Live τώρα    
21°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Σποραδικές νεφώσεις
21 °C
19.6°C22.3°C
3 BF 69%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ασθενής ομίχλη
15 °C
14.1°C16.6°C
2 BF 88%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
20 °C
18.8°C20.5°C
2 BF 69%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σκόνη
30 °C
24.4°C29.8°C
6 BF 21%
ΛΑΡΙΣΑ
Αυξημένες νεφώσεις
15 °C
14.9°C15.7°C
2 BF 94%
Η Αθήνα του Μένη Κουμανταρέα
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η Αθήνα του Μένη Κουμανταρέα

Της Μαρίας Λιλιμπάκη - Σπυροπούλου*

«Όμως πριν μείνουν μόνο τα δάκρυα της Μπέμπας στα ματόκλαδά της συλλογιέται ότι θα υπήρχαν ακόμη παιδιά που θ' αγαπούσαν, που θα πάσχιζαν να πάρει ένα νόημα αυτή η ζωή, να φύγει η νύχτα, να ξημερώσει. Απαλλαγμένοι από παλιές ιδέες και κληρονομικά βάρη, θα προσπαθούσαν να κερδίσουν τη ζωή, να πάρουν πίσω την παρτίδα, που άλλοι, πριν απ' αυτούς, είχαν χάσει»

Στο θεματικό αντικείμενο της χαρτογράφησης και σημασιολόγησης θέσεων της Αθήνας, η Βιοτεχνία υαλικών (1975, εκδ. Κέδρος) παρέχει μια ακόμα ανάγνωση, σε όσες έχουν επιχειρήσει οι αναλυτές του έργου, επικεντρώνοντας στην απεικόνιση και την ανθρωπογεωγραφία της πόλης. Η πόλη διαπλέκεται άρρηκτα με τα συμβάντα και τους χαρακτήρες. Τα αποφασιστικά γεγονότα στην ζωή της ηρωίδας (Μπέμπας) προσδιορίζονται στην Αθήνα όπου νεότατη μετοίκησε. Μια οικεία ιστορία ζωής, αντιπροσωπευτική της νεοελληνικής ιστορίας και λογοτεχνίας.

Αρχικά στο μυθιστόρημα προσδιορίζεται ο τόπος - επίκεντρο των δράσεων, ο περίγυρός του και οι συντεταγμένες του: το Γκάζι, η Ιερά οδός, η Πειραιώς και ταυτόχρονα το πριν -η λαχαναγορά- και οι σύγχρονες της αφήγησης μεταποιητικές μονάδες. O αστικός ιστός της Αθήνας προβάλλει σαν κύκλος με επίκεντρο τη Βιοτεχνία στο ισόγειο ενός δίπατου σπιτιού ως σημείο διεκπεραίωσης και μόνιμης επιστροφής.

Ο Κουμανταρέας δίνει με λόγο συμπυκνωμένο, την εικόνα και το περιβάλλον, το παρόν και το παρελθόν, το μικροκλίμα και την κυρίαρχη κλίμακα. Σκιαγραφεί το αστικό τοπίο και τις δομές, παραθέτει την ατμόσφαιρα, την εντύπωση, τη μνήμη. Η πρώτη "εκτόξευση" σε μια σκηνή του δράματος, γίνεται στην ταβέρνα, με πορεία σπονδυλωτή, τεθλασμένη, αντίθετη στην απομάκρυνση της ηρωίδας που διαγράφεται με πορεία ακτινωτή.

Σε ιδεατό διάγραμμα οι δύο κινήσεις διίστανται, ως προς τη μορφή, την επανάληψη, τη σημασία, τη μυστικότητα. Ωστόσο οι πορείες των ηρώων εμπνέουν οικειότητα και αναγνωσιμότητα, καθιστώντας μας συνοδοιπόρους. Η βιοτεχνία, χώρος αρχικά ελπιδοφόρος, προσωποποιείται, έχει δική της πορεία. Η πρόσκαιρη αλλαγή της, η ευκαιριακή "ανάκαμψη" και η σταδιακή πτώση συνδέει τους μοναχικούς ήρωες, τους επαναφέρει στο κοινό παρελθόν, δίνει νότα βαθιά συναισθηματική.

To πλάνο της ανακατασκευής προβάλλει χωρίς ενδοιασμό, χωρίς οίκτο. Οι χρήστες εξοβελίζονται με την κατεδάφιση στο όραμα της "ανάπτυξης". Και όταν η αρχική θέση της Βιοτεχνίας, συμβολή Ιεράς οδού και Πειραιώς, εκλείπει και γίνεται αχνό παρελθόν, οι σχέσεις διαλύονται και η ζωή εξακοντίζεται. Ο Μ. Κουμανταρέας περιγράφει το νέο κτήριο με ολοφάνερη μιζέρια σαν να προαναγγέλλει τη μελλοντική ατυχή κατάληξη.

Με ευκολία ο συγγραφέας περνά από τον ανοιχτό, δημόσιο χώρο της πόλης στον προσωπικό χώρο. Η ατομική και συλλογική ασφυξία εκφράζεται με το γύρο της ηρωίδας στα άδεια δωμάτια του σπιτιού της, στο νοικιασμένο "δυαράκι" στο Ρουφ και προπαντός στο τελευταίο της κατάλυμα, το εργαστήριο - κατοικία. Τα σημάδια της φθοράς βρίσκονται σε αντίλογο με το πρώτο της σπίτι και το πατρικό.

Εντοπίζονται κτήρια - σήματα στη ζωή των ανθρώπων και της πόλης, με κυρίαρχο το Γκάζι που «συνηγορώντας» εντυπωσιάζει στους ατμούς, χώρος με συμπυκνωμένο μόχθο και κοινωνικά φορτισμένο χαρακτήρα. Από την περιγραφή και την έμφαση στο συγκρότημα αποδεικνύεται η σημασία που δίνει ο συγγραφέας στο δομημένο περιβάλλον, στον πολλαπλά φορτισμένο χαρακτήρα του συγκροτήματος που το καθιστά τοπόσημο: "Τα βράδια στο Γκάζι ήταν κρύα και μοναχικά":

Τα βουνά της Αττικής, σε αντίστιξη με "ένα δάσος από μπετόν" και καυσαέρια, προβλέπουν τα χειρότερα. Η θάλασσα, ο θεσσαλικός κάμπος, τα ευκαιριακά μοτέλ ανταποκρίνονται σε κάθε ανάγκη, κίνηση, στάση.

Διακρίνονται κρίσιμα για το μυθιστόρημα σημεία, η βίλα του «λαμόγιου», νεόπλουτου σωτήρα, το εργοστάσιο πλαστικών, απρόσωπο όσο το νεωτερικό προϊόν του, τόπος διαπραγμάτευσης και απειλών. Ποικίλοι τόποι αναψυχής αλλάζουν κατά την ατμόσφαιρα. Στην περιφέρεια της πόλης, ο χώρος νοσηλείας, χωρίς δράση και συναισθηματικά φορτισμένος, ανταποκρίνεται στη χωροθέτηση της χρήσης.

Ο κύκλος διευρύνεται, με χωρικές προσεγγίσεις στην κυκλωτική περιοδεία στην επαρχία με τη μεταπολεμική φθορά και τη μελαγχολία. Σταθμοί είναι πόλεις με δυναμική, με χαρακτηριστικές συμπεριφορές και αντιθέσεις, όπως η Λάρισα που με τη ζέστη "τα βράδια στένευε".

Το μυθιστόρημα εισάγει την αστική θεματολογία στα έργα του συγγραφέα, με μυθοπλασία που διαδραματίζεται σε συγκεκριμένους και κατονομαζόμενους χώρους. Οι τόποι υποθάλπουν τον αγώνα για επιβίωση και δικαίωση σε μια πόλη που διατηρεί ελάχιστα υλικά σπαράγματα και μνήμες όσες ξεκινούν από την Κατοχή και συνδέονται με κοινωνικούς αγώνες εντασσόμενους σ' αντίστοιχα σημεία: στη Μακρόνησο, «στα υπόγεια της Ασφάλειας» ή «στους δρόμους με τα τρεχαλητά».

Με εύσχημο τρόπο, μέσω φωτογραφίας, αναδεικνύει μια παλιά όψη της Ομόνοιας με το ποικιλόμορφο πλήθος, καθιερώνοντας επίπεδα μνήμης στη σύγχρονη αστική φυσιογνωμία. Σε αντίστιξη η κοινωνία της πείνας, του μεροκάματου, του παρακράτους. Παρούσες οι πολλαπλές όψεις της πόλης, ενεργής και δραστήριας την ημέρα, με παράνομες δραστηριότητες τη νύχτα.

Ολοκληρώνοντας το έργο αντιμετωπίζεις το δίλημμα ποιος πραγματικά πρωταγωνιστεί: η Μπέμπα ή η Αθήνα, με τις εικόνες, τις θέσεις, τις δράσεις. Η εντύπωση που έχει σκιαγραφηθεί πλεονεκτεί σε περιγραφές και σε αναπαραστάσεις των περιοχών της πρωτεύουσας. Ξεκινώντας από την εντύπωση ενός κύκλου με κέντρο τη Βιοτεχνία, όπου οι επί μέρους δράσεις εξελίσσονται ως ομόκεντροι κύκλοι, η συνέχεια ακολουθεί ακτινωτές πορείες, άμεσες ή μακρινότερες στην ελληνική περιφέρεια, ως μεταβάσεις και αναμνήσεις.

Οι θέσεις και τα δρώμενα διαπλέκονται αναδεικνύοντας την εξέλιξη της ιστορίας και τα συναισθήματα, σ' έναν καμβά σημείων και τόπων όπου υφαίνεται και αντανακλάται η ιστορία των ηρώων. Ο καμβάς συναρτάται από αλληλοσχετιζόμενους και διαλεκτικούς τόπους στα επίπεδα κατοικίας - παραγωγής - περιφέρειας. Δεν πρόκειται για κάναβο, γιατί υστερεί σε κανονικότητα καθώς αφορά μια ασύμμετρη πόλη, με δυναμική από την κοινωνική ιστορία και τις δράσεις των ανθρώπων της.

Ο χώρος καθίσταται προσωπικός στις συνοικίες της Αθήνας, στους δρόμους της, στα σχήματα, στα τοπόσημα, στις μνήμες, στους αγώνες που ακυρώθηκαν, για να οδηγήσει σε σκέψεις και να καταλήξει σε ιδέες.

* Η Μαρία Λιλιμπάκη - Σπυροπούλου είναι δρ αρχιτέκτων - αρχαιολόγος

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL