Live τώρα    
21°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
19.7°C22.6°C
3 BF 63%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ασθενής ομίχλη
16 °C
14.6°C17.3°C
2 BF 86%
ΠΑΤΡΑ
Αυξημένες νεφώσεις
20 °C
18.8°C20.0°C
5 BF 69%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
29 °C
27.2°C28.8°C
4 BF 28%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
17 °C
16.9°C19.1°C
4 BF 88%
Μαρτυρίες / Μαρτυρίες: Πώς δούλευε ο Κώστας Βάρναλης
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Μαρτυρίες / Μαρτυρίες: Πώς δούλευε ο Κώστας Βάρναλης

Ο Κ. Βάρναλης με τη σύζυγό του και τον Γ. Ρίτσο στα 15χρονα της ΕΔΑ (1966)

...Συντάκτης στην "Αυγή" ήταν και ο ποιητής Κώστας Βάρναλης, ο οποίος επί πολλά χρόνια, μετά το 1952, έγραφε το καθημερινό χρονογράφημα με τον γενικό τίτλο: «Λόγια που καίνε». Ο Γεράσιμος Σταύρου έδωσε μια ζωντανή εικόνα για το πώς δούλευε ο Βάρναλης στην εφημερίδα:

“Μεροκαματιάρης της πένας. Απ' τα ξημερώματα με τους πρώτους εργάτες ξεκινάει. Αν βρει κλειστή την πόρτα των γραφείων (της ‘Αυγής’) και αργεί να 'ρθει ακόμα ο πρωινός κλητήρας, δεν το 'χει τίποτα να μπει στην τύχη σ' ένα λεωφορείο, να πάει ώς το τέρμα και να γυρίσει.

Η μεγάλη του καλημέρα στον λαό μας: Το χρονογράφημά του. Στρώνεται στο γράψιμο σαν ν' αρχίζει μια χειρωνακτική εργασία. Βγάζει το σακάκι, ανασηκώνει τα μανίκια, απλώνει στο στήθος και στη μέση μια ποδιά, σαν τους καλφάδες στα τσαγκαράδικα, και πέφτει κυριολεκτικά με τα μούτρα πάνω στα χαρτιά του. Κάπου μια ντουζίνα καλοξυσμένα μολύβια έτοιμα προς δράσιν, θα σας απαντήσει πως δεν μπορεί αλλιώς να δουλέψει. Μόλις σπάσει ή λιώσει του ενός ή μύτη, αρπάζει τ' άλλο. Δεν μπορεί να σταματήσει. Είναι τα εργαλεία του δουλευτή που δεν τ' αφήνει να του παγώσουν τα χέρια. Έτσι κι ο σιδεράς έχει στη φωτιά τις αναμμένες σφήνες για να παίρνει τη μια όταν λιγοστεύει η κόκκινη φλόγα της άλλης. Με τον ίδιο τρόπο ο μπάρμπα - Κώστας μάς φτιάχνει τα ‘Λόγια που καίνε’. Α, εκείνα τα χειρόγραφα τι τραβάνε μαζί του. Αυτά, μάλιστα, θα τον νομίζουν έναν γέρο παράξενο. Και θα έχουν δίκιο. Δεν μουτζουρώνει ποτέ τη λέξη ή τη φράση που δεν του αρέσει για να προχωρήσει. Θα τη σβήσει με τη γομολάστιχα, να μην υπάρχει. Θα γράψει πάνω της την καινούργια - κι αυτό μπορεί να γίνει δύο και τρεις φορές, πέντε φορές. Ποτέ δεν αποφεύγει κάτι που τον ενοχλεί. Παλεύει ακούραστος με την έκφραση. Γι' αυτό είναι θριαμβευτής της...”.

Αυτό το πορτραίτο την ώρα της δουλειάς, την απόλυτη ευσυνειδησία και τον αγώνα για τη σωστή και ακριβή έκφραση, τα βρίσκει κανείς σε όλα τα "δημοσιογραφικά" κείμενα του Βάρναλη.

Στα 1951, ο Βάρναλης δούλευε στην εφημερίδα "Προοδευτικός Φιλελεύθερος" του Νίκου Ευαγγελόπουλου, που στήριξε την ΕΠΕΚ του Πλαστήρα. Στην ίδια εφημερίδα έγραφε σαν σχολιογράφος, αλλά και κινηματογραφικός κριτικός, ο Γιάννης Μαρής - Τσιριμώκος. Είχαν κι οι δύο τα γραφεία τους δίπλα και μοιράζονταν το ίδιο δωμάτιο. Ήταν στενοί φίλοι και η φιλία τους διήρκεσε πάντα το ίδιο θερμή μέχρι το τέλος της ζωής του ποιητή. Σ' ένα κείμενό του αφιερωμένο στον Βάρναλη, ο Μαρής θυμόταν:

«Είναι γνωστό σε ποια τελειότητα έφτασε ο ποιητής το εκφραστικό του όργανο - τη γλώσσα. Η δημοτική του Βάρναλη είναι μια τέλεια δημοτική. Κι όμως ήταν δημοσιογράφος στην πιο επαγγελματική έννοια του όρου. Παράλληλα προς τις στήλες μας, γράφαμε τότε και τα αναγνώσματα της εφημερίδας. Ο Βάρναλης έγραφε ένα καθημερινό ανάγνωσμα με ρωμαϊκή υπόθεση, Αίμα και όργια στις όχθες του Τίβερη. Υποτίθεται πώς θα 'πρεπε να 'ναι πρόχειρο δημοσιογραφικό κείμενο. Ήταν ένα μικρό καθημερινό αριστούργημα. Σοφό από την άποψη της μελέτης των λατινικών κειμένων και πηγών, συναρπαστικό σαν ανάγνωσμα, άψογο σαν λογοτέχνημα. Το ταλέντο, τη σοφία του, το κέφι και κυρίως το θαυμάσιο τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούσε τη γλώσσα τα έβαζε όλα με επιμονή και προσπάθεια στο 'εφήμερο' δημοσιογραφικό του κείμενο...".

Και ο Γιάννης Μαρής συνέχιζε: «Ο Βάρναλης ήταν κι έμεινε πάντοτε ένας ελεύθερος άνθρωπος. Ακολουθούσε μια ιδεολογία, αλλά, αντίθετα με τους άλλους ποιητές της παρατάξεώς του, δεν έγραψε ποτέ -τουλάχιστον απ' όσο ξέρω- έναν στίχο που να υμνεί κάποιον ισχυρό 'αρχηγό' της παρατάξεώς του. Τα φαινόμενα αυλικής υμνολογίας, που εξευτέλισαν άξιους ποιητάς και στην Ελλάδα και έξω, δεν συναντιούνται σε κανένα στίχο του Βάρναλη. Πίστευε -και το υποστήριζε- πως η Τέχνη είναι μια αυτόνομη κοινωνική λειτουργία. Πως δεν πρέπει να επιδιώκει παιδαγωγικούς ή άλλους σκοπούς. Πως κύριος σκοπός της είναι η πνευματική απόλαυση που προσφέρει. Αν η τέχνη του υπήρξε επαναστατική, είναι γιατί ο ίδιος ένιωθε έτσι, κι όχι γιατί την έβαλε στην υπηρεσία της ιδεολογίας του. Μου έλεγε:

- Τι να σου πω, μ' ευχαριστεί να γράφω εδώ (στον ‘Φιλελεύθερο’). Γιατί μπορώ να έχω σαν θέμα στο χρονογράφημά μου, για ένα ωραίο πρωινό, για ένα ωραίο κορίτσι, για μια αχτίδα του ήλιου που παίζει με το μελανοδοχείο μου, χωρίς αναγκαστικά όλα αυτά να έχουν σχέση με την... πάλη των τάξεων.

Διαφωνεί κανείς με την ιδεολογική παράταξη του Βάρναλη. Είναι όμως δύσκολο να αρνηθείς ότι στην επαναστατική ιδεολογία τον Βάρναλη τον οδήγησε η αγανάκτηση για έναν κόσμο που τον έβρισκε -και μήπως δεν είναι;- άδικο και η αγάπη του για τον άνθρωπο. Τραγούδησε την ιδέα στην οποία πίστεψε, αλλά ποτέ τα καθεστώτα (που διέψευσαν τις ελπίδες που η ιδέα γέννησε)".

Το παραπάνω κείμενο είναι απόσπασμα από το βιβλίο του Γιώργου Λεονταρίτη “Η δημοσιογραφία και η λογοτεχνία της Αριστεράς. Αναζητώντας τη χαμένη Αριστερά” (εκδόσεις Άγρα)

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL