Live τώρα    
16°C Αθήνα
ΑΘΗΝΑ
Αίθριος καιρός
16 °C
13.4°C17.6°C
3 BF 66%
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Αίθριος καιρός
14 °C
10.9°C15.9°C
1 BF 64%
ΠΑΤΡΑ
Σποραδικές νεφώσεις
15 °C
9.0°C15.5°C
2 BF 63%
ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Ελαφρές νεφώσεις
14 °C
13.8°C14.7°C
2 BF 77%
ΛΑΡΙΣΑ
Αίθριος καιρός
15 °C
13.0°C14.5°C
1 BF 75%
Η Σέλεϊ συνομιλεί με τον Νίτσε: 200 χρόνια Φρανκενστάιν
  • Μείωση μεγέθους γραμματοσειράς
  • Αύξηση μεγέθους γραμματοσειράς
Εκτύπωση

Η Σέλεϊ συνομιλεί με τον Νίτσε: 200 χρόνια Φρανκενστάιν

Πίνακας του Φρανσίσκο Γκόγια με τον τίτλο «Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα» (1797 - 1799)

Ακριβώς διακόσια χρόνια έχουν περάσει από τότε που η Μαίρη Σέλεϊ εμφύσησε την πνοή της στον δρ Φρανκενστάιν και στο τέρας του. Μαζί με τα πλάσματα της φαντασίας της ένα νέο λογοτεχνικό είδος γεννήθηκε. Κάπως έτσι περιέγραψε τις στιγμές που συνέλαβε την ιδέα του έργου της: «Όταν τοποθέτησα το κεφάλι μου στο μαξιλάρι μου, δεν κοιμήθηκα, ούτε θα μπορούσα να πω ότι σκεφτόμουν. Η φαντασία μου, απρόσκλητη, με κατέλαβε και με οδηγούσε». Η έμπνευση ερχόταν από τα ενδότερα και σκοτεινά βάθη του ψυχισμού της, μια δύναμη που δεν μπορούσε να τιθασεύσει, να ορίσει και να ελέγξει. Μπόρεσε, όμως, να τη μετατρέψει σε λόγο. Έδωσε πνοή στο παράλογο, το άφησε ελεύθερο και το παράλογο γεννήθηκε ως τέρας, ένα τέρας απόλυτα «ορθολογικό».

Η Σέλεϊ αναρωτιόταν τι σήμαινε για την ίδια η γέννηση μιας τέτοιας ιδέας. Από τη στιγμή που η παρά-λογη «έμπνευσή» της είχε μια δύναμη ανεξάρτητη από τον συγγραφέα και την οδήγησε σε μια τερατογένεση, αυτό σήμαινε ότι ήταν καλή ή κακή ως άνθρωπος; Η φιλοσοφική θεώρηση της καλοσύνης και κακίας του ανθρώπου έχει μακραίωνη ιστορία, ωστόσο υπάρχουν τρεις σημαντικοί σταθμοί πριν τη Σέλεϊ

Ο Βρετανός φιλόσοφος Τόμας Χομπς θεωρούσε τον άνθρωπο από τη φύση του κακό. Μόνο η απόλυτη εξουσία ήταν ικανή να υποτάξει την κακή φύση του ανθρώπου. Ο Ελβετός Ζαν - Ζακ Ρουσσώ θεωρούσε ότι η φύση είναι καλή και όλοι γεννιόμαστε καλοί, αλλά ο άνθρωπος, καθώς ενηλικιώνεται, διαφθείρεται. Για τον Ρουσσώ, η θέληση του ανθρώπου, που είναι αποτέλεσμα της φύσης του, είναι πάντα καλύτερη από τη διάνοιά του, η οποία είναι περισσότερο τεχνητή, παρά φυσική. Ο Γερμανός Εμάνουελ Καντ πραγματοποίησε τη μεγάλη σύνθεση θεμελιώνοντας φιλοσοφικά την καλή θέληση. Η καλή θέληση, για τον Καντ, εδράζεται στον νου μας και είναι αποτέλεσμα άσκησης συγκεκριμένων αρχών καθήκοντος τις οποίες διαθέτει κάθε λογικό πλάσμα.

Το καθήκον είναι σαν να υπάρχει από πριν στον νου μας και εμείς καλούμαστε να το υπακούσουμε. Και όταν το υπακούμε, είμαστε καλοί. Η καντιανή αντιστροφή από το «εξωτερικό» στο «εσωτερικό» θα έθετε τα θεμέλια του ρομαντισμού. Ένα από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά του ρομαντισμού του 19ου αιώνα και των εκπροσώπων του είναι ο τρόπος με τον οποίο εκλαμβάνουν την προέλευση της έμπνευσής τους. Οι ιδέες έρχονται, πλέον, από μέσα τους και όχι από πάνω τους. Δεν υπάρχει ένα καθοδηγητικό χέρι έξω από τον άνθρωπο, αλλά μια κινητήριος δύναμη μέσα στον άνθρωπο. Οι δυνάμεις δεν ασκούνται έξω από τα σώματα των ανθρώπων, αλλά είναι σύμφυτες με αυτά. Επομένως, δεν είναι η θεία φύση που εμπνέει και ορίζει, αλλά η ανθρώπινη δύναμη, μια φύση που ίσως και να μην είναι απαραίτητα καλή.

Ο φιλοσοφικός κόσμος θα γυρίσει ανάποδα όταν ο Φρίντριχ Νίτσε, στο κλείσιμο του 19ου αιώνα, ακολουθώντας τις φιλοσοφικές θέσεις του Σοπενχάουερ, θα αποδομήσει πλήρως την καλή θέληση του ανθρώπου και θα μιλήσει για τη «θέληση για δύναμη».

Με μια εξαιρετική εποπτεία των θεωριών του Δαρβίνου και της Ιστορίας του Πολιτισμού, ο Νίτσε θα γράψει το αριστούργημά του «Η Γενεαλογία της Ηθικής», όπου η καλοσύνη και η κακία έχουν τη δική τους ενδεχομενική θέση στην Ιστορία της ανθρωπότητας και ορίζονται απλώς από τους συσχετισμούς δύναμης μεταξύ των λογικών πλασμάτων. Σε μια εκπληκτική αντιστροφή της ηθικής, το καλό στα χέρια του Νίτσε μετατρέπεται σε κακό και αντίστροφα, αποδομώντας με αυτό τον τρόπο κάθε αξιολογική κρίση που θα μπορούσε να εκπορεύεται γι’ αυτές τις έννοιες.

Ακριβώς αυτό συμβαίνει στον Φρανκενστάιν, όπου η Σέλεϊ έχει ήδη ξεπεράσει τις φιλοσοφικές καταβολές της εποχής της, ασκεί υπόρρητη κριτική στον Καντ και προφητεύει τον Νίτσε. Ο ορθολογικός Φρανκενστάιν δημιουργεί το τέρας, το οποίο εμφανίζεται αρχικά σε μια άσπιλη κατάσταση, όπως περίπου ο άνθρωπος του Ρουσσώ. Η φύση του αλλάζει όταν το εγκαταλείπει ο δημιουργός του σε έναν σκληρό κόσμο. Είναι αναγκασμένο να διαμορφώσει μια ηθική φύση η οποία αναπόφευκτα εκφράζει τη θέλησή του για ζωή.

Οι ρόλοι μεταξύ Φρανκενστάιν και τέρατος αντιστρέφονται. Η δύναμη του τέρατος του εξασφαλίζει την επικράτηση απέναντι στον δημιουργό του. Σκοτώνει τον δημιουργό του, σκοτώνει τον θεό του και παίρνει τη θέση του. Το τέρας είναι ο νέος θεός, ένα υπεράνθρωπο τέρας, ο Übermensch (ο Υπεράνθρωπος), που βρίσκεται πέρα από το Καλό και το Κακό. Κι όταν ο κόσμος τού φέρεται βάρβαρα και του απειλεί τη θέληση για ζωή, τότε το τέρας στρέφεται ενάντια στον κόσμο και επιχειρεί να τον ελέγξει. Η διάνοια του τέρατος δεν το οδηγεί να υπακούσει στην καντιανή καλή θέληση. Η λογική είναι ένας καλός σύμβουλος, αλλά η δύναμη είναι αυτή που θέτει τους κανόνες του παιχνιδιού εκ νέου: «Να θυμάσαι ότι έχω δύναμη… Είσαι ο δημιουργός μου, αλλά εγώ είμαι ο αφέντης σου. Υπάκουσε!» Τα λόγια του τέρατος διά χειρός Σέλεϊ θα μπορούσαν να έχουν ειπωθεί από τον Νίτσε αρκετά χρόνια αργότερα.

Ο Νίτσε πρότεινε μια κριτική και ιστορική ανάγνωση της σύγχρονης ηθικής, υποστηρίζοντας πως η ηθική αναπτύχθηκε στη μορφή που έχει μέσα από σχέσεις εξουσίας. Αυτές οι σχέσεις εξουσίας, ωστόσο, δεν είναι αναγκαίες και αναπόφευκτες, αλλά το αποτέλεσμα ενδεχομενικών ιστορικών διεργασιών. Με άλλα λόγια, η ηθική θα μπορούσε να είναι διαφορετική σε έναν κόσμο με διαφορετικές σχέσεις εξουσίας. Μέσω της Γενεαλογίας του, ο Νίτσε έδειξε ότι κάποιες έννοιες, που θεωρούμε αντικειμενικές και ανέγγιχτες από την Ιστορία, έχουν συγκεκριμένη ιστορικότητα και η αλήθεια τους δεν είναι παρά το αποτύπωμα της δύναμης/εξουσίας. Για παράδειγμα, είχε διατυπώσει τη θέση ότι το ρωμαϊκό δίπολο καλό - κακό (good / bad), όπου η έννοια του καλού ταυτιζόταν με την ευγένεια και τη δύναμη και η έννοια του κακού με τη δειλία και αδυναμία, ηττήθηκε ιστορικά από το ιουδαϊκό δίπολο καλό - σατανικό (good / evil). Εδώ, ο κακός ήταν ο καλός του προηγούμενου διπόλου, ενώ ο καλός ήταν ο αδύναμος, αυτός που καταπιεζόταν. Αυτό το δίπολο ο Νίτσε το ονόμασε ηθική του σκλάβου. Για παράδειγμα, οι Εβραίοι ως σκλάβοι διαμόρφωσαν ένα πλαίσιο ηθικής όπου ο Φαραώ ως ισχυρή εξουσία ήταν ο κακός (evil).

Ομοίως, η Σέλεϊ διαμορφώνει ένα προνιτσεϊκό πλαίσιο ηθικής, όπου ο δυνατός ορίζεται ως κακός και ο αδύναμος ως καλός. Το τέρας τιμωρεί τον Φρανκενστάιν επειδή τον αρνήθηκε και δεν τήρησε τις υποσχέσεις του. Η τιμωρία είναι το όργανο με το οποίο το τέρας ασκεί και επικυρώνει τη δύναμή του. Κάθε φορά που το τέρας επιχειρεί να δικαιολογήσει τις βάρβαρες πράξεις του, τα επιχειρήματά του είναι ακλόνητα. Ακόμη και οι αναγνώστες του κειμένου δεν μπορούν να μην παραδεχτούν ότι το τέρας έχει ένα αυστηρό ηθικό πλαίσιο και η αλήθεια αυτής της ηθικής επικυρώνεται από την τιμωρία που υπεισέρχεται όταν αυτό το πλαίσιο παραβιάζεται. Η ηθική του σκλάβου, επομένως, είναι αυτή που ορίζει την αλήθεια. Κατά συνέπεια, η αλήθεια κάθε πράγματος είναι αμφισβητήσιμη, ενδεχομενική και ιστορική.

Η αλήθεια, όπως υποστήριζε ο Μισέλ Φουκό, εξαρτάται αποκλειστικά από τη σχέση γνώσης και εξουσίας. Αν η αλήθεια εκφράζεται μέσω της επιστήμης και η ζωή μέσω της νιτσεϊκής θέλησης για δύναμη, τότε δεν είναι η επιστήμη που ελέγχει τη ζωή. Η ζωή είναι αυτή που ορίζει την επιστήμη και την αλήθεια που εκπορεύεται από αυτή. Το αριστούργημα της Σέλεϊ, επομένως, δεν είναι απλώς ένα διήγημα επιστημονικής φαντασίας, δεν μας φέρνει απλώς αντιμέτωπους με τους κινδύνους της «κακής» άσκησης της επιστήμης.

Αυτά τα στοιχεία είναι απλώς το αφηγηματικό όχημα της Σέλεϊ, το οποίο διαγράφει μια ξέφρενη πορεία μέσα στην Ιστορία της ανθρωπότητας ξεκινώντας από τον φόβο του θανάτου και καταλήγοντας στον οίστρο της ζωής (όπως θα έλεγε περίπου ενάμιση αιώνα μετά ο Ανδρέας Εμπειρίκος στο κείμενό του «Εις την Οδόν των Φιλελλήνων», όταν θέλησε να περιγράψει τη γέννηση της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας).

Αυτός ο φόβος εκφράζεται μέσα από τη δημιουργία του τέρατος του Φρανκενστάιν και ο οίστρος από τη θέληση του τέρατος να ζήσει. Όπως σημείωσε ένας άλλος Βρετανός ρομαντικός, ο Σάμιουελ Κόουλριτζ, ο άνθρωπος δεν φοβάται επειδή ονειρεύεται τέρατα, αλλά ονειρεύεται τέρατα επειδή φοβάται. Και ο φόβος γεννάει τέρατα όταν η λογική κοιμάται...

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΓΝΩΜΕΣ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

EDITORIAL

ΑΝΑΛΥΣΗ

SOCIAL