Live τώρα    
24°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Ελαφρές νεφώσεις
24 °C
22.0°C24.8°C
3 BF 39%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
22 °C
21.0°C24.2°C
2 BF 52%
ΠΑΤΡΑ
Αίθριος καιρός
19 °C
18.8°C20.5°C
4 BF 63%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Σποραδικές νεφώσεις
20 °C
19.3°C19.8°C
5 BF 60%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
23 °C
22.9°C24.0°C
3 BF 33%
Όπου ο κόμπος, εκεί το χτένι
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Όπου ο κόμπος, εκεί το χτένι

Η ποίηση του Νίκου Παναγιωτόπουλου είναι δύσκολη, ερμητική, κλειστή. Μία αυτοαναφορική ποίηση που συνδιαλέγεται με τον εαυτό της, χρησιμοποιώντας άλλα, σπαραγμένα ποιητικά σώματα. Μια ποίηση που καταναλώνει αλλότρια ποιητική ύλη, χωρίς, όμως, φοβάμαι, και να την αφομοιώνει πάντα. Προσφεύγοντας σε μια σκόπιμα κατασκευασμένη ποιητική γλώσσα εργαστηρίου, που υποδύεται τον πεζό λόγο, χωρίς να είναι ούτε πεζός ούτε ποιητικός. Που υποδύεται τον προφορικό λόγο, ενώ είναι κατ' εξοχήν λόγιος και γραπτός.

Η δοκιμιακή ποίηση του Ν. Παναγιωτόπουλου, στο κυλιόμενο και ατέρμον έργο του «Σύσσημον», προσφέρεται για μια κατά μόνας ανάγνωση, επειδή απαιτεί ένα διάστημα σκέψης μέχρι να μεταβεί ο αναγνώστης από τα πυκνά σημαίνοντα στα πυκνότερα σημαινόμενά της. Πολλές φορές χρειάζεται ο αναγνώστης να ανοίξει την εγκυκλοπαίδεια! Ακόμη και η υπερρεαλιστική ποίηση, που κατηγορήθηκε από τους μικροαστούς ως δήθεν «ακαταλαβίστικη», δεν ήταν ποτέ τόσο κρυπτική. Ακόμα και ο μοντερνισμός του Σεφέρη απέκτησε, με τη μουσική του Θεοδωράκη, ένα πλατύ κοινό, αγαπήθηκε και τραγουδήθηκε από τον κόσμο.

Κρίνω εδώ τη θεατρικότητα, δηλαδή την αθωότητα της ποιητικής διαλέκτου του Νίκου Παναγιωτόπουλου, γεμάτης από σκοτεινά σύμβολα, προγραμματισμένης για έναν στενό κύκλο αποδεκτών, όπως επισημαίνει ο σκηνοθέτης Σίμος Κακάλας, που τον ξέρουμε από την τολμηρή «ιαπωνική», ιδεογραμματική αλλά διαφανή «Γκόλφω» του και από τον απέριττο, σαν εικόνα Βυζαντινού χειρογράφου, «Απόκοπο» του Μπεργκαδή, γράφοντας στο πρόγραμμα: «Τώρα λοιπόν που όλοι αναρωτιούνται και κάποιοι θεωρούν ότι έχουν ξυπνήσει, με την επιθυμία να ξυπνήσουν και τους άλλους κοιμισμένους, είναι αναγκαίο να λουφάξουμε σε μια γωνία και να πούμε ιστορίες. Κρυμμένες ιστορίες και συνθηματικές, ώστε να μην μας καταλαβαίνουν παρά μόνο λίγοι, όσοι επιλέγουμε εμείς. Οι λιγοστοί. Για τους Λίγους και για τη Φυλή, για τη Φιλία και για την Ανθρωπότητα». (Sic).

Εκείνο που με ενδιαφέρει είναι αν η ποίηση του Νίκου Παναγιωτόπουλου είναι μια ποίηση που να μπορεί να γίνει, με τη διαδικασία της φυσικής αφαίρεσης, θέατρο για ένα μεγάλο κοινό. Δεν με συγκινεί μια ποίηση ωρολογιακή και ένα θέατρο που προωθεί το αριστοκρατικό ιδεώδες των «εκλεκτών». Δεν είναι αυτό που μας χρειάζεται σήμερα. Ο λαϊκός Οιδίπους δεν είχε καμία θέση στο έργο αυτό. Καταλληλότερα για να το συμπληρώσουν θα ήταν ίσως αποσπάσματα από τις μπαλάντες ή τα κάντος του Έζρα Πάουντ, όταν λέει, π.χ.: «Συνταιριάζω αυτές τις λέξεις για τέσσερις μόνο ανθρώπους! Ω, κόσμε, πόσο θλίβομαι για εσένα, που δεν τους ξέρεις!».

Έρχομαι στην παράσταση, στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Εδώ συνέβη το εξής αντιφατικό: ενώ η ζωντανή μουσική (σύνθεση Κωστή Κυριτσάκη και Χρήστου Μπάρμπα) του εισαγωγικού δρώμενου, μια μίμηση πυροβασίας αν κατάλαβα σωστά, με παραδοσιακά όργανα και με εκτελεστές τους Κώστα Κυριτσάκη, Χρήστο Μπάρμπα, Γιάννη Παπαδόπουλο, Χάρη Πορφυρίδη, Γιώργο Μαυρίδη, με θέματα από την περιοχή της Ξάνθης, κατόρθωσε να λύσει τα σώματα των ηθοποιών (Έλενα Μαυρίδου, Δήμητρα Κούζα, Δήμητρα Λαρεντζάκη, Βασίλης Παπαγεωργίου, Βαγγέλης Κρανιώτης, Γιώργος Μπινιάρης, Σίμος Κακάλας) και να δώσει ένα άμεσο, άρτιο μουσικοχορευτικό θέαμα, κάτι ανάλογο δεν έγινε στο καθαρά θεατρικό κομμάτι, όπου η ίδια μουσική λειτούργησε απλώς υποστηρικτικά, όπου τα σώματα «πάγωσαν», όπου η εκφορά του λόγου έγινε προβληματική και η κίνηση παγιδεύτηκε σε μακροσκελείς, μη μεταβατικές, παρατακτικές προτάσεις, μια πραγματική δοκιμασία για τους, νέους κυρίως, ηθοποιούς.

Έχω την αίσθηση ότι ο καλός σκηνοθέτης, περνώντας ίσως μια προσωρινή κρίση συνείδησης και νιώθοντας ανήμπορος να αντιδράσει με την τέχνη του σε όσα γίνονται, πίστεψε σε ένα κείμενο που μοιάζει, πράγματι, εκ πρώτης όψεως, να πολεμά την ιδεοληψία της «ποιητικής» γλώσσας, στοχεύοντας σε «καθαρή ποίηση», αλλά το κάνει με την ιδεοληπτική, συνθηματική γλώσσα ενός κλειστού, απροσπέλαστου ιερατείου ποιητών. Ας μη μιλάμε, λοιπόν, άλλο, υποκριτικά, για την κρίση. Όπου ο κόμπος, εκεί το χτένι.

Έμειναν για παρηγοριά τα ωραία σκηνικά - κοστούμια (Κέννυ Μακ Λέλαν), οι μάσκες (Μάρθα Φωκά) και οι απλοί αλλά καίριοι φωτισμοί (Περικλής Μαθιέλλης). Βοηθός σκηνοθέτη και συνεργασία στα κείμενα, ο Δημήτρης Καλακίδης.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL