Live τώρα    
15°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
15 °C
10.6°C16.5°C
1 BF 70%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
13 °C
11.1°C14.9°C
2 BF 67%
ΠΑΤΡΑ
Αραιές νεφώσεις
14 °C
8.0°C14.4°C
2 BF 65%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
13 °C
12.8°C14.1°C
2 BF 82%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
5 °C
4.9°C11.8°C
0 BF 100%
Ο αραβικός κινηματογράφος παραμένει ζωντανός μετά τη χαμένη «άνοιξη»
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Ο αραβικός κινηματογράφος παραμένει ζωντανός μετά τη χαμένη «άνοιξη»

Η Μπάγια Μεντχαφέρ στην ταινία «Με τα μάτια ανοιχτά», της Λέιλα Μπουζίντ

Ένα από τα πρώτα ελπιδοφόρα σημάδια της περίφημης «αραβικής άνοιξης» που κατέληξε δυστυχώς σε «βαρύ χειμώνα» με ποταμούς αίματος και κύματα προσφύγων, ήταν η έκρηξη των καταπιεσμένων καλλιτεχνικών αναζητήσεων στον ευρύτερο χώρο του αραβικού κόσμου. Ο κινηματογράφος, χάρη στην ψηφιακή, προσιτή σε όλους, τεχνολογία, βρέθηκε στην πρώτη γραμμή. Ήταν μια εξέγερση που χρησιμοποίησε (αν δεν βασίστηκε) στην τεχνολογία, από τα κινητά τηλέφωνα μέχρι το Ίντερνετ, ή το βίντεο. Γρήγορα φάνηκε η ανάγκη να «επενδυθεί» το πολιτικό πρόταγμα με νέες εικόνες, νέες αφηγήσεις, τουλάχιστον προτού κυριαρχήσει η βία... Άλλωστε, σε μια τραγική σύμπτωση, που υποδεικνύει τη δύναμη του κινηματογράφου, η ιστορία του 26χρονου πλανόδιου πωλητή λαχανικών Μοχάμεντ Μπουαζίζι, που αυτοπυρπολήθηκε τον Δεκέμβρη του 2010, όταν η αστυνομία στο Σίντι Μπουζίντ της Τυνησίας κατάσχεσε την πραμάτεια του και τον εξευτέλισε, είχε «προειπωθεί» σε μια μικρού μήκους ταινία που γυρίστηκε στη Σενεγάλη σαράντα χρόνια πριν...

Ακόμη και στην πολύπαθη Λιβύη, προτού βυθιστεί στο χάος που ακολούθησε την πτώση του Καντάφι, είχαμε μια έκρηξη κινηματογραφικής παραγωγής, με ελάχιστα μέσα. Στη Συρία, όπου μια ειρηνική εξέγερση εξελίχθηκε σε αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, υπήρχε από τη δεκαετία του `60 μια αξιόλογη παράδοση «κοινωνικού» κινηματογράφου, που χτυπήθηκε ωστόσο από τον πατέρα Ασαντ, όταν θεώρησε ότι το αριστερό κίνημα στη χώρα είχε ξεφύγει από τον έλεγχό του.

Ονόματα όπως του Χανί Αμπού Ασάντ, του οποίου οι ταινίες «Παράδεισος τώρα» και «Ομάρ» έφτασαν να είναι υποψήφιες για ξενόγλωσσο Όσκαρ, ή του Γιουσέφ Σαχίν, της Ναντίν Λαμπακί και του Ζιάντ Ντουεϊρί, κυριαρχούν εδώ και χρόνια στην «πρώτη γραμμή» του ευρύτερου αραβικού κινηματογράφου, με τους Παλαιστίνιους της διασποράς να έχουν συνεχώς ενεργό ρόλο. Το ντοκιμαντέρ «Ο κόσμος δεν είναι δικός μας» του Παλαιστίνιου Μαχντί Φλεϊφέλ αφορά τον προσφυγικό καταυλισμό του Αϊν-ελ-Χελβέ, στο νότιο Λίβανο και τη ζωή τριών γενεών Παλαιστινίων. Ο σκηνοθέτης γεννήθηκε στο Ντουμπάι και μεγάλωσε στη Δανία, αλλά μεγάλο μέρος της ζωής του ήταν σε αυτόν τον καταυλισμό. Η ταινία αποτυπώνει τις επισκέψεις του εκεί, στη διάρκεια πολλών χρόνων, καθώς και τις σχέσεις του με τους μόνιμους κατοίκους του καταυλισμού.

Στο ντοκιμαντέρ του «Infiltrators», ο Καλέντ Ζαράρ παρακολουθεί μια ομάδα Παλαιστινίων που προσπαθούν να περάσουν το τείχος που χωρίζει το Ισραήλ από τα παλαιστινιακά εδάφη για να βρουν δουλειά και να συναντήσουν τους συγγενείς τους: «Πολύ συχνά, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, έρχονταν Ισραηλινοί στρατιώτες, μας πυροβολούσαν και έριχναν χημικά. Τρέχαμε να γλιτώσουμε. Άφηνα την κάμερα πίσω μου να γράφει. Χρησιμοποίησα κάποιες από αυτές τις σκηνές στην ταινία μου», λέει ο σκηνοθέτης.

Στην Αίγυπτο, που κάποτε ήταν η «ατμομηχανή» της κινηματογραφικής παραγωγής για ολόκληρο τον αραβικό κόσμο, διατηρείται απλώς σαν ισχνή κληρονομιά από το παρελθόν ο νασερικός κινηματογράφος της κοινωνικής δέσμευσης.

Η Τυνησία παραμένει η εξαίρεση στη γενικευμένη αποτυχία της αραβικής άνοιξης. Οι ομαλές πολιτικές εξελίξεις έχουν αντανάκλαση και στον κινηματογράφο, με το ιστορικό φεστιβάλ της Καρθαγένης να τολμά να παρουσιάζει ταινίες που απαγορεύονται σε άλλες αραβικές χώρες ως «ανήθικες», ακόμη και στο κατά τα άλλα κοσμοπολίτικο Μαρόκο...

Στην Τυνησία, ο κινηματογράφος, λόγω των σχέσεων με τη γαλλική μητρόπολη, έφτασε πολύ νωρίς, λίγους μήνες μετά την ιστορική προβολή των αδελφών Λυμιέρ στο Παρίσι, τον Δεκέμβρη του 1895. Πολύ γρήγορα άνοιξαν οι πρώτες αίθουσες προβολής, ενώ από τη δεύτερη δεκαετία του εικοστού αιώνα είχαμε και παραγωγή ταινιών. Από τη δεκαετία του ’60 έγιναν προσπάθειες οργάνωσης στοιχειώδους κινηματογραφικής βιομηχανίας και προσέλκυσης ξένων παραγωγών με στόχο να γίνει η Τυνησία «μικρό Χόλιγουντ». Ο Τζεφιρέλι γύρισε εκεί τον «Ιησού από τη Ναζαρέτ», ο Σπήλμπεργκ τους «Κυνηγούς της χαμένης κιβωτού» , ο Ρόμαν Πολάνσκι τους «Πειρατές», ο Αντονι Μιγκέλα τον «Άγγλο ασθενή». Αλλά η ξένη παραγωγή που έγινε τουριστική ατραξιόν, ήταν ο πρώτος «Πόλεμος των άστρων» του Τζορτζ Λούκας (1977), καθώς ακόμη και σήμερα γίνονται ξεναγήσεις σε ό,τι έχει διατηρηθεί από τα σκηνικά που είχαν στηθεί στη νότια Τυνησία...

Πριν από ένα χρόνο στο Φεστιβάλ Βερολίνου μια ταινία από την Τυνησία, το «Χέντι», με συμπαραγωγούς τους αδελφούς Νταρντέν, απέσπασε το βραβείο καλύτερης «πρώτης» ταινίας: Ταυτόχρονα ο πρωταγωνιστής Ματζ Μαστούρα τιμήθηκε με τη Αργυρή Αρκτο για την ερμηνεία του. Παραλαμβάνοντας το βραβείο, απέτισε φόρο τιμής στον λαό της Τυνησίας και στους «μάρτυρες της επανάστασης» του 2010- 2011. Ηταν η πρώτη ταινία αραβικής παραγωγής που συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα της Μπερλινάλε εδώ και είκοσι χρόνια. Ο σκηνοθέτης της ταινίας Μοχάμεντ Μπεν Ατία αφηγείται μια ιστορία ατομικών διλημμάτων που εντάσσεται όμως στη «μεγάλη» εικόνα μιας κοινωνίας σε σταυροδρόμι, καθώς ο ήρωας καλείται να επιλέξει ανάμεσα στη σύγκρουση με το παρελθόν, ή την υποταγή σε αυτό: Ο 25χρονος Χέντι ετοιμάζεται να παντρευτεί μια άγνωστη σε αυτόν κοπέλα, την οποία έχει επιλέξει η καταπιεστική μητέρα του για εκείνον, όταν γνωρίζει και ερωτεύεται την απελευθερωμένη και δυναμική Ριμ. Στο φόντο της ιστορίας είναι τα γεγονότα από το 2010 και μετά, που καθόρισαν την Τυνησία και το πέρασμά της σε μια νέα εποχή.

Η Λέιλα Μπουζίντ, βοηθός του Αμπντελατίφ Κεσίς, έκανε το σκηνοθετικό της ντεμπούτο με την ταινία «Με τα μάτια ανοιχτά», που θα δούμε σύντομα και στις ελληνικές αίθουσες. Η ταινία, συμπαραγωγή Γαλλίας και Τυνησίας, έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Βενετίας, στο τμήμα Giornate degli Autori, όπου απέσπασε το Βραβείο Κοινού, βρέθηκε στις τρεις φιναλίστ για το βραβείο LUX του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενώ ήταν και η πρόταση της Τυνησίας για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Μεταφερόμαστε στην Τυνησία του 2010, λίγους μήνες πριν από την εξέγερση που ανέτρεψε το καθεστώς κλεπτοκρατίας του Μπεν Αλι. Η δεκαοκτάχρονη Φάρα, μόλις τέλειωσε το σχολείο και η οικογένειά της την θέλει να ακολουθήσει σπουδές Ιατρικής. Εκείνη όμως ζει την προσωπική της επανάσταση, τραγουδάει σε ένα συγκρότημα με πολιτικούς στίχους, παθιασμένη με τη ζωή, την επιθυμία, ανακαλύπτει την πόλη της τη νύχτα... Η Λέιλα Μπουζίντ, μιλάει για το χάσμα γενεών σκιαγραφώντας μια γεμάτη ένταση σχέση μάνας-κόρης, εστιάζει στην έλλειψη ελευθερίας των νέων, ειδικά των γυναικών. Τοποθετώντας την ιστορία της στο ξέσπασμα της αραβικής άνοιξης καταφέρνει με την πρώτη κιόλας ταινία της να μας δώσει ένα συνταρακτικό πορτρέτο γυναικείας χειραφέτησης μέσα σε ένα χαοτικό πολιτικό σκηνικό. Η πρωταγωνίστρια της ταινίας, η επίσης πρωτοεμφανιζόμενη Μπάγια Μεντχαφέρ, ερμηνεύει η ίδια τα τραγούδια που ακούγονται, σε μουσική του σπουδαίου συνθέτη Κιγιάμ Αλαμί –γιατί η μουσική ήταν συστατικό στοιχείο της αραβικής άνοιξης...

Απεικονίζεται εύγλωττα η ατμόσφαιρα φόβου που κυριαρχούσε στην κοινωνία υπό το καθεστώς του Μπεν Αλι, με τη νεολαία, κόντρα σε αυτή την πολύπλευρη καταπίεση, οικογενειακή, σεξουαλική και πολιτική, να «κερδίζει» τον δικό της χώρο ελευθερίας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL