Live τώρα    
15°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
15 °C
12.0°C16.5°C
1 BF 69%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
14 °C
11.5°C16.0°C
0 BF 65%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
14 °C
7.0°C15.5°C
2 BF 63%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
14 °C
12.8°C15.8°C
2 BF 80%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
5 °C
4.9°C12.9°C
0 BF 100%
Μετά το δημοψήφισμα στην ΠΓΔΜ
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Μετά το δημοψήφισμα στην ΠΓΔΜ

Του Σωτήρη Βαλντέν*

Το 91,5% των ψηφισάντων στη γείτονα είπαν «ναι». Όμως, η συμμετοχή ήταν 36,9%, κάτω από τις προσδοκίες της κυβέρνησης των Σκοπίων και πολύ κάτω από το 50% που απαιτείται από το Σύνταγμα, ώστε το αποτέλεσμά του να θεωρηθεί έγκυρο. Συνεπώς, η συμφωνία των Πρεσπών δεν εγκρίθηκε, ούτε όμως και απορρίφθηκε. Η διενέργεια δημοψηφίσματος ήταν προαιρετική, η δε κύρωση της συμφωνίας προβλέπεται από τα κοινοβούλια των δύο χωρών. Άρα ο ισχυρισμός πως το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ακυρώνει την συμφωνία (Καμμένος) είναι αβάσιμος.

Ας δούμε τώρα την πολιτική πλευρά:

Η συμμετοχή δεν ήταν όσο χαμηλή φαίνεται. Οι εκλογικοί κατάλογοι είναι παλιοί και πολλοί εγγεγραμμένοι έχουν αποβιώσει ή έχουν μεταναστεύσει. Υπολογίζεται πως από τους 1.800.000 εγγεγραμμένους, μόλις οι 1.200.000 ζουν σήμερα στη χώρα. Και τα 609.000 «ναι» είναι αισθητά περισσότερα από τις ψήφους που συγκέντρωσαν οι νικητές σε όλες τις προηγούμενες εκλογές και δημοψηφίσματα. Είναι και περίπου 85.000 περισσότερα από τις ψήφους των κομμάτων του συνασπισμού υπό τον Ζάεφ στις τελευταίες εκλογές.

Από την άλλη πλευρά, το 91% δεν είναι βέβαια μέτρο της αποδοχής της συμφωνίας, με δεδομένο πως η αντιπολίτευση κάλεσε σε αποχή. Οι σχετικές θριαμβολογίες αξιωματούχων ΝΑΤΟ και Ε.Ε. υποτιμούν τη νοημοσύνη του κόσμου. Ένας πρόχειρος υπολογισμός δείχνει πως το «ναι» πρέπει να είναι λίγο πάνω από το50% επί των πραγματικών εγγεγραμμένων, ενώ η πολιτική αντίρρηση στη συμφωνία («όχι» + πολιτική αποχή) είναι ίσως της τάξης του 35%. Πρόκειται δηλαδή για μια νίκη μεν του «ναι», αλλά με μεγάλο ποσοστό πολιτών να είναι αντίθετοι. Αν μάλιστα ο αριθμός των πραγματικών εγγεγραμμένων είναι υψηλότερος του 1.200.000, δεν αποκλείεται να είχαμε και «ισοπαλία». Σημειωτέον δε πως το ερώτημα δεν ήταν ευθέως για την αλλαγή του ονόματος, ούτε καν για τη συμφωνία των Πρεσπών «σκέτη», αλλά για την ένταξη σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ μέσω της συμφωνίας των Πρεσπών. Και γνωρίζουμε πως οι πολίτες της γείτονος τάσσονται συντριπτικά υπέρ της ένταξης στους δύο οργανισμούς.

Σε τι οφείλεται, λοιπόν, η αντίθεση σημαντικού μέρους του εκλογικού σώματος στη συμφωνία των Πρεσπών;

Καταρχάς, ας μην υποτιμάμε τι σημαίνει να σου επιβάλουν τρίτοι να αλλάξεις το όνομα της πατρίδας σου, όνομα με το οποίο γεννήθηκες και έζησες, εσύ και οι γονείς σου. Εξάλλου, ακόμη και οι μετριοπαθέστεροι των γειτόνων μας δεν είναι εύκολο να ξεχάσουν τις ύβρεις, τις προσβολές και τις εχθρικές ενέργειες που υποβλήθηκαν επί δεκαετίες από την Ελλάδα. Και η συμφωνία, βέβαια, δεν «τα έδωσε όλα στους Σκοπιανούς». Αντίθετα, πρόκειται για έναν συμβιβασμό που επιτεύχθηκε κάτω από έναν συσχετισμό δυνάμεων και με ισχυρές διεθνείς πιέσεις που -και τα δύο- δεν ευνοούσαν τα Σκόπια. Η συμφωνία, βέβαια, δεν ταπεινώνει την άλλη πλευρά και διατηρεί τα βασικά στοιχεία της ταυτότητάς της, γι’ αυτό και κατέστη δυνατή. Όμως, η λογική που υπαγορεύει το συμβιβασμό δεν είναι πάντα εύκολη.

Ο εθνικισμός στη γείτονα, παρά την πρόσφατη ανατροπή του Γκρούεφσκι, παραμένει ισχυρός. Θα ήταν παράδοξο να συνέβαινε το αντίθετο, με το σημερινό κλίμα στην Ευρώπη και με τις αντίστοιχες κραυγές που ακούγονται από την Ελλάδα. Και, βέβαια, η ευθύνη μας στο φούντωμα του μακεδονικού εθνικισμού, με την ακραία πολιτική που ακολουθήσαμε τις τελευταίες δεκαετίες, δεν είναι μικρή.

Η πίεση των δυτικών χωρών και οργανισμών υπέρ του «ναι» υπήρξε φορτική, αλλά αμφιβόλου αποτελεσματικότητας. Η αξιοπιστία των Δυτικών έχει κλονιστεί. Το Παρίσι, που απείλησε τους διαφωνούντες με «Βόρεια Κορέα», είναι αυτό που μόλις τον Ιούνιο πρόβαλε βέτο στην έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε. Και, βέβαια, οι παρεμβάσεις και οι απειλές, όταν ξεπερνούν κάποιο όριο, θίγουν την αξιοπρέπεια των πολιτών και γίνονται μπούμερανγκ, όπως καλά γνωρίζουμε και εμείς.

Η Ρωσία και η Τουρκία άσκησαν προπαγάνδα κατά της συμφωνίας. Όμως, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς ορισμένων γερακιών στη Δύση, όλοι οι σοβαροί παρατηρητές -και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Ζάεφ- εκτιμούν πως ο ρωσικός παράγοντας στο δημοψήφισμα ήταν αμελητέος. Εξάλλου, αποσπασματικά στοιχεία για τη συμπεριφορά των Τούρκων ψηφοφόρων δεν επιβεβαιώνουν μια ουσιαστική συμβολή της Άγκυρας στη χαμηλή συμμετοχή.

Είχε εκτιμηθεί πως οι Αλβανοί, που αποτελούν το 1/4 περίπου του πληθυσμού, θα ψήφιζαν συντριπτικά υπέρ της συμφωνίας, καθώς το όνομα τους αφήνει αδιάφορους, ενώ επιθυμούν σφόδρα την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Αυτό δεν φαίνεται να επαληθεύτηκε. Στους δήμους με μεγάλη παρουσία Αλβανών η συμμετοχή ήταν συνολικά μόνο ελαφρά υψηλότερη από τον εθνικό μέσο όρο. Αυτό ίσως εν μέρει οφείλεται στο υψηλότερο ποσοστό μετανάστευσης των Αλβανών, μάλλον όμως έχει και πολιτικά αίτια, όπως την αντίθεση μικρών αλβανικών κομμάτων στην κυβέρνηση ή στο αλβανικό κόμμα που συμμετέχει στην κυβέρνηση, ή και στρατηγικές του αλβανικού αλυτρωτισμού.

Από τα παραπάνω, μπορούν να συναχθούν μερικά συμπεράσματα:

Με το δημοψήφισμα, η διαδικασία έγκρισης της συμφωνίας των Πρεσπών περιπλέκεται στη γείτονα. Ο Ζάεφ επιδιώκει να βρει έναν αριθμό βουλευτών της αντιπολίτευσης για να εξασφαλίσει την αναγκαία πλειοψηφία 2/3 για τις συνταγματικές αλλαγές. Αν δεν το κατορθώσει, θα προσφύγει στις κάλπες. Και, στην περίπτωση εκλογών, το πιθανότερο είναι η επικράτηση των υποστηρικτών της συμφωνίας, όμως δεν είναι βέβαιη η επίτευξη της αναγκαίας ενισχυμένης πλειοψηφίας στη νέα Βουλή.

Οι εταίροι και σύμμαχοι θα ήταν καλό, κατά τη γνώμη μου, να εγκαταλείψουν τη φορτική προπαγάνδα, τη διαστρέβλωση των γεγονότων, την εκστρατεία εκφοβισμού και την αντιρωσική συνωμοσιολογία. Φάνηκε πως, όπως αλλού έτσι και στη γείτονα, αυτά δεν πιάνουν. Θα ήταν πιο χρήσιμο να φροντίσουν να αποκαταστήσουν την αξιοπιστία των υποσχέσεών τους για ευρωπαϊκή προοπτική της γείτονος σε εύλογο χρονικό ορίζοντα. Πολύ φοβάμαι, όμως, πως δεν διδάχτηκαν από την εμπειρία τους στο δημοψήφισμα.

Αν στην Ελλάδα υπάρχουν ακόμη κάποιοι που ειλικρινά πιστεύουν πως η συμφωνία των Πρεσπών είναι ετεροβαρής σε βάρος μας, τα όσα συμβαίνουν στη γείτονα θα πρέπει να τους συνεφέρουν. Το ίδιο και όσους πιστεύουν πως είναι εφικτή μια καλύτερη για μας συμφωνία. Όσοι δε, προτιμούν τη «μη συμφωνία», ας προσέξουν τις εξελίξεις στα Βαλκάνια, ας κατανοήσουν γιατί οι πάντες συνωστίζονται στα Σκόπια για να πετύχουν λύσεις σύμφωνα με τα συμφέροντά τους και ας αναλογιστούν τις συνέπειες και για μας μιας αποσταθεροποίησης στην περιοχή, με ανοικτό και το μακεδονικό.

Με δεδομένα το εύθραυστο της γειτονικής χώρας και τους έντονους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς στην περιοχή, η στάση Ν.Δ. και ΚΙΝ.ΑΛΛ. που υπαγορεύεται από εσωκομματικές ισορροπίες μόνο ως τυχοδιωκτισμός μπορεί να χαρακτηριστεί. Αρκεί να σκεφτούμε τη θέση της χώρας μας αν, μετά από όλα όσα συμβαίνουν στα Σκόπια, η συμφωνία εγκριθεί τελικά εκεί, αλλά απορριφθεί από εμάς. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ίσως ελπίζει πως η συμφωνία θα εγκριθεί χωρίς τις ψήφους της Ν.Δ., οπότε «ούτε γάτα, ούτε ζημιά». Έτσι, όμως, υποτιμά τις επικίνδυνες επιπτώσεις που υπάρχουν όταν η αξιωματική αντιπολίτευση πρωτοστατεί στη διάδοση του δηλητηρίου του εθνικισμού (με τελευταίο δείγμα τις εμπρηστικές δηλώσεις Σαμαρά). Αν αυτό αποτελεί ευρωπαϊκή συμπεριφορά, οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους.

Όσον αφορά το ΚΙΝ.ΑΛΛ., αρκεί νομίζω το σχόλιο του Σταύρου Θεοδωράκη: «...Είναι αστείοι όσοι χειροκροτούν ταυτοχρόνως και αυτούς που πολεμάνε τη λύση στην Ελλάδα και αυτούς που πολεμάνε τη λύση στη FYROM. Δεν μπορεί να είσαι και με τα συλλαλητήρια του Συντάγματος και με τα συλλαλητήρια των εθνικιστών στα Σκόπια. Είναι διχασμός προσωπικότητας». Έλεος!

Η ελληνική κυβέρνηση έχει ακολουθήσει υπεύθυνη και θαρραλέα στάση στο μακεδονικό. Θέλω να πιστεύω πως, ανεξάρτητα από τις όποιες μανούβρες της αντιπολίτευσης και του Πάνου Καμμένου (που στις ΗΠΑ ξεπέρασε πια κάθε όριο του ανεκτού ως μέλος της κυβέρνησης), θα προχωρήσει στη γρήγορη επικύρωση της συμφωνίας, εφόσον έρθει η σειρά μας, χωρίς «παιγνίδια» σε ένα τόσο κρίσιμο θέμα, όπως επανειλημμένα έχουν δηλώσει πρωθυπουργός και υπουργός εξωτερικών. Φαίνεται δε πως υπάρχει μια έστω και οριακή πλειοψηφία στη Βουλή. Τέλος, είναι νομίζω αυτονόητο πού πρέπει να σταθούμε όσοι πολίτες δηλώνουμε προοδευτικοί, φιλοευρωπαίοι και αντι-εθνικιστές.

* Διδάσκων στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL