Live τώρα    
24°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
24 °C
21.7°C26.3°C
2 BF 38%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
23 °C
20.6°C24.9°C
3 BF 38%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
19 °C
19.4°C24.3°C
2 BF 55%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
20.4°C21.6°C
2 BF 64%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
22 °C
21.9°C23.5°C
0 BF 37%
ΤΡΑΜΠ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΜΕΡΚΕΛ / Ο επιχειρηματίας εναντίον της μάνατζερ εξαγωγής παγκόσμιων πρωταθλητών
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

ΤΡΑΜΠ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΜΕΡΚΕΛ / Ο επιχειρηματίας εναντίον της μάνατζερ εξαγωγής παγκόσμιων πρωταθλητών

Η Γερμανία και η Κίνα αποτελούν τις δύο χώρες - στόχους της νέας διοίκησης Τραμπ, λόγω των υψηλών εμπορικών πλεονασμάτων που παρουσιάζουν. Παρά τα όσα λέγονται, έχω την άποψη ότι η διοίκηση Τραμπ θα επιχειρήσει να «στριμώξει» τη Γερμανία πρωτίστως διότι προφανώς είναι πιο εύκολος αντίπαλος από την Κίνα. Ίσως να γίνουμε μάρτυρες όξυνσης του οικονομικού ανταγωνισμού μεταξύ των δύο χωρών, κάτι που θυμίζει, κατά κάποιον τρόπο, τη σκληρή στάση απέναντι στην Ιαπωνία (κυβέρνηση Miyazawa) της διοίκησης Κλίντον στη συνάντηση κορυφής του Τόκιο το καλοκαίρι του 1993.

Μεταξύ των αμερικανικών απαιτήσεων, που όλως παραδόξως είχαν ενσωματωθεί στο προτεινόμενο πλαίσιο για μια νέα οικονομική εταιρική σχέση ΗΠΑ - Ιαπωνίας, περιλαμβάνονταν οικονομικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα μείωναν σημαντικά το εμπορικό πλεόνασμα της Ιαπωνίας και θα αύξαναν τις εισαγωγές αμερικανικών μεταποιητικών αγαθών. Βεβαίως η οικονομική κατάσταση της Γερμανίας σήμερα δεν έχει καμία σχέση με την αντίστοιχη της Ιαπωνίας τη δεκαετία του 1990. Παρ’ όλα αυτά έχω την άποψη πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να επιχειρηθεί κάτι παρόμοιο.

Πρώτον, ο Τραμπ έχει καταστήσει σαφές ότι βλέπει τον κόσμο υπό το πρίσμα της οικονομίας. Εξελέγη με την υπόσχεση ότι θα διοικούσε τις ΗΠΑ σαν μια επιχείρηση. Επιτίθεται συχνά στην παγκοσμιοποίηση και στο ελεύθερο εμπόριο, δήλωσε ότι θα επαναδιαπραγματευτεί τη NAFTA και ήδη έχει βάλει τέλος στις διαπραγματεύσεις για την ΤΡΡ και την ΤΤΙΡ.

Για τη Γερμανία αυτό είναι εξαιρετικά προβληματικό. Η Γερμανία είναι χώρα "εξαγωγής παγκόσμιων πρωταθλητών”. Για χρόνια το οικονομικό μοντέλο της Γερμανίας έχει στηριχθεί στις εταιρείες που εξάγουν περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες στο εξωτερικό από αυτά που εισάγει η χώρα -η Γερμανία έχει εμπορικό πλεόνασμα 20 δισ. δολαρίων ανά μήνα με τον υπόλοιπο κόσμο, εκ των οποίων τα 6 δισ. δολάρια είναι με τις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ, από την άλλη πλευρά, έχουν το μεγαλύτερο εμπορικό έλλειμμα -το 2016 αυτό ανερχόταν σε 500 δισ. δολάρια.

Ο Τραμπ, στη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άν. Μέρκελ στην τελευταία επίσκεψή της στην Ουάσιγκτον, δήλωσε: "Θα έλεγα πως οι διαπραγματευτές της Γερμανίας έχουν κάνει καλύτερη δουλειά από αυτούς των ΗΠΑ. Αλλά ας ελπίσουμε ότι μπορούμε να το ισορροπήσουμε. Δεν θέλουμε νίκη, θέλουμε δικαιοσύνη. Το μόνο που θέλω είναι δικαιοσύνη”.

Εκτός από την άγνοια -η Γερμανία δεν έχει καμία εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ και, εάν είχε, δεν θα διαπραγματευόταν με Γερμανούς, αλλά με διαπραγματευτές της Ε.Ε.- η δήλωση του Τραμπ αποκαλύπτει την άποψή του ότι η Γερμανία επωφελείται δυσανάλογα από το παγκόσμιο ελεύθερο εμπόριο, μια θέση που μοιράζεται με την Κίνα.

Θέλει να "εξισορροπήσει” αυτή τη σχέση κυρίως μέσω της επιβολής ενός "φόρου προσαρμογής συνόρων” επιβάλλοντας κυρώσεις σε κάθε επιχείρηση που δεν παράγει στις ΗΠΑ. Αυτοί οι φόροι δεν είναι ακόμη σε ισχύ -αλλά οι ΗΠΑ ήδη επιβάλλουν πρόστιμα, όπως εναντίον της Salzgitter: από τις 30 Μαρτίου η δεύτερη μεγαλύτερη γερμανική εταιρεία παραγωγής χάλυβα έχει υποχρεωθεί να πληρώσει 22,9% δασμούς για υποτιθέμενες πρακτικές ντάμπινγκ.

Τέλος, οι "δεξιές” ιδεολογίες του περιβάλλοντος Τραμπ εκδιώκουν τη Γερμανία για την προσφυγική πολιτική της. Ο Τραμπ, στην περίφημη συνέντευξη σε Bild - Zeitung, επανέλαβε τον ισχυρισμό υποστηρίζοντας πως η Άν. Μέρκελ είχε κάνει ένα "καταστροφικό λάθος αφήνοντας όλους αυτούς τους παράνομους στη χώρα”.

Υπάρχει περαιτέρω αμερικανογερμανική διαφωνία για τους διεθνείς οργανισμούς. Για τη Γερμανία τα Ηνωμένα Έθνη, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου και η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι στοιχεία ενός διεθνούς συστήματος που εγγυάται ισότητα και δικαιοσύνη για όλα τα κράτη. Η κυβέρνηση Τραμπ -για μια φορά σύμφωνη με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα- πιστεύει πως οι διεθνείς οργανισμοί προσπαθούν να αποδυναμώσουν τις ΗΠΑ και να δώσουν στις ασθενείς χώρες την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν τις ΗΠΑ.

Τέλος, κάποια τμήματα της κυβέρνησης Τραμπ αντιπαθούν τη γερμανική Mittelstand. Στον Τραμπ αρέσει να περιβάλλεται από επιχειρηματίες της Sillicon Valley (τουλάχιστον από εκείνους που δεν τον αντιπαθούν ενεργά): ο ιδρυτής της PayPal είναι στο στρατόπεδο του Τραμπ. Ο Elon Musk, ο CEO της Tesla, αυτός που θέλει να στέλνει τουρίστες στον Άρη, είναι σύμβουλός του. Άλλοι τον στηρίζουν από ανάγκη. Πρόκειται για τη "δημιουργική καταστροφή” του Σούμπετερ -το παλιό χρειάζεται να καταστραφεί έτσι ώστε να ανθήσει το νέο. Είναι υπέρ της ανάληψης κινδύνων και των μεγάλων περιθωρίων κέρδους.

Η γερμανική προσέγγιση, από την άλλη πλευρά, αφορά τη διάρκεια. Είναι προσεκτική, σκόπιμη και βασίζεται στην αρχή της επιφυλακτικότητας. Για τους συμβούλους της Sillicon Valley στην ομάδα του Τραμπ αυτό είναι σαν τη διάδοση του κομμουνισμού στη διάρκεια της εποχής Μακάρθι.

Πολλοί στο Βερολίνο σήμερα συνεχίζουν να ελπίζουν ότι θα κυριαρχήσουν οι πιο φιλελεύθερες δυνάμεις στο υπουργικό συμβούλιο του Τραμπ. Και πάλι παραμένει μεγάλο ρίσκο διότι οι γερμανοαμερικανικές σχέσεις οδηγούνται σε χαμηλό σημείο. Είναι ώρα για το γερμανικό πολιτικό σύστημα να αναγνωρίσει αυτόν τον κίνδυνο.

Στη ζυγαριά οι οικονομίες

Για τον πρόεδρο Τραμπ το μέγεθος που δείχνει την οικονομική δύναμη των χωρών είναι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Αν είναι πλεονασματικό, η οικονομία της χώρας είναι δυνατή, αν όχι, είναι αδύνατη. Φυσικά αυτή η αντίληψη δεν έχει, ουσιαστικά, κανένα οικονομικό νόημα. Παραπέμπει στις ιδέες του μερκαντιλισμού, ο οποίος κυριαρχούσε πριν από δύο αιώνες. Σύμφωνα με τα κριτήρια που έχει υιοθετήσει η συγκεκριμένη θεωρία, η Γερμανία αποτελεί τη δυνατότερη οικονομία στον πλανήτη διότι διαθέτει το υψηλότερο πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Το 2016 η Γερμανία είχε πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών περίπου 270 δισ. ευρώ ή 8,6% του ΑΕΠ προκαλώντας την οργή του Προέδρου Τραμπ. Παράλληλα το ετήσιο διμερές πλεόνασμα της Γερμανίας με τις ΗΠΑ ανέρχεται στο ύψος των 65 δισ. ευρώ.

Θα πρέπει στο σημείο αυτό να σημειώσουμε τα παρακάτω: δεδομένου ότι η Γερμανία είναι μέλος της Ευρωζώνης, και εκεί υπάρχει η ΕΚΤ, δεν μπορεί να προβαίνει σε χειραγώγηση του ευρώ, όπως υπονοούν οι κύκλοι της προεδρίας Τραμπ. Επίσης η γερμανική οικονομία είναι ανοικτή στις αμερικανικές εισαγωγές σύμφωνα με το πλαίσιο συμφωνιών που έχουν θεσμοθετηθεί μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ. Όλες οι εμπορικές σχέσεις Γερμανίας και ΗΠΑ, δηλαδή, διέπονται από τις υπερκείμενες συμφωνίες Ε.Ε. - ΗΠΑ.

Πρόκειται για διαφορετικό πλαίσιο λειτουργίας των εμπορικών σχέσεων σε σχέση με αυτό που ισχύει για την Κίνα ή που ίσχυε τη δεκαετία του 1990 με την Ιαπωνία. Όμως όλα αυτά φαίνεται πως είναι σε γνώση του Προέδρου Τραμπ και των συνεργατών του.

Οι Γερμανοί αποταμιεύουν για τα γεράματά τους...

Αν πραγματικά θέλουμε να εξηγήσουμε τα υψηλά εξωτερικά πλεονάσματα της γερμανικής οικονομίας, δεν θα πρέπει να αναζητήσουμε τις αιτίες στη χειραγώγηση του ευρώ ούτε στα εμπόδια που υπάρχουν στις εισαγωγές, αλλά θα πρέπει να στραφούμε στο ότι η Γερμανία αποταμιεύει πολύ περισσότερο απ’ όσο επενδύει. Γνωρίζουμε από τη βασική μακροοικονομική ταυτότητα ότι το πλεόνασμα (έλλειμμα) του εξωτερικού ισοζυγίου είναι ίσο με το αλγεβρικό άθροισμα των αποταμιεύσεων με τις επενδύσεις.

Με σύμβολα: S-I = X-M.

Όπου S = αποταμιεύσεις, I = επενδύσεις, X = εξαγωγές, M = εισαγωγές.

Δηλαδή η Γερμανία, ως χώρα, δαπανά πολύ λιγότερα από όσα παράγει. Η διαφορά αναγκαία εκφράζεται σε αύξηση των καθαρών εξαγωγών.

Το υψηλό ποσοστό αποταμίευσης, σύμφωνα με τη γερμανική άποψη, αποτελεί επιλογή της γερμανικής κυβέρνησης και της κοινωνίας προκειμένου να αντιμετωπιστεί το μελλοντικό συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό πρόβλημα του ταχύτατα γηράσκοντος γερμανικού πληθυσμού. Πρόκειται, δηλαδή, για συγκεκριμένη επιλογή συσσώρευσης αποταμίευσης για την αντιμετώπιση των μελλοντικών συνταξιοδοτικών απαιτήσεων. Συσσωρεύουν περιουσιακά στοιχεία τώρα, για να τα δαπανήσουν αργότερα, όταν το ποσοστό του πληθυσμού που θα βρίσκεται σε ηλικίες συνταξιοδότησης θα είναι σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από τα σημερινά.

Υπάρχει μια εγγενής συμπεριφορά του γερμανικού πληθυσμού προς την αποταμίευση, η οποία πιθανότατα εδράζεται στη γνωστή σε όλους μας προτεσταντική αντίληψη, συμπεριφορά που επιβεβαιώνεται ιστορικά, ανεξάρτητα από την κατάσταση στην οποία βρισκόταν η γερμανική οικονομία. Το εγγενές αυτό χαρακτηριστικό του γερμανικού λαού δρα, υπό μια έννοια, αντίρροπα σε σειρά από μακροοικονομικά μέτρα που έχουν προταθεί ή προτείνονται ακόμη και σήμερα, όπως π.χ. η ανατίμηση της ισοτιμίας του νομίσματος.

Βεβαίως, η ανατίμηση της αξίας του νομίσματος είναι περισσότερο πιθανό να δράσει ανασταλτικά για τις επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου σε διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και να αυξήσει τις επενδύσεις σε μη διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, όπως οι υπηρεσίες, αλλά το αποτέλεσμα δεν θα είναι το αναμενόμενο. Το κίνητρο του γερμανικού λαού για αποταμίευση θα εξακολουθεί να λειτουργεί.

Επομένως, αντί να υποστηρίζονται μέτρα που σχετίζονται με την ισοτιμία του ευρώ, όπως πράττει ο Πρόεδρος Τραμπ, θα είναι αποτελεσματικότερο η επέμβαση να κατευθυνθεί ευθέως στα μεγέθη της αποταμίευσης και της επένδυσης. Τα δύο μεγάλα γερμανικά κόμματα, ενόψει των προσεχών εκλογών, προτείνουν δύο διαφορετικές επιλογές. Η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση της καγκελαρίου Μέρκελ προτείνει μείωση των φόρων. Η πρόταση αυτή στηρίζεται στο γεγονός ότι η γερμανική κυβέρνηση είναι ένας ισχυρότατος καθαρός αποταμιευτής. Το 2016 το πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε στο επίπεδο ρεκόρ των 23,7 δισ. ευρώ.

Το πρόβλημα με αυτή την πρόταση είναι ότι δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι τα συνηθισμένα στην αποταμίευση γερμανικά νοικοκυριά θα αρχίσουν να δαπανούν το επιπλέον διαθέσιμο εισόδημα. Η μείωση της φορολογίας για τις επιχειρήσεις πιθανώς να έχει καλύτερα αποτελέσματα ως προς τη δαπάνη, αλλά αυτό είναι δύσκολο να υποστηριχτεί πολιτικά σε μια χώρα όπου το μερίδιο της εργασίας στο ΑΕΠ συνεχώς μειώνεται.

Οι Σοσιαλδημοκράτες του Μάρτιν Σουλτς, από την άλλη μεριά, είναι υπέρ της αύξησης της δημόσιας δαπάνης, με επενδύσεις κυρίως στις υποδομές. Στο σημερινό ευρωπαϊκό περιβάλλον των σχεδόν μηδενικών επιτοκίων η συγκεκριμένη πρόταση φαίνεται ικανοποιητική και μπορεί να διευκολύνει και τις ιδιωτικές επενδύσεις. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι η σημερινή Γερμανία έχει μεγάλη ανάγκη από επενδύσεις στον τομέα της υγείας, της εκπαίδευσης των επικοινωνιών και των μεταφορών.

Επίσης είναι γνωστό ότι οι δαπάνες στις υποδομές και τις δημόσιες υπηρεσίες είναι μη διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και οι δαπάνες σε τέτοιου είδους αγαθά μπορεί να αυξήσουν τις εισαγωγές για αγαθά που είναι διεθνώς εμπορεύσιμα.

Η μείωση του σημαντικού πλεονάσματος του γερμανικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα έχει προφανώς ευεργετικά αποτελέσματα για τις χώρες της Ευρωζώνης, αλλά και γενικώς για την παγκόσμια οικονομία.

Στοχευμένες δημόσιες επενδύσεις, στις υποδομές, στην υγεία και στην εκπαίδευση θα βελτιώσουν τα στάνταρ της ευημερίας του γερμανικού λαού. Μπορούν να αυξήσουν την παραγωγικότητα και να μειώσουν τις υπάρχουσες κοινωνικές ανισότητες.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL