνου αποκαλύπτονται τα βασικά πλαίσια.

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, σε πρώτη φάση, σηματοδοτήθηκε από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και από τη διάλυση της πρώην ΕΣΣΔ. Τα γεγονότα αυτά οδηγούν σε νέα δεδομένα και εξαφανίζουν καλά ρυθμισμένες ανταγωνιστικές σχέσεις, οι οποίες έθεταν τις βάσεις της "ειρηνικής συνύπαρξης". Εξάλλου, αυτή η αλλαγή της "παγκόσμιας τάξης" συνοδεύεται την ίδια περίοδο από ένα ιδεολογικό και πολιτικό κίνημα, το νεοφιλελευθερισμό, με πρωτοστάτες τους R. Reagan και M. Thatcher, και του οποίου οι επιπτώσεις θα είναι ισχυρές σε διεθνές επίπεδο. Το κοινωνικό κράτος και το κεϋνσιανό μοντέλο θα βρεθούν στο εξής στο εδώλιο. Ιδού, λοιπόν, δύο μεγάλοι μετασχηματισμοί τους οποίους θα ακολουθήσουν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990 και άλλες ουσιαστικές εξελίξεις.

Σε διεθνές επίπεδο διαμορφώνεται, επίσης, μία "κατασκευασμένη" κρίση στο πεδίο της αναπτυξιακής βοήθειας, το οποίο ελέγχεται από τις μεγάλες δυνάμεις. Εδώ και πολύ καιρό "οι λογαριασμοί έχουν γίνει", σε σχέση με τα όρια στην οικονομική υποστήριξη των αναπτυσσόμενων χωρών, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις αποτυχίες των προγραμμάτων για τις υποδομές και την εκβιομηχάνιση, τις επιβλαβείς συνέπειες της διαφθοράς, αλλά και την αναποτελεσματικότητα των διαφόρων αναπτυξιακών ενισχύσεων. Εντούτοις, από την δεκαετία του 1990, τα προβλήματα αυτά αξιολογούνται ως μη ανεκτά και δημιουργούνται νέες φόρμουλες συμπράξεων ιδιωτικού / δημοσίου τομέα για την ανάπτυξη. Τελευταία κομβική εξέλιξη, οι δυναμικές της περιφερειοποίησης και της αποκέντρωσης. Αυτές υποστηρίζονται για διάφορους λόγους από αρκετές χώρες του κόσμου, θέτοντας σε αμφισβήτηση το μοντέλο λειτουργίας του κράτους και τις λειτουργίες του σε εθνικό επίπεδο.

Μέσα σε αυτά τα μεταβαλλόμενα πλαίσια και γύρω από διάφορα αλληλοενισχυόμενα και αλληλοσυμπληρούμενα ερωτήματα, αναδύεται η ιδέα της καλής διακυβέρνησης. Πρόκειται λοιπόν για μία προσπάθεια να εξευρεθούν απαντήσεις στις αβεβαιότητες της στιγμής, ενώ αναζητούνται νέες φόρμουλες διακυβέρνησης σε παγκόσμιο επίπεδο, άλλοτε πολυμερώς, άλλοτε μονομερώς, με στόχο να ελαχιστοποιηθούν οι διεθνείς διαμάχες και να καταστεί εφικτή η συντονισμένη διαχείριση των χρηματοπιστωτικών αναταράξεων. Δημιουργείται, στο πλαίσιο αυτό, το σχέδιο για μια ανανεωμένη διακυβέρνηση της αναπτυξιακής βοήθειας, η οποία θα μπορούσε να υπερκεράσει τις κρατικές γραφειοκρατίες και θα έδινε αξία σε ευρύτερους σχεδιασμούς. Ονειρευόμαστε, επίσης, μια εταιρική διακυβέρνηση η οποία θα εξασφάλιζε έναν καλύτερο συλλογικό έλεγχο των εκτελεστικών στελεχών. Προτείνεται επίσης να εφευρεθεί μία διακυβέρνηση με πιο δημοκρατική "γεύση", βασισμένη στον αποκεντρωμένο διάλογο και στη συμμετοχή των πολιτών. Σχεδόν παντού, στις επιχειρήσεις, στη διοίκηση, στις οργανώσεις των πολιτών, επανερχόμαστε, κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1990 και του 2000, σε αυτό το πνεύμα της διακυβέρνησης, συνδέοντάς την μεταφορικά με τους στόχους της συν-εργασίας, του συν-τονισμού, και την συν-παραγωγής. Το βασίλειο των "συν" ανοίγεται λοιπόν μπροστά μας.

Αυτό σημαίνει, ακόμα κι αν οι αμέτρητες επικλήσεις στη διακυβέρνηση εμφανίζονται ως μόδα, ότι ο παροξυσμός αυτός δεν στερείται νοήματος. Διότι, στην πραγματικότητα δημιουργεί συμπτώματα. Διαγράφει την ανάδυση ενός συνόλου από νέους τρόπους πράττειν στη δημόσια δράση και στην πολιτική. Με άλλα λόγια, η διακυβέρνηση είναι ένα επίπεδο ανάγνωσης, το οποίο επιτρέπει να αντιληφθούμε ανανεωμένα σχήματα μιας, νεοφιλελεύθερου τύπου, πολιτικής ρύθμισης σε τρία επίπεδα:

* Μια πιο διευρυμένη δέσμη συνεργασιών δημοσίου - ιδιωτικού. Η μέθοδος των εταιρικών αυτών συνεργασιών δεν είναι κάτι νέο. Όμως, στο εξής, νέες βάσεις συνεργασίας προωθούνται σε παγκόσμια κλίμακα, οι οποίες οργανώνουν μεταβιβάσεις εξουσίας πιο προωθημένες, προς την κατεύθυνση των μεγάλων βιομηχανικών και τραπεζικών ομίλων. Θα προκαλέσουν, στον μακρύ χρόνο, βαριές δημόσιες δαπάνες και θα οδηγήσουν στην απώλεια του ελέγχου στο σύνολο σχεδόν των εκχωρούμενων δραστηριοτήτων. Και το ερώτημα που τίθεται είναι εάν τελικά βρίσκεται εκεί η μαγική και εξυγιαντική φόρμουλα που υποσχόμασταν στην αρχή.

* Στη συνέχεια, οι αποκεντρώσεις, οι οποίες αναπτύχθηκαν διά μέσου των συνεργασιών ανάμεσα στο κράτος, στους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης και στις οργανώσεις των πολιτών, βασίζονται συστηματικά σε πολιτικές συμβασιοποίησης. Αυτές οι συμβάσεις, είναι αλήθεια ότι επιδεικνύουν μία μεγάλη εφευρετικότητα σε επίπεδο διαδικασιών και μία μεγάλη ευελιξία. Όμως, την ίδια στιγμή, κατακερματίζουν τα διάφορα σχέδια, τεμαχίζουν τις διαπραγματεύσεις και διυλίζουν τις ευθύνες. Ποιες είναι τελικά οι σχέσεις εξουσίας μέσα σε αυτά τα εταιρικά πλαίσια, τα οποία εμφανίζονται ως συνεργατικά;

* Όλο αυτό συνδυάζεται επίσης και με τον πολλαπλασιασμό των "ρυθμιστικών αρχών" και άλλων "ανωτάτων ανεξάρτητων αρχών". Ακόμα ένα εργαλείο δημόσιας πολιτικής, του οποίου η χρήση αγγίζει τα όρια της μανίας, αλλά το οποίο δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί με χαλαρό τρόπο, καθώς δημιουργεί επιπτώσεις. Αυτές οι αρχές αφαιρούν λειτουργίες από τη διοίκηση, για να προσφέρουν μια διαχείριση, υποτίθεται λιγότερο γραφειοκρατική και πιο συναινετική. Ακόμη κι αν ποικίλουν από τη μια χώρα στην άλλη ή από τον ένα τομέα στον άλλο, οι ανεξάρτητες αρχές έχουν καταστεί διεθνώς σήμερα διαδεδομένες ως συστατικό της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης των συλλογικών υποθέσεων. Εντούτοις, ο τρόπος δημιουργίας και λειτουργίας τους δεν εξετάζεται γενικά με την δέουσα προσοχή, ενώ τίθεται το ερώτημα κατά πόσο είναι πραγματικά ανεξάρτητες.

Αυτοί οι τρεις τύποι ρύθμισης δημιουργούν ένα σύστημα, με όρους ευέλικτου και νεοφιλελεύθερου συντονισμού της δημόσιας δράσης. Εντοπίζονται επίσης και στην φρασεολογία της "καλής διακυβέρνησης", συνοδευόμενοι από έντονες αναφορές στη θεσμοθέτηση του δημοσίου διαλόγου. Εάν το πνεύμα της διακυβέρνησης εισάγει, πρώτα απ’ όλα, ένα καθαρά διαχειριστικό στιλ, προτείνει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο ένα μοντέλο πολιτειακής συμμετοχής, στο οποίο η πολιτική εκπροσώπηση θα μπορούσε να ενισχυθεί από σχήματα άμεσης διαβούλευσης και συντονισμού με τους πολίτες. Ο τομέας της αστικής ανάπτυξης αποτέλεσε ένα πεδίο τέτοιου πειραματισμού. Το ζήτημα της οικονομικής ανάπτυξης επίσης. Και οι "νέες" προκλήσεις, όπως το κλίμα, η υγεία, η ενέργεια βρίσκονται όλο και περισσότερο στο επίκεντρο οργανωμένων δημοσίων συζητήσεων.

Εντούτοις, ακόμα κι αν αυτή η στρατηγική στοχεύσει στο να αυξήσει την αποδοχή στις δημόσιες πολιτικές και η οποία ανοίγει χώρους συνεργασίας, δεν θέτει ένα πλαίσιο σε αυτές τις συζητήσεις; Κυρίως, όμως, ο πολλαπλασιασμός αυτών των μικρών πεδίων συζήτησης σε στοχευμένα θέματα, θα μπορούσε να υποκαταστήσει τα κεντρικά πολιτικά προγράμματα των κομμάτων και την διαδικασία της κάλπης;

Η διακυβέρνηση, διαμέσου αυτών των αναδυόμενων τρόπων δράσης φέρει εν γένει ένα νέο κυβερνητικό στιλ. Όμως, η διακυβέρνηση, με τις συνεργασίες της ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό, με τις συμβασιοποιήσεις της δημόσιας δράσης, με τις ρυθμιστικές της αρχές και με τις διαδικασίες δημόσιας συζήτησης, θα πρέπει να αμφισβητηθεί βαθύτατα, εκεί ακριβώς όπου βρίσκεται η ουσία αυτών των εννοιών, διότι ο σκληρός πυρήνας της βρίσκεται στην πραγματικότητα, στην "αποτελεσματικότητα" χωρίς πολιτική.

Θα πει κανείς: μπορούμε να στεκόμαστε κριτικά απέναντι σε κάτι τόσο θεμιτό, όπως η αναζήτηση της αποτελεσματικότητας; Αυτό εξαρτάται πράγματι από τον ορισμό της αποτελεσματικότητας. Στον κόσμο της διακυβέρνησης, η αποτελεσματικότητα παραπέμπει πάντα στην ιδέα του "οικονομικού αποτελέσματος", το οποίο σχετίζεται με το οικονομικό κόστος και με το όφελος από τον περιορισμό του. Οι μεγάλες αξίες "θολώνουν", στο πλαίσιο αυτό, από μία λογική διαχειριστική. Αποτελεσματικότητα, καταλληλότητα, λατρεία της αξιολόγησης των δημοσίων πολιτικών: από τον εκμοντερνισμό του κράτους, μέχρι τις νέες αρχές του δημόσιου μάνατζμεντ και το στόχο της αποδοχής των δημοσίων αποφάσεων, η λογιστική λογική βρίσκεται στο εξής στην καρδιά των νέων ρυθμίσεων.

Εντούτοις, το πιο ανησυχητικό δεν είναι αυτό. Είναι ότι αυτή η στενή λογική συνοδεύεται από την αρχή της "αποδοτικότητας", δηλαδή από τον οικονομίστικο απολογισμό της δημόσιας δράσης. Με ποιόν τρόπο; Αυτός ο απολογισμός δεν θα ήταν σε τελική ανάλυση μία πρόοδος προς όφελος του ενημερωμένου πολίτη; Όμως, αυτή η λογική στοχεύει σε συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες, οι οποίες φιλτράρονται μέσα από τις διαδικασίες της οργανωμένης διαβούλευσης. Καλλιεργείται έτσι μια λογική αποτελεσματικότητας, χωρίς πολιτική νομιμοποίηση, η οποία στηρίζεται στη διαβούλευση με στοχευμένες κατηγορίες συμφερόντων. Με τον τρόπο αυτό παρακάμπτονται οι διαδικασίες της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης.

Σήμερα τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα. Είκοσι χρόνια μετά από την πρώτη κυκλοφορία της έννοια της διακυβέρνησης, γνωρίζουμε καλύτερα αυτό που κρύβεται από πίσω. Η επίκληση της ευελιξίας είναι η μετατόπιση προς το ιδιωτικό. Η αποτελεσματικότητα αφορά στον ανταγωνισμό και στην διαρκή αξιολόγηση με όρους κόστους. Ναι, άλλα όχι μόνο! Ο όρος καλύπτει όλες τις εκφάνσεις διαχείρισης και οργάνωσης και όλα τα θεσμικά σχήματα. Χθες επρόκειτο για έναν τρίτο δρόμο "κοινωνικού φιλελευθερισμού". Αύριο μήπως θα συνδέεται με την λιτότητα στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού συμφώνου σταθερότητας;

Ειπώθηκε ότι η χρηματοοικονομική κρίση απαιτεί μία νέα διακυβέρνηση των αγορών. Εργαλεία ρύθμισης προτείνονται σε όλα τα διεθνή fora, στους διαδρόμου του ΔΝΤ, του ΟΟΣΑ και των εθνικών τραπεζών. Η μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος συζητείται παντού. Σε μία αντιθετική λογική, η επίκληση μιας πιο δημοκρατικής διακυβέρνησης αναδύεται επίσης. Οι υποστηρικτές της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης και τα κινήματα των «αγανακτισμένων» στις πλατείες ξιφουλκούν ενάντια στις χρηματοπιστωτικές αγορές, ζητούν πιο οριζόντιες δημοκρατικές δομές και συμμετοχικότητα στη λήψη αποφάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η χρηματοοικονομική κρίση μετεξελίχθηκε σε κοινωνική και πολιτική κρίση.

Κι άλλες προκλήσεις, όμως, αναδύονται. Σε θεσμικό επίπεδο, η ευρωπαϊκή διακυβέρνηση αποτελεί ένα ερώτημα. Όπως συμβαίνει και με άλλες μακροπεριφέρειες σε τροχιά οργανωτικής ενοποίησης. Όμως, στην περίπτωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ακόμα πιο έντονο, καθώς υπάρχει και το κοινό νόμισμα. Η οικονομική και δημοσιονομική διακυβέρνηση της Ευρώπης βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα, χωρίς να λαμβάνει σοβαρά υπόψη της, όμως, την βούληση των πολιτών, παρόλο που ο στόχος αυτός είχε τεθεί ήδη με την Λευκή Βίβλο του 2001 για την "ευρωπαϊκή διακυβέρνηση".

Η αναζήτηση των κυριότερων εκφάνσεων της διακυβέρνησης, είτε πρόκειται για την "καλή διακυβέρνηση" στις διεθνείς σχέσεις, είτε πρόκειται για το όνειρο μια "ευρωπαϊκής διακυβέρνησης", ή ακόμα και για τις διαφοροποιήσεις στο επίπεδο της τοπικής διακυβέρνησης, θα μπορούσε να οδηγήσει σε τρία σχήματα:

* Στην καρδιά του γαλαξία των διεθνών οργανισμών εντοπίζουμε το ρόλο κάποιων πολύ ισχυρών φορέων, όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα, της οποίας ο ρόλος είναι ξεχωριστός, καθώς δεν δανείζει μόνο, αλλά παράγει και ένα δημόσιο λόγο, ο οποίος μετατρέπεται σε γενικό κανόνα διακυβέρνησης. Για να το επιτύχει αυτό βασίζεται σε έναν οργανισμό, διακριτικό, αλλά πολύ ικανό στο να επηρεάζει. Το Ινστιτούτο της Παγκόσμιας Τράπεζας λειτουργεί την ίδια στιγμή και σαν ανοιχτό πανεπιστήμιο για τα στελέχη των χωρών των αναδυόμενων οικονομιών και ως εκδοτικός οίκος παγκοσμίου βεληνεκούς. Μελετώντας τον ιδεολογικό πυρήνα της "καλής διακυβέρνησης", αποκαλύπτεται μία σχιζοειδής σχέση. Από την μία εκχώρηση αρμοδιοτήτων στην ιδιωτική σφαίρα, ανταγωνισμός, αξιολόγηση αποτελεσμάτων με όρους αγοράς, και από την άλλη πολιτειακή ισότητα και συμμετοχή των πολιτών στην τοπική έκφραση των αναγκών τους.

* Δεύτερο σχήμα για τις φιλοδοξίες της διακυβέρνησης, εκείνο των μεγάλων οικονομικών περιφερειών. Στην πρώτη γραμμή η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία βρίσκεται σήμερα στη δίνη της οικονομικής κρίσης. Αναζητά στο πλαίσιο αυτό μία νέα ενοποίηση σε επίπεδο προϋπολογισμού και δημοσιονομικών, η οποία θα προστάτευε από τις κερδοσκοπικές πιέσεις και θα διασφάλιζε μια καλύτερη οικονομική ισορροπία. Μία τέτοια εξέλιξη θα εγγυόταν τους στόχους της αποτελεσματικότητας. Στη Λευκή Βίβλο για την "ευρωπαϊκή διακυβέρνηση" εμφανίζεται ακόμα μία προτεραιότητα. Να ενταθούν οι δημόσιες διαβουλεύσεις με τους πολίτες και η συμμετοχή των κατοίκων στις τεχνοκρατικές αποφάσεις. Εντούτοις, όλο αυτό αποδείχτηκε πολύ γρήγορα δύσκολα εφαρμόσιμο στο πεδίο.

* Τελευταίο σχήμα, αυτό της τοπικοποίησης των πολιτικών. Οι πρόσφατες ευρωπαϊκές πολιτικές αποκέντρωσης πολλαπλασίασαν τα επίπεδα λήψης αποφάσεων. Αυτή η διακυβέρνηση απαιτεί νέες διαχειριστικές δυνατότητες και μία τεχνοκρατική εμπειρογνωμοσύνη. Όμως την ίδια στιγμή, οι πολιτικές για τον αστικό χώρο και την τοπικότητα αναζητούν τη συμμετοχικότητα, λειτουργώντας με κανόνες μικρής κλίμακας, με συμβάσεις έργων, με συνεργασίες βάσης. Πρακτικά, η διαχειριστική εμπειρογνωμοσύνη από τη μία και η επιθυμία να ανοίξουμε τη διαδικασία λήψης αποφάσεων από την άλλη λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό αντιθετικά.

Συνολικά, λοιπόν, η διακυβέρνηση αποκαλύπτεται σαν ένα νόμισμα με δύο αντιφατικές όψεις. Από τη μία η τεχνοκρατική διαχείριση, από την άλλη η δημοκρατική διεύρυνση. Στο σημείο αυτό έγκειται και ο κίνδυνος για το μεγάλο χάσμα. Έτσι, λοιπόν, αυτή η παράδοξη ιδέα αποκαλύπτεται τελικά ως μία "μάγευση" του κόσμου αν όχι ως η χειραγώγησή του.

Μετάφραση: Νικόλας Κουντούρης

[1] Από το βιβλίο του Pierre Gaudin Κριτική περί διακυβέρνησης, Εκδόσεις l’Aube, 2014

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL