Live τώρα    
20°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
20 °C
17.1°C20.4°C
2 BF 69%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αραιές νεφώσεις
12 °C
10.8°C13.3°C
1 BF 89%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
18 °C
17.1°C19.8°C
6 BF 76%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
25 °C
22.7°C25.8°C
4 BF 39%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
13 °C
13.4°C13.5°C
1 BF 92%
Η Αριστερά και η οργάνωση της πολιτικής
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η Αριστερά και η οργάνωση της πολιτικής

Του Στάθη Λουκά

Η Αριστερά πολύ περισσότερο από τη Δεξιά υποφέρει από την υποβάθμιση και κρίση της μορφής του κόμματος. Γιατί σε μια φάση όπως αυτή -χωρίς ορατή ή ευδιάκριτη προοπτική διεξόδου- η Αριστερά πολύ περισσότερο από τη Δεξιά έχει ανάγκη από την οργάνωση της πολιτικής στον χώρο και τα προβλήματα. Κι όχι, βέβαια, μόνο γιατί ιστορικά η αριστερά υπήρξε πρωτοπόρος σ’ αυτή την κατεύθυνση.

Χωρίς διαρθρωμένο κόμμα δεν παράγεται, δεν υπάρχει, για την Αριστερά, προoπτικά ριζωμένη πολιτική. Ενδεικτικό παράδειγμα, κατά κάποιον τρόπο, από αυτήν τη σκοπιά, η ήττα του κόμματος του Ρέντζι. Ενός αρχηγικού κόμματος, δηλαδή, που δεν κατανόησε την «αναγκαιότητα οργάνωσης πολιτικής στον χώρο και τα προβλήματα», όπως προκύπτει όχι μόνο από επιφανείς αναλύσεις, αλλά και από τις καθημερινές συνεντεύξεις «κόσμου» της Αριστεράς στην εφημερίδα «Repubblica», επί ένα μήνα μετά τις 4 Μαρτίου.

Έχουμε δει ποιος είναι «ο καινούργιος» τρόπος «που παράγεται η πολιτική». Ιδίως μετά την εμφάνιση μιας συγκεκριμένης ΤV, εδώ και 30 χρόνια, που αφαίρεσε τον δημόσιο χώρο από την οργάνωση της πολιτικής. Αν δε τα κόμματα -και δη της Αριστεράς- αφεθούν παθητικά σ’ αυτήν τη διαδικασία, καταλαμβάνουν τον χώρο οι δημοσιογράφοι, τα «παράθυρα», οι επικοινωνιολόγοι, οι χρηματιστές, τα σαλόνια. Μια συγκεκριμένη δραστήρια πλευρά της κοινωνίας των πολιτών, συγκεκριμένων επιδιώξεων, δηλαδή, και όχι εκείνη η αδύναμη πλευρά των εθελοντών πολιτών -αν βέβαια δεν έχουν πια αποσυρθεί- των κομμάτων της Αριστεράς.

Για την Αριστερά η πολιτική του κόμματος κινούνταν μεταξύ των εργαζόμενων μαζών και του κράτους: δύο φιγούρες του περασμένου αιώνα σε κατάσταση κρίσης.

Το πρόβλημα που έχουμε μπροστά μας σήμερα δεν είναι να υπογραμμίσουμε την καταπληκτική αξία του κόμματος όσο το να αγωνιστούμε ενάντια στο πεπρωμένο παρακμής και κρίσης που θα συμπαρασύρει κάθε ιδέα της πολιτικής.

Εδώ μπαίνει μια θεωρητική ερώτηση. Το κόμμα πρέπει να αντιπροσωπεύσει απλά και σκέτα τις κοινωνικές του ομάδες (τις ανάγκες τους, τις ωθήσεις τους, τα συμφέροντά τους κ.λπ.) ή να προσανατολίσει, να επιλέξει, να αποφασίσει με βάση τη δική του ανάλυση της κοινωνίας και το δικό του πολιτικό σχέδιο;

Οι καλύτερες εμπειρίες των κομμάτων του εργατικού κινήματος της Ευρώπης συνδύασαν και τους δύο ρόλους, οξύνοντας πότε τον ένα ρόλο και πότε τον άλλο. Και αυτό στη βάση πολιτικών και οργανωτικών επιλογών, που πήγαζαν από τη βίωση της υπό εξέλιξη πραγματικότητας. Πράγμα που παρατηρήθηκε και στη σοσιαλδημοκρατική και στην ευρωκοκομμουνιστική (και τους προγόνους της) εμπειρία.

Μια παράδοση, αυτή, που πρέπει να την υπερβάλουμε και όχι να την αρνηθούμε, που πρέπει να την ξεπεράσουμε και όχι να την εγκαταλείψουμε. Πολύ δε περισσότερο πρέπει να ενεργήσουμε ώστε να απαντήσουμε στη σημερινή πραγματικότητα της αλλαγής ιστορικής εποχής, με όλες τις αντιφάσεις που τη χαρακτηρίζουν. Η σημερινή ιστορική φάση, που χαρακτηρίζεται από την ολοκληρωτική ηγεμονία της χρηματιστηριακής οικονομίας, σε παγκόσμιο επίπεδο, απαιτεί την επιδίωξη για δόμηση μιας αυτόνομης πολιτικής μορφής και κουλτούρας, που να είναι σε θέση να αντιπαρατεθεί με κριτική ένταση και υποκειμενικότητα.

Η διαφορά, σε σχέση με τον περασμένο αιώνα, είναι ότι η σημερινή κρίση φέρνει στην επιφάνεια μια κατάσταση που δεν γίνεται ανεκτή όχι μόνον από τη χειρωνακτική εργασία, των καινούργιων δημιουργικών μορφών εργασίας, όσο και από τα μεσαία στρώματα, που υπόκεινται σε περιορισμό των δικαιωμάτων τους. Αυτό από τη μια μεριά λόγω αποδυνάμωσης της δημοκρατίας -μια και η παγκοσμιοποίηση της παραγωγής αποδυνάμωσε τον συμβιβασμό μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου σε εθνικοτοπικό επίπεδο- και από την άλλη λόγω υποβάθμισης του ρόλου τους, σε συνέπεια των αλλαγών στο χώρο της εργασίας.

Το κλασικό τογιοτικό ή «μεταφορντικό» πρότυπο έχει συνέπεια -σε συνδυασμό με την παγκοσμιοποίηση και με άλλους παράγοντες- εκείνες τις βαθιές αλλαγές στις -βιομηχανικές και μη- παραγωγικές διαδικασίες, που περιορίζουν σημαντικά την εργασία, εξασθενίζουν τον ρόλο του συνδικάτου και έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις πολιτικές σχέσεις και στην οργάνωση της πολιτικής.

Στο «μεταφορντικό» πρότυπο η συνάντηση του κεφαλαίου (με ισχυρή τη χρηματιστηριακή ένταση) με τη σύγχρονη τεχνολογία δημιουργεί ένα ισχυρό αμάλγαμα. Μέσω του οποίου, από τη μια μεριά, συγκεντροποιείται η εξουσία ελέγχου της παραγωγής και η γνώση και από την άλλη αποκεντρώνονται «δικτυακά» οι παραγωγικές δομές συντροφιά με την ιδεολογία του «ευλύγιστου» εργοστασίου, την τμηματοποίηση και την προσωρινότητα της εργασίας. Επεκτείνεται δε αυτό το πρότυπο σε κάθε οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα.

Το πρόβλημα δεν είναι δύναμη αντιπολίτευσης ή δύναμη διακυβέρνησης. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι αυτή η αντίθεση μπορεί να αντιμετωπιστεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, από το επίπεδο της διακυβέρνησης σε συνδυασμό με το επίπεδο οργάνωσης της πολιτικής. Αλλά πρέπει κανείς να είναι προετοιμασμένος γι’ αυτό.

Επιστρέφει πάλι στην επιφάνεια το πρόβλημα της πολιτικής θέλησης: που πρέπει να επανεπιβεβαιωθεί μέσα από την αυτονομία της πολιτικής μας κουλτούρας, ικανή να κρίνει, να παρέμβει, να επιτεθεί. Μια κρίση της μορφής του κόμματος -που δεν λύνεται με Γραφείο του ηγέτη στη Θεσσαλονίκη- φέρνει σχεδόν πάντα μαζί της την πτώση της ποιότητας της πολιτικής. Και δεν πρέπει να μας φαίνεται παράξενο το ότι από αυτή την πτώση υποφέρει περισσότερο η Αριστερά.

Δεν μπαίνει σε συζήτηση η αναγκαιότητα, σε φάσεις σαν τη σημερινή, ενός πολιτικού και κοινωνικού συμβιβασμού. Όσο πιο μεγάλος είναι ο συμβιβασμός, τόσο πιο πολύ υπάρχει ανάγκη για τη μεγάλη πολιτική. Η Αριστερά δεν πρέπει να τραβηχτεί πίσω, μπροστά στο καθήκον να συμβάλει στη διακυβέρνηση των έκτακτων καταστάσεων. Αλλά σε αυτές τις καταστάσεις δεν πρέπει να αποποιηθεί το να εξασκήσει τον διακριτό της ρόλο, «του άρχοντα» που αποφασίζει.

Η Αριστερά πρέπει να προετοιμάζει ή να οργανώνει μια δύναμη διακυβέρνησης, σε θέση να παρουσιάσει ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο ή συμβιβασμό: είτε σε σχέση με τους αντικειμενικούς νόμους κίνησης της παραγωγής και τους αυτοματισμούς της αγοράς, είτε σε σχέση με τη συντεχνιακή κονιορτοποίηση των ομάδων συμφερόντων και των διαφόρων κοινωνικών ομάδων, είτε σε σχέση με την κονιορτοποίηση της εργατικής τάξης και την περιθωριοποίησή της. Είτε ακόμη σε σχέση με υπερεθνικούς περιορισμούς.

Η εξαρτημένη εργασία δεν εξαλείφθηκε, αλλά, με την τογιοτική οργάνωση της παραγωγής και τις παραφυάδες της, υπέστη οβιδιακή μεταμόρφωση με το ψευδώνυμο ένδυμα της αυτόνομης εργασίας. Τον τραγικό «σύντομο αιώνα» είχε δομήσει, γύρω στην εργατική τάξη, του φορντικού προτύπου, έναν από τους κεντρικούς άξονες της οργάνωσης της πολιτικής της. Σήμερα, που η υλική απόσταση μεταξύ των εργαζομένων «του χεριού» και «της σκέψης» έχει ελαχιστοποιηθεί, πρέπει να οργανώσει ένα πολιτικό κίνημα που να έχει αυτή τη σύγκλιση κινητήριο άξονα.

Μια πολιτική που δεν τρέφεται με μια ριζοσπαστική ανάλυση δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει καμιά διαδικασία μετασχηματισμών σε βάθος.

Όμως μια πολιτική που μεταφέρει άμεσα -χωρίς διάκριση ρόλων και σφαιρών- αυτή τη ριζοσπαστικότητα στις συμπεριφορές της διατρέχει συγκεκριμένα τους κινδύνους του σεχταρισμού, του δογματισμού και του εξτρεμισμού.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL