Live τώρα    
24°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
24 °C
22.2°C26.3°C
2 BF 36%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
24 °C
22.3°C26.0°C
3 BF 36%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
20 °C
19.4°C24.8°C
2 BF 52%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
21 °C
20.8°C21.6°C
2 BF 63%
ΛΑΡΙΣΑ
Ελαφρές νεφώσεις
23 °C
22.9°C24.0°C
2 BF 38%
Με κλίμακες ματζόρε και λόγια ανατρεπτικά...
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Με κλίμακες ματζόρε και λόγια ανατρεπτικά...

Για όσους ενδιαφέρονται στ’ αλήθεια για τον Λουκιανό, πρέπει να πω ότι υπάρχει το σπουδαίο τεύχος 57 του «Μετρονόμου» που του είναι αφιερωμένο και όπου, εκτός από έξοχα κείμενα νεοτέρων μελετητών του έργου του, υπάρχει ένα εκτεταμένο αυτοβιογραφικό του αφήγημα καθώς κι ένα πραγματικό διαμάντι που έγραψε γι’ αυτόν ο πιστότερος μουσικός συνεργάτης του, ο πολυοργανίστας Ανδρέας Τσεκούρας.

Ξαναδιαβάζοντάς το το βράδυ του «μεγάλου αποχαιρετισμού» ένιωθα σαν να του μιλάω. Είχαμε μιλήσει φυσικά πολύ στο υπέροχο εργαστήρι του στο Μεταξουργείο, σε καμαρίνια, σε πρόβες, σε στούντιο και σε περιθώρια τηλεοπτικών γυρισμάτων, αλλά μ’ έναν τέτοιον άνθρωπο κάθε ερώτημα γεννάει άλλα δέκα, που όμως εκείνη την ώρα δεν τα ρωτάς, γιατί ξέρεις πως θα τα απαντήσει κάποτε ο αέρας. Ο αέρας με τον οποίο είναι γεμάτοι οι άνθρωποι σαν τον Λουκιανό και που, όταν φεύγουν, απελευθερώνεται και μας απαντάει σε όλα.

Διαβάζοντας λοιπόν και ακούγοντας παλιούς Λυκαβηττούς του στο Youtube τον ρωτούσα συνεχώς κι έπαιρνα τις απαντήσεις μου, επιγραμματικά και όμορφα, όπως ήξερε τέλεια να κάνει. Μου είπε λοιπόν πως την Αρχιτεκτονική δεν την παράτησε ποτέ. Αρχιτέκτων παρέμεινε. Έφτιαξε ένα σχέδιο πόλης για μια μελλοντική Αθήνα με τα υλικά της αιώνιας εφηβείας του πρώιμου μεταπολέμου: 1945-1965.

Αν υπήρχε ποτέ ένας εμπνευσμένος Αθηναίος δήμαρχος, θα άκουγε όλους τους δίσκους του, θα παρακολουθούσε τα βίντεο των συναυλιών του και θα κοιτούσε τον τρόπο με τον οποίο διακοσμούσε τα σπίτια του. Ύστερα δεν θα άφηνε τίποτα σ’αυτήν την καταραμένη πόλη να παρεκκλίνει από το σχέδιο που μας παρέδωσε.

Η ίδια αυτή Αθήνα του 1945-1965 που αποτέλεσε το υλικό της Ουτοπίας του Κηλαηδόνη, είναι η αυτή της Δυστοπίας του Νίκου Νικολαΐδη. Σε μια συνέντευξη του τελευταίου διάβασα πως αγαπούσε τον Λουκιανό και συγκινήθηκα με την προφανή, αλλά ανύμνητη συγγένεια. Και θυμήθηκα πως σε μια νυχτερινή συζήτηση ο μουσικός μού είχε πει πως τόσο τα «Κουρέλια» όσο και ο «Οργισμένος Βαλκάνιος» υπάρχουν μέσα στα τραγούδια του (η «Ωδή στη Μοτοσυκλέττα» που είχε γράψει για το «Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε» της Ελεύθερης Σκηνής είναι απόκριση στην ανάγνωση του βιβλίου). Είχαν άλλωστε κοινό δάσκαλο κι οι δυο τους, τον περίφημο Γιώργο τον «σουίνγκ», τον άνθρωπο που έμαθε στη μεταπολεμική Αθήνα να χορεύει ροκ εν ρολ.

Ο Λουκιανός όμως -με όλη του την αγάπη για το νουάρ- δεν μπορούσε να δημιουργήσει σκοτάδι. Οι κλίμακές του, 90 στις 100 φορές, ήταν ματζόρε παιδικές, κάντρι, κεφαλλονίτικες. Τα λόγια του όσο σκληρά και ανατρεπτικά, είχαν μια ζεστή ανθρώπινη αναρχία που δεν ήταν ποτέ μηδενισμός, αλλά η απόλαυση του να ξυπνάς και να χτενίζεσαι όπως θες εσύ, να κάνεις μπάνιο με τον τρόπο που σ’ αρέσει, να πίνεις το ουίσκι σου με μια συγκεκριμένη ιεροτελεστία, να γράφεις τα τραγούδια σου με χρωματιστούς μαρκαδόρους. Και να παραμένεις τόσο αυστηρά πιστός στο τελετουργικό σου ώστε να αχρηστεύεις τους κανόνες με τους οποίους πάει να σε σταματήσει η κάθε εξουσία. «You know the way to stop me - but you don’t have the discipline», όπως έλεγε και ο επίσης γεμάτος αέρα Leonard.

Το ήθος του και ο χαρακτήρας του ήταν αυτός του ιδιωτικού ντετέκτιβ Μάρλοου. Μας περιφρονούσε που αποδεχόμασταν τη φτήνεια του χρήματος, της κατανάλωσης, του μεταμοντέρνου βίου. Που αφήσαμε το 1945-1965 και εγκλωβιστήκαμε στο 1990 ή στο 2000. Αυτός ούτε ρούχα θα άλλαζε, ούτε συνήθειες, ούτε κλίμακες στο πιάνο. Ας κόβαμε εμείς το λαιμό μας. Όταν τον χρειαζόμασταν απελπισμένοι, μετά χαράς θα ερχόταν να μας προσφέρει βοήθεια. Μέχρι τότε θα έπινε το ουίσκι του και θα έβαφε τους τοίχους του σπιτιού του με το αγαπημένο του χρώμα.

Αυτό δεν σημαίνει πως ήταν κανένας συντηρητικός. Η Ανανεωτική Αριστερά ήταν ενσαρκωμένη ουσιαστικά στο ελληνικό τραγούδι με έναν τρόπο που η ελληνική αριστερή πολιτική ούτε καν πλησίασε ακόμα και σήμερα. Συντηρητικές ήταν οι δικές μας επιλογές, αδέξια καλυμμένες πίσω απ’ το αγοραίο πνεύμα μας. Το έβλεπε και μας σιχαινόταν. Και έμενε μόνος στο σχέδιο πόλης του.

Θα’ θελα να ήμασταν συνομήλικοι. Να μου μάθει μπιλιάρδο. Και να βλέπουμε γουέστερν του Τζον Φορντ. Και να ακούμε Γιάννη Παπαϊωάννου ζωντανά στις Τζιτζιφιές. Και να πειράζουμε κορίτσια στο Γκριν Παρκ. Θα αρκεστώ όμως σε μοναχικές νύχτες σαν κι αυτήν, που όλα αυτά τα ζω μέσα μου και ύστερα τα τρακάρω με τη βαρετή χρονολογία που μου έτυχε. Και που- πολύ πριν απ’ την κρίση- εξαφάνισε μόνη της όλους τους χυμούς της ομορφιάς που ακούμε στο «Όταν η πόλη κοιμάται» φερ’ ειπείν.

Και τώρα θα σταματήσω να γράφω και θα ψάξω, όπως θα ’κανε κι εκείνος, για ένα διήγημα του Μπόρχες, για ένα τραγούδι σαν το Goodnight Irene, για έναν πίνακα του Χόπερ, για μια χαμένη κασέτα του πιανίστα Μικέλη, για ένα κομμάτι από το πλοίο του Φελίνι. Και θα τα κρύψω στο μικρό μου δωμάτιο μέχρι να σταματήσει ο κατακλυσμός. Ο καιρός για τα επόμενα επτά χρόνια προβλέπει ασχήμια. Εγώ με τον Λουκιανό θα κάτσουμε σπίτι. Και θα μαζέψουμε ομορφιά. Πολύ σύντομα θα χρειαστεί.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL